Ήμουν βέβαιη ότι θα ανακάλυπτες αυτό το βιβλίο, αγάπη μου! Από πού αλλού θα ξεκινούσες να με ψάχνεις, αν όχι από το κρυφό μας εργαστήριο; Πρέπει να είναι η ασφαλέστερη κρυψώνα όχι μόνο στο Φάρρεν, αλλά και σε ολόκληρη την Ντοννόρια. Το αστείο είναι ότι για να το πετύχουμε αυτό έφτανε μόνο να ανακαινίσουμε το υπόγειο κάτω απ’ το παλιό οστεοφυλάκιο του νεκροταφείου και να στήσουμε μια φτηνή ιστορία φαντασμάτων γύρω από τον τάφο του πρώτου ιερέα της πόλης. Όλα τα άλλα ήρθαν από μόνα τους μετά.
Θυμάσαι, αλήθεια, πότε τα κάναμε όλα αυτά; Θα σου πω εγώ. Έχει είκοσι χρόνια πια. Ακριβώς όσα και ο γάμος μας. Ήμουν μικρό κοριτσάκι, όταν σε είδα, και σε ερωτεύτηκα με την πρώτη ματιά. Πλέον κοντεύω τα σαράντα. Πότε πέρασε ο καιρός, μου λες;
Τέλος πάντων. Κακώς σου γράφω πράγματα που ήδη γνωρίζεις. Είναι προτιμότερο να σου εξηγήσω αυτό που καίγεσαι να μάθεις: Το αν ευθύνομαι εγώ για όλα αυτά που λένε στην πόλη.
Είναι αλήθεια.
Εγώ τα έκανα όλα.
Εγώ προκάλεσα αυτό το λουτρό αίματος.
Εγώ κατακρεούργησα τον δήμαρχο και την ερωμένη του.
Αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά. Ήλπιζες να με βρεις εδώ μέσα με σάρκα και οστά για να σου δώσω τις πολυπόθητες εξηγήσεις. Αντί γι’ αυτό βρήκες ένα αλλόκοτο βιβλίο που δεν έχεις ξαναδεί ποτέ. Και ίσως και να το προσπερνούσες με τόσα που έχεις απόψε στο κεφάλι σου. Να όμως που ήταν το μοναδικό αντικείμενο επάνω στον πάγκο εργασίας μας, εκεί όπου έχουμε περάσει αναρίθμητες ώρες κάνοντας τα πειράματά μας. Οπότε ήμουν βέβαιη ότι θα το πλησίαζες. Όσο για τη συνέχεια… Δεν υπήρχε καμία περίπτωση να μην περιεργαστείς ένα ανοιχτό βιβλίο, που στο πρώτο του δισέλιδο έγραφε με κεφαλαία γράμματα: ΣΥΝΕΧΙΣΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΖΕΙΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΘΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ.
Φαντάζομαι ότι απορείς τώρα. Απορείς για πολλά. Όπως λόγου χάρη για το τι χρησιμοποίησα για να τα γράψω όλα αυτά. Υποψιάζεσαι ότι είναι αίμα. Σίγουρα αναρωτιέσαι και για την υφή που έχει το δέρμα του εξωφύλλου. Σου μοιάζει υπερβολικά ανθρώπινο για να το προσπεράσεις. Και τα συνδέεις όλα με τους φόνους που μόλις σου ομολόγησα, σωστά;
Κάνεις πολύ καλά. Όχι ότι περίμενα κάτι λιγότερο από τον άντρα της ζωής μου.
Τώρα, όμως, θα περάσουμε σε αυτά που δεν θα μπορέσεις να μαντέψεις χωρίς τη βοήθειά μου. Τα αναγράφω κλιμακωτά από το πιο ασήμαντο στο πιο σημαντικό:
1. Πώς σκότωσα τον δήμαρχο και την ερωμένη του;
2. Γιατί το έκανα;
3. Πότε πρόλαβα και έγραψα αυτές τις αράδες που διαβάζεις;
4. Πού βρίσκομαι τώρα;
Όχι, όχι. Δεν μου αρέσει έτσι όπως τα έγραψα. Θυμίζει συνταγή μαγειρικής και στο μαγείρεμα δεν ήμουν ποτέ καλή. Μπορεί να μη μου το είπες ποτέ ευθέως, αλλά πλέον ξέρω ότι αυτό πίστευες πάντα. Το ξέρω με σιγουριά. Μετά τα τελευταία που μου συνέβησαν, κάθε άνθρωπος είναι ανοιχτό βιβλίο για μένα. Αλλά ξεφεύγω συνεχώς από το θέμα μας, κι εσύ θέλεις απαντήσεις. Οπότε σου τις δίνω μαζεμένες.
