Σχολείο για Διαφορετικούς (Κεφάλαιο 6)

«Δεν ξέρω πώς θα πάει το πράγμα με τον Λουκ. Λογικά τώρα θα έχει νευριάσει μαζί μου, επειδή τον αγνοούσα, και δε θα θέλει να μιλήσουμε».

«Όλα καλά θα πάνε» με καθησύχασε ο Ιβάν.

«Λες;»

«Λέω». Ο Ιβάν άνοιξε την πόρτα του δωματίου και μου έκανε χώρο για να περάσω.

«Μα τι gentleman!»

«Έτσι, για να μάθεις να εκτιμάς ότι έχεις».

«Μα το κάνω ήδη».

Μετά από λίγο φτάσαμε στην αίθουσά μου. Ο Ιβάν μού έκλεισε το μάτι και πήγε στη δική του. Πάλι είχα αργήσει. Με κατεβασμένο κεφάλι περπάτησα μέχρι το θρανίο μου. Ο Λουκ δεν μπήκε καν στον κόπο να με κοιτάξει. Έβγαλα ένα μολύβι από την κασετίνα μου και έγραψα στο θρανίο συγγνώμη. Ο Λουκ το έσβησε με τη σβήστρα.

«Ειλικρινά, συγγνώμη» ψιθύρισα.

Με κοίταξε με τα απαίσια γαλάζια του μάτια. Δεν είπε τίποτα και ξαναγύρισε το κεφάλι του προς τον πίνακα. Αποφάσισα να παρακολουθήσω και εγώ. Η καθηγήτρια μιλούσε για το δάγκωμα βρικόλακα και μας έδειξε μερικές φωτογραφίες σε Power- Point. Μέρα που τη βρήκε. Σήκωσα δειλά το χέρι.

«Μπορώ να πάω τουαλέτα; Είναι ανάγκη». Η κυρία Μοντγκόμερι με κοίταξε με σηκωμένο φρύδι.

«Θα σε άφηνα, Αριάδνη, αλλά κάθε μέρα αργείς. Χάνεις που χάνεις το μισό μάθημα, δε θα σε αφήσω να χάσεις και το υπόλοιπο». Δεν είπα τίποτα. Η καθηγήτρια συνέχισε το μάθημα. Η θερμοκρασία στο σώμα μου άρχισε να αλλάζει και ήμουν σίγουρη ότι μετά από λίγο θα έκλαιγα. Ο Λουκ το κατάλαβε και μου έπιασε το χέρι. Οκέυ, αυτό δεν το περίμενα.

«Ευχαριστώ». Ο Λουκ απλά χαμογέλασε.

***

Χτύπησε το κουδούνι και όλοι βγήκαμε τρέχοντας στην αυλή.

«Είσαι εντάξει;» ρώτησε με ενδιαφέρον ο Λουκ.

«Ναι, ευχαριστώ και πάλι».

«Δεν έκανα και τίποτα σπουδαίο. Να υποθέσω εμείς είμαστε εντάξει, σωστά;»

«Σωστά». Τον αγκάλιασα όσο πιο σφιχτά μπορούσα. Ο Λουκ ανταπέδωσε. Δεν ξέρω τι κολόνια φορούσε, αλλά κόντευα να λιποθυμήσω.

«Θα με σκάσεις» με κοίταξε και καλά εκνευρισμένος ο Λουκ.

«Έτσι δείχνω την αγάπη μου εγώ».

«Εντάξει, Πύθωνα, δεν επιμένω». Του χαμογέλασα. Ευτυχώς με τον Λουκ τα βρήκαμε. «Πάμε στην δεξιά πτέρυγα;» με ρώτησε.

«Μέσα, πάμε».

Περπατούσαμε προς τα εκεί όταν άρχισα να νιώθω έναν κόμπο στο στομάχι μου. Επίσης, ήμουν στεναχωρημένη και μου ερχόταν να κλάψω όπως όταν πέθανε η πρώτη μου γάτα. Και τότε κατάλαβα γιατί. Ο Άλεξ είχε κολλήσει την Κλαίρη στον τοίχο και τη φιλούσε στον λαιμό. Το θέμα είναι ότι δε μου αρέσει ο Άλεξ. Άρχισα να περπατάω πιο γρήγορα.

«Γιατί πας τόσο γρήγορα;»

«Είναι περίπλοκο». Όταν ο Λουκ βεβαιώθηκε ότι δεν υπήρχε κανένας τριγύρω με ρώτησε.

«Είσαι ερωτευμένη με τον Άλεξ;»

«Τι; Όχι. Είναι περίπλοκο».

«Τότε γιατί είσαι έτοιμη να κλάψεις;»

«Δεν ξέρω».

«Δεν είναι κακό να παραδεχτείς ότι είσαι ερωτευμένη μαζί του».

«Λουκ! Δεν είμαι, αλήθεια».

Ο Λουκ ευτυχώς σταμάτησε να μιλάει για αυτό. Αν ξέρω κάτι στα σίγουρα αυτό είναι ότι δεν είμαι ερωτευμένη μαζί του. Μπορεί ο Άλεξ να έχει το πιο ωραίο χαμόγελο και να είναι υπερβολικά γλυκός, αλλά δεν είμαι ερωτευμένη μαζί του. Και ενώ είμαι χαρούμενη που τα έχει με την Κλαίρη, είμαι παράλληλα πιο στεναχωρημένη από ποτέ.

***

Όταν τελείωσαν τα μαθήματα πήγα στο δωμάτιό μου για να κλάψω με την ησυχία μου. Η πόρτα άνοιξε και ο Ιβάν μπήκε μέσα με την ανησυχία ζωγραφισμένη στο πρόσωπο του.

