Ακούστηκε το γοερό σου κλάμα
αιώνες πριν και αφού γεννήθηκες.
Έμαθες να λες ευχαριστώ
και παρακαλώ.
Άρχισες να κουβαλάς τη σάκα
με τα όνειρα της κοινωνίας.
Πάρε μια ανάσα•
Θα την κρατάς για χρόνια.
Έμαθες να είσαι ίδιος
με άλλους τόσους που πέρασαν
από αυτήν τη γη.
Άφησες τη σάκα
όταν έγινες η κοινωνία.
Βρήκες μια μονότονη δουλειά.
Παντρεύτηκες και έκανες παιδιά.
Τους φόρτωσες το οικογενειακό
Κειμήλιο• την παλιά σου σάκα.
Πέρασες τα υπόλοιπά σου χρόνια
Στη μιζέρια του κουτιού με τα χρώματα.
Τους ανθρώπους με τα κοστούμια και
ένα πρόγραμμα ελπίδας που δεν προβλήθηκε ποτέ.
Η αντανάκλασή σου στον καθρέφτη γερασμένη,
-με μια σπίθα να χαράζει στα μάτια-
κλείνει το γράμμα της ζωής σου με ένα
Υστερόγραφο.
Έζησες;
Aurora