Σχολείο για Διαφορετικούς (Κεφάλαιο 9)

Ξέρετε τι είναι χειρότερο από την Τσέλσι; Η Τσέλσι μαζί με τον Σαμ. Αφού λοιπόν η Τσέλσι βολεύτηκε στο κρεβάτι μου, αποφάσισε να καλέσει και τον φίλο της και επειδή δεν θέλω να τους καταστρέφω τις ρομαντικές στιγμές, αποφάσισα να φύγω. Μόνο που ο Σαμ ήθελε να με κάνει να υποφέρω ακόμα περισσότερο από όσο με είχε κάνει ήδη.

«Φεύγεις; Ακόμα δεν ξεκίνησε το πάρτι».

«Δεν νομίζω να είμαι τόσο μεγάλη απώλεια» είπα αποφεύγοντας να τον κοιτάξω.

«Ω, δε γίνεται να φύγεις, σε χρειάζομαι».

Κάτι τέτοια λέει και μου έρχεται να κάνω εμετό. Ο μισητός Σαμ με άρπαξε από το χέρι και με πέταξε με δύναμη μέσα στο μπάνιο και μετά κλείδωσε την πόρτα. Τώρα πείτε μου εγώ φταίω που τον μισώ;

«Βγάλε με τώρα, Σαμ!»

«Τσέλσι,ακούς τίποτα;»

Η Τσέλσι άρχισε να γελάει. Τους μισώ!

«Άρι, θα σε βγάλω πιο μετά, μην ανησυχείς» είπε ειρωνικά ο Σαμ.

«Άμα με ξαναπείς Άρι, θα σε σκοτώσω».

Άρχισε να γελάει. Μετά από λίγο οι φωνές έγιναν περισσότερες μέσα στο δωμάτιο και το αίμα μου ανέβηκε στο κεφάλι. Όχι και άλλοι βρικόλακες. Ο Σαμ άνοιξε την πόρτα και με έβγαλε από το μπάνιο.

«Παιδιά, θα παίξουμε ένα παιχνίδι».

Οι βρικόλακες χαζογελούσαν και με κοιτούσαν με λαχτάρα.

«Όποιος αντισταθεί περισσότερη ώρα στο αίμα, κερδίζει».

Ο Σαμ με πλησίασε και ψιθύρισε στο αυτί μου.

«Θα ανακαλύψω το μυστικό σου για την επούλωση των πληγών».

«Χρόνος λέγεται, ηλίθιε» είπα όσο πιο ψύχραιμα μπορούσα.

«Μυρίζω τον φόβο γλυκιά μου».

Ο Σαμ κοίταξε τους βρικόλακες φίλους του.

«Όπως σας έλεγα, όποιος αντισταθεί περισσότερο, κερδίζει ένα ραντεβού με την Άρι».

Νομίζω πως ο Σαμ ,πάνω στον ενθουσιασμό του, ξέχασε να με ρωτήσει αν θέλω.

«Το παιχνίδι ξεκινάει σε 3...2...1...0!».

Πριν καλά καλά το καταλάβω, ο Σαμ είχε δαγκώσει το χέρι μου. Οι βρικόλακες με κοιτούσαν σαν να ήμουν η τελευταία κρέπα στον πλανήτη. Η πόρτα χτύπησε και αφού άνοιξε ο Σαμ, μπήκε μέσα ο Λουκ. Ο Λουκ μόλις είδε το αίμα στο χέρι μου, όρμησε πάνω μου. Αμάν ρε Λουκ. Ο Σαμ ξέρει σίγουρα πώς να με κάνει να υποφέρω. Πονούσα αφόρητα και ο Λουκ δεν έλεγε να σταματήσει. Το κακό είναι ότι μετά άρχισαν και άλλοι βρικόλακες να με δαγκώνουν. Ο Σαμ φώναζε κάθε λίγο τα ονόματα αυτών που έχαναν. Μετά από μερικά λεπτά δεν άντεχα άλλο. Ο Σαμ το κατάλαβε και έκανε νόημα στους φίλους του να σταματήσουν. Υποθέτω ότι με ήθελε ζωντανή για να με βασανίσει και στο μέλλον. Ο Λουκ όμως δεν μπορούσε να σταματήσει. Ο Σαμ τον άρπαξε από το σβέρκο και τον πέταξε στον τοίχο. Μετά με πήρε αγκαλιά σε στυλ νύφης και με έβγαλε έξω από το δωμάτιο, το δικό μου δωμάτιο. Πάνω που πήγα να χαρώ που με άφησε να φύγω, ένιωσα τις δυνάμεις μου να με εγκαταλείπουν.

