Storm II (Κεφάλαιο 12)

Βγήκε από το ασανσέρ καχύποπτα. Το πρωί ο Κρίστοφερ Ντάνιελς και η Αμάντα Σίμονς την είχαν καλέσει στο Αρχηγείο των Φωτεινών. Δεν της είχαν πει τίποτα περισσότερο παρά μόνο ότι ήθελαν να τη δουν. Το Αρχηγείο ήταν έρημο. Μπήκε στη βιβλιοθήκη χωρίς να χτυπήσει.

«Έμιλι!» είπε εύθυμα η Αμάντα. Έψαξε με τα μάτια της να βρει ένα άτομο που θα την έκανε να νιώθει ασφάλεια μα ο Μάικλ δεν ήταν μαζί τους. Μάλλον σοβαρολογούσε χθες όταν μου είπε πως θέλει να μείνει μόνος, σκέφτηκε. Κάθισε στην πολυθρόνα δίπλα από την Αμάντα και τους κοίταξε ξενερωμένη.

«Λοιπόν;» τους ρώτησε ειρωνικά.

«Τι πληροφορίες συγκέντρωσες χθες στο Bomb;» τη ρώτησε ο Κρίστοφερ. Η Έμιλι τον κοίταξε ξαφνιασμένη. Του το είπε ο Μάικλ; Γιατί το έκανε αυτό; Ο Κρίστοφερ χαμογέλασε διαβολικά. «Πιστεύεις πως δε θα το μάθαινα;»

«Ο Μάικλ σ' το είπε;» τον ρώτησε.

«Όχι, όχι. Εγώ είπα στον Μάικλ πως πήγες στο Bomb. Πιστεύεις πως μπορείς να κάνεις κάτι πίσω από την πλάτη μου χωρίς να το μάθω;»

«Και τι μ’ αυτό; Ούτως ή άλλως δε λογοδοτώ σε κανέναν από τους δυο σας».

«Κάνε ό,τι θες. Αλλά αυτό είναι πρόβλημα όλων μας. Αυτός ο «Μάγος» είναι απειλή για όλους μας» είπε η Αμάντα.

«Λοιπόν;» είπε ο Κρίστοφερ.

«Το μόνο που κατάφερα να μάθω ήταν το όνομα του. Γκρεγκ».

«Πως είσαι τόσο σίγουρη πως είναι το πραγματικό του όνομα;» ρώτησε η Αμάντα. Η Έμιλι σήκωσε τους ώμους της χαλαρά.

«Δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι. Μπορεί να είναι το πραγματικό του όνομα, μπορεί και όχι. Αυτό το όνομα μού έδωσε όταν μου συστήθηκε».

«Του μίλησες;» ρώτησε ξαφνιασμένος ο Κρίστοφερ.

«Αυτός ήρθε και μου μίλησε. Με κάλεσε και στην παρέα του… Δηλαδή μόνος του ήταν».

«Δηλαδή αποκτήσαμε πλεονέκτημα;» ρώτησε η Αμάντα λιγάκι ενθουσιασμένη. Η Έμιλι κοίταξε μπερδεμένη την Αμάντα.

«Τι εννοείς;»

«Αφού θες τόσο πολύ να βρεις μόνη σου την Ντέμυ μπορείς να το κάνεις» είπε ο Κρίστοφερ. Η Αμάντα κοίταξε τον Κρίστοφερ εκνευρισμένη. «Μπορείς να πας και απόψε στο Bomb. Εγώ και η Αμάντα θα φροντίσουμε για την ασφάλειά σου. Δε θα πάθεις τίποτα. Θα είσαι ασφαλής». Η Έμιλι κοίταξε καχύποπτα τον Κρίστοφερ.

«Ο Μάικλ;»

«Ο Μάικλ τι;»

«Συμφώνησε με αυτό;»

«Στην αρχή ήταν αντίθετος αλλά τελικά συμφώνησε. Ξέρει τι πρέπει να γίνει».

