Αύρα (Κεφάλαιο 19: ΓΗ 2.0 - Επίλογος)

(Σκάι & Κρις)
Η πόρτα έκλεισε πίσω μου και, με όση δύναμη είχα, μετέφερα τη Σκάι στον γνώριμο θάλαμο ψυχαγωγίας. Την ακούμπησα προσεκτικά στο κρεβάτι και την κοιτούσα, μαγεμένος από την ήρεμη όψη της. Λίγα λεπτά νωρίτερα, πολεμούσε σαν έμπειρη μαχήτρια και τώρα κοιμόταν ανάλαφρα, με τη μορφή της να θυμίζει τη νεαρή κοπέλα που ξύπνησε το πρωί δίπλα μου στην Άλικα.

Αφαίρεσα προσεκτικά τις ζώνες και τα όπλα, αφήνοντας το σώμα της να χαλαρώσει. Ακούμπησα το χέρι της, το οποίο ήταν ακόμη ζεστό απ' τη μάχη και το έφερα στο πρόσωπό μου. Αφού το φίλησα προσεκτικά, παρατήρησα το μικρό τατουάζ στο εσωτερικό του καρπού της. Ένα μικρό τατουάζ που αποτελούνταν από δύο νούμερα: 27.

Τότε μόνο έκανα τη σύνδεση ανάμεσα στο τατουάζ και τις συντεταγμένες. Αν ο Πράις ήξερε που οδηγούσαν, αυτό σήμαινε πως ίσως γνώριζε από πού προερχόταν η Σκάι. Απέβαλλα αυτή τη σκέψη, καθώς η θύμηση του Πράις στο έδαφος ήταν ακόμη νωπή. Πήρα μια βαθιά ανάσα και , αφού έβγαλα τον ανιχνευτή από την ειδική θήκη στη ζώνη μου, έλεγξα προσεκτικά το σκάφος. Αφού βεβαιώθηκα πως δεν ήταν παγιδευμένο, έτρεξα προς το πιλοτήριο, βάζοντας τις συντεταγμένες που μου είχε πει ο Πράις και στόλιζαν διακριτικά στον καρπό της Σκάι.

Είχε δίκιο, σκέφτηκα, καθώς το σκάφος είχε πάρει τις οδηγίες του και είχε μπει στον αυτόματο πιλότο. Μετά από μικρές αναταραχές, το σκάφος βρισκόταν στον αέρα και απομακρυνόταν από την αποβάθρα, με εμένα να νιώθω ανακουφισμένος που βρισκόμασταν μακριά από τον κίνδυνο.

Βεβαιώθηκα πως όλα λειτουργούσαν κανονικά και γύρισα κοντά της. Κάθισα δίπλα στο κρεβάτι, αφοσιωμένος στην κίνηση του θώρακά της, που με διαβεβαίωνε πως αναπνέει, πως είναι ακόμη μαζί μου.

«Πάρε τον χρόνο σου, μικρή μου ηρωίδα, και μετά γύρνα σε εμένα. Είμαι εδώ, σε περιμένω». Ακούμπησα προσεκτικά τα χείλη μου επάνω στα δικά της και ύστερα έπλεξα το χέρι μου με το δικό της, ελπίζοντας πως θα το ένιωθε και θα ξυπνούσε σύντομα. Έμεινα έτσι ακίνητος, κουρασμένος από τη σφοδρότητα της μάχης και ταυτόχρονα γεμάτος ελπίδα.

***

«Σκάι! Σκάι, μην τρέχεις, θα χτυπήσεις!» Ακούστηκε στο βάθος μια γυναικεία φωνή, όμως εγώ ήμουν απόλυτα συγκεντρωμένη στον στόχο μου, αψηφώντας τις παρακλήσεις της.

«Δεν παθαίνω τίποτα! Βλέπεις τι καλά που τα πάω; Αν συνεχίσω έτσι, θα με δεχθούν στο τάγμα σύντομα!» Έβλεπα τη μικρότερη έκδοση του εαυτού μου να τρέχει ανέμελα μέσα σε ένα καταπράσινο δάσος, γεμάτο ψηλά δέντρα που σκέπαζαν τον γαλάζιο ουρανό από πάνω μου και αμέτρητες ρίζες και χόρτα στο έδαφος, που απέφευγα επιδέξια. Η γυναίκα που έτρεχε πίσω μου ήταν τόσο γνώριμη, παρόλο που δεν μπορούσα να θυμηθώ ποια ήταν.