……………………………………………………………………………………………………………………………………

Ειλικρινά δεν ξέρω πόση ώρα είχε περάσει από τότε που λιποθύμησα. Όταν άνοιξα τα μάτια συνειδητοποίησα ότι βρισκόμουν στο δωμάτιο του Άλεξ και του Ιβάν, ευτυχώς. Το καυτό χέρι του Ιβάν κρατούσε το δικό μου. Αυτό και μόνο με έκανε να νιώσω ασφάλεια.

«Πώς νιώθεις;» με ρώτησε ο Ιβάν με ενδιαφέρον.

Τον κοίταξα και χαμογέλασα. Παρόλα αυτά δεν απάντησα στην ερώτησή του.

«Με τόσο αίμα που έχασα θα έπρεπε να είχα πεθάνει».

«Σε θεράπευσε ο Άλεξ».

Εκείνη την ώρα βγήκε ο Άλεξ από το μπάνιο με το μπουρνούζι. Σηκώθηκα αμέσως και τον χαστούκισα. Αμέσως μετά πήγα να πέσω αλλά με έπιασε. Ο Ιβάν με κοιτούσε παράξενα.

«Ξέρεις μπορούσες απλά να πεις ευχαριστώ» επισήμανε ο Άλεξ.

«Είσαι ηλίθιος».

«Συγγνώμη που σε θεράπευσα. Δεν φανταζόμουν ότι θα νευρίαζες».

Μετά από λίγο κατάλαβα γιατί ο Ιβάν με κοιτούσε παράξενα. Τσίριξα και μπήκα στο μπάνιο. Και οι δύο είναι ηλίθιοι. Άρχισα να φωνάζω μέσα από το μπάνιο.

«Άλεξ άμα με ξανά ακουμπήσεις,θα σε δολοφονήσω».

«Το έπιασα Αριάδνη. Την άλλη φορά θα σε αφήσω να πεθάνεις».

«Και γιατί ήμουν τόση ώρα γυμνή στο κρεβάτι; Τι μου κάνατε;» ρώτησα με τρόμο.

«Αριάδνη τα ρούχα σου ήταν σκισμένα και μέσα στο αίμα και τα πετάξαμε» προσπάθησε να με ηρεμήσει ο Ιβάν.

«Φέρτε κάτι να φορέσω. Αμέσως!».

Ο Άλεξ άνοιξε λίγο την πόρτα και μου έδωσε μια μπλούζα του.

«Μόνο αυτό θα βάλω;»

«Συγγνώμη που δεν έχω σουτιέν και...»

«Καλά σταμάτα».

Φόρεσα την μπλούζα που μου ήταν σαν φόρεμα και βγήκα έξω.

«Μην με κοιτάτε, νιώθω άβολα».

Αφού τους προσπέρασα, χώθηκα μέσα στα παπλώματα του κρεβατιού.

«Εγώ τώρα πρέπει να φύγω» μου είπε ο Ιβάν.

«Πού πας;»

«Στη βιβλιοθήκη» απάντησε.

Ο Ιβάν βγήκε από το δωμάτιο. Μόλις έμεινα μόνο με τον Άλεξ, άρχισα να νιώθω ντροπή που με είδε γυμνή.

«Δεν έχεις σκοπό να μιλήσεις, έτσι;» με ρώτησε.

Έγνεψα αρνητικά.

