Το Απαγορευμένο Κλειδί, μια ανθολογία τριών διηγημάτων που συνεκτικό στοιχείο τους είναι το κλειδί ως μέσο πρόσβασης σε μια άλλη διάσταση, αυτή των αισθήσεων που δεν επικοινωνεί με τον παραπλανητικό κόσμο της ύλης, πρόκειται για μια συνθετική πρωτοβουλία των εκδόσεων Πηγή· η συλλογή δεν αποτελεί άμεση μεταγλώττιση κάποιου πανομοιότυπου πρωτοτύπου. Τα διηγήματα αφορούν κυρίως στην μετάβαση από την γήινη διάσταση στην ευρύτερα κοσμική, με το όνειρο να διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο.
Στον Τύμβο ο Τζέρβας Ντάντλι, νεαρός που από παιδί ονειρευόταν έντονα και είχε επιδείξει μεγάλη φαντασία, μαγεύεται από το μαυσωλείο της παλιάς αριστοκρατικής οικογένειας Χάιντ, που στεγάζει όλα της τα μέλη εκτός από ένα: τον Τζέρβας Χάιντ, που το κενό του φέρετρο έχει αποτεθεί μεταξύ των υπολοίπων στο οικογενειακό μνημείο. Ο Τζ. Ντάντλι θέτει ως αυτοσκοπό την εύρεση ενός τρόπου να παραβιάσει την σφραγισμένη είσοδο του μαυσωλείου, και τον φέρνει σε πέρας όταν ανακαλύπτει το κλειδί που θα του εξασφαλίσει την πρόσβαση. Στο Ασημένιο Κλειδί ο Ράντφορντ Κάρτερ, ένας μεσήλικας που έχασε την δυνατότητά του να ονειρεύεται στο μεταίχμιο μεταξύ εφηβείας και ενηλικίωσης, αναζητά απεγνωσμένα έναν τρόπο να επιστρέψει ξανά στους απόμερους απολωλότες τόπους της φαντασίας του. Ο παππούς του, που σε μια αναλαμπή των χαμένων του ονείρων τού εμφανίζεται μια νύχτα, του φανερώνει την λύση: το κουτί από αρωματικό ξύλο με τα αποκρουστικά σύμβολα στην σοφίτα περιέχει μια περγαμηνή κι ένα κλειδί που θα του επιστρέψουν αυτό που γυρεύει. Στο Μέσα από τις Πύλες του Ασημένιου Κλειδιού ο Ινδός Σουάμι Τσαντραπούτρα αφηγείται, ενώπιον μιας ομήγυρης που καλείται να λάβει αποφάσεις σχετικά με τον κατακερματισμό της περιουσίας του Ράντφορντ Κάρτερ, ο οποίος εξαφανίστηκε τέσσερα χρόνια νωρίτερα, με τι έχει πράγματι να κάνει αυτή η ακατανόητη εξαφάνιση.
Στον Τύμβο ο Τζέρβας Ντάντλι, νεαρός που από παιδί ονειρευόταν έντονα και είχε επιδείξει μεγάλη φαντασία, μαγεύεται από το μαυσωλείο της παλιάς αριστοκρατικής οικογένειας Χάιντ, που στεγάζει όλα της τα μέλη εκτός από ένα: τον Τζέρβας Χάιντ, που το κενό του φέρετρο έχει αποτεθεί μεταξύ των υπολοίπων στο οικογενειακό μνημείο. Ο Τζ. Ντάντλι θέτει ως αυτοσκοπό την εύρεση ενός τρόπου να παραβιάσει την σφραγισμένη είσοδο του μαυσωλείου, και τον φέρνει σε πέρας όταν ανακαλύπτει το κλειδί που θα του εξασφαλίσει την πρόσβαση. Στο Ασημένιο Κλειδί ο Ράντφορντ Κάρτερ, ένας μεσήλικας που έχασε την δυνατότητά του να ονειρεύεται στο μεταίχμιο μεταξύ εφηβείας και ενηλικίωσης, αναζητά απεγνωσμένα έναν τρόπο να επιστρέψει ξανά στους απόμερους απολωλότες τόπους της φαντασίας του. Ο παππούς του, που σε μια αναλαμπή των χαμένων του ονείρων τού εμφανίζεται μια νύχτα, του φανερώνει την λύση: το κουτί από αρωματικό ξύλο με τα αποκρουστικά σύμβολα στην σοφίτα περιέχει μια περγαμηνή κι ένα κλειδί που θα του επιστρέψουν αυτό που γυρεύει. Στο Μέσα από τις Πύλες του Ασημένιου Κλειδιού ο Ινδός Σουάμι Τσαντραπούτρα αφηγείται, ενώπιον μιας ομήγυρης που καλείται να λάβει αποφάσεις σχετικά με τον κατακερματισμό της περιουσίας του Ράντφορντ Κάρτερ, ο οποίος εξαφανίστηκε τέσσερα χρόνια νωρίτερα, με τι έχει πράγματι να κάνει αυτή η ακατανόητη εξαφάνιση.
