Ο Οίκος των Δράκων (Κεφάλαιο 28)

Αϊλίν

«Γιατί το έκανες αυτό;» ρώτησε η νεαρή μάγισσα, παρακολουθώντας τους τρεις δράκους να απομακρύνονται στον ορίζοντα. Η μητέρα της συνήθιζε να της λέει ιστορίες για τους δράκους όταν ήταν μικρή, για αυτά τα πανίσχυρα πλάσματα που κάποτε βασίλευαν στους αιθέρες. Πάντα τη συνάρπαζαν και πάντα ήθελε να δει έναν από κοντά όμως ο αριθμός των άγριων δράκων είχε μειωθεί τόσο πολύ στο πέρασμα των αιώνων που ήταν σπάνιο να συναντήσεις έναν. Και τώρα είχε δει τρεις...

«Ήταν απαραίτητο» αποκρίθηκε η Ντεσμέρα, με τη φωνή της επίπεδη και σχεδόν κενή από συναίσθημα, διακόπτοντας τις σκέψεις της Αϊλίν. «Το μυαλό του έπρεπε να είναι συγκεντρωμένο στο να βρει το παιδί του, τίποτα άλλο. Η Κίρα θα ήταν ένας περισπασμός».

«Του είπες ψέματα» διαμαρτυρήθηκε. Η στοιχειωμένη έκφραση του αγοριού άστραφτε ακόμα στο μυαλό της. Πώς μια μητέρα μπορούσε να κάνει κάτι τέτοιο στο παιδί της; Δεν μπορούσε να φανταστεί πώς θα ένιωσε ο νεαρός Ντρόγκομιρ, όταν η Ντεσμέρα του ανακοίνωσε τον θάνατο της κοπέλας. Μια μητέρα θα έπρεπε να θέλει να προστατεύσει το παιδί της από αυτόν τον πόνο, όχι να του τον προκαλέσει.

Η Ντεσμέρα ακούμπησε το γκρίζο μάγουλο της Κίρας.

«Αν ήξερε την αλήθεια δε θα μπορούσε να την αφήσει και τότε θα έχαναν τη μοναδική ευκαιρία που έχουν, για να βρουν εγκαίρως την Νιλάι».

«Μα είναι ζωντανή!»

Η κοπέλα ίσα που ανέπνεε και η καρδιά της χτυπούσε αδύναμα, αλλά υπήρχε ακόμα ζωή μέσα της. Έστρεψε το βλέμμα της ξανά στους δράκους που είχαν γίνει τρεις κουκίδες στον πορτοκαλί πρωινό ουρανό. Άραγε αν ο Ντέβαν ήξερε πως η Κίρα ήταν ακόμα ζωντανή θα είχε βρει τη δύναμη να φύγει, για να πάει να βρει το μωρό;

«Αν δε βιαστούμε το ψέμα μου δε θα μείνει ψέμα για πολύ. Δώσε μου τα χέρια σου. Είναι σε πολύ άσχημη κατάσταση αλλά είμαστε δυο Θεραπεύτριες».

Η Αϊλίν κοίταξε επιφυλακτικά την Ντεσμέρα και κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.

«Δεν μπορώ».

Ποτέ της δεν είχε καταφέρει να γιατρέψει κάτι παραπάνω από επιφανειακές πληγές ή απλές αρρώστιες. Ο πατέρας της είχε ένα πραγματικό χάρισμα στο να θεραπεύει, μάγοι και κοινοί άνθρωποι διέσχιζαν τα βουνά, για να τον βρουν και να ζητήσουν τη βοήθειά του. Η Αϊλίν από την άλλη απλά δεν ήταν καλή στη μαγεία. Δεν ήταν ότι δεν προσπαθούσε, απλά δεν είχε κάποιο ιδιαίτερο ταλέντο. Αν ήταν μια κοινή μάγισσα απλά θα την αγνοούσαν, αλλά δυστυχώς είχε την ατυχία να γεννηθεί Θεραπεύτρια. Όλοι είχαν προσδοκίες από εκείνη, προσδοκίες που δεν μπορούσε να εκπληρώσει, και όσο αποτύγχανε τόσο περισσότερο απογοητευόταν και κλεινόταν στον εαυτό της. Και επιπλέον είχε την ατυχία να ανήκει στη Σύναξη της Νιλάι… Όλοι ήξεραν ότι η Νιλάι δεν ανεχόταν την αποτυχία.

Το σταθερό βλέμμα της Ντεσμέρας καρφώθηκε πάνω της.

