Storm II (Κεφάλαιο 8)

Η Έμιλι είχε φορέσει τα ακουστικά της και είχε βάλει τέρμα τη μουσική. Δυο μέρες τώρα δεν είχε βγει από το δωμάτιό της. Είχε κλειδωθεί και το μόνο που έλεγε στους γονείς της ήταν «όχι». Όχι, πως δε θέλει να φάει, πως δε θέλει να βγει από το δωμάτιο.

Αφού όλοι μου γύρισαν την πλάτη, ώρα να το κάνω κι εγώ, σκεφτόταν συνέχεια.

Όταν το τραγούδι που άκουγε τελείωσε, άρχισε να ψάχνει το επόμενο. Η πόρτα χτύπησε και εκείνη σταμάτησε για να ακούσει ένα ακόμα επιχείρημα από τους γονείς της.

Ακούστηκε ένα ακόμα χτύπημα στην πόρτα.

Η Έμιλι στριφογύρισε τα μάτια της και έβγαλε τα ακουστικά. «Τι;» φώναξε.

«Έμς… η Ντέμυ είναι εδώ» είπε ο πατέρας της.

Η Έμιλι έμεινε για λίγο παγωμένη στη θέση της.

Τι να θέλει; αναρωτήθηκε.

Σηκώθηκε από το κρεβάτι και πήγε για να ανοίξει την πόρτα.

Κατέβηκε τις σκάλες και βρήκε την Ντέμυ να περιμένει στο σαλόνι.

«Γεια, Έμς» είπε η Ντέμυ διστακτικά.

«Τι συμβαίνει;»

«Η Πένι και η Φαίη γύρισαν από τις διακοπές τους και είπαμε να βγούμε στο Μπράουν. Θα έρθεις;»

«Δεν μπορώ».

Η Ντέμυ την κοίταξε ξαφνιασμένη. Η Έμιλι ποτέ δεν έλεγε όχι για έναν καφέ στο Μπράουν.

«Είμαι τιμωρημένη» της εξήγησε η Έμιλι.

«Μπορείς να βγεις αν θέλεις» είπε η μητέρα της, που πετάχτηκε από το πουθενά.

Η Έμιλι την κοίταξε για λίγα δευτερόλεπτα και έπειτα ξανακοίταξε την Ντέμυ. «Πάω να αλλάξω. Έλα» της είπε χαμογελώντας.

Τα δυο κορίτσια ανέβηκαν στο δωμάτιο της Έμιλι, η οποία έτρεξε στην ντουλάπα για να βρει τι θα φορέσει.

«Έμς;» είπε η Ντέμυ.

«Μισό λεπτό, πάω να αλλάξω» της είπε η Έμιλι και έτρεξε στο μπάνιο. Φόρεσε ένα μαύρο παντελόνι και μια κόκκινη, αραχνοΰφαντη κοντομάνικη μπλούζα. Βγήκε από το μπάνιο κρατώντας στα χέρια της τα μαύρα αθλητικά της. «Τι ήθελες να μου πεις;» τη ρώτησε ενώ φορούσε τα παπούτσια της.

«Δε θέλω να απομακρυνθούμε. Μπορεί να είσαι Σκοτεινή πλέον, αλλά αυτό δε σημαίνει και πως πρέπει να απομακρυνθούμε μεταξύ μας».

Πόσο το εννοεί; αναρωτήθηκε. Εκείνη δεν ήταν που μου είπε πως θα μείνω μόνη μου στο τέλος;

Η αλήθεια όμως ήταν πως ούτε κι εκείνη ήθελε να απομακρυνθούν. Υπήρχαν πολλά άτομα που δεν απομακρύνθηκαν επειδή ο ένας ήταν Σκοτεινός και ο άλλος Φωτεινός. Η τρανή απόδειξη ήταν η σχέση της Έμιλι με τη Μίνα. Παρόλο που η Έμιλι ήταν Φωτεινή, η σχέση της με τη Μίνα δεν είχε αλλάξει.

«Ούτε κι εγώ θέλω να απομακρυνθούμε» είπε τελικά. «Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει, Ντι. Αυτές οι δυνάμεις… δεν ξέρω… με έχουν αλλάξει πάρα πολύ. Και δε θέλω να αλλάξω. Ούτε να σας διώξω από κοντά μου».

