Ο Οίκος των Δράκων ΙΙ (Κεφάλαιο 26)

Ντέβαν

Τσαλάκωσε το γράμμα μέσα στη γροθιά του και το πέταξε στην άλλη άκρη του δωματίου. Ευχήθηκε το τζάκι να ήταν αναμμένο για να το πετάξει μέσα, αλλά κανένας δεν άναβε τζάκι στο Νιέζντιελ. Γιατί έφτιαχναν τζάκια αφού δεν τα χρησιμοποιούσαν; Ήθελε να δει τις φλόγες να κατασπαράζουν το χαρτί και να εξαφανίζουν τις μαύρες λέξεις. Μα τους Θεούς, θα πήγαινε να μαζέψει ξύλα και θα άναβε την αναθεματισμένη φωτιά μόνος του, κι ας πίστευαν όλοι ότι ήταν τρελός.

Ένα μικρό χέρι ακούμπησε το εκτεθειμένο μπράτσο του. Ο Ντέβαν έκλεισε τα μάτια του και ξεφύσηξε αργά από τη μύτη, αφήνοντας το άγγιγμα της Κίρας να τον τραβήξει πίσω στην πραγματικότητα. Ακόμα κι αν κατέστρεφε το γράμμα, τα γεγονότα θα παρέμεναν ίδια.

«Ο πατέρας μου έχει χάσει το μυαλό του» είπε. Η Κίρα επέλεξε να μείνει σιωπηλή από το να συμφωνήσει και ο Ντέβαν της ήταν ευγνώμων για αυτό. Εκείνος είχε ξεστομίσει τα λόγια, αλλά δεν ήταν σίγουρος πως ήταν έτοιμος να ακούσει κάποιον να το επιβεβαιώνει. Ένα κομμάτι του εαυτού του λυπόταν για τον πατέρα του, ένα πολύ μικρό κομμάτι που εκείνη τη στιγμή μπορούσε εύκολα να αγνοήσει.


Ποιοι δαίμονες είχαν εισβάλει μέσα στο μυαλό του Αίρυς και τον είχαν κάνει να πάρει αυτή την παράλογη απόφαση; Να εξορίσει την Ορόρα; Ήταν εξωφρενικό! Με πιο δικαίωμα την έδιωξε από το σπίτι της; Πως τόλμησε να την ταπεινώσει έτσι;! Η αδελφή του ήταν μια αρχόντισσα του Οίκου των Ντρόγκομιρ και κανένας δε μπορούσε να της το στερήσει αυτό.

Εστίασε την προσοχή του στο άγγιγμα της Κίρας, στη βελούδινη υφή του χεριού της πάνω στο δέρμα του, στη θέρμη που του μετέδιδε όταν όλα τα άλλα είχαν παγώσει γύρω του. Το χρησιμοποίησε σαν άγκυρα για να παραμείνει ήρεμος και να μην χάσει τον έλεγχο. Τα πάντα μέσα του του φώναζαν να μεταμορφωθεί και να πετάξει μακριά, να πάει κοντά στη δίδυμη αδελφή του και να την παρηγορήσει και μετά να αντιμετωπίσει τον Αίρυς και να απαιτήσει εξηγήσεις. Ο αχάριστος, μέσα σε μια στιγμή είχε κάνει στην άκρη την Ορόρα δίχως να αναλογιστεί αυτά που είχε προσφέρει στην οικογένεια τους όλα αυτά τα χρόνια... Αλλά μια αναμέτρηση με τον Αίρυς ενώ βρισκόταν εν βρασμώ μόνο αρνητικά αποτελέσματα μπορούσε να φέρει. Πήρε άλλη μια βαθιά ανάσα και εξέπνευσε αργά. Αν ήθελε να βοηθήσει την αδελφή του, έπρεπε να δείξει ψυχραιμία.

Τι στις Εφτά Κολάσεις σκεφτόταν ο Αίρυς; Εκτός ότι είχε χάσει ένα πολύτιμο όπλο, είχε δώσει και ένα πλήγμα στο ηθικό του στρατού του. Η Ορόρα, όπως όλοι οι δράκοι των Ντρόγκομιρ, δεν ήταν μονάχα ωμή δύναμη. Ήταν σύμβολα. Σκέφτηκε πως θα ένιωθαν οι στρατιώτες της Ναβίντια. Νευρικοί, αβέβαιοι, φοβισμένοι. Ο πυρήνας των αρχόντων που τους οδηγούσε είχε αρχίσει να αποσταθεροποιείται επικίνδυνα - σε αυτό έφταιγε και ο Ντέβαν- και ο στρατός τους είχε ήδη χάσει ένα μεγάλο μέρος της δύναμής του πριν καν δώσει την πρώτη μάχη. Ήταν πιο εύκολο να ρίξεις έναν λαό στα γόνατα καταστρέφοντας τα σύμβολά του παρά τους στρατούς του.