«Θα είμαι ασφαλής;»

«Ναι».

«Αυτό είναι υπόσχεση;»

«Είναι υπόσχεση». Η Έμιλι κοίταξε καχύποπτα για λίγα δευτερόλεπτα τους δυο Αρχηγούς. Σηκώθηκε από την πολυθρόνα παίρνοντας μια βαθιά ανάσα.

«Εντάξει». Βγήκε από τη βιβλιοθήκη και κατευθύνθηκε προς το ασανσέρ. Η Αμάντα Σίμονς περίμενε αρκετά δευτερόλεπτα και έπειτα τινάχτηκε από τη θέση της έξαλλη.

«Δε συμφώνησα σε αυτό» φώναξε χτυπώντας το χέρι της στο γραφείο.

«Δεν έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε. Δεν ήθελες να αποφασίσεις. Για αυτό αποφάσισα εγώ για εσένα».

«Δεν είναι πιόνι, δεν είναι αντικείμενο, δεν είναι παιχνίδι για να την πετάξεις στα χέρια αυτού του Μάγου. Νομίζεις πως έτσι θα λυθούν όλα σου τα προβλήματα; Ότι θα ξεφορτωθείς την ατίθαση Σκοτεινή κοπέλα που αγαπά ο γιος σου και ταυτόχρονα θα μπορέσει να εξαλείψεις αυτόν που μας απειλεί; Εύχομαι όλοι να ανακαλύψουν τη σάπια ψύχη σου, Κρίστοφερ Ντάνιελς».

«Ναι, αλλά τότε δε θα έχεις δυνατό αντίπαλο».

«Όχι… Αλλά θα έχω κάποιον άξιο» Η Αμάντα γύρισε την πλάτη της και κατευθύνθηκε προς την πόρτα. «Για ό,τι συμβεί στην Έμιλι Τόμσεν θα φταις εσύ».

 

 

 

Η Έμιλι μπήκε στο Bomb φοβισμένη. Τι κάνω εδώ; Γιατί είμαι μόνη μου; σκέφτηκε.

Κατέβηκε τα σκαλιά και μπλέχτηκε με το πλήθος. Θυμήθηκε γιατί είναι μόνη της. «Θα σε αφήσω μόνη σου. Γιατί αυτή τη στιγμή… Αυτό θέλω και εγώ». Τα λόγια του αντηχούσαν στα αυτιά της. Μπράβο, Έμς... Τον έκανες να σε μισήσει! σκέφτηκε θριαμβευτικά. Προχώρησε προς την μπάρα χωρίς να κοιτάξει προς τον όροφο των VIP.

Ο Κρίστοφερ Ντάνιελς τής επέτρεψε τόσο εύκολα να κάνει παρακολούθηση μόνη της. Δεν είναι λογικό. Τι θα κερδίσει από αυτό; σκέφτηκε. Δεν πρόλαβε να παραγγείλει καθώς ένα χέρι ακούμπησε απαλά τον ένα της ώμο.

«Γεια» της είπε μια γνώριμη φωνή. Όμως δεν ήταν μια οποιαδήποτε φωνή.

«Γκρεγκ!» είπε όσο πιο ενθουσιασμένα μπορούσε.

«Πού ήσουν χθες;» τη ρώτησε χαλαρά. «Το λέω επειδή εξαφανίστηκες ξαφνικά και… Σε περίμενα»

«Προέκυψε ένα σοβαρό οικογενειακό πρόβλημα και έπρεπε να φύγω αμέσως. Συγγνώμη. Πραγματικά λυπάμαι».

«Δεν πειράζει. Αυτό που έχει σημασία είναι πως είσαι εδώ απόψε». Μακάρι να μην ήμουν, σκέφτηκε. «Λοιπόν; Θες να έρθεις πάνω;» τη ρώτησε. Η Έμιλι πήρε μια βαθιά ανάσα. Πρέπει να βρεις την Ντέμυ, Έμς! σκέφτηκε.