«Μαμά, θα καταφέρω να πάω ποτέ στη μεγάλη αποστολή;» Σταμάτησα απότομα και κοίταξα γεμάτη ελπίδα προς το μέρος της. Εκείνη, αφού πήρε μια ανάσα, έπεσε στο ύψος μου και με αγκάλιασε. Ύστερα φίλησε το μέτωπό μου και μου χαμογέλασε γλυκά. Είχε δέσει τα μαύρα μαλλιά της σε μια σφιχτή αλογοουρά, όμως αρκετές τούφες ξέφευγαν εδώ και εκεί, πλαισιώνοντας υπέροχα το λεπτό πρόσωπό της. Τα πράσινα μάτια της έκαναν αντίθεση με το ανοιχτόχρωμο δέρμα της, ακριβώς όπως και τα δικά μου. Ήταν ψηλή και από το ύψος μου δεν μπορούσα να διακρίνω περισσότερα, όμως τώρα που στεκόταν γονατισμένη μπροστά μου, μπορούσα να διακρίνω την κούραση στο πρόσωπό της.

«Φυσικά και θα τα καταφέρεις, Σκάι, θα είσαι η καλύτερη πολεμίστρια του τάγματος. Δεν μπορώ να φανταστώ κανέναν άλλον αρκετά ικανό, για να εκτελέσει αυτή την αποστολή».

«Μαμά...» Η προηγουμένως νεαρή γυναίκα που έτρεχε πίσω μου τώρα ήταν μεγαλύτερη, όπως ήμουν και εγώ. Είναι η μαμά μου, μα πώς μπόρεσα να ξεχάσω τη μητέρα μου, σκεφτόμουν και απορούσα με τον εαυτό μου. Ακουμπούσε τους ώμους μου και το βλέμμα της ήταν συμπονετικό και σταθερό παράλληλα. Εκείνη τη στιγμή ήταν σε διπλό ρόλο: ήταν η μητέρα μου και η αρχηγός του τάγματος.

«Σκάι, το τάγμα πιστεύει σε εσένα. Όλη η ελπίδα της ανθρωπότητας είναι βασισμένη επάνω σου». Μετά την επίσημη ανάθεση, με πλησίασε περισσότερο και, αφού με αγκάλιασε σφιχτά, μου ψιθύρισε προσεκτικά.

«Ξέρω πως μπορείς να τα καταφέρεις, κόρη μου. Γύρνα σε εμένα σύντομα».

Το τάγμα... η συμμαχία... Η ελπίδα της ανθρωπότητας στα χέρια μου.

Ύστερα η σκηνή άλλαξε και βρισκόμουν στην ορκωμοσία της μονάδας μου, ντυμένη με την επίσημη στολή του τάγματος. Έμοιαζε πολύ με τη στολή των μαχητών του Άρη, με τη διαφορά πως ήταν από ελαστικό υλικό και εφάρμοζε στο σώμα.

«Ορκίζομαι να υπηρετώ το τάγμα και να συμβάλλω στη μεγάλη αποστολή, ακόμη και αν πρέπει να το πληρώσω με τη ζωή μου». Μεταφέρθηκα αμέσως μπροστά από το σκάφος που με είχε βρει ο Κρις. Έβλεπα μπροστά μου την αρχή του ταξιδιού, τη μέρα που ξεκίνησα τη μεγάλη αποστολή.

«Θα σας δω σύντομα, θα σε δω σύντομα, μητέρα».

«Καλή τύχη, Σκάι, κόρη της Γης».

Οι αναμνήσεις μου διαδέχονταν η μία την άλλη, με φυσική ροή των γεγονότων, χωρίς πόνο και μυστήριο, καθαρές εικόνες του παρελθόντος επέστρεφαν πίσω σε εμένα, μαζί με όλη τη γνώση που είχα χάσει. Θυμάμαι! Επιτέλους οι αναμνήσεις μου γυρνούν σε εμένα, είπα στον εαυτό μου ένιωσα τη χαρά, πριν προλάβει να εκφραστεί στο σώμα μου. Θυμάμαι, είπα με την εσωτερική μου φωνή, σίγουρη, έτοιμη να γυρίσω πίσω. Θυμάμαι! Με την τελευταία ώθηση βρισκόμουν ξανά στην επιφάνεια.

