«Παραλίγο να με σκοτώσεις, ηλίθιε».
«Έπρεπε να τη βοηθήσω».
Άρχισα να τρέμω και έπεσα στο πάτωμα. Ο Ιβάν με πήρε αγκαλιά και με έβαλε στο κρεβάτι.
«Ήταν αναγκαίο να με κάψεις;» Ο Άλεξ ήταν φανερά εξοργισμένος.
«Προσπαθούσα να σε εντοπίσω» απολογήθηκε ο Ιβάν.
«Ναι, αλλά γιατί;»
«Είστε παραμπατάι. Χρειάζεται τη δύναμή σου, Άλεξ, για να μην πεθάνει».
Δεν κατάλαβα τίποτα από ότι έλεγαν. Παρόλα αυτά ο Άλεξ πρέπει να κατάλαβε γιατί με πλησίασε και μου έπιασε το χέρι.
«Κάποιος σας δημιούργησε έναν δεσμό πριν πολλά χρόνια. Όμως αυτός ο δεσμός δεν είναι αρκετά ισχυρός για να σωθεί η Αριάδνη. Άλεξ, πρέπει να συμφωνήσεις για να ενισχύσω τον δεσμό».
«Θα κάνω ό,τι χρειαστεί».
Ο Ιβάν ακούμπησε τα χέρια μας. Σταμάτησα να τρέμω.
«Ευχαριστώ» η φωνή μου βγήκε αδύναμη.
Ο Άλεξ έβγαλε την μπλούζα του. Στον ώμο του είχε σχηματιστεί ένα παράξενο σύμβολο. Κατέβασα λίγο την μπλούζα μου˙ είχα και εγώ το ίδιο.
«Δεν πρέπει να μάθει κανένας για αυτόν τον δεσμό, θα σας αφορίσουν» μας προειδοποίησε ο Ιβάν.
«Να κάνω μια ερώτηση γιατί θα σκάσω άμα δεν μάθω. Γιατί με δάγκωσε ο Σαμ;»
Ο Ιβάν έκανε τα χέρια του μπουνιές και ξεφύσησε.
«Άμα σε δάγκωνε και δεχόσουν να γίνεις βρικόλακας, θα μπορούσε να σε ελέγχει. Θέλει να εναντιωθεί στη μητέρα του και να γίνει διευθυντής του σχολείου. Όμως για να τη νικήσει χρειάζεται στρατό» μου έλυσε την απορία ο Άλεξ.
Το ρολόι του Άλεξ χτύπησε.
«Πρέπει να φύγω πριν κλείσουν οι πόρτες στον θάλαμό μου».
Τον ευχαρίστησα για ακόμα μια φορά και έφυγε. Ο Ιβάν έκατσε στο κρεβάτι. Κάθισα δίπλα του και ακούμπησα το κεφάλι μου στον ώμο του.
«Ευχαριστώ για όλα».
«Δεν κάνει τίποτα».
«Τι έχεις;»
«Τίποτα».
«Δεν είμαι ηλίθια. Αν ακουμπήσω το χέρι σου, θα μάθω τι έχεις. Πες μου για να μην το κάνω μόνη μου».
«Ο Σαμ δάγκωσε την κοπέλα μου πριν δύο χρόνια και...»
Κοίταξε τον τοίχο ανέκφραστα.
«Η κοπέλα μου ήταν λυκάνθρωπος. Πέθανε αμέσως. Δεν πρόλαβα να κάνω τίποτα για να τη σώσω».
«Γιατί δεν το είπες στη διευθύντρια;»
«Ο Σαμ πάντα την βγάζει καθαρή, αυτό είναι νόμος. Έχει έναν φίλο μάγο που έκανε ένα ξόρκι στη μητέρα του για να τον πιστεύει πάντα, όποια αρρωστημένη ιστορία και αν ξεφουρνίσει».
«Ιβάν, λυπάμαι». Ο Ιβάν μου τσίμπησε το μάγουλο.
«Περασμένα ξεχασμένα». Μπορούσα να διακρίνω τον πόνο στα μάτια του.
«Γιατί δε μου είπες ότι δεν ένιωσες τίποτα όταν ακούμπησες τον Άλεξ στον χορό;»
«Δε σε εμπιστευόμουν» απάντησα ειλικρινά.
«Αλήθεια, πώς το κατάλαβες;»
«Ο Άλεξ είναι ο μόνος υποκριτής του σχολείο, εκτός από εσένα, που γεννήθηκε την ίδια χρονιά με εσένα. Εμπιστεύτηκα τις πιθανότητες. Αυτό που με προβληματίζει είναι ποιος σας έκανε τον αρχικό δεσμό».
Δεν ήθελα να αναλύσω την ιστορία με τον δεσμό, οπότε αποφάσισα να αλλάξω θέμα.
«Ιβάν, μίλα μου για την κοπέλα σου».
«Γιατί κάποιος να θέλει να ακούσει για κάποιον που έχει πεθάνει;»
«Γιατί είναι πολύ ωραίο να ακούς τους άλλους να μιλούν για κάτι που αγαπάνε».
