Με καρδιά λυπημένη,
στην προκυμαία στεκόμουν μια βραδιά
κι αντικρίζοντας γύρω παντού ερημιά,
συλλογιζόμουν με θλίψη, μονάχη
πως στον κόσμο αδιαπέραστο σκοτάδι υπάρχει˙
άλλο τίποτα δεν απομένει.
Κι ένας γλάρος, διαβαίνοντας, είπε:
-Αν το βλέμμα σου φτάνει
κοίτα πέρα, ν’ αντικρίσεις το φως:
κάθε νύχτα ο φάρος, σαν φίλος πιστός,
την τρεμάμενη λάμψη του ανάβει,
τον χαμένο του δρόμο για να βρει το καράβι
και ν’ αράξει απαλά στο λιμάνι.
Ευγενία Αναστασοπούλου