Τα μάτια μου άνοιξαν, αντικρίζοντας έναν σκούρο μεταλλικό ουρανό. Βρισκόμουν στο σκάφος, τα είχαμε καταφέρει. Πήρα μια βαθιά ανάσα και κοίταξα δίπλα μου, βρίσκοντας τον Κρις να κοιμάται στην καρέκλα δεξιά μου, με το χέρι του πλεγμένο στο δικό μου. Χαμογέλασα και σηκώθηκα προσεκτικά για να μην τον ξυπνήσω.

Πήγα προς τη μικρή ντουλάπα πίσω του και τράβηξα την κουβέρτα στο εσωτερικό για να τον σκεπάσω. Κοιμόταν τόσο γαλήνια. Το πρόσωπό του ήταν ήρεμο και η ανάσα του ίσα που κινούσε το σώμα του. Τον φίλησα προσεκτικά στο κεφάλι και, αφού στάθηκα και τον κοιτούσα για λίγα δευτερόλεπτα, πήγα προς το κέντρο ελέγχου. Κάτω από την καρέκλα του πιλότου, υπήρχε ένα ειδικό κουμπί που θα εξασφάλιζε την είσοδό μας πίσω στο σπίτι.

Κοίταξα έξω, απολαμβάνοντας για ακόμη μια φορά τη θέα του διαστήματος. Ένιωθα ξανά ο εαυτός μου, όμως ταυτόχρονα ένιωθα και η Σκάι που είχε βρεθεί στο άθλιο νοσοκομείο της Ντάργουιν, το τρομαγμένο κορίτσι που δεν ήξερε τίποτα για τον εαυτό της, που βασιζόταν στους άλλους για να επιβιώσει.

Ταυτόχρονα όμως ήμουν και η κοπέλα που ερωτεύτηκε τον Κρις. Ένιωσα ένα συνωστισμό να επικρατεί μέσα μου. Είχα ξεκινήσει για τη μεγάλη αποστολή νομίζοντας πως είμαι μια ολοκληρωμένη πολεμίστρια, όμως τώρα γυρνούσα πίσω όντας ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος. Φοβήθηκα, πληγώθηκα, αγάπησα και έχασα, επιβίωσα και τελικώς, νίκησα. Ένιωσα τα μάτια μου να καίνε, καθώς το κεφάλι μου ήταν πλημμυρισμένο από όλες αυτές τις αναμνήσεις, καινούριες και παλιές, να πλέκουν τη νέα μου πραγματικότητα.

Άκουσα βήματα πίσω μου και γύρισα σκουπίζοντας το πρόσωπό μου. Ο Κρις στεκόταν στην άκρη της πόρτας και με κοιτούσε γεμάτος ανακούφιση που είχα ξυπνήσει. Τον πλησίασα και εκείνος με δυο βήματα κάλυψε την απόσταση μεταξύ μας, χαρίζοντάς μου την αγκαλιά που είχα τόσο ανάγκη.

«Το ήξερα πως θα γυρίσεις σε εμένα».

«Πάντα θα γυρνάω σε εσένα». Βύθισα το πρόσωπό μου επάνω του, αρκετά ώστε να ακούω τον χαρούμενο χτύπο της καρδιάς του. Δεν ήθελα να φύγω από κοντά του, όμως έπρεπε να μάθει την αλήθεια και αυτό ήταν ένα δικαίωμα που δεν μπορούσα να του στερήσω.

«Κρις, θυμάμαι. Ξέρω ποια είμαι και ποιος είσαι εσύ». Ο Κρις χαλάρωσε λίγο την αγκαλιά του και με κοίταξε γεμάτος απορία και ενθουσιασμό.

«Θυμάσαι; Τι εννοείς ποιος είμαι εγώ;» Έπιασα τα χέρια του και καθίσαμε στο πάτωμα.

«Θα σου συνεχίσω την ιστορία που δεν πρόλαβε να τελειώσει ο Άντριου». Ο Κρις με κοίταξε στα μάτια και ύστερα έσφιξε τα χέρια του στα δικά μου και κούνησε καταφατικά το κεφάλι του.