Η Ντέμυ έτρεξε και την πήρε αγκαλιά.

«Εντάξει. Φτάνει τώρα» είπε η Έμιλι.

 

 

 

Το Μπράουν ήταν μισογεμάτο λόγω των καλοκαιρινών διακοπών. Η Φαίη και η Πένι βρισκόντουσαν ήδη εκεί, στη γνωστή τους γωνιά.

Η πρώτη που έτρεξε και πήρε αγκαλιά τα κορίτσια ήταν η Φαίη.

«Μου λείψατε!» είπε ναζιάρικα.

Η Έμιλι γέλασε. «Κι εμένα, τρελή!»

Η Φαίη ξεκίνησε να μιλάει για τις διακοπές της και πως είχε γνωρίσει ένα αγόρι που το έλεγαν Γκάρετ.

«Τουλάχιστον εσύ έχεις προσωπική ζωή» είπε η Έμιλι γελώντας.

«Τι εννοείς;» ρώτησε η Πένι.

«Με τον Μάικλ χωρίσαμε» απάντησε ξερά η Έμιλι.

«Όχι!» αποκρίθηκε στεναχωρημένη η Φαίη.

«Τι έκανε;» ρώτησε η Πένι με σκοτεινό βλέμμα.

«Δεν έχουν χωρίσει. Διάλειμμα κάνουν» διαμαρτυρήθηκε η Ντέμυ.

Η Έμιλι γύρισε και κοίταξε την Ντέμυ με το στόμα ανοιχτό. «Συγνώμη, ποιος το είπε αυτό; Ο Ντάνιελς;»

«Αμάν! Τον αποκάλεσε μόνο με το επίθετό του. Αυτό σημαίνει πως τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά» σχολίασε η Φαίη.

«Ναι Φαίη… είναι πολύ σοβαρά τα πράγματα και για αυτό δε θέλω να βλέπω τη φάτσα του για το υπόλοιπο του καλοκαιριού» αποκρίθηκε η Έμιλι σοβαρά.

«Γεια σας, κορίτσια» είπε ο Μέισον Ρέιμαν.

«Γεια σου, Μέισον» είπαν τα κορίτσια.

«Λοιπόν; Τι θα πάρετε;» είπε ανοίγοντας το ηλεκτρονικό μπλοκάκι του.

Τα κορίτσια παρήγγειλαν και ο Μέισον έφυγε.

«Λοιπόν. Αφήστε τα δικά μου και μιλήστε για εσάς» είπε η Έμιλι και ανακάθισε στη θέση της.

Στο πρόσωπο της Πένι ζωγραφίστηκε ένα χαζό χαμόγελο. «Κάτι συμβαίνει αλλά…»

«Μίλα τώρα!» είπε η Ντέμυ γελώντας.

«Να… ο Σάιμον» άρχισε να λέει.

«Ο Σάιμον Γκέιλς;» ρώτησε ξαφνιασμένη η Έμιλι.

«Θα με αφήσετε να μιλήσω;» φώναξε εκνευρισμένη η Πένι. «Να… από το πάρτυ που κάναμε για τις ανοιξιάτικες διακοπές έχουμε αρχίσει να μιλάμε και νομίζω πως μου αρέσει» πρόσθεσε ντροπαλά.

«Ωωωωω» έκαναν όλα τα κορίτσια μαζί.

«Σκάστε… ήρθαν» είπε απότομα η Πένι.

Η Έμιλι μισοέκλεισε τα μάτια της κοιτάζοντας περίεργα την Ντέμυ. «Ποιοι ήρθαν;» ρώτησε.

Γύρισε απότομα και κοίταξε πίσω προς την είσοδο.

Γύρισε και κοίταξε ένα–ένα τα κορίτσια. «Μου κάνετε πλάκα, έτσι δεν είναι;»

Η Φαίη γεμάτη ενοχές κοίταξε αθώα την Έμιλι. «Εγώ φταίω. Κάλεσα τα αγόρια πριν μάθω πως με τον Μάικλ έχετε χωρίσει».

«Γεια σας, κορίτσια» είπε ο Σάιμον.

«Εγώ φεύγω» είπε η Έμιλι και σηκώθηκε.

«Έμς!» διαμαρτυρήθηκε η Ντέμυ και σηκώθηκε ακολουθώντας την.