«Εντάξει λοιπόν. Είχε πορτοκαλί μαλλιά και πράσινα μάτια. Τα μάτια της είχαν κάτι που σε έκανε να τα ερωτευτείς. Ήρθε στην μέση της πρώτης χρονιάς. Μόλις την είδα την ερωτεύτηκα αμέσως. Ήταν καλόκαρδη. Παρόλο που ήταν λυκάνθρωπος, συμπεριφερόταν καλά στους βρικόλακες. Οι βρικόλακες τη σεβόντουσαν… Όλοι εκτός από τον Σαμ. Ήταν το πρώτο πάρτι της χρονιάς όταν ο Σαμ αποφάσισε να τη δαγκώσει. Δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω της και για αυτό την ακολούθησα στα κρυφά μέχρι τον διάδρομο. Ο Σαμ τότε την άρπαξε με δύναμη και την κόλλησε στον τοίχο. Μετά άνοιξε το στόμα του για να τη δαγκώσει. Δεν άντεχα άλλο και του έβαλα φωτιά στο παντελόνι. Άρχισε να ουρλιάζει από το κάψιμο. Πήγε αμέσως στο μπάνιο για να ρίξει νερό. Άρπαξα από το χέρι την Αμάντα και αρχίσαμε να τρέχουμε. Μόλις βεβαιώθηκα ότι ο Σαμ δε βρισκόταν κοντά σταμάτησα να τρέχω. Με κοίταξε στα μάτια και με φίλησε. Ήταν το πρώτο μου φιλί. Πριν προλάβω να την ρωτήσω αν ήταν καλά, είχε εξαφανιστεί. Πίστευα ότι ο Σαμ θα με μαρτυρούσε στη μητέρα του, αλλά δεν έκανε τίποτα. Είχε περάσει ένα εξάμηνο και εγώ και η Αμάντα ήμασταν ζευγάρι. Ο Σαμ έστειλε ένα χαρτάκι στην Αμάντα για να συναντηθούν στο υπόγειο του σχολείο. Η Αμάντα νόμιζε ότι το έστειλα εγώ και πήγε. Και τότε...»
«Δεν πειράζει, Ιβάν. Δεν είναι ανάγκη να συνεχίσεις».
«Εύχομαι να ήταν εδώ τώρα για να σε γνωρίσει». Κοκκίνησα ελαφρώς.
«Σιγά τη γνωριμία».
«Θα σε συμπαθούσε σίγουρα». Του ανακάτεψα τα μαλλιά και πήγα στο κρεβάτι μου.
«Καληνύχτα, Ιβάν».
***
Ο Ιβάν με σκούντησε απαλά για να ξυπνήσω. Άνοιξα τα μάτια μου και τον αγκάλιασα. Πήγα στο μπάνιο, ξεπλύθηκα και έβαλα ρούχα. Μετά ξαναβγήκα.
«Τι ώρα είναι;» τον ρώτησα γλυκά.
«Οκτώμιση». Του έριξα ένα βλέμμα γεμάτο μίσος.
«Γιατί με ξύπνησες μισή ώρα νωρίτερα;»
«Γιατί θα έρθει ο Λουκ, θέλει να μιλήσετε».
«Δε θέλω να του μιλήσω».
«Γιατί δε θες; Δεν φταίει αυτός που ο αδελφός του είναι τρελός».
«Η παρέα του είναι γεμάτη βρικόλακες, με κάνουν να νιώθω άβολα». Με κοίταξε με κατανόηση. Πόσο τον αγαπώ τον Ιβάν.
«Καλά θα του πω ότι θέλεις λίγο χρόνο». Τον αγκάλιασα.
«Είσαι ο καλύτερος». Ο Ιβάν βγήκε από την αγκαλιά μου και έβγαλε μια μπλούζα από την τσάντα του. Πήγε να σηκώσει την πιτζάμα-μπλούζα του για να αλλάξει.
«Στο μπάνιο τώρα. Μπορεί να σε αγαπάω, αλλά θα αλλάζεις ρούχα στο μπάνιο». Σήκωσε τα χέρια του ψηλά και ρολάρισε τα μάτια του. Μετά ευτυχώς πήγε στο μπάνιο. «Ιβάν!»
«Τι;» φώναξε μέσα από το μπάνιο.
«Στην τάξη κάθομαι δίπλα του. Θα πρέπει να τον ανεχτώ για τρεις ώρες». Ο Ιβάν βγήκε από το μπάνιο.
«Τότε υποθέτω η τύχη είναι με το μέρος σου».
«Γιατί το λες αυτό;» ποτέ η τύχη δεν είναι με το μέρος μου.
«Κάθε χρόνο μετά τον χορό, επειδή όλοι οι μαθητές ξενυχτάνε και την επομένη μέρα είναι πτώματα για να κάνουν μάθημα, πηγαίνουμε για ιππασία».
Τα λόγια του Ιβάν προκάλεσαν ένα μεγάλο χαμόγελο στο πρόσωπό μου. Για μια φορά κάτι όντως πήγαινε με το μέρος μου. Ο Ιβάν κοίταξε το ρολόι του και μου έγνεψε να φύγουμε.
Έλμινθα