«Αρχικά ας ξεκινήσουμε από το ποια είμαι εγώ. Με λένε Σκάι και ανήκω στο τάγμα της Γης. Όπως μας είπε ο Άντριου, στο τέλος απέμεινε ένα κομμάτι ανθρώπων που δε μεταφέρθηκαν ποτέ στον Άρη. Κανείς δεν έψαξε τι συνέβη σε αυτούς τους ανθρώπους, ούτε καν τι έγινε με τον πλανήτη Γη. Ο πλανήτης σώθηκε, Κρις, οι καταστροφές συνεχίστηκαν για λίγο καιρό, όμως οι κάτοικοι που είχαν απομείνει έφτιαξαν ένα ειδικά σχεδιασμένο θόλο, ο οποίος άντεξε τα τελευταία ξεσπάσματα. Άρχισαν να φροντίζουν ξανά το κομμάτι γης που είχε απομείνει ζωντανό και χρησιμοποίησαν τις φόρμουλες που είχαν σχεδιαστεί για τον Άρη για να διατηρήσουν τις μορφές ζωής και να εξασφαλίσουν τροφή και νερό. Τα χρόνια πέρασαν και ο πληθυσμός πολλαπλασιάστηκε αρκετά. Η Γη άρχισε να είναι υγιής ξανά. Τότε οι γηραιοί αποφάσισαν να προσπαθήσουν να ειδοποιήσουν τους κατοίκους του Άρη πως ο πλανήτης επιβίωσε και πως μπορούν να γυρίσουν στο σπίτι. Όμως η αποστολή μας δέχθηκε επίθεση από τον Άρη με το που μπήκαν στην τροχιά του».

Ο Κρις, αν και ήταν σοκαρισμένος, με κοιτούσε με μάτια μικρού παιδιού που ανυπομονεί για τη συνέχεια της αγαπημένης του ιστορίας.

«Αυτό ήταν μια ξεκάθαρη δήλωση από την πλευρά του Άρη πως δεν υπάρχει ενδιαφέρον για επιστροφή στη Γη. Λίγο καιρό αργότερα, δεχθήκαμε επίθεση. Οι καταστροφές ήταν μεγάλες, καθώς ο κόσμος ζούσε ειρηνικά και δεν υπήρχε ανάγκη για στρατό. Εκείνη την περίοδο δημιουργήθηκε το Τάγμα, ένας οργανισμός αφιερωμένος στην προστασία της Γης από εξωτερικές απειλές. Λίγα χρόνια μετά την πρώτη μάχη, οι επιστήμονές μας έλαβαν ένα αμυδρό σήμα, ένα μήνυμα κατευθείαν από τον Άρη. Μια ομάδα επιστημόνων από την Ντάργουιν και όχι μόνο, είχε ανακαλύψει την ύπαρξή μας και είχαν δημιουργήσει τον δικό τους οργανισμό, τη Συμμαχία».

Ο Κρις με κοιτούσε σαστισμένος, συνδέοντας παράλληλα τα λίγα που γνώριζε για τη Συμμαχία μέχρι τότε, με τις νέες πληροφορίες που του προσέφερα απλόχερα.

«Σε ένδειξη καλής πίστης, μας βοήθησαν να χτίσουμε το ειδικό πέπλο γύρω από τον πλανήτη, που τον εξαφάνισε από τα ραντάρ του Άρη. Οι δύο ομάδες συνεργάζονται έκτοτε. Η συμμαχία πίστευε πως η ένωση ανθρώπων από τους δύο πλανήτες θα μπορούσε να ανατρέψει την απόφαση της ηγεσίας του Άρη και να επιτρέψει στους δύο κόσμους να εμπλακούν και να ζουν αρμονικά. Τότε ξεκίνησε μυστικά η πρώτη αποστολή από τον Άρη προς τη Γη. Τρεις γενναίοι μαχητές του Άρη κατάφεραν να κάνουν το μεγάλο ταξίδι χωρίς να το μάθει το Στέμμα. Ένας από αυτούς ήταν και ο πατέρας σου, Κρις».

Ήξερα πως αυτό θα ήταν ένα σοκ για εκείνον, καθώς ήταν προφανές πως δεν είχε πολλές αναμνήσεις που να αποδεικνύουν τους ισχυρισμούς μου. Η μόνη απόδειξη ήταν το γεγονός πως η αύρα του εξαφανίστηκε, όταν πέρασε αρκετό χρόνο μαζί μου. Μέχρι τώρα, για τον Κρις η αύρα ήταν ο οδηγός της ζωής του, χωρίς να ξέρει την πραγματική σημασία της.

