Εξόριστοι (Κεφάλαιο 40)

Drite

Είχε ξημερώσει, μα έξω ακόμα ήταν θεοσκότεινα. Η βροχή είχε σταματήσει αλλά ο ουρανός παρέμενε συννεφιασμένος. Η Drite ήταν καθισμένη στο κρεβάτι της κοιτώντας από το ανοιχτό παράθυρο, δεν μπόρεσε να κοιμηθεί όλο το βράδυ. Το μόνο που ήθελε ήταν να περάσει η ώρα, να σηκωθεί και να φύγει. Είχε μαζέψει ήδη τα πράγματά της, ένας μικρός σάκος με δυο τρία ρούχα και ένα μασούρι με χρήματα που είχε μαζέψει αυτά τα χρόνια με αιματηρές θυσίες.

Δεν είχε αποφασίσει ακόμα ποιος θα ήταν ο προορισμός της. Την ενδιέφερε

 μόνο να φτάσει στον σταθμό των λεωφορείων και θα αποφάσιζε εκεί για την πορεία της. Αυτό που έπρεπε όμως να κάνει πρώτα ήταν να περάσει πρώτα από το γυμναστήριο. Το όφειλε στον προπονητή της και στον εαυτό της πάνω από όλα.

Ξεκίνησε με τα πόδια, ήθελε να περπατήσει, να τη χτυπήσει λίγο ο καθαρός αέρας. Είχε αφήσει τον θείο της να κοιμάται στον καναπέ. Δεν ήθελε να τον ξυπνήσει, να του δώσει εξηγήσεις για οτιδήποτε. Ήθελε μόνο να φύγει, να εξαφανιστεί.

Φτάνοντας έσπρωξε την πόρτα και διαπίστωσε πως ήταν ανοιχτή. Στο βάθος είδε τον Θάνο με τα γάντια της πυγμαχίας να προπονείται στον μεγάλο σάκο. Δεν την κατάλαβε και για μια στιγμή δίστασε να προχωρήσει. Όσο και αν το ήθελε, δεν της ήταν εύκολο για αυτό το βήμα.

Ο Θάνος την αντιλήφθηκε και σταμάτησε απότομα. Την κοίταξε παραξενευμένος και μετά κοίταξε το μεγάλο ρολόι στον τοίχο απέναντί του.

-Νωρίς ήρθες, της είπε.

Κούνησε το κεφάλι της.

-Ετοιμάσου και ξεκίνα ζέσταμα.

Η Drite δεν κουνήθηκε από τη θέση της. Ο Θάνος την κοίταξε άγρια.

-Άκουσες τι σου είπα; Ξεκίνα ζέσταμα!

-Φεύγω, κόουτς, του είπε με σταθερή φωνή.

Έμεινε για μια στιγμή να την κοιτά έκπληκτος. Πέταξε τα γάντια του στο πάτωμα εκνευρισμένος και πήγε δίπλα της.

-Δεν υπάρχει λόγος αρκετά σοβαρός για να χάσεις έστω και μια μέρα προπόνησης.

Έσκυψε το κεφάλι της και τακτοποίησε αμήχανα τα μαλλιά της.

-Δεν κατάλαβες, κόουτς. Φεύγω.

Ο Θάνος γούρλωσε τα μάτια του.

-Τι είναι αυτά που λες;

Σήκωσε το κεφάλι της και τον κοίταξε. Το βλέμμα του φανέρωνε έκπληξη, δεν πίστευε αυτό που άκουγε.

-Ήρθε η ώρα να προχωρήσω, τίποτα δε με κρατάει εδώ.

-Και όλα αυτά; τη ρώτησε με πνιγμένη φωνή. Εδώ έχεις προοπτικές, έχεις δυνατότητες για κάτι πολύ μεγάλο, δεν το καταλαβαίνεις;

-Δεν έχω τίποτα, ότι με κρατούσε σε αυτό το τόπο δεν υπάρχει πια.

Έμειναν για λίγο σιωπηλοί.

-Θέλω να σε ευχαριστήσω για ό,τι έκανες για μένα. Πραγματικά σε ευχαριστώ.

Έκανε ένα νεύμα με το κεφάλι της για να τον χαιρετήσει και γύρισε να φύγει. Ο Θάνος την έπιασε από το μπράτσο και τη σταμάτησε.

-Δε θα πας πουθενά! της φώναξε.

Η Drite τον κοίταξε έκπληκτη. Προσπάθησε να ελευθερωθεί μα την κρατούσε σφιχτά.

-Άφησέ με! διαμαρτυρήθηκε.

-Δεν υπάρχει περίπτωση! Η θέση σου είναι εδώ και εδώ θα μείνεις!

Το βλέμμα το Θάνου ήταν αλλόκοτο, είχε κάτι στα μάτια του που την τρόμαζε.

-Με πονάς!

-Δε με ενδιαφέρει! Θα κάνεις ότι σου λέω, μ’ ακούς;

Η Drite έκανε μια τελευταία προσπάθεια και τίναξε το χέρι του από πάνω της.

-Δεν είμαι η κόρη σου! του φώναξε αγριεμένη.

Το τελευταίο έπεσε σαν κεραυνός στον Θάνο που έμενε να την κοιτά αποσβολωμένος. Η έκφραση του ξαφνικά έγινε τραγική και η Drite ένιωσε άσχημα. Πριν προλάβει όμως να ανοίξει το στόμα της να μιλήσει άκουσε μια γνώριμη φωνή που τη γέμισε με φόβο.

-Κάνε στην άκρη, Drite.

Γύρισε έντρομη και αντίκρισε τον θείο της με προτεταμένο το πιστόλι προς τη μεριά της.

-Θείε, τι κάνεις;

Την παραμέρισε και προχώρησε ένα βήμα πλησιάζοντας τον Θάνο. Τα μάτια του γυάλιζαν.

-Αυτός σου τα έκανε τα σημάδια χτες; τη ρώτησε χωρίς να την κοιτά.

-Drite, τι συμβαίνει; ρώτησε εκείνος αγριεμένος παρά φοβισμένος.

Η Drite έπιασε από το χέρι τον θείο της προσπαθώντας να τον αποτρέψει, μα η μεγαλύτερη σωματική του διάπλαση δεν της το επέτρεψε.

-Ο προπονητής μου είναι, θείε!

Ο Costa παρέμενε στη θέση του ακίνητος χωρίς να την ακούει.

-Σου είχα πει πως όποιος σου κάνει κακό θα τον σκοτώσω.

Ο Θάνος κοίταζε μια εκείνη μια τον θείο της, προσπαθώντας να ζυγίσει την κατάσταση. Η Drite κούνησε αρνητικά το κεφάλι της.

-Νομίζεις πως θα φοβηθώ; του είπε φουσκώνοντας το στήθος του. Ε;

Έκανε ένα βήμα προς την Drite. Ακούστηκε ένας πυροβολισμός και ξαφνικά όλα σκοτείνιασαν.

 Ηλίας Στεργίου