Όπως θα θυμάσαι, παρά τη μεγάλη σου ταραχή, χθες γύρω στο σούρουπο ανέβηκα και πάλι στους Λυκόλοφους, επειδή μας είχαν τελειώσει μερικά σημαντικά φυτά για τα πειράματά μας. Έψαχνα κυρίως για νυχτολούλουδα και ανεμόεσες, αλλά κάποια στιγμή σκέφτηκα να αναζητήσω και μανδραγόρες οπότε πήγα λίγο δυτικότερα. Φυσούσε ήδη από το μεσημέρι, αλλά εκείνη την ώρα ο αέρας είχε τρελαθεί εντελώς. Ήταν τόσο δυνατός που έμοιαζε λες και κάθε λουλούδι της φύσης είχε τεντώσει τον βλαστό του και σφύριζε συντονισμένα με όλα τα υπόλοιπα, έτσι ώστε να δημιουργήσουν ένα μαζικό, αδυσώπητο ουρλιαχτό. Όσο στεκόμουν στα ανοιχτά κόντεψε να με παρασύρει σαν πούπουλο. Αναγκάστηκα να πέσω στα τέσσερα και σχεδόν να συρθώ μέχρι την πλησιέστερη συστάδα των δέντρων για να το αποφύγω.
Ούτε εκεί ένιωσα ασφαλής. Τα πιο σαθρά από τα κλαδιά των δέντρων άρχισαν να σπάνε και να πέφτουν τριγύρω μου. Στο τέλος υποχώρησε κι ένα τεράστιο δέντρο. Αυτό βέβαια ήταν και σωτήριο, αφού κούρνιασα δίπλα του και έτσι προστατεύτηκα σημαντικά.
Έπειτα από λίγο ο αέρας κόπασε. Ξάπλωσα κατευθείαν ανάσκελα και κοίταξα το φεγγάρι με ανακούφιση. Είχα πιστέψει ότι δεν θα το αντίκριζα ποτέ ξανά, όπως δεν θα αντίκριζα ούτε και τον ήλιο, καθώς και τον δικό μου ήλιο - εσένα δηλαδή, αγάπη μου! Όταν γύρισα στο πλάι για να σηκωθώ, ξέχασα μονομιάς τα πάντα. Βρισκόμουν στην άκρη του πεσμένου δέντρου, μια σπιθαμή από τις γέρικες ρίζες του, και εκείνο που έβλεπα πια ήταν μια κουφάλα που υπήρχε λίγο παραπάνω στον κορμό του. Όσο το δέντρο ήταν όρθιο, ήταν αδύνατον να την εντοπίσει κανείς. Όχι πια. Και, έτσι, πλέον έβλεπα και το ξύλινο κουτί που υπήρχε κρυμμένο μέσα της.
Το πήρα στα χέρια μου που ήδη έτρεμαν. Δεν ήταν και τόσο βαρύ, αλλά η ελπίδα μέσα μου χοροπηδούσε. Το φανταζόμουν γεμάτο χρυσά νομίσματα, τα οποία θα μας βοηθούσαν να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με μαγείες και αλχημείες στα κρυφά, προσπαθώντας να βελτιώσουμε την άθλια οικονομική μας κατάσταση.
Διαψεύστηκα.
Μέσα υπήρχε μόνο το βιβλίο που βλέπεις. Ομολογώ ότι μου φάνηκε εξαρχής μαγεμένο. Το ένιωσα με το που σήκωσα το καπάκι του κουτιού. Στη συνέχεια το άγγιξα κιόλας. Ασυναίσθητα. Και μετά το άνοιξα. Ασυναίσθητα κι αυτό.
Και μετά όλα άλλαξαν.