«Υπάρχει λόγος που η αύρα σου χάθηκε, Κρις, ο ίδιος λόγος για τον οποίο η δική μου δεν υπήρξε ποτέ. Όπως ξέρεις, στην παλιά Γη οι άνθρωποι δεν είχαν αύρες, αυτό είναι μια μετάλλαξη στο γενετικό υλικό που προέκυψε μετά την εγκατάσταση στον Άρη. Ο λόγος που εγώ δεν έχω είναι γιατί δεν έχω εκτεθεί στις συνθήκες του Άρη για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο λόγος που εσύ την είχες και την έχασες είναι γιατί έσπασες το φράγμα προστασίας που είχαν θέσει οι γονείς σου μέσα σου. Ο πατέρας σου ήταν μαχητής του Άρη και η μητέρα σου ήταν νεαρή επιστήμονας της Γης. Εσύ ήσουν η κατάληξη του έρωτά τους και ο πρώτος άνθρωπος που έχει γονείς από τους δύο πλανήτες. Είσαι μια μοναδικότητα. Η μητέρα σου ακολούθησε τον πατέρα σου πίσω στον Άρη και με τη βοήθεια της συμμαχίας απέκτησε ένα ψεύτικο προφίλ που θα εξασφάλιζε την παραμονή της εκεί χωρίς υποψίες. Ο φόβος των γονιών σου ήταν πως δε θα είχες αύρα, επειδή η μητέρα σου δε διέθετε αυτή την ανωμαλία στα γονίδιά της. Εκείνη ήταν η πρώτη που φόρεσε το βραχιόλι που έδωσες και σε εμένα, που φόρεσες και εσύ ο ίδιος. Ευτυχώς όταν ήρθες στον κόσμο είχες αύρα σαν τον πατέρα σου, όμως ήταν ιδιαίτερα ασταθής. Τότε υιοθέτησαν την αδερφή σου, γιατί φαινόταν πως όσα περισσότερα άτομα με φυσική αύρα είχες γύρω σου, τόσο πιο σταθερή γινόταν. Όλα κυλούσαν κανονικά και οι δυο πλευρές μάζευαν δεδομένα για εσένα και για την εξέλιξή σου. Όμως υπήρχε ένας προδότης στη συμμαχία».

Ο Κρις με κοιτούσε με έντονο ύφος, μπορούσα να δω τον θυμό να γεννιέται στα μάτια του, πριν καν το νιώσει ο ίδιος. Αυτό ήταν ένα σημάδι πως ίσως είχε αρχίσει να θυμάται θραύσματα της παιδικής του ηλικίας. Ήξερα πως η συνέχεια θα ήταν δύσκολη για εκείνον, όμως ήταν κάτι που δεν μπορούσα να αποφύγω. Είχε δικαίωμα να ξέρει, ακόμη και αν θα τον πλήγωνε.

«Ο δόκτωρ Ρεν, αυτός ευθύνεται για τον θάνατο τον γονιών σου. Ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος της συμμαχίας, όμως ήθελε περισσότερα. Έτσι συμμάχησε με τη Βικτώρια και της μετέφερε όλα τα στοιχεία για εσένα και την οικογένειά σου. Έτσι το Στέμμα σας παρακολουθούσε και, όταν έμαθε πως οι γονείς σου σχεδίαζαν να γυρίσουν στη Γη, τους έβγαλαν από τη μέση. Εκείνη η δεξίωση δεν έγινε ποτέ, Κρις, ήταν απλά μια παγίδα, λυπάμαι πολύ».

Σηκώθηκα και πήγα προς το μέρος του. Είχε μείνει ακίνητος στη θέση του, κοιτώντας το κενό, προσπαθώντας να αποδεχθεί τα νέα δεδομένα. Πέρασα τα χέρια μου γύρω του και τον κράτησα σφιχτά. Δεν τον άκουσα να κλαίει, όμως ήξερα πως κατέβαλλε σημαντική προσπάθεια για να μείνει ψύχραιμος.

