Η Μάγισσα του Αέρα (Κεφάλαιο 29) Ο Κληρονόμος του Ιερού Φωτός - Μέρος 1ο


ΤΑΪ ΧΑΛΙΓΟΥΕΛ:


«Εντάξει, αναλαμβάνω εγώ τώρα» ακούω την γνώριμη φωνή της μητέρας μου.
Επιτέλους, ήχος! Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν τριγύρω Ντισιντίμονς. Άρα με κάποιον τρόπο ο Κα με την μητέρα μου τους απώθησαν.
«Θα πάω να δω αν χρειάζεται βοήθεια ο Κα» λέει ο πατέρας μου και μπορώ εύκολα να διακρίνω την ανησυχία στη φωνή του.
Δεν ξέρω πόση ώρα τώρα είμαι υπό παράληση και  αποκομμένος τελείως από το περιβάλλον, αλλά τουλάχιστον φαίνεται πως όλα πήγαν καλά. Είναι εδώ οι γονείς μου με τον μικρό Μαξ λογικά και κάπου μέσα στο σπίτι είναι και ο Κα και προσπαθεί να εξοντώσει και τον τελευταίο δαιμονικό εισβολέα. Μόνος του όμως;
«Τάι, αγόρι μου, θα σου ρίξω λίγες σταγόνες από το φίλτρο αποκατάστασης στο στόμα. Ξέρω ότι με ακούς οπότε σε παρακαλώ προσπάθησε να το καταπιείς, εντάξει; Θα σε επαναφέρει πιο γρήγορα».
Ωχ, ωχ. Δεν υπάρχει φίλτρο με πιο απαίσια γεύση από αυτή. Όχι ψέμματα. Είναι και το φίλτρο μεταμόρφωσης που μπορεί άνετα να το ανταγωνιστεί στο ποιο-φίλτρο-μπορεί-να-σε-κάνει-να-ξεράσεις-πιο-γρήγορα.
Δυο τρεις σταγόνες και ήδη νιώθω τις αισθήσεις μου να επανέρχονται. Μπορώ να κουνήσω τα δάχτυλά μου και να ανοίξω τα βλέφαρά μου, πράγμα που κάνω αμέσως μόλις το συνειδητοποιώ.
«Μα...μαμά;» προσφωνώ με χαρά την πιο γλυκιά λέξη του κόσμου καθώς αντικρίζω το ανήσυχο πρόσωπό της που κρέμεται πάνω από το κεφάλι μου. Τώρα που μπορώ να νιώσω και να ακούσω τα πάντα, καταλαβαίνω πως έχει πάρει το κεφάλι μου στοργικά πάνω στα πόδια της, ενώ κρατά ευλαβικά στα χέρια της το πρόσωπό μου χαϊδεύοντας απαλά με τους αντίχειρές της τα μάγουλά μου. Το τρυφερό χάδι της μάνας, στέλνει αμέσως κύματα ζεστασιάς και αγάπης στην καρδιά μου και νιώθω μια ανακούφιση που μετά από όλη αυτή την επίθεση κατέληξα ασφαλής στην αγκαλιά της. «Είστε όλοι καλά; Ο Μαξ; Ο Κα;»
«Σςςςς, θα τα πούμε όλα σε λίγο. Ξεκουράσου τώρα».
Ένα γκρίζο σύννεφο στεναχώριας που προσπαθεί ανεπιτυχώς να μου κρύψει, έρχεται και ρίχνει τη σκιά του στα γλυκά καστανά της μάτια, κλέβοντας τη λάμψη από μέσα τους. Η πρώτη μου σκέψη είναι ο Μαξ. Ο μικρός μας τρίχρονος άγγελος, με το απίστευτο χαμόγελο και την ανεξάντλητη ενέργεια. Τινάζομαι όρθιος στα πόδια μου, σαν να με χτύπησε ξαφνικά ηλεκτρικό ρεύμα. Ευτυχώς ο Μαξ βρίσκεται μόλις δυο βήματα μακριά μου και παίζει αμέριμνος με κάτι πλαστικά μπαλάκια αντιστρές.
Αμέσως, η γαλήνια εικόνα του μικρού μου αδερφού φέρνει μέσα μου την ηρεμία. Αλλά αφού ο μκρός είναι καλά, τότε γιατί στεναχωριέται η μάνα μου; Μήπως έπαθε κάτι ο Κα;
«Μαμά, πες μου σε παρακαλώ τι συμβαίνει. Το βλέπω στο πρόσωπό σου ότι κάτι δεν πάει καλά».
«Αγάπη μου, ηθελά να σε αφήσω πρώτα να συνέλθεις, να ανακτήσεις δυνάμεις. Αλλά αφού επιμένεις... Θα στο πω τώρα λοιπόν. Οι Ντεσιντίμονς πήραν την Πέτρα του Νερού».
Σχεδόν αναντακλαστικά, το χέρι μου ψάχνει μανιωδώς την τσέπη στο πίσω μέρος του τζιν μου. Κατάρα! Δεν υπάρχει πια τίποτα εκεί. Μα πώς στο καλό την πήρανε; Ναι, οκ εμένα με έβγαλαν νοκ άουτ, ο Κα όμως πού ήταν;
«Πού είναι ο Κα;» ρωτάω με ένταση που δεν μπορώ να κρύψω από τη μητέρα μου.
«Τάι, μη βιάζεσαι, εδώ γύρω είναι» λέει η μαμά προσπαθώντας ανώφελα να με ηρεμήσει. «Κανείς δε σε κατηγορεί γι’ αυτό που έγινε, πάντως. Κανένας μας δεν περίμενε κι άλλη επίθεση στο σπίτι».