Η Πένι σηκώθηκε κι εκείνη με τη σειρά της.

«Έμς» είπε η Ντέμυ.

«Τι θες, Ντέμυ;» της αποκρίθηκε εκνευρισμένη η Έμιλι γυρίζοντας για να την κοιτάξει. «Δεν προειδοποίησες τα κορίτσια πως με τον Μάικλ έχω χωρίσει, και καλά έκανες. Αλλά να περιμένεις πως θα μείνω στον ίδιο χώρο μαζί του όταν έχω ξεκαθαρίσει πως θέλω να μείνω μακριά του για λίγο καιρό; Αυτό είναι φάουλ!»

Η Φαίη πρόλαβε και πήγε δίπλα στις δυο κοπέλες. «Ό,τι και να σου έκανε ο Μάικλ πρέπει να είναι πολύ σοβαρό και καταλαβαίνω πως θες τον χρόνο σου και θέλεις να είσαι και λίγο Τέιλορ Σουίφτ απέναντί του αλλά μη χαλάς την παρέα. Ο Άλεξ, ο Σάιμον και ο Σαμ δε σου έχουν κάνει κάτι και είναι κρίμα να την πληρώνουν κάθε φορά επειδή είναι κολλητοί του Μάικλ. Ούτε και εμείς φταίμε σε κάτι. Μη μείνεις για τον Μάικλ. Μείνε για εμάς».

Η Έμιλι έμεινε για λίγο κοιτάζοντας τις κολλητές της. «Εντάξει» είπε τελικά.

Τα τρία κορίτσια επέστρεψαν στο τραπέζι τους.

«Ό,τι και να της έκανες θα το μάθω. Και όταν το μάθω θα υποφέρεις!» είπε εκνευρισμένη η Πένι με δολοφονικό βλέμμα.

Η Έμιλι κάθισε στην θέση της γελώντας. «Πίστεψέ με, Πένι, δε χρειάζεται να τον κάνεις να υποφέρει. Μια χαρά το καταφέρνω και μόνη μου» είπε κοιτάζοντας έντονα τον Μάικλ.

Ο Μάικλ κοίταξε επίμονα την Έμιλι.

«Ωχ… θα έχουμε πόλεμο» ψιθύρισε ο Άλεξ στην Ντέμυ.

 

 

 

Η Φαίη και η Έμιλι είχαν πάει στην τουαλέτα για να φρεσκαριστούν.

Την ώρα που η Σέιτζ στέγνωνε τα χέρια της στο μηχάνημα, η πόρτα άνοιξε και ο Μάικλ μπήκε μέσα κάνοντάς της νόημα να μη μιλήσει.

«Φύγε» της είπε ξερά.

«Γιατί;» ρώτησε ψιθυριστά η Φαίη.

«Θέλω να της μιλήσω» απάντησε ο Μάικλ. «Άντε, δίνε του!»

Η Φαίη πήρε μια βαθιά ανάσα. «Εύχομαι να μην είναι κάτι σοβαρό αυτό που της έκανες γιατί αν ήταν… δε θα έχεις ξανά την ευκαιρία να μιλήσεις μαζί της» είπε και έφυγε.

Η Έμιλι βγήκε και κοίταξε τριγύρω της. «Φαίη;» ρώτησε μπερδεμένη.

Πριν λίγα δευτερόλεπτα στέγνωνε τα χέρια της, σκέφτηκε. Μάλλον θα γύρισε στο τραπέζι.

Έπλυνε τα χέρια της και στέγνωσε τα χέρια της όταν η πόρτα άνοιξε και μέσα μπήκε ο Μάικλ.

Η Έμιλι χαχάνισε εκνευρισμένη. «Δεν εγκαταλείπεις, έτσι δεν είναι;»

Ο Μάικλ έκλεισε την πόρτα σφραγίζοντάς την με πάγο. «Θέλω να μιλήσουμε».

«Εγώ δε θέλω!» του απάντησε και πήγε να φύγει όμως ο Μάικλ την έπιασε από το μπράτσο σταματώντας την.