Το τελευταίο αυτό διήγημα ολοκληρώθηκε μέσα από συνεργασία του H.P. Lovecraft με τον E. Hoffmann Price, που επειδή δεν αναγνωρίζεται στην έκδοση αισθάνομαι την ανάγκη να το διευκρινίσω.
Πέραν του κλειδιού, που αποτελεί συνδετικό κρίκο μεταξύ των ιστοριών, κοινά σημεία υπάρχουν και σε άλλους τομείς: στον ρόλο του θανάτου, στο ενδιαφέρον για το ταξίδι στον χρόνο και στις δυνατότητες που συνεπάγεται, στον κόσμο των αισθήσεων έναντι του κόσμου της ύλης, που δεν θεωρείται πραγματικός, ως ίσως κάποιο απότοκο του ρομαντικού (νεο)πλατωνισμού της εποχής του Lovecraft, και στην διάθεση προς ανάλυση των χαμένων πτυχών της παιδικής ηλικίας, που ξεθωριάζουν όταν παρέρχονται τα χρόνια της αθωότητας. Μια λεπτή ροπή προς φιλοσόφηση των παιδικάτων σε αντιπαράθεση με την βίαιη είσοδο στον ενήλικο κόσμο, που καταρρίπτει την δυνατότητα να φαντάζεται κανείς και να ονειρεύεται επειδή συνδέεται αναπόφευκτα με τα υλικά αγαθά, φαίνεται να απασχολεί τον Lovecraft αρκετά και διαφαίνεται και στις τρεις ιστορίες.
Η γλώσσα είναι γλαφυρή, λυρική σχεδόν σε ορισμένα σημεία, με δυναμικό λεξιλόγιο που εύκολα πλάθει καθαρές, σαφείς εικόνες. Η ατμόσφαιρα αποδίδεται με ακρίβεια κινηματογραφική, πολύ ξεχωριστή για την εποχή της, και το περιβάλλον της αφήγησης αναδύεται χωρίς δυσκολία και κουμπώνει ομοιόμορφα με την δράση και τους χαρακτήρες. Η μετάφραση ήταν γενικώς πολύ καλή, ωστόσο τα πολλά γραμματικά και συντακτικά σφάλματα που παραλήφθηκαν κατά την φιλολογική επιμέλεια υποβαθμίζουν αρκετά τον χαρακτήρα της γραφής και την αφηγηματική ροή.
Κλείνοντας, αξίζει να αναφέρω πως η αισθητική της έκδοσης είναι εντυπωσιακή. Το κάθε διήγημα, όπως και η εισαγωγή και το επίμετρο του Γ. Ιωαννίδη, συνοδεύονται από πολύ προσεγμένα χαρακτικά (δεν γνωρίζω εάν είναι τα πρωτότυπα) που βοηθούν στην διαμόρφωση της σχετικής ατμόσφαιρας και του ορισμού του περιεχομένου.
Το αποτέλεσμα συνολικά είναι πολύ ελκυστικό, και σίγουρα θα το αγαπήσουν οι θαυμαστές του Lovecraft.
Η γλώσσα είναι γλαφυρή, λυρική σχεδόν σε ορισμένα σημεία, με δυναμικό λεξιλόγιο που εύκολα πλάθει καθαρές, σαφείς εικόνες. Η ατμόσφαιρα αποδίδεται με ακρίβεια κινηματογραφική, πολύ ξεχωριστή για την εποχή της, και το περιβάλλον της αφήγησης αναδύεται χωρίς δυσκολία και κουμπώνει ομοιόμορφα με την δράση και τους χαρακτήρες. Η μετάφραση ήταν γενικώς πολύ καλή, ωστόσο τα πολλά γραμματικά και συντακτικά σφάλματα που παραλήφθηκαν κατά την φιλολογική επιμέλεια υποβαθμίζουν αρκετά τον χαρακτήρα της γραφής και την αφηγηματική ροή.
Κλείνοντας, αξίζει να αναφέρω πως η αισθητική της έκδοσης είναι εντυπωσιακή. Το κάθε διήγημα, όπως και η εισαγωγή και το επίμετρο του Γ. Ιωαννίδη, συνοδεύονται από πολύ προσεγμένα χαρακτικά (δεν γνωρίζω εάν είναι τα πρωτότυπα) που βοηθούν στην διαμόρφωση της σχετικής ατμόσφαιρας και του ορισμού του περιεχομένου.
Το αποτέλεσμα συνολικά είναι πολύ ελκυστικό, και σίγουρα θα το αγαπήσουν οι θαυμαστές του Lovecraft.
Έρση Λάβαρη