«Ναι» του είπε τελικά. Τον ακολούθησε στον όροφο των VIP. Ήταν μόνος του όπως και χθες.

«Λοιπόν. Πες μου για εσένα, Τζέσικα» της είπε πίνοντας από το ποτό του.

«Είμαι δεκαεννιά. Ήρθα εδώ για διακοπές. Αυτά!» Η Έμιλι άρχισε να αραδιάζει ό,τι ψέμα μπορούσε και της φαινόταν πιστευτό.

«Δε σπουδάζεις;» τη ρώτησε.

«Α, όχι! Σειρά σου τώρα» του είπε. Εκείνος γέλασε.

«Εντάξει. Είμαι εικοσιέξι. Είμαι εδώ για δουλειά».

«Πρέπει να είναι πολύ σημαντική δουλειά για να χαραμίζεις τις καλοκαιρινές σου διακοπές».

«Είναι. Και θα αλλάξει τα πάντα».

«Γιατί; Τι δουλειά κάνεις;»

«Σειρά σου τώρα. Δε σπουδάζεις;»

«Σπουδάζω στη σχολή Καλών Τεχνών στη Νέα Υόρκη». Αυτό ήταν εν μέρει αλήθεια. Ήθελε να γίνει δεκτή στη σχολή Καλών Τεχνών.

«Ουάου! Είσαι των τεχνών λοιπόν!»

«Λοιπόν… Γκρεγκ! Είσαι μόνος;»

«Ναι. Εσύ;»

«Ναι».

Η ώρα πέρασε βασανιστικά αργά για την Έμιλι. Προσπαθούσε να παραμείνει ήρεμη έτσι ώστε να μην προδοθεί. Μέσα της όμως φοβόταν. Παράλληλα όμως ένιωθε και έναν απερίγραπτο θυμό. Αναρωτιόταν τι έπρεπε να κάνει. Να του επιτεθώ; Να του πω πως είμαι η Έμιλι Τόμσεν; Να φύγω; Σκεφτόταν πως ίσως ήταν κακή ιδέα να έρθει στο Bomb μόνη της. Και όμως όταν το ξανά σκεφτόταν ήταν σίγουρη πως δεν ήταν λανθασμένη η απόφασή της. Αν είχε έρθει μαζί με τον Μάικλ, ο Γκρεγκ δε θα της είχε μιλήσει. Δε θα καθόταν μαζί του αυτή τη στιγμή.

Έμς, πρέπει να κάνεις κάτι. Πρέπει να βρεις την Ντέμυ!

«Συγγνώμη, πρέπει να απαντήσω» είπε ο Γκρεγκ κρατώντας το κινητό στον αέρα. Η Έμιλι τον ακολούθησε με το βλέμμα της. Κατέβηκε τα σκαλιά και κατευθύνθηκε προς τι τουαλέτες. Να η ευκαιρία σου. Πήγαινε! Τώρα! φώναξε στον εαυτό της. Σηκώθηκε από τον καναπέ και κατέβηκε γρήγορα τη σκάλα.

Μπήκε αργά στον τεράστιο διάδρομο που οδηγούσε στις αντρικές και τις γυναικείες τουαλέτες. Το θέαμα που αντίκρισε την έκανε να ανατριχιάσει. Στον διάδρομο υπήρχαν άτομα κοκαλωμένα. Σαν να είχαν παγώσει στον χρόνο. Κοίταξε τριγύρω της ύποπτα. Ήξερε πως αυτό δεν ήταν φυσιολογικό. Ήταν σίγουρη για αυτό. Αν δεν ανέπνεαν θα ορκιζόταν πως ήταν αγάλματα. Πέρασε μπροστά από ένα παγωμένο ζευγάρι έτοιμο να φιληθεί, δίπλα από μια παρέα τεσσάρων κοριτσιών. Ήταν παγωμένες στη μέση μιας συζήτησης που η Έμιλι υπέθεσε πως είχε να κάνει με τα αγόρια που γνώρισαν στην μπάρα. Δεν ήθελε να τους ακουμπήσει. Είχε την εντύπωση πως αν το έκανε εκείνοι θα έπεφταν και θα έσπαγαν σε εκατομμύρια θρύψαλα. Ήξερε ποιος ευθυνόταν για αυτό. Ο «Μάγος» τους το είχε κάνει αυτό. Άκουσε μια φωνή στο βάθος. Πλησίασε προσπαθώντας να μην κάνει θόρυβο.