«Το ξέρω πως σε πλήγωσα. Το ξέρω πως δε θες να με δεις. Αλλά αν ξέρεις κάτι και δε μας το λες επειδή δε μας εμπιστεύεσαι…»

«Δεν υπάρχει κάτι περισσότερο να σας πω. Σας είπα όσα ξέρω. Μπορώ να φύγω τώρα;»

«Γαμώτο, Έμιλι!» είπε μέσα από το δόντια του και τα μάτια του άστραψαν ενώ όλες οι βρύσες άνοιξαν με δύναμη. «Δεν μπορείς να καταλάβεις πως το μετάνιωσα;»

«Δεν το έχεις μετανιώσει αρκετά, Μάικλ. Αυτό είναι το θέμα. Αλλά ακόμα και να σε συγχωρήσω, απάντησε μου στην εξής ερώτηση. Θα μπορούσες εσύ, ο γιος του Αρχηγού των Φωτεινών, να είσαι με κάποια Σκοτεινή;»

«Η Ντενίζ ήταν Σκοτεινή».

«Η Ντενίζ σας δούλευε. Πίστευες πως ήταν Φωτεινή, άρα δε μετράει. Ας απαντήσω εγώ για εσένα. Όχι… δε θα μπορούσες να είσαι μαζί μου. Δε θα μπορούσες να είσαι με ένα απόβρασμα. Και τώρα άσε με να φύγω, Μάικ… Σου έχω ξεκαθαρίσει πως δε σε θέλω κοντά μου».

 

 

 

Τα αγόρια έφυγαν από το Μπράουν αργά το απόγευμα ενώ τα κορίτσια έμειναν περίπου μέχρι τις εννιά το βράδυ. Η Ντέμυ πάρκαρε το αυτοκίνητό της έξω από το σούπερ μάρκετ. Η μητέρα της της είχε τηλεφωνήσει και της ζήτησε να πάει για να αγοράσει μερικά πράγματα. Βγαίνοντας από το αυτοκίνητό της, το κινητό της άρχισε να χτυπά. Ήταν ο Άλεξ.

«Γεια» του είπε.

«Γεια. Πώς είσαι;»

«Καλά. Περίεργη η σημερινή μέρα, δε νομίζεις;»

Ο Άλεξ ξάπλωσε στο κρεβάτι του κοιτάζοντας το ταβάνι. «Περίεργη; Όχι και τόσο».

«Μόνο σε εμένα φάνηκε ξανά φυσιολογική η Έμιλι;»

«Όχι το πρόσεξα κι εγώ. Συμπεριφερόταν φυσιολογικά».

«Ευτυχώς που δεν επιτέθηκε στον Μάικλ».

Ο Άλεξ γέλασε. «Ευτυχώς. Ξέρεις… ο Μάικλ μου είπε κάτι».

«Τι;»

«Όταν πήγε να βρει την Έμιλι… στο Μπράουν. Η Έμιλι τον ρώτησε κάτι».

«Τι τον ρώτησε;»

«Αν θα ήταν μαζί της τώρα που είναι Σκοτεινή».

Η Ντέμυ σταμάτησε να μιλάει ενώ σκεφτόταν αυτό που μόλις της είπε ο Άλεξ. «Ξέρω τι συμβαίνει».

«Τι εννοείς;»

«Τον έχει συγχωρήσει. Απλά φοβάται πως δε θα την αποδεχτεί ως Σκοτεινή. Κι εδώ που τα λέμε, ο Μάικλ μιλάει συνέχεια άσχημα για τους Σκοτεινούς».

«Χμ… νομίζω πως έχεις δίκιο. Πού είσαι;» τη ρώτησε όταν άκουσε θόρυβο.

«Είμαι στο σούπερ μάρκετ για να πάρω μερικά πράγματα».

«Δε σου έχουν πει να μην κυκλοφορείς μόνη σου έξω τέτοια ώρα; Κυκλοφορεί και ένας απαγωγέας, σε περίπτωση που το ξέχασες».

Η Ντέμυ γέλασε. «Εντάξει, νομίζω πως το παρακάνεις. Είμαι σε δημόσιο χώρο. Και για όνομα του Θεού… γιατί να με απαγάγει κάποιος;»

«Ντι… δεν είναι αστείο» της είπε αυστηρά.

«Εντάξει» είπε η Ντέμυ πιο σοβαρά.

Ο Άλεξ έμεινε για λίγο σκεπτικός. «Άκου… Ντι. Υπάρχει κάτι που θέλω να σου πω».