Δεν θυμάμαι καθόλου πώς κατέβηκα από το βουνό. Ήμουν σε μια αλλόκοτη κατάσταση, σαν να ζούσα σε όνειρο, ένα όνειρο δυσνόητο αλλά και ξεκάθαρο μαζί. Για το μόνο που πλέον ήμουν ήδη βέβαιη ήταν ότι δεν υπάρχει σημαντικότερη δύναμη από τη Γνώση. Περίμενε και θα καταλάβεις.
Επέστρεψα στο Φάρρεν γύρω στα μεσάνυχτα. Ήξερα εξαρχής ότι δε θα με είχες αναζητήσει - σου υπενθυμίζω πως είχαμε συνεννοηθεί ότι εγώ θα έμενα όλο το βράδυ στο εργαστήριο κι εσύ στην ταβέρνα μας για να καλύψεις την απουσία μου. Όμως, την ώρα που περνούσα από την πλατεία, άκουσα μια κραυγή πόνου από το σπίτι του δημάρχου και κατάλαβα ότι ήταν η κατάκοιτη μητέρα του. Και από τη στιγμή που εστίασα την προσοχή μου εκεί, ήταν πια αδύνατον να προσπεράσω αυτό που συνέβαινε. Όπως σου εξηγώ τόση ώρα, εξάλλου, η συνάντησή μου με το βιβλίο ήταν μια συνάντηση με την απόλυτη Γνώση.
Η πόρτα του σπιτιού ήταν κλειδωμένη αλλά το παράθυρο στον επάνω όροφο μια χαραμάδα ανοιχτό. Δίχως να το σκεφτώ καθόλου, έκανα ένα άλμα τριών μέτρων –ναι, καλά διάβασες–, και έφτασα με ευκολία στο περβάζι. Προσπέρασα το δωμάτιο της υπερήλικης γυναίκας και πήγα στο διπλανό. Εκεί ήταν ο δήμαρχός μας, αγκαλιά στο κρεβάτι με την κόρη του μυλωνά. Αυτό για μένα και για σένα δεν ήταν κάτι το άγνωστο, αφού πρόσφατα τους είχαμε δει να φιλιούνται λίγο έξω από το νεκροταφείο. Μόνο που πλέον ήξερα κι άλλα. Ήξερα ότι ο δήμαρχος δηλητηρίασε πρόσφατα τη γυναίκα του, για να μπορεί να έχει πλέον μόνιμα τη μικρή στο κρεβάτι του. Ότι μετά σκόπευαν να κάνουν το ίδιο και στον αρραβωνιαστικό της. Θύμωσα. Θύμωσα και μαζί σου, αγάπη μου, επειδή δεν μου είπες ποτέ ότι τους πούλησες ένα τέτοιο δηλητήριο, λες και δε θα σε καταλάβαινα. Ωστόσο, ας επικεντρωθούμε για λίγες αράδες ακόμα στα πιτσουνάκια μας, πριν περάσουμε στα δικά μας.
Και πάλι μπορεί να μην τους έκανα τίποτα. Αλλά πλέον ήξερα και κάτι άλλο. Ήξερα ότι ο δήμαρχός μας είχε παρατήσει εντελώς τη μάνα του. Την τάιζε και την καθάριζε μια φορά τη μέρα, μπας και επιτέλους πεθάνει και του αδειάσει τη γωνιά. Βαρέθηκε την ίδια του τη μητέρα, το πιστεύεις;
Αποφάσισα να δράσω. Αποφάσισα να περάσω τη φροντίδα της στην ανιψιά της. Ο γιος της και η ερωμένη του δεν άξιζαν να ζουν.
Μπήκα στο δωμάτιό τους γκρεμίζοντας την πόρτα. Ήταν σκέτη απόλαυση να βλέπεις τον δήμαρχό μας, αυτόν τον δίμετρο γίγαντα να χλωμιάζει και να γουρλώνει έντρομος τα μάτια με το που με αντίκρισε. Δεν λέω, ήταν και πάλι αρκετά γενναίος και αποφάσισε να αρπάξει το σπαθί του για να με πολεμήσει. Αλλά δεν είχε καμία ελπίδα.
Πήδησα επάνω του και τον έκανα χίλια κομμάτια μπροστά στην ερωμένη του. Εκείνη απέμεινε ακίνητη και έντρομη, να ουρλιάζει για βοήθεια. Έτσι προδόθηκε η παρουσία μου στον χώρο, αφού εκείνη την ώρα περνούσαν κάτω από το σπίτι τρεις άντρες και την άκουσαν. Σύντομα βέβαια την κομμάτιασα κι αυτήν, και το βούλωσε οριστικά.