«Πρέπει να το κάνεις. Οι Θεοί μας έδωσαν το δώρο της ίασης, αλλά δεν μπορείς να βοηθήσεις τους άλλους αν δεν βοηθήσεις πρώτα τον εαυτό σου. Πρέπει να πιστέψεις στις δυνάμεις σου, αλλιώς είναι άχρηστες».

Ακούμπησε το δεξί της χέρι πάνω στο στήθος της Κίρας και έτεινε το άλλο προς το μέρος της. Η Αϊλίν το πήρε διστακτικά. Τα λόγια της ήταν ωραία, αλλά τα λόγια δεν μπορούσαν να θεραπεύσουν, ούτε να δώσουν ταλέντο σε μια μάγισσα που δεν είχε καθόλου.

«Κοίτα την» είπε η Ντεσμέρα με ένα πιο μαλακό ύφος, νεύοντας προς την ακίνητη μορφή της Κίρα ανάμεσα τους. «Είναι δίκαιο να πεθάνει κάποια τόσο νέα;»

Η Αϊλίν κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.

«Είναι δίκαιο για εκείνο το μωρό να μεγαλώσει χωρίς τη μητέρα του; Είναι δίκαιο να ραγίσει η καρδιά του γιου μου, επειδή θα είναι αναγκασμένος να ζήσει χωρίς τη γυναίκα που αγαπάει;»

«Όχι».

«Τότε βοήθησε με να διορθώσουμε αυτή την αδικία. Μπορείς να τη βοηθήσεις. Άδειασε το μυαλό σου και σκέψου μόνο αυτό».

Η Αϊλίν πήρε μια βαθιά ανάσα και έκλεισε τα μάτια της. Πραγματικά ήθελε να βοηθήσει την Κίρα καθώς ένιωθε κι εκείνη υπεύθυνη για αυτό που είχε συμβεί. Μπορεί να μην το είχε κάνει ηθελημένα, η Νιλάι την είχε διατάξει να βρίσκεται εκεί, αλλά ούτε είχε προσπαθήσει να το σταματήσει. Νόμιζε πως ήξερε τι σημαίνει να νιώθει κάποιος τύψεις όταν έκανε κάποια αταξία και έλεγε ψέματα στη μητέρα της, για να αποφύγει την τιμωρία, αλλά το πραγματικό συναίσθημα ήταν σαν κάτι ζωντανό που σε έτρωγε σιγά σιγά από μέσα, σε ανάγκαζε να σκέφτεσαι συνέχεια αυτό που είχες κάνει και δε σε άφηνε να ησυχάσεις. Δεν την άφησα να κρατήσει το μωρό της.

«Επανέλαβε αυτά που λέω» της είπε η Ντεσμέρα και η Αϊλίν ένευσε καταφατικά «Menedek qual surenta. Menedek qual surenta».

Οι δυο μάγισσες άρχισαν να ψέλνουν μαζί επαναλαμβάνοντας τη φράση ξανά και ξανά. Η Αϊλίν ένιωθε τη μαγεία της να κυλάει μέσα από τα δάχτυλά της σαν ένα ζεστό λευκό φως μέσα στο χέρι της Ντεσμέρας και από εκεί μέσα στην Κίρα.

Η Ντεσμέρα σταμάτησε να ψέλνει και άφησε το χέρι της Αϊλίν.

«Σου είπα πως δεν μπορούσα να το κάνω» είπε ένοχα η Αϊλίν, κοιτάζοντας την Κίρα που παρέμεινε ακίνητη πάνω στο χώμα. Εκείνη έφταιγε που είχε χαλάσει το ξόρκι. Αν δεν ήταν τόσο άχρηστη με τα μάγια...

Ξαφνικά η Κίρα πήρε μια βαθιά ανάσα και έγειρε στο πλάι βήχοντας. Τα μάτια της Αϊλίν άνοιξαν διάπλατα από την έκπληξη. Τα είχαν καταφέρει!

Η κρίση βήχα υποχώρησε και η Κίρα ανασηκώθηκε κοιτάζοντας αποπροσανατολισμένη τριγύρω.

«Ντέβαν...» Σάρωσε τον χώρο με το βλέμμα της ψάχνοντας για το αγόρι και τα μάτια της σταμάτησαν στις δυο Θεραπεύτριες. Κοίταξε μπερδεμένη την Ντεσμέρα αλλά σύντομα την προσπέρασε και εστίασε στην Αϊλίν. Η σύγχυση και ο φόβος στο βλέμμα της αντικαταστάθηκαν μέσα σε μια στιγμή από αποφασιστικότητα και οργή.

«Πού είναι αυτή η σκύλα;»

Φαίη