Βασικά, ΜΠΟΥ

Ο τίτλος θέλει δουλειά, αλλά συνοψίζει και τον τρόμο που βλέπουμε στη μυθοπλασία και την ποπ κουλτούρα γενικότερα στις μέρες μας.
Είναι δυνατόν να τρομάξεις από μια ιστορία τρόμου;
Η απάντηση θα έπρεπε να είναι θετική.
Πόσο εύκολο είναι να τρομάξεις από μια ιστορία που υπόσχεται να σε τρομάξει όμως;
Αγοράζοντας ένα βιβλίο που ξεκάθαρα ανήκει στην κατηγορία του τρόμου ή κόβοντας εισιτήριο για ένα θρίλερ, έχει ήδη δημιουργηθεί ηθελημένα μια συνθήκη. Διάλεξες το συγκεκριμένο προϊόν, επειδή ακριβώς υπόσχεται να σε κάνει να νιώσεις συγκεκριμένα συναισθήματα. Θέλεις να βιώσεις κάτι τρομακτικό, οπότε επιλέγεις ένα θρίλερ. Τόσο απλά, έτσι;
 
Ήδη, όμως, έχει πάψει να είναι όσο τρομακτικό θα μπορούσε να είναι. Ήδη περιμένεις κάτι, έχεις χτίσει προσδοκίες, έχεις αρχίσει να απομυθοποιείς αυτό που πρόκειται να βιώσεις. Ξέρεις ότι θα είναι τρομακτικό, οπότε είναι ακόμη πιο δύσκολο για το έργο να σε τρομάξει.
Πολύ περισσότερο στα βιβλία παρά σε άλλο μέσο, προσωπικά θεωρώ ότι, το να κάνεις κάποιον να φοβηθεί είναι το δεύτερο πιο δύσκολο συναίσθημα που θα μπορούσες να επιχειρήσεις να τραβήξεις (Το πρώτο θα ήταν να τον κάνεις να γελάσει).
Υπάρχει κάτι που λέγεται Suspension of Disbelief, για το οποίο θα έπρεπε να αφιερωθεί ολόκληρο άρθρο, αν όχι άρθρα. Μα, να έχετε στο μυαλό σας ότι, όταν ξεκινάς μια ιστορία που προσπαθεί να τραβήξει μια συναισθηματική απόκριση από σένα, αρχίζει μια μάχη συμβιβασμών. Πρέπει να σε πείσει. Να σε απορροφήσει. Να κάνει αυτό που πραγματεύεται να φαίνεται το πιο σημαντικό και πιστευτό πράγμα στον κόσμο, ό, τι κι αν είναι αυτό.
Το σημαντικότερο λοιπόν, είναι πόσο αληθινή καταφέρνει να φαντάζει μια ιστορία.

Για να μοιάζει κάτι περισσότερο ρεαλιστικό (ή καλύτερα αληθοφανές ή ακόμα καλύτερα πειστικό), πρέπει να ισχύει τουλάχιστον ένα από τα δύο:

α) Να παρουσιάζει επίτηδες, σε κάποιο βαθμό, γεγονότα με σχετική ανακρίβεια.
β) Το κοινό πρέπει να απέχει, ως ένα βαθμό, από το θέμα που παρουσιάζεται ή να μην έχει, ως ένα βαθμό, αρκετές γνώσεις για το θέμα που παρουσιάζεται.
Γι' αυτό το λόγο, είναι πιο πιθανό κάτι σαν το 13 Reasons Why να αρέσει περισσότερο σε έναν ενήλικο, παρά σε έναν έφηβο. Επειδή οι διάλογοι είναι αισχροί και δεν θα γίνονταν ποτέ από εφήβους και ένας έφηβος το ξέρει, ενώ κάποιος που απέχει ηλικιακά μπορεί μόνο να μαντέψει και πιο εύκολα να δεχτεί κάτι ως σωστό, αν το υπόλοιπο πακέτο είναι πειστικό της παρουσίασης μια γενιάς εφήβων.
Ή ένα έργο βασισμένο σε αληθινά γεγονότα θα είναι πιθανώς πιο εύληπτο από κάποιον που δεν γνωρίζει αυτά τα γεγονότα. Μια ιστορία για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι πιο εύκολο να γίνει αποδεκτή ως αληθινή ή πειστική από κάποιον που δεν γνωρίζει για τα γεγονότα ή πολύ περισσότερο σε σχέση με κάποιον που μετείχε σε αυτά. Τα κριτήρια που απαιτεί ο καθένας για να πειστεί είναι διαφορετικά.
Γι' αυτό αντίστοιχα τα μάτια των χαρακτήρων του Rick and Morty είναι μια μουντζούρα και δεν σε πειράζει, γιατί είναι ταιριαστό και σωστό για ένα καρτούν να είναι έτσι. Από τη στιγμή που απεικονίζει τα βασικά χαρακτηριστικά των ηρώων του ως ορθά για να καταλαβαίνεις ότι είναι άνθρωποι, ζώα ή ανθρωπόμορφα ζώα, μπορεί έπειτα να παίζει με τις λεπτομέρειες και το στυλ του χωρίς να μοιάζει ξένο το χρώμα μαλλιών, ματιών, τα τέσσερα αντί για πέντε δάκτυλα ή μια πάπια με μπλούζα αλλά όχι παντελόνι.
Γι' αυτό και προσωπικά δεν μπορώ τα (περισσότερα) μιούζικαλ. Προφανώς είναι επίτηδες σχεδιασμένο να ξεσπάνε μουσικά νούμερα και τραγούδια στη μέση του δρόμου, όχι όμως και στις ενδιάμεσες σκηνές όπου όλα επιστρέφουν στο αρχέτυπο μιας κανονικής ταινίας. Δεν με πείθει, δεν το καταλαβαίνω και με μπερδεύει αυτό το ημιτελές στυλ. Είναι διαφορετικό από την ύπαρξη χορού στις τραγωδίες, το όλο κλίμα μιας όπερας και είναι διαφορετικά δοσμένο ανάμεσα στον εαυτό του κιόλας. Δεν με ενοχλούν οι μουσικές διακοπές σε ταινίες της Disney, επειδή πλαισιώνουν την πλοκή, δεν αντικαθιστούν πράγματα που θα μπορούσαν να έχουν λεχθεί και με απλό διάλογο μεταξύ χαρακτήρων όπως στο La La Land ας πούμε (όσο καλό μιούζικαλ κι αν μπορεί να θεωρηθεί).
Αλλά ξέφυγα, θέλω να καταλήξω στο ότι με μια ιστορία που παρουσιάζει απόλυτα πειστικά την εποχή, τους χαρακτήρες, τα μέρη, την ατμόσφαιρα όλη σε βαθμό που ούτε για μια στιγμή δεν νιώθεις ότι κάτι δεν κολλάει, τόσο σε αυτό που παρουσιάζει όσο και στην πλοκή, τότε μπορείς να καταφέρεις ό, τι θέλεις να έχει νόημα και να τραβήξει την αντίδραση που επιδιώκεις.

Ας γυρίσουμε λοιπόν, έχοντας αυτά στο μυαλό μας, πίσω στον τρόμο.

Θα ήταν το καλύτερο απλά να μην πεις ότι έργο σου δεν είναι τρόμου για να τρομάξεις κάποιον; Ίσως, μα αυτοί δεν είναι οι κανόνες του παιχνιδιού. Δεν εννοούμε αυτό όταν κάνουμε λόγο για τον φόβο του αγνώστου. Πρέπει να παίξεις ξέροντας ότι το κοινό σου ξέρει και αναμένει κάτι συγκεκριμένο.
Περιμένει τρόμο.
Περιμένει τρόμο με έναν τρόπο που δεν έχει συνηθίσει ή δεν έχει ξαναδεί ίσως. Σε αντίθεση με άλλου είδους έργα, εδώ οι συνηθισμένες φόρμουλες δεν είναι το ίδιο αποτελεσματικές όσο περισσότερο επαναλαμβάνονται. Κάποια στιγμή, καταλαβαίνεις πού οδηγεί το χτίσιμο της ατμόσφαιρας στο βιβλίο όπως βλέπεις και τα jump scares να έρχονται στις ταινίες. Και όταν γίνει αυτό, είναι πιο δύσκολο να επηρεαστείς.

Έχω να προτείνω μερικούς τρόπους για να μεγιστοποιήσεις το τρομακτικό στην ιστορία σου:

Για αρχή, μην προσπαθήσεις να τρομάξεις κανέναν. Κράτα το ότι θέλεις αυτό που φτιάχνεις να είναι μια ιστορία τρόμου για τον εαυτό σου. Ακόμη και αν έχει φαντάσματα, δολοφόνους, στοιχειωμένα μέρη ή κάτι άλλο στερεοτυπικό των ιστοριών τρόμου, μην το βαφτίσεις ως ιστορία τρόμου. Γράψε με το σκεπτικό ότι θα ήθελες να είναι, μα μην το βάλεις στο προσκήνιο. Μπορεί να καταλήξει να μοιάζει περισσότερο σαν μια ιστορία φαντασίας, αστυνομική, μυστηρίου, κτλ. που κατέληξε να τρομάξει κάποιον όντως. Και αυτό είναι προτιμότερο απ’ το να καταλήξει μια όχι τόσο τρομακτική ιστορία που το φανταστικό, αστυνομικό, μυστήριο,  κτλ. κομμάτι της ήταν εντάξει.
Εξερεύνησε τα είδη που μπορείς να υπηρετήσεις. Αν θέλεις να ανήκεις στους συγγραφείς του τρόμου, δεν υπάρχει μόνο ένας τρόπος για να το κάνεις. Ο βικτωριανός τρόμος και η δομή των ιστοριών φαντασμάτων τους για παράδειγμα μπορεί να μην είναι αυτό που κάποιος σήμερα περιμένει από μια τρομακτική ιστορία, μα σίγουρα αποτελούν ιστορίες τρόμου. Θα προτείνω μερικά δείγματα όπως τα έργα του Edgar Allan Poe, “The Signal Man” του Charles Dickens και “The Turn of the Screw” του Henry James. Φυσικά, για τολμηρούς που επιθυμούν να επιχειρήσουν κοσμικό τρόμο υπάρχει η βιβλιογραφία του H. P. Lovecraft. Από ανθολογίες/συλλογικά (σύντομα) έργα έχω να προτείνω το εξαιρετικό “Παράξενες Ιστορίες” και από εγχώρια προϊόντα το “Ερασιτέχνες Δολοφόνοι” του Λευτέρη Μπούρου. Επειδή οι ταινίες είναι ίσως πιο προσβάσιμες απ’ τα βιβλία, θα προτείνω και μια σχετικά πρόσφατη που μπορείς να βρεις και στο Netflix με τίτλο The Lodgers.
Ρίξε περισσότερο βάρος στην παρουσίαση. Κάνε σκόπιμη προσπάθεια να βελτιώσεις τα τεχνικά μέρη του έργου. Το μέγεθος των προτάσεων, τις λέξεις που διαλέγεις, τη ροή των παραγράφων και τον τρόπο σκηνοθεσίας και περιγραφής. Είναι σημαντικό όχι μόνο να είναι ικανή να τρομάξει κάποιον η ιστορία σου, μα να μπορεί να το κάνει και μέσα απ’ τον τρόπο που γράφεις. Διαβάζοντας αρκετά και γράφοντας αρκετά, θα βρεθεί τελικά η σωστή ισορροπία για την ιστορία που θες να πεις.
Τέλος, ξάφνιασε σκόπιμα τον αναγνώστη. Ξέρεις ότι περιμένει να τρομάξει. Μην του το δώσεις. Κάνε τον να αμφισβητήσει για το τι διαβάζει και να αναρωτηθεί «πού είναι ο τρόμος;». Όταν οι άμυνές του χαλαρώσουν, τότε θα είναι πιο δεκτικός και θα γίνει πιόνι σου. Είναι και ζήτημα αυθυποβολής και μπορείς να τον βγάλεις με προσπάθεια ή ταλέντο απ’ την ασφάλεια που αρχικά θα νιώθει. Για παράδειγμα, ακολούθησε αυτό που συνηθίζω να ονομάζω «Κορεάτικη σχολή». Μην αφήσεις να γίνει τίποτε τρομακτικό, βίαιο ή κακό στους χαρακτήρες μέχρι το τέλος, το τρίτο μέρος, την κορύφωση του έργου ή όπως σε βολεύει ανάλογα τί γράφεις. Τι θα κάνεις έως τότε; Χτίσε όσο καλύτερα μπορείς τους χαρακτήρες, την πλοκή και το πλαίσιο, ώστε όταν φτάσει η στιγμή ο αναγνώστης όχι μόνο να αναρωτιέται τι θα γίνει, γιατί δεν έχει γίνει τίποτα ως τώρα αλλά και να νοιάζεται για την τύχη των χαρακτήρων και την έκβαση των γεγονότων. Στην τελική, να ανησυχεί κάποιος και να αισθάνεται αμήχανα απ’ την ίδια την δομή του έργου που παρεκκλίνει απ’ το προβλεπόμενο είναι ξεκάθαρα ένας τρόπος να τον μπλέξεις συναισθηματικά.

Μην διαλέξεις να αναπαράγεις αυτά που τρόμαξαν εσένα και γράφτηκαν από άλλους. Γράψε αυτό που πραγματικά θα σε έκανε να τρομάξεις.

Όσο πιο ενδόμυχη είναι η προσπάθεια, τόσο περισσότερο αληθινή θα φτάσει στα μάτια των επίδοξων αναγνωστών. Ο στόχος να είναι να νιώσουν ανήσυχα. Να σταματήσουν και να αναρωτηθούν για κάτι. Όσο μικρός στόχος κι αν ακούγεται, είναι το κλειδί και είναι πιο ρεαλιστικός απ’ το να περιμένεις να τραβήξεις συναισθήματα όπως φόβος ή τρόμος.
Μπορείς να κάνεις κάποιον να νιώσει άβολα με τις συγγραφικές σου δυνατότητες;
Τότε κέρδισες.

Αλέξης Ζησιμόπουλος