«Ηρέμισε και πες μου τι έγινε» φώναξε ο Γκρεγκ. «Σας έχω εξηγήσει πως δεν είναι τόσο εύκολο για να το κάνετε μόνοι σας. Μια λέξη να πείτε λάθος και θα δώσετε τις δυνάμεις σας σε αυτούς αντί να πάρετε τις δικές τους». Έκανε μια μεγάλη παύση. «Ο Τζάρετ μπορεί να πάει στον διάολο… Κάτι που θα γίνει σύντομα. Εγώ είμαι ο Αρχηγός σας. Εγώ παίρνω τις αποφάσεις. Βγάλ’ τον νοκ άουτ. Σε λίγο θα είμαι εκεί. Ώρα να σας διδάξω ένα σημαντικό μάθημα. Όποιος προσπαθήσει να κάνει κουμάντο στη δική μου σύναξη θα πληρώνει κάποιο τίμημα. Τίμημα νούμερο ένα: όποιος παρακούσει πάνω από δύο φορές διαταγή μου θα τιμωρείται με θάνατο. Ώρα για τον Τζάρετ να πεθάνει. Παίρνω τον καινούργιο και ερχόμαστε».

Η Έμιλι έκανε πίσω γρήγορα και η πόρτα μπροστά της άνοιξε. Ο Γκρεγκ την κοίταξε με κενό βλέμμα.

«Τι κάνεις εδώ;» 

 

 

 

 

Ο Μάικλ ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι του. Δεν ήξερε τι να κάνει. Ξαφνικά έπαψε να πιστεύει. Έπαψε να ελπίζει για την Έμιλι. Δεν μπορούσε να καταλάβει τι ήθελε από εκείνον, τι ήθεκε απ’ όλους. Οι σκέψεις του χάθηκαν με το που το κινητό του άρχισε να χτυπάει. Δεν αναγνώρισε τον αριθμό.

«Παρακαλώ!» είπε.

«Μάικλ» είπε η Αμάντα Σίμονς.

«Τι θες;» της είπε ξερά.

«Δεν πιστεύω πως ήθελες κάτι τέτοιο… Μου πήρε πολλή ώρα για να αποφασίσω αν πρέπει να σου μιλήσω ή όχι».

«Τι θες, Αμάντα;» της είπε εκνευρισμένος.

«Ο πατέρας σου έστειλε την Έμιλι στο Bomb. Θέλει να τη χρησιμοποιήσει ως δόλωμα για να βρούμε τον Μάγο. Δε συμφώνησα σ’ αυτό. Ό,τι συμβεί στην Έμιλι θα είναι εξ’ αιτίας του πατέρα σου».

Ο Μάικλ έκλεισε το κινητό αστραπιαία και σηκώθηκε από το κρεβάτι. Πρέπει να τη βρω. Πρέπει να προλάβω αυτό που πρόκειται να συμβεί.

 

 

 

 

Δεν μπήκε καν στον κόπο να αποφύγει την πραγματική της ταυτότητα. Τα μάτια της σκοτείνιασαν.

«Πού είναι;» τον ρώτησε εκνευρισμένη. Ο Γκρεγκ έπεσε στο πάτωμα πιάνοντας τον λαιμό του βήχοντας δυνατά. Από το στόμα του άρχισε να βγαίνει χώμα.