Η Κίρα πίεσε το σώμα της στην πλάτη του και τύλιξε τα χέρια της γύρω από τη μέση του. «Η Ορόρα είναι δυνατή» είπε κι ακούμπησε το πιγούνι της στον ώμο του. ''Πιο δυνατή από όλους μας. Μην ανησυχείς για εκείνη. Ξέρει πώς να φροντίζει τον εαυτό της''

Το μόνο που τον παρηγορούσε ήταν πως δεν ήταν μόνη της. Είχε κάνει στην άκρη το πείσμα και τον εγωισμό της και είχε βρει καταφύγιο στο σπίτι της Ντεσμέρας, αλλά μέσα από τις σύντομες προτάσεις στο γράμμα της είχε αισθανθεί πόσο χαμένη ένιωθε. Ήταν περίεργο να σκέφτεται πως η Ορόρα δεν ήξερε τι να κάνει, λες και μιλούσαν για μια ξένη. Η έξυπνη, γενναία αδελφή του που πάντα στρεφόταν σε εκείνη όταν χρειαζόταν καθοδήγηση. Κάθε λέξη ήταν σαν μια πέτρα μέσα στο στήθος του. Η καρδιά του μάτωνε. Θα έπρεπε να είναι δίπλα της εκείνη τη στιγμή και να την βοηθάει να λύσουν όποιο πρόβλημα υπήρχε, μαζί, όπως έκαναν από τότε που ήταν παιδιά.

«Πρέπει να επιστρέψουμε στην πατρίδα» είπε η Κίρα, προλαβαίνοντας να εκφράσει πρώτη αυτό που σκεφτόταν και εκείνος. «Σήμερα κιόλας. Δεν υπάρχει περιθώριο για άλλη αναβολή. Αλλά πρώτα πρέπει να ηρεμήσεις. Δεν μπορείς να διασχίσεις τέσσερις χώρες σε αυτή τη κατάσταση»

Ο Ντέβαν γύρισε το κεφάλι του στο πλάι για να μπορεί να την κοιτάξει. «Ίσως πρέπει να πάω μόνος» έκανε, και τα φρύδια της Κίρας έσμιξαν και το μέτωπο της ζάρωσε από την απορία, το βλέμμα της έντονο πάνω στο πρόσωπό του.

«Τι;»

«Απλά άκουσέ με» της είπε και γύρισε κανονικά προς το μέρος της, παίρνοντας τα χέρια της στα δικά του. «Ο πατέρας μου είναι εκτός ελέγχου. Δεν ξέρουμε τι κατάσταση επικρατεί στο σπίτι και δεν θέλω να βρεθείτε σε μια εμπόλεμη ζώνη… Μείνε εδώ με τον Ραίγκαρ. Η Ναζλί μπορεί να σας προστατεύσει»

«Όχι!» δήλωσε κατηγορηματικά και τράβηξε τα χέρια της μακριά. Παρά τον θυμωμένο τόνο της υπήρχε μια πληγωμένη λάμψη στο βλέμμα της που έκανε το σφίξιμο στο στήθος του Ντέβαν να μεγαλώσει. Δεν ήθελε να τους αφήσει. Μισούσε την ιδέα, η σκέψη ότι θα βρισκόταν μακριά τους άφηνε μια πικρή γεύση στο στόμα του καθώς άρθρωνε τις λέξεις. Αλλά πως μπορούσε να τους εκθέσει στον κίνδυνο; Εξαιτίας του Αίρυς η κατάσταση στην πατρίδα ήταν λες και βάδιζαν πάνω σε λεπτό πάγο που από στιγμή σε στιγμή απειλούσε να γίνει θρύψαλα κάτω από τα πόδια τους. Το καθήκον να προστατεύσει την οικογένειά του έπεφτε πάνω του, δε μπορούσε να τους παρασύρει μαζί του στην πτώση.

«Δε θα φύγεις χωρίς εμάς!» επανέλαβε η Κίρα και τα γκρίζα μάτια της είχαν πάρει μια πιο σκούρα απόχρωση, που του θύμιζε τα σύννεφα που μαζεύονται πριν από την καταιγίδα. Η γνωστή φλόγα είχε ανάψει μέσα τους. Αυτό που ετοιμαζόταν να ξεσπάσει δεν ήταν θύελλα, αλλά μάχη. Μια μάχη για να μείνει μαζί του.

«Θα είστε ασφαλείς εδώ» προσπάθησε να τη λογικεύσει.