Τώρα φαντάζομαι ότι θα απορείς, αγάπη μου. Ήμουν η μισή από τον δήμαρχο και θεωρητικά θα μπορούσε να με τσακίσει με το ένα του χέρι. Αντί γι’ αυτό έγιναν όσα έγιναν και βρέθηκες απέναντι από ένα βιβλίο που γράφεται με το αίμα του. Θέλεις να καταλάβεις πώς; Γύρνα σελίδα και θα δεις.
Γιατί γουρλώνεις τα μάτια σου, αγάπη μου; Σου κάνει εντύπωση που οι αράδες γράφονται αυτήν τη στιγμή; Μα δε σου είπα εξαρχής ότι το βιβλίο είναι μαγεμένο;
Αυτό που δεν σου είπα είναι ότι πολέμησα κι εγώ για να αποφύγω αυτό που μου συνέβη. Ναι, το πρώτο πράγμα που έκανα, όταν αντίκρισα το βιβλίο, ήταν να το πετάξω κάτω, όπως κι εσύ τώρα. Πήγα και να τρέξω, αλλά τότε το είδα να μεταβάλλει τον όγκο του και να τυλίγεται γύρω από το πόδι μου. Ναι, ακριβώς έτσι!
Για εμένα βέβαια τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα απ’ ό,τι για σένα, αγάπη μου. Η ψυχή μου ήταν η πρώτη που απορρόφησε και ευτυχώς στο τέλος είχα τη σύνεση να αποδεχτώ εθελοντικά τη μοίρα μου - αν και ομολογώ ότι για λίγο προσπάθησα κι εγώ να το σκίσω. Μάταιος ο κόπος, μην προσπαθείς άλλο. Μην προσπαθείς και να φύγεις, γιατί, όπως βλέπεις, ο τόπος γέμισε με χάρτινα πλοκάμια που δεν σε αφήνουν να πας πουθενά.
Τι έλεγα; Α, για το ότι τελικά το άφησα να με απορροφήσει με τη θέλησή μου. Σοφή επιλογή. Αυτή η πράξη με κατέστησε βασίλισσα στις λευκές του σελίδες. Δεν ξέρω τι δαίμονας το δημιούργησε, αλλά μου έχει παραχωρήσει απλόχερα τον θρόνο εδώ μέσα. Εγώ το κινώ. Όσα γίνονται είναι με τη δική μου βούληση. Εγώ ήθελα να κατασπαράξω τον δήμαρχο και την ερωμένη του, έτσι ώστε να έχω εδώ μέσα τις ψυχές τους και να τις τιμωρώ. Εγώ ήθελα να έχει το βιβλίο τη δική μου μορφή όσο ούρλιαζε η λεγάμενη, έτσι ώστε να μαθευτούν όλα και έτσι να έρθεις να με γυρέψεις εδώ.
Ξέχασα να σου πω ότι μετά πήγα και στη δική σου ερωμένη. Ομολογώ ότι ήταν σοκαριστικό όταν το έμαθα - δεν είχα υποψιαστεί ποτέ το παραμικρό. Και το αστείο είναι ότι θα ήμουν ικανή μέχρι και να σε συγχωρήσω, αν το μάθαινα υπό διαφορετικές συνθήκες. Θα σου έδινα μέχρι και δεύτερη ευκαιρία, παραδεχόμενη ότι είσαι άντρας και ότι δικαιούσουν κι εσύ μια κουτσουκέλα ύστερα από μια εικοσαετία γάμου.
Πόσο ηλίθια θα ήμουν; Διότι πλέον έχω τη Γνώση. Επίσης έχω και την ερωμένη σου εδώ μέσα. Η οποία μου ομολόγησε πως, όταν έμαθε για το δηλητήριο που πάσαρες στον δήμαρχο, σου πρότεινε να το χρησιμοποιήσετε και σ’ εμένα. Κι εσύ αποφάσισες να δεχτείς, αγάπη μου. Οπότε σταμάτα να ουρλιάζεις τώρα που οι σελίδες του βιβλίου μεγάλωσαν και έγιναν ολόιδιες με κοφτερά πριόνια.