«Ποια είσαι;»

«Έμιλι Τόμσεν. Η κοπέλα που κυνηγάς. Δε χάρηκα καθόλου για τη γνωριμία» του είπε εκτινάσσοντάς τον στον τοίχο πίσω του. Ο Γκρεγκ σηκώθηκε από το πάτωμα και ψιθύρισε δυο λέξεις. Η Έμιλι έπεσε στο πάτωμα φωνάζοντας. Το κεφάλι της πονούσε.

Πέρασε τα χέρια του γύρω από τον λαιμό της και τη σήκωσε από το πάτωμα. Τα χέρια του ήταν τόσο σφιχτά γύρω από τον λαιμό της που σχεδόν δεν μπορούσε να αναπνεύσει.

«Βρε, βρε. Είχα ακούσει πως είσαι απρόβλεπτη, αλλά δεν περίμενα πως θα ήσουν τόσο αφελής ώστε να έρθεις εδώ μόνη σου. Δε χρειαζόταν να μου πεις το όνομά σου. Από τα μάτια σου και μόνο κατάλαβα πως ήσουν εσύ. Τόσο ψυχρά, τόσο απόμακρα. Το μαύρο των ματιών σου είναι αλλιώτικο από των υπόλοιπων Σκοτεινών. Και όχι επειδή χειρίζεσαι όλα τα στοιχεία… Αλλά επειδή έκανες κάτι πολύ κακό».

Η Έμιλι προσπαθούσε να πάρει ανάσα. Δεν μπορούσε να κουνήσει τα χέρια της για να τον απωθήσει. Είχαν παραλύσει. Επικεντρώθηκε στις δυνάμεις της και αμέσως εκείνος έπεσε στο πάτωμα φωνάζοντας, καθώς το κεφάλι του έκαιγε ενώ μέσα από το στόμα του άρχισε να βγαίνει νερό.

«Πού είναι; Έχεις τη φίλη μου… Πού είναι;» του φώναξε.

«Αν… Αν πάθω κάτι… Δεν πρόκειται… να… τη βρεις» της είπε βήχοντας.

«Θα το διακινδυνέψω»

Δεν μπορείς. Δεν πρέπει. Δεν πρέπει να τον σκοτώσεις! Δε θα υπάρχει γυρισμός. Πρέπει να βρεις την Ντέμυ. Σταμάτα!

Δεν πρόλαβε να σταματήσει. Το κεφάλι της άρχισε να σφυροκοπάει. Ήταν λες και εκατομμύρια καρφίτσες τρυπούσαν τον εγκέφαλό της. Έπεσε στο πάτωμα σφαδάζοντας. Τα μάτια της άρχισαν σιγά σιγά να θολώνουν όμως πρόλαβε να δει ποιος ήταν αυτός που ήρθε για να βοηθήσει τον Μάγο. Λίγο πριν λιποθυμήσει, είδε το πρόσωπό του. Ήταν ο Μέισον Ρέιμαν!

 

 

 

 

 

Μπήκε στο κλαμπ φοβισμένος. Ήταν λες και μπορούσε να αισθανθεί τον φόβο της. Ανέβηκε στον όροφο των VIP. Υπήρχε μόνο ένας άδειος καναπές. Ήταν ο καναπές που καθόταν ο «Μάγος» τα προηγούμενα βράδια. Κατέβηκε τα σκαλιά και έψαξε τριγύρω. Πλησίασε αργά την πόρτα που οδηγούσε στις τουαλέτες. Ο διάδρομος ήταν μισοσκότεινος. Για μια στιγμή ευχήθηκε να μπορούσε να χειριστεί το στοιχείο του φωτός, για να φωτίσει τον διάδρομο μπροστά του. Προχώρησε λίγο ακόμα και έπειτα σταμάτησε απότομα κοιτάζοντας τρομαγμένος το σκηνικό μπροστά του. Σώματα πεσμένα στο πάτωμα. Για λίγα δευτερόλεπτα νόμισε πως είχε μπει σε κάποιον εφιάλτη, σε μια σκηνή κάποιας ταινίας τρόμου. Αναρωτήθηκε αν ήταν νεκροί ή ζωντανοί. Έσκυψε πάνω από το σώμα ενός νεαρού και έφερε διστακτικά τα δυο του δάχτυλα στον καρπό του ελέγχοντας τον σφυγμό του. Ανάσανε ανακουφισμένος καθώς ο νεαρός ήταν ζωντανός. Αφού έλεγξε και την αναπνοή του σηκώθηκε και πέρασε ανάμεσα από τα λιπόθυμα παιδιά. Έβγαλε το κινητό του από την τσέπη του και την κάλεσε.