«Ασφαλείς; Πριν από λίγες μέρες κυκλοφορούσα με ένα καταραμένο κολιέ γύρω από τον λαιμό μου! Μπορεί να μην έχουμε έναν στρατό έξω από τις πύλες, αλλά έχουμε εχθρούς που περπατάνε στους δρόμους αυτής της πόλης. Τουλάχιστον στην πατρίδα ξέρουμε τι αντιμετωπίζουμε, ενώ εδώ κυνηγάμε σκιές. Ό,τι κι αν έχεις μέσα στο μυαλό σου, Ντέβαν Ντρόγκομιρ, βγάλ’ το αυτή τη στιγμή. Είμαστε οικογένεια και η οικογένεια μένει ενωμένη»

«Προσπαθώ να κάνω το καλύτερο για εσάς»

«Εσύ μου είχες πει ότι οι δυσκολίες είναι αυτές που δοκιμάζουν μια σχέση και κρίνουν αν αξίζει. Πονάς, το βλέπω. Μη μου ζητάς να σε αφήσω να το αντιμετωπίσεις αυτό μόνος σου, γιατί σου ορκίζομαι πως, αν με αφήσεις εδώ, θα περπατήσω μέχρι τη Ναβίντια. Μπορεί να μου πάρει μήνες, αλλά θα έρθω»

Υπερβολές, σκέφτηκε ο Ντέβαν, δραματικές δηλώσεις για να δώσει έμφαση στα λόγια της. Αν έφταναν σε αυτό το σημείο, ήταν αρκετά έξυπνη για να κλέψει ένα άλογο και ένα άνετο κάρο.

Θα έπρεπε να διαφωνήσει και να κάνει τα πάντα για να τη μεταπείσει. Εμπιστευόταν τη Ναζλί και ήταν σίγουρος πως θα φρόντιζε την οικογένειά του, αυτό ήταν το σωστό, αλλά ήταν εγωιστής και την ήθελε δίπλα του. Τη χρειαζόταν για να του δίνει κίνητρο και δύναμη για να συνεχίσει. Για αυτούς τα έκανε όλα, εκείνοι ήταν ο λόγος που ήθελε να κάνει το σπίτι τους ξανά ασφαλές ώστε να μπορέσουν να ζήσουν ήρεμα. Εξάλλου, θα επικεντρωνόταν καλύτερα στα πράγματα που έπρεπε να γίνουν αν το μυαλό του δεν ταξίδευε διαρκώς στη γυναίκα του και το παιδί του που βρισκόντουσαν μίλια μακριά.

«Θα μαζέψω τα πράγματά μας, μόνο τα απαραίτητα» είπε γρήγορα η Κίρα, στερώντας του την τελευταία ευκαιρία να διαφωνήσει. «Είμαι σίγουρη πως η Ναζλί μπορεί να μας στείλει τα υπόλοιπα. Θα πάω να ετοιμάσω τον Ραίγκαρ και να αποχαιρετήσω τη Μελάρα. Εσύ προσπάθησε να ηρεμήσεις, εντάξει; Ο πανικός και ο θυμός είναι κακοί σύμβουλοι. Μόνο με καθαρό μυαλό θα μπορέσουμε να βρούμε μια διέξοδο»

Δεν χρειαζόταν να είναι μάντης για να καταλάβει πως η «διέξοδος» που εννοούσε ήταν να απομακρύνουν τον Αίρυς από την εξουσία. Η σκέψη είχε περάσει και από το δικό του μυαλό -θα ήταν ψέμα αν ισχυριζόταν το αντίθετο-, αλλά οι σκέψεις και οι πράξεις είχαν μια μεγάλη απόσταση.

Μπορούσε να καθαιρέσει τον πατέρα του; Να συγκεντρώσει αρκετούς υποστηριχτές για να διεκδικήσει τον θρόνο; Και αν έφταναν στο σημείο να παλέψουν με τον Αίρυς, είχε τη δύναμη να αφαιρέσει τη ζωή του ανθρώπου που του είχε δώσει ζωή; Ένα ρίγος τον διαπέρασε στην σκέψη ότι θα γινόταν πατροκτόνος. Αν ήθελε να είναι ειλικρινής με τον εαυτό του, έπρεπε να παραδεχθεί πως δεν πίστευε ότι το είχε μέσα του να το κάνει. Αλλά δε μπορούσες να προβλέψεις τις πράξεις ενός ανθρώπου που είχε φτάσει στα άκρα και τώρα δε διακυβευόταν μόνο η χώρα του ή το σπίτι του, αλλά και το μέλλον της οικογένειάς του. Δε θα επέτρεπε να μεγαλώσει ο γιος του χωρίς να ξέρει τίποτα πέρα από πόλεμο και αιματοκύλισμα, ούτε θα στερούσε από την Κίρα το δικαίωμα να ζήσει μια ήρεμη ζωής. Αυτό που πήγαινε να καταστρέψει ο Αίρυς ήταν η κληρονομία του Ραίγκαρ.

Το κεφάλι του πονούσε από την πίεση. Δε θα το επέτρεπε. Αν έπρεπε να διαπράξει αυτή την αμαρτία για χάρη τους, θα το έκανε, για εκείνους, για την Ορόρα, και για τη Ναβίντια, όμως, καθώς έβγαινε από το δωμάτιο για να πάει να βοηθήσει την Κίρα, δε μπορούσε παρά να προσευχηθεί ότι δε θα ήταν αναγκασμένος να το κάνει.

 

Φαίη