Εδώ μέσα θα περάσεις πολύ χειρότερα, αιώνιε σκλάβε μου. Και θα δεις όλα όσα σκοπεύω να κάνω. Θα δεις το βιβλίο να μεγαλώνει συνεχώς. Το φαντάζομαι να επισκέπτεται καθημερινά ψεύτες και υποκριτές και να γίνεται μια αιματηρή εγκυκλοπαίδεια προδοσίας.
Θυμάσαι, αλήθεια, πότε τα κάναμε όλα αυτά; Θα σου πω εγώ. Έχει είκοσι χρόνια πια. Ακριβώς όσα και ο γάμος μας. Ήμουν μικρό κοριτσάκι, όταν σε είδα, και σε ερωτεύτηκα με την πρώτη ματιά. Πλέον κοντεύω τα σαράντα. Πότε πέρασε ο καιρός, μου λες;
Τέλος πάντων. Κακώς σου γράφω πράγματα που ήδη γνωρίζεις. Είναι προτιμότερο να σου εξηγήσω αυτό που καίγεσαι να μάθεις: Το αν ευθύνομαι εγώ για όλα αυτά που λένε στην πόλη.
Είναι αλήθεια.
Εγώ τα έκανα όλα.
Εγώ προκάλεσα αυτό το λουτρό αίματος.
Εγώ κατακρεούργησα τον δήμαρχο και την ερωμένη του.
Αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά. Ήλπιζες να με βρεις εδώ μέσα με σάρκα και οστά για να σου δώσω τις πολυπόθητες εξηγήσεις. Αντί γι’ αυτό βρήκες ένα αλλόκοτο βιβλίο που δεν έχεις ξαναδεί ποτέ. Και ίσως και να το προσπερνούσες με τόσα που έχεις απόψε στο κεφάλι σου. Να όμως που ήταν το μοναδικό αντικείμενο επάνω στον πάγκο εργασίας μας, εκεί όπου έχουμε περάσει αναρίθμητες ώρες κάνοντας τα πειράματά μας. Οπότε ήμουν βέβαιη ότι θα το πλησίαζες. Όσο για τη συνέχεια… Δεν υπήρχε καμία περίπτωση να μην περιεργαστείς ένα ανοιχτό βιβλίο, που στο πρώτο του δισέλιδο έγραφε με κεφαλαία γράμματα: ΣΥΝΕΧΙΣΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΖΕΙΣ ΓΙΑ ΝΑ ΜΑΘΕΙΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ.
Φαντάζομαι ότι απορείς τώρα. Απορείς για πολλά. Όπως λόγου χάρη για το τι χρησιμοποίησα για να τα γράψω όλα αυτά. Υποψιάζεσαι ότι είναι αίμα. Σίγουρα αναρωτιέσαι και για την υφή που έχει το δέρμα του εξωφύλλου. Σου μοιάζει υπερβολικά ανθρώπινο για να το προσπεράσεις. Και τα συνδέεις όλα με τους φόνους που μόλις σου ομολόγησα, σωστά;
Κάνεις πολύ καλά. Όχι ότι περίμενα κάτι λιγότερο από τον άντρα της ζωής μου.
Τώρα, όμως, θα περάσουμε σε αυτά που δεν θα μπορέσεις να μαντέψεις χωρίς τη βοήθειά μου. Τα αναγράφω κλιμακωτά από το πιο ασήμαντο στο πιο σημαντικό:
1. Πώς σκότωσα τον δήμαρχο και την ερωμένη του;
2. Γιατί το έκανα;
3. Πότε πρόλαβα και έγραψα αυτές τις αράδες που διαβάζεις;
4. Πού βρίσκομαι τώρα;
Όχι, όχι. Δεν μου αρέσει έτσι όπως τα έγραψα. Θυμίζει συνταγή μαγειρικής και στο μαγείρεμα δεν ήμουν ποτέ καλή. Μπορεί να μη μου το είπες ποτέ ευθέως, αλλά πλέον ξέρω ότι αυτό πίστευες πάντα. Το ξέρω με σιγουριά. Μετά τα τελευταία που μου συνέβησαν, κάθε άνθρωπος είναι ανοιχτό βιβλίο για μένα. Αλλά ξεφεύγω συνεχώς από το θέμα μας, κι εσύ θέλεις απαντήσεις. Οπότε σου τις δίνω μαζεμένες.
