Παίρνω το θάρρος και του σερβίρω λίγο κρασί ακόμα. Ο
Κα δεν αντιδρά καθόλου σε αυτή μου την κίνηση, σαν να μην το κατάλαβε καν ότι
κουνήθηκα.
«Τι συμβαίνει λοιπόν με τον Ματ; Τι είναι αυτό το
σημάδι πάνω του; Τι συμβαίνει με το ξόρκι αφύπνισης δαίμονα που του έκανε η
Μαρί;» ξεκινώ τον καταιγισμό ερωτήσεων, σχεδόν χωρίς να πάρω ανάσα.
«Ώπα, ώπα πήρες φόρα κούκλα! Ας τα πάρουμε με τη
σειρά και σιγά σιγά».
«Ναι, ναι έχεις δίκιο» συμφωνώ μαζί του, και παίρνω
εισπνέω επιτέλους βαθιά για να ηρεμήσω λίγο από την έξαψη της ανάγκης μου να
ξεδιαλύνω λίγο το μυστήριο του ξορκιού αυτού.
«Το σημάδι στο στέρνο του ξανθοσκώληκα είναι
αποτέλεσμα της μαύρης μαγείας της Μαρί. Το ξόρκι που έκανε πάνω του είναι ένα
πανάρχαιο ξόρκι, πιο παλιό και από την ύπαρξη Καθοδηγητών και Αλχημιστών».
«Κάτι μου λέει ότι αυτό είναι κακό».
«Σίγουρα δεν είναι καλό», μου απαντά σοβαρός. «Τα
ξόρκια που είναι τόσο παλιά, αντλούν μεγάλη δύναμη από την ίδια την ύπαρξή τους
στο πέρασμα του χρόνου. Κάτι που σημαίνει ότι όσο πιο παλιό είναι, και όσο
περισσότερο έχει χρησιμοποιηθεί, τόσο πιο ισχυρό καθίσταται».
«Ωχ».
Γυρνάει προς το μέρος μου και με βλέμμα που
υποδηλώνει ότι έχει ακόμα πολλά να πει, σηκώνει το ένα του φρύδι και λέει:
«Αυτό δεν είναι το χειρότερο» μου αποκαλύπτει και
νιώθω το στομάχι μου να δένεται κόμπος. «Ένα τέτοιου είδους ξόρκι πρέπει να
ξέρεις ότι δε λύνεται».
«Τι πράγμα;» ρωτώ αγχωμένη και συνάμα απογοητευμένη
από την εξέλιξη της συζήτησης.
«Αυτό ακριβώς. Ο μαλακοπίτουρας την έχει πολύ άσχημα».
Κάτι στον τρόπο που λέει την τελευταία αυτή φράση,
με κάνει να νιώσω ότι από τη μία το ευχαριστιέται που ο Ντι Κάρλο έχει μπλέξει
σοβαρά και από την άλλη προσπαθεί να μου κρύψει αυτήν την κατά κάποιο τρόπο
ικανοποίηση που νιώθει με όλη αυτή την ιστορία. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν είναι
και πολύ λογικό, ακόμα και αν θεωρεί τον Ματ τον υπέρτατο αποτυχημένο για το
σχολείο μας ή έστω ανταγωνιστή του, οπότε υποθέτω ότι είναι της φαντασίας μου
αυτή η αίσθηση.
«Δεν υπάρχει κανένας τρόπος να αντιστρέψουμε το
ξόρκι;» ρωτάω για να επιβεβαιώσω ότι κατάλαβα σωστά.
«Απολύτως κανένας. Το ξόρκι θα παραμείνει σε ισχύ μέχρι
να επιτευχθεί ο σκοπός του».
«Μέχρι δηλαδή να αποτρελαθεί ο Ματ» συμπεραίνω με
βάση τα όσα ξέρω, κάτι που προκαλεί μια απίστευτα προσβλητική κρίση γέλιου στον
συνομιλητή μου!
«ΤΙΙΙΙΙ; ΑΧΑΧΑΧΑΧΧΑΧΑΧΧΑΑ.... Όχι, βέβαια, φυσικά
και όχι! ΧΑΧΑΧΧΑΧΑ».