«Αγάπη μου, είσαι καλά;»

«Ποιος σου είπε ότι δεν είμαι καλά;»

«Ο Λουκ». Ο Ιβάν με έβαλε μέσα στην αγκαλιά του. Για λίγη ώρα μείναμε έτσι. Μετά από λίγο μου σήκωσε το κεφάλι. «Πες μου».

«Θα πεις ότι κλαίω για χαζομάρες». Ο Ιβάν σκούπισε ένα δάκρυ που έπεσε στο μάγουλό μου.

«Δεν θα το πω, μην ανησυχείς». Δεν ήμουν σίγουρη για αυτό που θα έλεγα.

«Νομίζω είμαι ερωτευμένη με τον Άλεξ. Όμως δε θέλω να είμαι ερωτευμένη μαζί του, αλήθεια».

«Πού είναι το κακό; Εννοώ κλαις επειδή είσαι ερωτευμένη μαζί του;»

«Φιλιόταν με την Κλαίρη στον διάδρομο». Άρχισα να κλαίω σαν μωρό. Ο Ιβάν μου χάιδευε τα μαλλιά. «Πονάει, Ιβάν. Δεν μπορώ να το αντέξω. Δεν είμαι έτοιμη για να τον ερωτευτώ».

***

Το καλό με τον πόνο είναι ότι μετά από λίγο τον συνηθίζεις. Δεν πονάς λιγότερο, απλά τον συνηθίζεις. Ή τον ξεχνάς. Το τελευταίο είναι το καλύτερο. Οπότε να είσαι καλά, σνόουμπολ, που με βοήθησες να ξεχάσω τον Άλεξ. Όμως ας το πάρω από την αρχή.

Ήταν απόγευμα και καθόμουν στο κρεβάτι. Προσπαθούσα να βάλω σε μια τάξη τις σκέψεις μου μπας και καταλάβω γιατί μου άρεσε ο Άλεξ. Πιστέψτε με, δεν τα κατάφερα. Πάντως ο σνόουμπολ αν και χιλιόμετρα μακριά ήξερε πάντα πώς να μου φτιάχνει την μέρα. Αποφάσισα να δω την ταινία «Safe Haven», μια ρομαντική ταινία (η μοναδική ρομαντική ταινία για την ακρίβεια που μου αρέσει). Το καλό ήταν ότι ο Ιβάν δεν ήταν εκείνη την ώρα στο δωμάτιο, οπότε δε θα με κορόιδευε. Κάπου στη μέση της ταινίας με κάλεσαν οι γονείς μου σε βιντεοκλήση. Παρόλο που δεν ήθελα να σταματήσω την ταινία, αποφάσισα να τους κάνω τη χάρη. Έτσι, άνοιξα την κάμερα και μπροστά μου εμφανίστηκε η ηλίθια μούρη του πολυαγαπημένου μου σνόουμπολ.

Μόνο που είδα τη μούρη του ξέχασα τελείως τον Άλεξ. Ευχαριστώ, σνόου. Ο γλυκός μου άρχισε να νιαουρίζει και να γλύφει την κάμερα του υπολογιστή. Ελπίζω ο μπαμπάς να μην τον σκοτώσει που γέμισε με σάλια την κάμερα. Και πάνω που είχαμε μια συζήτηση υψηλού επιπέδου με τον σνόου ανοίγει η πόρτα και μπαίνει μέσα ο Ιβάν.

«Αριάδνη;»

«Τι;»

«Έχεις φέρει γάτα μέσα στο δωμάτιο; Γιατί ακούω νιαουρίσματα; Έχω αλλεργία».

Και ο πολυαγαπημένος Ιβάν άρχισε να τσιρίζει και να κάνει σαν υστερικό. Εγώ φυσικά σαν καλή φίλη δεν του εξήγησα ότι δεν υπάρχει γάτα στο δωμάτιο και άρχισα να γελάω. Όμως ο Ιβάν δεν είναι βλάκας και γρήγορα κατάλαβε ότι η γάτα ήταν στην κάμερα. Αφού μου πέταξε ένα μαξιλάρι στο κεφάλι, έκλεισε με δύναμη το καπάκι του υπολογιστή.

«Δεν έχεις κανένα δικαίωμα να ασκείς βία στον μπούμπη!» Ο Ιβάν με κοίταξε με σηκωμένο φρύδι.

«Μην μου πεις ότι ονόμασες τον υπολογιστή σου έτσι». Του πέταξα ένα μαξιλάρι. Βασικά λάθος. Προσπάθησα να του πετάξω ένα αλλά αστόχησα.

«Ρε Ιβάν γιατί έκλεισες τον υπολογιστή;»

«Γιατί σιχαίνομαι τις γάτες». Τότε έβγαλα από την τσάντα μου ένα λούτρινο γατάκι και άρχισα να τον κυνηγάω.

«Σιχαίνεσαι αυτά τα υπέροχα χνουδωτά πλασματάκια;»

«Ναι!»

«Μα γιατί;» Ο Ιβάν δεν απάντησε. Άρχισα να του κάνω επίτηδες ερωτήσεις, αλλά δεν απαντούσε σε καμία. Οπότε αποφάσισα να συνεχίσω την ταινία. Μόλις πάτησα το play, ο Ιβάν με έσπρωξε για να κάτσει δίπλα μου. «Θες να δεις ρομαντική ταινία;»

«Δεν έχω κάτι καλύτερο να κάνω».

«Πάντως να ξέρεις αν δε σου αρέσει μην τολμήσεις να παραπονεθείς και δεν πρόκειται να την βάλω από την αρχή».

Ο Ιβάν σήκωσε τα χέρια ψηλά.

Έλμινθα