Όπως θα θυμάσαι, παρά τη μεγάλη σου ταραχή, χθες γύρω στο σούρουπο ανέβηκα και πάλι στους Λυκόλοφους, επειδή μας είχαν τελειώσει μερικά σημαντικά φυτά για τα πειράματά μας. Έψαχνα κυρίως για νυχτολούλουδα και ανεμόεσες, αλλά κάποια στιγμή σκέφτηκα να αναζητήσω και μανδραγόρες οπότε πήγα λίγο δυτικότερα. Φυσούσε ήδη από το μεσημέρι, αλλά εκείνη την ώρα ο αέρας είχε τρελαθεί εντελώς. Ήταν τόσο δυνατός που έμοιαζε λες και κάθε λουλούδι της φύσης είχε τεντώσει τον βλαστό του και σφύριζε συντονισμένα με όλα τα υπόλοιπα, έτσι ώστε να δημιουργήσουν ένα μαζικό, αδυσώπητο ουρλιαχτό. Όσο στεκόμουν στα ανοιχτά κόντεψε να με παρασύρει σαν πούπουλο. Αναγκάστηκα να πέσω στα τέσσερα και σχεδόν να συρθώ μέχρι την πλησιέστερη συστάδα των δέντρων για να το αποφύγω.
Ούτε εκεί ένιωσα ασφαλής. Τα πιο σαθρά από τα κλαδιά των δέντρων άρχισαν να σπάνε και να πέφτουν τριγύρω μου. Στο τέλος υποχώρησε κι ένα τεράστιο δέντρο. Αυτό βέβαια ήταν και σωτήριο, αφού κούρνιασα δίπλα του και έτσι προστατεύτηκα σημαντικά.
Έπειτα από λίγο ο αέρας κόπασε. Ξάπλωσα κατευθείαν ανάσκελα και κοίταξα το φεγγάρι με ανακούφιση. Είχα πιστέψει ότι δεν θα το αντίκριζα ποτέ ξανά, όπως δεν θα αντίκριζα ούτε και τον ήλιο, καθώς και τον δικό μου ήλιο - εσένα δηλαδή, αγάπη μου! Όταν γύρισα στο πλάι για να σηκωθώ, ξέχασα μονομιάς τα πάντα. Βρισκόμουν στην άκρη του πεσμένου δέντρου, μια σπιθαμή από τις γέρικες ρίζες του, και εκείνο που έβλεπα πια ήταν μια κουφάλα που υπήρχε λίγο παραπάνω στον κορμό του. Όσο το δέντρο ήταν όρθιο, ήταν αδύνατον να την εντοπίσει κανείς. Όχι πια. Και, έτσι, πλέον έβλεπα και το ξύλινο κουτί που υπήρχε κρυμμένο μέσα της.
Το πήρα στα χέρια μου που ήδη έτρεμαν. Δεν ήταν και τόσο βαρύ, αλλά η ελπίδα μέσα μου χοροπηδούσε. Το φανταζόμουν γεμάτο χρυσά νομίσματα, τα οποία θα μας βοηθούσαν να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με μαγείες και αλχημείες στα κρυφά, προσπαθώντας να βελτιώσουμε την άθλια οικονομική μας κατάσταση.
Διαψεύστηκα.
Μέσα υπήρχε μόνο το βιβλίο που βλέπεις. Ομολογώ ότι μου φάνηκε εξαρχής μαγεμένο. Το ένιωσα με το που σήκωσα το καπάκι του κουτιού. Στη συνέχεια το άγγιξα κιόλας. Ασυναίσθητα. Και μετά το άνοιξα. Ασυναίσθητα κι αυτό.
Και μετά όλα άλλαξαν.
Δεν θυμάμαι καθόλου πώς κατέβηκα από το βουνό. Ήμουν σε μια αλλόκοτη κατάσταση, σαν να ζούσα σε όνειρο, ένα όνειρο δυσνόητο αλλά και ξεκάθαρο μαζί. Για το μόνο που πλέον ήμουν ήδη βέβαιη ήταν ότι δεν υπάρχει σημαντικότερη δύναμη από τη Γνώση. Περίμενε και θα καταλάβεις.