Η αντίδρασή του, μου προκαλεί μια εξαιρετικά
εκνευριστική και άβολη αίσθηση ντροπής που με κάνει να κοκκινίσω και να ζεσταθώ
σε σημείο να αναστενάξω από τη δυσφορία. Από την ένταση του συναισθήματος νιώθω
να σηκώνεται ένα ζεστό αεράκι γύρω μας, πράγμα που τραβάει τελικά την προσοχή
του Κα και σταματάει το τρελό χαχανητό.
«Εκνευριστήκατε δεσποινίς Τίμπερλεικ;» με ρωτά χωρίς να χαθεί το
χαμόγελο από το πρόσωπό του.
«Μπα, η ιδέα σου είναι» του απαντώ και δυστυχώς, το
γεγονός ότι αντιλήφθηκε τον εκνευρισμό μου, δε με βοηθά να χαλαρώσω και να
ηρεμήσω. Το αεράκι, γλυκό και ευχάριστο, παίρνει λίγη περισσότερη ορμή και αφού
κάνει μια γρήγορη βόλτα γύρω μας, ανακατεύοντας τα μαλλιά μας, κατευθύνεται
πάνω από τα ήρεμα νερά του Τέμπους, για να τα ταράξει, δημιουργώντας ένα μικρό
επιφανιακό στρόβιλο στα κύματά του.
«Έλα, έλα, δεν ήθελα να σε εκνευρίσω τώρα» μου
εξομολογείται και με αργό, σχεδόν αριστοκρατικό τρόπο, φέρνει την έξω μεριά της
παλάμης του δίπλα στο πρόσωπό μου για να με χαϊδέψει. Η υφή του δέρματός του
ακόμα και στην πίσω μερια του χεριού του είναι τραχιά και σκληρή. Μαρτυρά χέρια
που έχουν ταλαιπωρηθεί και σκληραγωγηθεί κάτω από δύσκολες συνθήκες. Αλλά η
αίσθηση αυτή δεν είναι καθόλου ενοχλητική. Ίσα ίσα που με ερεθίζει περισσότερο,
γιατί δείχνει πως αυτός ο άντρας έχει ζήσει κάτι παραπάνω.
Τραβάω το πρόσωπό μου μακριά του –με δυσκολία είναι
η αλήθεια- αλλά δε μου αρέσει να με χλευάζουν.
«Θες να μου εξηγήσεις ή θα αφήσεις τα υπόλοιπα στη
φαντασία μου;»
«Μα, γι’ αυτό δεν είμαστε εδώ;»
«Μα, ναι, για τι άλλο;».
Απαντώ στην ερώτηση του με ερώτηση που ξεχυλίζει
στην ειρωνεία.
«Το ξόρκι που έκανε η Μαρί είναι το ξόρκι αφύπνισης
δαίμονα. Αλλά δουλειά του δεν είναι να ξυπνά τους εσωτερικούς, φανταστικούς σου
δαίμονες και φόβους, όπως υπέθεσε το υπόλοιπο σόι μου νωρίτερα. Αυτό που κάνει,
είναι να ξυπνήσει τον αληθινό δαίμονα που κρύβεται μέσα σου. Έναν δαίμονα σαν
αυτούς που προέρχονται από τον Κάτω Κόσμο ή από τους χειρότερους εφιάλτες μας
και που καλούμαστε συνεχώς να εξοντώνουμε, κάθε μέρα, για όλη μας τη ζωή, στο
όνομα της προστασίας των αθώων και στο όνομα του Καλού».
«Κα, τι λες; Είναι δυνατόν να έχει μπει κάποιος
δαίμονας μέσα στον Ματ; Να τον έχει κυριεύσει; Εδώ και πόσο καιρό;»
«Δε μιλάω για ‘κατάληψη’ του σώματος και του μυαλού
του Ντι Κάρλο από κάποια δαιμονική οντότητα. Αυτός ο δαίμονας τον οποίο θέλει
να αφυπνίσει η Σκοτεινή Ιέρεια, προυπήρχε μέσα του. Είναι μέρος του εαυτού του,
της κληρονομιάς του».
«Δεν εννοείς... ότι είναι... κατά κάποιο τρόπο...
δαίμονας από τη φύση του;»
«Αυτό ακριβώς εννοώ» μου απαντά, και νιώθω την
κοφτερή πλέον ματιά του πάνω μου, σχεδόν να με χαράσει. Ταυτόχρονα, ενώ με κοιτά
τόσο έντονα, περιμένει εναγωνίως την αντίδρασή μου και αυτό φαίνεται από τον
τρόπο που αναπνέει: γρήγορα και κοφτά.