«Περίμενε μισό λεπτό» του είπε η Ντέμυ ξεκλειδώνοντας το αυτοκίνητο της. Άνοιξε την πόρτα του συνοδηγού και έβαλε μέσα τα ψώνια. «Πες μου» του είπε φέρνοντας το ακουστικό ξανά στο αυτί της.

«Υπάρχει κάτι που θέλω να σου πω…»

«Αυτό μου το είπες» τον διέκοψε η Ντέμυ πηγαίνοντας στην πόρτα του οδηγού.

«Ντέμυ γαμώτο, άφησε με να μιλήσω!» της είπε εκνευρισμένος. «Προσπαθώ να σου πω κάτι. Σε παρακαλώ, άφησέ με να μιλήσω».

«Όκεϊ» είπε ξαφνιασμένη η Ντέμυ.

«Δεν ξέρω πώς… αλλά…»

Δεν πρόλαβε να πει αυτό που ήθελε. Τον διέκοψε η κραυγή της Ντέμυ.

Ο Άλεξ πετάχτηκε τρομοκρατημένος από το κρεβάτι του. «Ντέμυ; Ντέμυ;»

Δεν πήρε καμία απάντηση. Κάτι κακό είχε συμβεί.

 

 

 

Η Έμιλι είχε κατέβει στο σαλόνι και ετοιμαζόταν να δει ταινία.

«Έμς, φεύγω» είπε η μητέρα της κατεβαίνοντας τις σκάλες. «Σου έχω αφήσει λεφτά στον πάγκο της κουζίνας για να παραγγείλεις αν θες».

«Μπα! Δε θέλω να παραγγείλω» απάντησε η Έμιλι ψάχνοντας στην ταινιοθήκη για να βρει ταινία. «Πήρα ένα οικογενειακό παγωτό από το σούπερ μάρκετ… κι έχω σκοπό να το τσακίσω» εξήγησε στη μητέρα της μπαίνοντας στην κουζίνα. Στα χέρια της κρατούσε δυο κουτάκια.

«Τι λες; Πειρατές της Καραϊβικής ή Άρχοντας των Δαχτυλιδιών;» τη ρώτησε.

Η μητέρα της κοίταξε εξεταστικά τα δυο κουτιά. «Θες να δεις τους Πειρατές και επειδή είναι πολύ καλή ταινία αλλά και για τον Ορλάντο Μπλουμ. Από την άλλη βέβαια είναι και ο Άρχοντας των Δαχτυλιδιών».

«Οι ταινίες είναι καταπληκτικές. Τις λατρεύω και τις δυο» είπε κλαψιάρικα η Έμιλι.

«Δες το Αγώνες Πείνας» της είπε τελικά η μητέρα της. «Τέλειες ταινίες. Έχεις κόλλημα με τα βιβλία…»

«Τζένιφερ θεότητα Λόρενς, Τζος Χάτσερσον, Σαμ Κλάφλιν… Ευχαριστώ μαμά» είπε η Έμιλι ενθουσιασμένη.

«Λοιπόν φεύγω» είπε η μητέρα της και έφυγε.

Η Έμιλι πήγε τρέχοντας στο ψυγείο και πήρε το μεγάλο οικογενειακό παγωτό με γεύση καραμέλα. Έτρεξε πάλι πίσω στο σαλόνι και έβαλε την ταινία. Δεν πρόλαβε να πατήσει το play όταν χτύπησε το κουδούνι.

Άφησε το παγωτό στο τραπεζάκι μπροστά της και πήγε στην πόρτα.

Πήγε και κοίταξε από το ματάκι. Ήταν ο Μάικλ. Έμεινε για λίγα δευτερόλεπτα βρίζοντάς τον από μέσα της.

«Για όνομα του Θεού, Έμιλι, άνοιξε την αναθεματισμένη πόρτα» της φώναξε απ’ έξω ο Μάικλ.

Η Έμιλι άνοιξε την πόρτα και τον κοίταξε εκνευρισμένη. «Τι;» του είπε.

«Η Ντέμυ» της είπε με σοβαρό ύφος. «Αγνοείται».

Η Έμιλι κοίταξε σοκαρισμένη τον Μάικλ. Τώρα δεν μπορείς να μείνεις άπραγη, Έμς, είπε στον εαυτό της. Τώρα θα πρέπει να πεις όλα όσα ξέρεις.

 

 Rene Rafael