Επέστρεψα στο Φάρρεν γύρω στα μεσάνυχτα. Ήξερα εξαρχής ότι δε θα με είχες αναζητήσει - σου υπενθυμίζω πως είχαμε συνεννοηθεί ότι εγώ θα έμενα όλο το βράδυ στο εργαστήριο κι εσύ στην ταβέρνα μας για να καλύψεις την απουσία μου. Όμως, την ώρα που περνούσα από την πλατεία, άκουσα μια κραυγή πόνου από το σπίτι του δημάρχου και κατάλαβα ότι ήταν η κατάκοιτη μητέρα του. Και από τη στιγμή που εστίασα την προσοχή μου εκεί, ήταν πια αδύνατον να προσπεράσω αυτό που συνέβαινε. Όπως σου εξηγώ τόση ώρα, εξάλλου, η συνάντησή μου με το βιβλίο ήταν μια συνάντηση με την απόλυτη Γνώση.
Η πόρτα του σπιτιού ήταν κλειδωμένη αλλά το παράθυρο στον επάνω όροφο μια χαραμάδα ανοιχτό. Δίχως να το σκεφτώ καθόλου, έκανα ένα άλμα τριών μέτρων –ναι, καλά διάβασες–, και έφτασα με ευκολία στο περβάζι. Προσπέρασα το δωμάτιο της υπερήλικης γυναίκας και πήγα στο διπλανό. Εκεί ήταν ο δήμαρχός μας, αγκαλιά στο κρεβάτι με την κόρη του μυλωνά. Αυτό για μένα και για σένα δεν ήταν κάτι το άγνωστο, αφού πρόσφατα τους είχαμε δει να φιλιούνται λίγο έξω από το νεκροταφείο. Μόνο που πλέον ήξερα κι άλλα. Ήξερα ότι ο δήμαρχος δηλητηρίασε πρόσφατα τη γυναίκα του, για να μπορεί να έχει πλέον μόνιμα τη μικρή στο κρεβάτι του. Ότι μετά σκόπευαν να κάνουν το ίδιο και στον αρραβωνιαστικό της. Θύμωσα. Θύμωσα και μαζί σου, αγάπη μου, επειδή δεν μου είπες ποτέ ότι τους πούλησες ένα τέτοιο δηλητήριο, λες και δε θα σε καταλάβαινα. Ωστόσο, ας επικεντρωθούμε για λίγες αράδες ακόμα στα πιτσουνάκια μας, πριν περάσουμε στα δικά μας.
Και πάλι μπορεί να μην τους έκανα τίποτα. Αλλά πλέον ήξερα και κάτι άλλο. Ήξερα ότι ο δήμαρχός μας είχε παρατήσει εντελώς τη μάνα του. Την τάιζε και την καθάριζε μια φορά τη μέρα, μπας και επιτέλους πεθάνει και του αδειάσει τη γωνιά. Βαρέθηκε την ίδια του τη μητέρα, το πιστεύεις;
Αποφάσισα να δράσω. Αποφάσισα να περάσω τη φροντίδα της στην ανιψιά της. Ο γιος της και η ερωμένη του δεν άξιζαν να ζουν.
Μπήκα στο δωμάτιό τους γκρεμίζοντας την πόρτα. Ήταν σκέτη απόλαυση να βλέπεις τον δήμαρχό μας, αυτόν τον δίμετρο γίγαντα να χλωμιάζει και να γουρλώνει έντρομος τα μάτια με το που με αντίκρισε. Δεν λέω, ήταν και πάλι αρκετά γενναίος και αποφάσισε να αρπάξει το σπαθί του για να με πολεμήσει. Αλλά δεν είχε καμία ελπίδα.
Πήδησα επάνω του και τον έκανα χίλια κομμάτια μπροστά στην ερωμένη του. Εκείνη απέμεινε ακίνητη και έντρομη, να ουρλιάζει για βοήθεια. Έτσι προδόθηκε η παρουσία μου στον χώρο, αφού εκείνη την ώρα περνούσαν κάτω από το σπίτι τρεις άντρες και την άκουσαν. Σύντομα βέβαια την κομμάτιασα κι αυτήν, και το βούλωσε οριστικά.
Τώρα φαντάζομαι ότι θα απορείς, αγάπη μου. Ήμουν η μισή από τον δήμαρχο και θεωρητικά θα μπορούσε να με τσακίσει με το ένα του χέρι. Αντί γι’ αυτό έγιναν όσα έγιναν και βρέθηκες απέναντι από ένα βιβλίο που γράφεται με το αίμα του. Θέλεις να καταλάβεις πώς; Γύρνα σελίδα και θα δεις.