Κάθομαι για ένα λεπτό να αναλογιστώ τι μου λέει αυτή
τη στιγμή ο Κα, ακριβώς. Ο Ματ Ντι Κάρλο είναι δαίμονας. Ή μάλλον, εν δυνάμει
δαίμονας, καθώς το ξόρκι που έγινε πάνω του αποσκοπεί στο να ξυπνήσει την
δαιμονική φύση που καραδοκεί στο παρασκήνιο της ζωής του από τότε που
γεννήθηκε. Μα πώς στο καλό γίνεται αυτό; Και τι σημαίνει για όλη την οικογένεια
Ντι Κάρλο αυτή η αποκάλυψη; Να είναι άραγε κάποιος από του γονείς του Ματ
δαίμονας; Αλλά το κυριότερο ερώτημα είναι άλλο: είναι δυνατόν ο Τάι να γνωρίζει
γι’ αυτήν την πλευρά του κολλητού του και να μην έχει πει τίποτα σε κανέναν;
Θεωρώ πως τα λόγια μου πρέπει να είναι από δω και
πέρα πολύ προσεκτικά, καθώς ο συνομιλητής μου έχει και αυτός κάποια σχέση με τη
σκοτεινή πλευρά, αφού πρόσφατα που εκμυστηρεύτηκε πως ο πατέρας του ήταν έναν
πανίσχυρος δαίμονας. Αν και δεν μου έχει ξεκαθαρίσει τι ακριβώς σημαίνει αυτό
για τον ίδιο και την φύση του, φαντάζομαι ότι πράγματα που ισχύουν τώρα για τον
Ματ, μπορεί να ισχύουν και για τον ίδιο τον Κα.
«Άρα... ο Ματ Ντι Κάρλο γεννήθηκε κατά το ήμισυ
δαίμονας;»
«Πιθανότατα. Η άλλη εκδοχή είναι να του
κληροδοτήθηκε η ιδιότητα αυτή μέσω τελετής αίματος, όπως γίνεται στην περίπτωση
στέψης του Βασιλιά του Κάτω Κόσμου. Πράγμα που πολύ αμφιβάλλω» μου απαντά και
δεν μπορώ να μην εντυπωσιαστώ από το πόσα πράγματα γνωρίζει για τον Κάτω Κόσμο.
«Δεν καταλαβαίνω» του λέω τελικά και αρχίζει να
υποβόσκει μια ημικρανία στο κεφάλι μου. «Πώς γίνεται ο Ματ να είναι έστω και
κατά το ήμισυ δαίμονας και να μην το γνωρίζαμε, ή έστω να μην το γνώριζε ο Τάι;»
«Το ότι τρέχει δαιμονικό αίμα στις φλέβες κάποιου,
δε σημαίνει ότι είναι δαίμονας» μου απαντά, και το βλέμμα του έχει σκληρύνει.
Αυτή τη στιγμή πραγματικά νιώθω πως ό,τι και να πω θα ακουστεί λάθος. Είναι ένα
ευαίσθητο θέμα για τον Κα και είναι φυσικό.
«Συγγνώμη, δεν εννοούσα αυτό. Απλά... έχω μπερδευτεί».
«Είμαι εδώ για να σε ξεμπερδέψω. Ρώτα με αυτό που
θες. Αυτό που πραγματικά θες» μου
λέει, και γι’ ακόμα μια φορά στα λόγια του είναι ξεκάθαρη η πρόκληση.
«Εντάξει, λοιπόν» του απαντώ και παίρνω βαθιά ανάσα,
για να κάνω την ερώτηση που μοιάζει να με καίει ξαφνικά, αγνοώντας το σκληρό
του βλέμμα. «Εσύ τι είσαι τελικά; Μάγος ή δαίμονας; Τις προάλλες στο μαγαζί του
Τζο δεν πρόλαβαμε να τελειώσουμε τη συζήτησή μας και θέλω να μάθω. Θέλω να
καταλάβω».
«Γιατί;»
«Γιατί...» η ερώτηση του με πιάνει απροετοίμαστη. «Γιατί
εγώ...»
Foni Nats