Κι όμως θα έπρεπε. Εγώ ήμουν υπεύθυνος για την ασφάλεια της Πέτρας και εγώ την έχασα. Και γι’ ακόμα μια φορά τους απογοήτευσα όλους. Μα ποιο είναι το νόημα να είμαι ο Κληρονόμος του Ιερού Φωτός αν δεν μπορώ να κάνω τίποτα σωστά; Σε τι μου χρησιμεύει η ιδιότητα του ‘διπλά ευλογημένου παιδιού’ αν οι δυνάμεις μου δεν με βοηθούν να φέρω εις πέρας έστω και μία από τις τόσες αποστολές στη ζωή μου; Γιατί πάει στραβά ό,τι και αν μου αναθέσουν να κάνω;
Μήπως είμαι καταραμένος;
«Εντάξει, καθάρισε ο τόπος» λέει ο Κα καθώς επιστρέφει στον χώρο που είμαστε, χτυπώντας τις παλάμες του μεταξύ τους σαν να προσπαθεί να διώξει από πάνω τους σκόνη.
«Κα, μπορείς να μου πεις τι στο καλό συνέβη και χάσαμε την Πέτρα;»
«Δεν έχω να σου πω τίποτα φοβερό. Μας την έπεσαν οι δαίμονες και σου την πήρανε».
«Και γιατί δεν τους σταμάτησες;» ρωτάω εκνευρισμένος με την απάθεια του ξαδέρφου μου.
«Προσπάθησα» λέει και αποστρέφει το βλέμμα «αλλά ήταν πολλοί. Τρεις Ντισιντίμονς και εσύ ξερός στο πάτωμα, τι παραπάνω μπρούσα να κάνω; Τους απώθησα όσο μπορούσα και με τις δυνάμεις μου, φρόντισα για τη ζωή σου και μετά απλά... με έβγαλαν νοκ άουτ. Το επόμενο που είδα όταν συνήλθα ήταν ο θείος πάνω από το κεφάλι μου να με ποτίζει το φίλτρο αποκατάστασης».
«Αλήθεια;» ρωτάω για επιβεβαίωση, μη μπορώντας να πιστέψω όσα άκουσα από το στόμα του Κα. Και γιατί είναι παράξενο να τον ακούω να παραδέχεται την ήττα του αλλά και γιατί μου φαίνεται περίεργο που κατάφερε να μας κρατήσει και τους δυο μας ζωντανούς, αλλά δεν κατάφερε να  προστατέψει την Πέτρα. Και μετά πήγε να ‘καθαρίσει’ μόνος του το σπίτι από τους εισβολείς;
«Ευτυχώς, γυρίσαμε πάνω στην ώρα. Αλλιώς δεν θέλω ούτε να σκέφτομαι τι θα μπρούσε να συμβεί» λέει συγκινημένη η μαμά και μας αγκαλιάζει αυθόρμητα και τους δυο. Ο Κα παρά τη δυσαρέσκειά του, υπομένει αδιαμαρτύρητα αυτήν την οικογενειακή στιγμή, όπως κάνει πάντα με την μητέρα μου, ενώ εγώ, όσο και αν απολαμβάνω αυτή την αγκαλιά,νιώθω πως πρέπει να απολογηθώ γι’ ακόμα μια φορά για την αποτυχία μου.
«Συγγνώμη που έχασα την Πέτρα» λέω βγαίνοντας από την μητρική αγκαλιά και αυτή μου η κίνηση φέρνει το τέλος του ομαδικού εναγγαλισμού. «Και ξάδερφε σε ευχαριστώ που με προστάτεψες τελικά» λέω, έχοντας ήδη μετανιώσει για τις άσχημες σκέψεις που έκανα γι’αυτόν πριν από λίγο.
Ο Κα με κοιτάζει για λίγα δευτερόλεπτα έκπληκτος και αμίλητος. Έπειτα, ανασηκώνει αδιάφορα τους ώμους και μου γυρίζει την πλάτη. Δεν μπορώ να πω ότι σοκάρομαι.
«Μην ανησυχείς γιέ μου» λέει ο πατέρας μου, που μας άκουσε από την είσοδο της πόρτας. Έρχεται και τοποθετεί το χέρι του στον ώμο μου προσπαθώντας κατά κάποιο τρόπο να μου μεταφέρει λίγο από το κουράγιο του και τη δύναμή του. Τα γαλανά του μάτια αστράφτουν από αγάπη, ενώ τα χείλη του σχηματίζουν αβίαστα ένα ειλικρινές χαμόγελο. «Θα πάρουμε πίσω την Πέτρα του Νερού. Και όχι μόνο. Θα πάρουμε από τη Μαρί όλες τις Πέτρες και θα σταματήσουμε μια και καλή τα δαιμονικά της σχέδια».
«Και πώς θα το κάνουμε αυτό;» ρωτά ο Κα με δυσπιστία.

«Θα δώσουμε πίσω στον Κληρονόμο του Ιερού Φωτός αυτό που δικαιωματικά του ανήκει. Και θα εξαπολύσουμε τις δυνάμεις του απέναντι στην Σκοτεινή Ιέρεια σε όλο τους το μεγαλείο».


Foni Nats