Γιατί γουρλώνεις τα μάτια σου, αγάπη μου; Σου κάνει εντύπωση που οι αράδες γράφονται αυτήν τη στιγμή; Μα δε σου είπα εξαρχής ότι το βιβλίο είναι μαγεμένο;
Αυτό που δεν σου είπα είναι ότι πολέμησα κι εγώ για να αποφύγω αυτό που μου συνέβη. Ναι, το πρώτο πράγμα που έκανα, όταν αντίκρισα το βιβλίο, ήταν να το πετάξω κάτω, όπως κι εσύ τώρα. Πήγα και να τρέξω, αλλά τότε το είδα να μεταβάλλει τον όγκο του και να τυλίγεται γύρω από το πόδι μου. Ναι, ακριβώς έτσι!
Για εμένα βέβαια τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα απ’ ό,τι για σένα, αγάπη μου. Η ψυχή μου ήταν η πρώτη που απορρόφησε και ευτυχώς στο τέλος είχα τη σύνεση να αποδεχτώ εθελοντικά τη μοίρα μου - αν και ομολογώ ότι για λίγο προσπάθησα κι εγώ να το σκίσω. Μάταιος ο κόπος, μην προσπαθείς άλλο. Μην προσπαθείς και να φύγεις, γιατί, όπως βλέπεις, ο τόπος γέμισε με χάρτινα πλοκάμια που δεν σε αφήνουν να πας πουθενά.
Τι έλεγα; Α, για το ότι τελικά το άφησα να με απορροφήσει με τη θέλησή μου. Σοφή επιλογή. Αυτή η πράξη με κατέστησε βασίλισσα στις λευκές του σελίδες. Δεν ξέρω τι δαίμονας το δημιούργησε, αλλά μου έχει παραχωρήσει απλόχερα τον θρόνο εδώ μέσα. Εγώ το κινώ. Όσα γίνονται είναι με τη δική μου βούληση. Εγώ ήθελα να κατασπαράξω τον δήμαρχο και την ερωμένη του, έτσι ώστε να έχω εδώ μέσα τις ψυχές τους και να τις τιμωρώ. Εγώ ήθελα να έχει το βιβλίο τη δική μου μορφή όσο ούρλιαζε η λεγάμενη, έτσι ώστε να μαθευτούν όλα και έτσι να έρθεις να με γυρέψεις εδώ.
Ξέχασα να σου πω ότι μετά πήγα και στη δική σου ερωμένη. Ομολογώ ότι ήταν σοκαριστικό όταν το έμαθα - δεν είχα υποψιαστεί ποτέ το παραμικρό. Και το αστείο είναι ότι θα ήμουν ικανή μέχρι και να σε συγχωρήσω, αν το μάθαινα υπό διαφορετικές συνθήκες. Θα σου έδινα μέχρι και δεύτερη ευκαιρία, παραδεχόμενη ότι είσαι άντρας και ότι δικαιούσουν κι εσύ μια κουτσουκέλα ύστερα από μια εικοσαετία γάμου.
Πόσο ηλίθια θα ήμουν; Διότι πλέον έχω τη Γνώση. Επίσης έχω και την ερωμένη σου εδώ μέσα. Η οποία μου ομολόγησε πως, όταν έμαθε για το δηλητήριο που πάσαρες στον δήμαρχο, σου πρότεινε να το χρησιμοποιήσετε και σ’ εμένα. Κι εσύ αποφάσισες να δεχτείς, αγάπη μου. Οπότε σταμάτα να ουρλιάζεις τώρα που οι σελίδες του βιβλίου μεγάλωσαν και έγιναν ολόιδιες με κοφτερά πριόνια.
Εδώ μέσα θα περάσεις πολύ χειρότερα, αιώνιε σκλάβε μου. Και θα δεις όλα όσα σκοπεύω να κάνω. Θα δεις το βιβλίο να μεγαλώνει συνεχώς. Το φαντάζομαι να επισκέπτεται καθημερινά ψεύτες και υποκριτές και να γίνεται μια αιματηρή εγκυκλοπαίδεια προδοσίας.