Ίσως να άλλαξε γνώμη και να μην ήρθε ποτέ στο κλαμπ. Ίσως να είναι στο σπίτι της σώα και μακριά από προβλήματα και μπελάδες. Ίσως να μην είναι αργά, σκεφτόταν γεμάτος ελπίδα.

Κάτι ακούστηκε στο βάθος του διαδρόμου. Ο Μάικλ προχώρησε διστακτικά και καχύποπτα προς το σημείο απ’ όπου ερχόταν ο ήχος. Πρόσεξε πως στο πάτωμα μπροστά του υπήρχε ένα τσαντάκι. Έσκυψε και το άνοιξε με κόπο. Ο ήχος ερχόταν από το τσαντάκι. Ήταν ένα κινητό. Κοίταξε την οθόνη με κενό βλέμμα για λίγα δευτερόλεπτα. Κάποιος Μάικλ καλούσε το συγκεκριμένο κινητό. Όταν επιτέλους συνήλθε μετά από μερικά δευτερόλεπτα κατάλαβε πως το κινητό ήταν της Έμιλι. Και κατάλαβε πως ήταν αργά.

 

 

 

 

Βρισκόταν σε ένα μισοσκότεινο δωμάτιο. Πάνω από το κεφάλι της υπήρχε μια και μοναδική λάμπα η οποία φώτιζε υπερβολικά τον χώρο γύρω της. Και αυτός ήταν ο λόγος που προσπαθούσε για πολλή ώρα να ανοίξει τα μάτια της. Πέρα από τον φωτεινό κλοιό δεν μπορούσε να διακρίνει τίποτα.

Τι συνέβη; Πού βρίσκομαι; σκέφτηκε.

Αυτή η σκηνή τής θύμισε κάτι. Το είχε ζήσει ξανά αυτό. Ναι! Όντως το είχε ξαναζήσει. Ήταν τότε που ξύπνησε σε εκείνο το κελί στο Αρχηγείο των Φωτεινών. Όλα άρχισαν να μπαίνουν σε μια σειρά στο μυαλό της. Η εξαφάνιση της Ντέμυ. Η παρακολούθηση του «Μάγου»… Ο Μάγος…

Τα μάτια της άνοιξαν διάπλατα. Προσπάθησε να κουνηθεί αλλά δεν μπόρεσε. Τα χέρια και τα πόδια της ήταν δεμένα δυνατά. Γυρνούσε το κεφάλι της δεξιά και αριστερά προσπαθώντας να δει κάτι ή κάποιον. Μόνο όταν σήκωσε ελαφρά το κεφάλι της βρήκε αυτό που έψαχνε. Ο «Μάγος» στεκόταν πάνω από το κεφάλι της με κενό βλέμμα. Έκανε μερικά βήματα και βρέθηκε δίπλα της.

«Καλώς ήλθες, Έμιλι Τόμσεν… Στον χειρότερό σου εφιάλτη» της είπε χαμογελώντας ειρωνικά.

Η ανάσα της κόπηκε απότομα. Όλα είχαν τελειώσει.     

     

 Rene Rafael