«Ήρθα για να σε πάρω πίσω εκεί όπου ανήκεις. Αυτή ήταν η επιθυμία των γονιών σου, Κρις. Δεν σχεδίαζα να γίνει έτσι, ήθελα να είναι δική σου απόφαση, όμως δεν υπήρξε δυνατότητα για κάτι τέτοιο. Όλοι ήξεραν ποια είμαι, όμως με την απώλεια μνήμης μου αναγκάστηκαν να θέσουν σε εφαρμογή ένα εναλλακτικό σχέδιο. Δεν έπρεπε να βρεθώ ποτέ στο Γκρέι, ακόμη δεν ξέρω πως προσέκρουσε εκεί το σκάφος. Σχεδίαζαν τρομερά πράγματα για εσένα. Το Στέμμα δε σε ξέχασε ποτέ, δεν ήταν τυχαίο που με βρήκες εσύ, ούτε που σε άφησαν μαζί μου. Ήμασταν ένα πείραμα για εκείνους και, αν μέναμε λίγο παραπάνω, τα πράγματα θα ήταν δύσκολα για όλους όσους εμπλέκονται σε αυτή την ιστορία».

«Τι σχεδιάζει η Βικτώρια;» Η φωνή του με ξάφνιασε, σε αντίθεση με την ερώτησή του. Πήρα μια βαθιά ανάσα και τον κοίταξα στα μάτια.

«Σκοπεύει να σπάσει το προστατευτικό φράγμα και να εισβάλει στη Γη, παρουσιάζοντας τους γήινους κατοίκους σαν προδότες, που κράτησαν την πατρίδα για τον εαυτό τους και έτσι να εξαπλώσει την κυριαρχία της και σε αυτόν τον πλανήτη». Η ανάσα του ήταν ασταθής και μπορούσα σχεδόν να νιώσω το σώμα του να τρέμει από θυμό.

«Ποιος είναι ο ρόλος μου σε όλο αυτό; Γιατί διακινδύνευσες τη ζωή σου, για να έρθεις να με βρεις; Γιατί είμαι τόσο σημαντικός;»

«Η μητέρα σου, εκτός από επιστήμονας, ήταν και η επόμενη στη διαδοχή για την ηγεσία της Γης. Με εκείνη νεκρή, ο τίτλος περνάει σε εσένα, Κρις. Ρίσκαρα τη ζωή μου για εσένα, γιατί είσαι ο νόμιμος υπερασπιστής και διάδοχος της Γης».

Γονατισμένη ακόμη μπροστά του, κράτησα σφιχτά τα χέρια του μέσα στα δικά μου. Το βλέμμα του ήταν εστιασμένο στο ψυχρό κενό έξω από το τζάμι του σκάφους. Τα μάτια του άνοιξαν διάπλατα και γύρισα να κοιτάξω σχεδόν μηχανικά. Το προστατευτικό πέπλο είχε πέσει και πίσω του υπήρχαν εκατοντάδες σκάφη, τα οποία δημιουργούσαν ένα επιπλέον πλέγμα, γύρω από τον πελώριο πλανήτη πίσω τους, τη Γη.

Σηκώθηκα και προχωρήσαμε προς το τζάμι, χωρίς να αφήσουμε ο ένας το χέρι του άλλου. Ο Κρις κοιτούσε με θαυμασμό πίσω από τα σκάφη, μην μπορώντας να πιστέψει πως αυτός ο παλιός κόσμος, για τον οποίο διάβαζε στα βιβλία ιστορίας, βρισκόταν ίδιος όπως στις φωτογραφίες μπροστά του και εκείνος ήταν ο ηγέτης του. Σύντομα, μια γυναικεία φωνή ακούστηκε σταθερή στα μεγάφωνα του πιλοτηρίου, αντηχώντας μέσα σε όλο το σκάφος.

« Καλώς ήρθατε πίσω, παιδιά της Γης».

Ο Κρις με κοίταξε και εγώ του χαμογέλασα, καθώς με έφερνε πιο κοντά, μέσα στην αγκαλιά του. Πλησίασα το πρόσωπό του προσεκτικά και, αφού γύρισε το βλέμμα του προς το μέρος μου, του ψιθύρισα γεμάτη ευγνωμοσύνη:

«Καλώς όρισες σπίτι, Κρις, ηγέτη της Γης».

Τέλος (για τώρα)


Ευριδίκη Πετσά