«Καλά, λοιπόν. Ο Ιβάν πάει στην βιβλιοθήκη για να βρει ένα τρόπο να σταματήσει τον ψυχαναγκασμό του Σαμ στην μητέρα του».

Η μπλούζα του μύριζε τόσο ωραία αλλά τον μισώ τόσο πολύ. Ο Άλεξ κάθισε στην απέναντι πλευρά του κρεβατιού. Γύρισα το κεφάλι μου από την άλλη.

«Σοβαρά δεν ήθελες να σε φιλήσω για να θεραπευτείς;» είπε με απορία.

Έγνεψα όχι.

«Γιατί;»

Δεν μπορούσα να του κρατάω άλλο κακία.

«Ο Σαμ έκανε ό,τι έκανε για να δει αν θα θεραπευτώ. Και τώρα του έδωσες αυτό που ήθελε».

Ο Άλεξ μου έπιασε το χέρι, το τράβηξα. Το βλέμμα του σκοτείνιασε και άρχισε να μου φωνάζει.

«Αριάδνη, με κουράζεις. Καταρχάς, έχω βαρεθεί να σου ζητάω συγγνώμη. Εγώ είμαι αυτός που πονάει κάθε φορά που πληγώνεσαι εξαιτίας αυτού του χαζοδεσμού και μέχρι τώρα ζήτημα να έχω εισπράξει ένα ευχαριστώ. Κάνεις όλη την ώρα σαν μωρό και μπλέκεις συνέχεια σε μπελάδες. Μου συμπεριφέρεσαι συνέχεια απαίσια και...»

Ο Άλεξ έβγαλε την μπλούζα του. Το σώμα του ήταν γεμάτο πληγές. Είμαι τόσο ηλίθια. Ο Άλεξ είχε δίκιο σε ό,τι έλεγε.

«Συγγνώμη» είπα, μετανιωμένη.

«Δεν θέλω λόγια, πράξεις θέλω».

«Και εγώ δεν θέλω να ξαναπάς με καμία άλλη, αλλά υποθέτω ότι κανένας δεν παίρνει αυτό που θέλει».

Τι σκατά είπα μόλις τώρα; Θα με σκοτώσω. Ο Άλεξ γούρλωσε τα μάτια.

«Ξέρεις πώς ένιωσα την πρώτη φορά που σε είδα να φιλιέσαι με την Κλαίρη; Αυτός ο χαζοδεσμός με κάνει να νιώθω απαίσια κάθε φορά που αγγίζεις κάποια άλλη».

Ο Άλεξ κάθισε στο κρεβάτι και έφερε τα χέρια στο πρόσωπό του.

«Νόμιζα ότι είχες κάτι με τον Λουκ».

«Τον Λουκ που μου έπινε το αίμα όλο το βράδυ;»

Δάκρυα άρχισαν να τρέχουν από τα μάτια μου.

«Από τότε που ένιωσα εκείνο τον πόνο στο στομάχι όταν σε είδα να φιλιέσαι με την Κλαίρη, κατάλαβα ότι ήμουν ερωτευμένη μαζί σου».

Έκατσα δίπλα στον Άλεξ.

«Συγγνώμη, Άλεξ».

Ο Άλεξ γύρισε και με κοίταξε σοβαρά στα μάτια.

«Απάντησε μου ειλικρινά, με αγαπάς;»

Δεν απάντησα αμέσως.

«Σε αγαπάω, αλλά αν αυτή η αγάπη είναι μια ψευδαίσθηση του δεσμού;».

«Και αν η αγάπη είναι μια ψευδαίσθηση γενικότερα;».

«Τότε όλος ο κόσμος βασίζεται σε μια ψευδαίσθηση. Άλεξ δεν είσαι ερωτευμένος με την Κλαίρη, δηλαδή;».

«Ήμουν, αλλά πληγώθηκα πολύ όταν με χώρισε. Την έχω ξεπεράσει τώρα».

«Σίγουρα;»

«Ναι. Και για να σ' το αποδείξω...»

Ο Άλεξ ένωσε τα χείλη μας.