Το Μαύρο Διαμάντι (Κεφάλαιο 15: Σχέδιο Απόδρασης)

Την επόμενη μέρα ξύπνησε από νωρίς, λόγω κυρίως της ανησυχίας του για αυτό που ήθελε να κάνει. Το μόνο που είπε ήταν μια καλημέρα στον Σταμάτη, κάτι που συνήθιζαν να λένε πια, χάρη στις φιλικές σχέσεις που είχαν αναπτύξει.

Ο φύλακας ήρθε στη συνηθισμένη ώρα και αναχώρρησαν από το κελί. Δεν άργησαν να συναντηθούν με τους υπόλοιπους κρατούμενους. Όλα είχαν πάει όπως τα περίμενε μέχρι στιγμής. Η καρδιά του τώρα χτυπούσε πολύ πιο δυνατά, σαν να ήθελε να πεταχτεί από το στήθος του, ενώ έτρεμε ολόκληρος. Κοίταξε ερευνητικά τους φύλακες, που ήταν αισθητό πως βαριόντουσαν όλη αυτή τη διαδικασία και δεν έδιναν μεγάλη προσοχή στους κρατουμένους.

Κατευθύνθηκε αργά προς την άλλη πλευρά, δίχως να τον αντιληφθεί κανείς. Μάζεψε το κουράγιο του και τις δυνάμεις του, και ετοιμάστηκε να ξεκινήσει να τρέχει όσο πιο γρήγορα μπορούσε προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη που κάλυπταν οι φύλακες.

Όρμησε λοιπόν προς εκείνο το διάδρομο, αλλά πριν προλάβει να ολοκληρώσει το πρώτο του βήμα, κάποιος τον άρπαξε από το μπράτσο με μεγάλη δύναμη, σταματώντας τον. Ο Μιχάλης πάγωσε, καταλαβαίνοντας πως τον κατάλαβαν και πως απέτυχε πριν καν ξεκινήσει. Στη συνέχεια, κάποιος του μίλησε ψιθυριστά στο αυτί. «Τρελάθηκες; Αυτό είναι αυτοκτονία. Γύρνα γρήγορα πίσω»

Δε χρειάστηκε να γυρίσει να κοιτάξει για να καταλάβει πως αυτός που τον σταμάτησε και του μίλησε ήταν ο Σταμάτης. Ήθελε να επιμείνει, αλλά ο συγκρατούμενός του τον τράβηξε με δύναμη προς την άλλη πλευρά, αναγκάζοντάς τον να βρεθεί κοντά στους υπόλοιπους.

Όταν επέστρεψαν στο κελί τους και μόλις έφυγε από εκεί ο φύλακας και το κομμάτι του τοίχου κάλυψε ξανά το πέρασμα στο κελί, έγινε αυτό ακριβώς που περίμενε ο Μιχάλης. Ο Σταμάτης του μίλησε για αυτό που πήγε να κάνει, αλλά χωρίς διάθεση να τον μαλώσει.

«Οφείλω να ομολογήσω πως με εντυπωσιάζει το γεγονός ότι δεν έχεις χάσει το κουράγιο σου και προσπάθησες μάλιστα να αποδράσεις, έστω και στην κατάστασή σου»

«Ίσως να τα κατάφερνα, αν δε με σταματούσες» παραπονέθηκε το αγόρι.

«Σίγουρα δε θα κατάφερνες να αποδράσεις, αλλά ίσως να υπάρχει κάποιος άλλος τρόπος»

«Άλλος τρόπος για να αποδράσω;»

«Ίσως»

«Πώς;»

Ο Σταμάτης έμεινε για λίγο αμίλητος κοιτάζοντας τον Μιχάλη. Ήταν εμφανές πως πολλές σκέψεις περνούσαν από το μυαλό του, τις οποίες προσπαθούσε να βάλει σε τάξη. Υπήρχε όμως και λίγη ανησυχία στο κατά τα άλλα ανέκφραστο πρόσωπο του άνδρα.

«Κοίτα» άρχισε μετά από λίγο, «δε θέλω να σου δώσω ψεύτικες ελπίδες. Απλά το γεγονός ότι σε υποτίμησαν τόσο πολύ οι Χιζέρκα, ώστε να σε αφήσουν να δοκιμάσεις να αποδράσεις ανενόχλητος, μου έδωσε μια ιδέα. Δώσε μου λίγο χρόνο όμως να την επεξεργαστώ και αν τελικά υπάρχουν πιθανότητες να τα καταφέρεις, θα σου πω τον τρόπο που σκέφτηκα»

Ο Μιχάλης άκουγε με προσοχή τα λόγια του άνδρα, αλλά στο τέλος στάθηκε σε ένα σημείο, που τον έκανε να ανησυχήσει πραγματικά.

«Οι Χιζέρκα με άφησαν να αποδράσω ανενόχλητος;»

Σε εκείνον όμως φάνηκε αστείο το τελευταίο ερώτημα και γέλασε λίγο, λες και ο Μιχάλης προσπαθούσε τόση ώρα να τον ψυχαγωγήσει.

«Φυσικά και γνώριζαν»

«Μα πώς;»

«Για ποιο λόγο νομίζεις ότι μας παίρνουν και μας πηγαίνουν στις τουαλέτες με τέτοια προσοχή; Το κάνουν για να παρατηρούν τις κινήσεις μας όταν βρισκόμαστε μαζί και αν προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε νοητικά»

Ο Μιχάλης σκέφτηκε για λίγο τα λόγια του συγκρατούμενού του. «Μπορούν να διαβάζουν και τις σκέψεις μας» αναρωτήθηκε στο τέλος.

«Δυστυχώς. Είμαστε απροστάτευτοι εδώ μέσα, αλλά όχι τελείως»

«Όχι τελείως;»

«Εάν έχεις μεγάλη εμπειρία μπορείς να τους ξεγελάσεις, αλλά και πάλι αυτό είναι πολύ δύσκολο»

Ο Μιχάλης αναστέναξε απογοητευμένος από τα τελευταία νέα που μάθαινε Μάλλον και ο ίδιος είχε υποτιμήσει τους φύλακες.

«Καλύτερα να ξεκουραστείς τώρα» του είπε ο Σταμάτης, «και προσπάθησε να μη σκέφτεσαι όσα σου είπα τώρα»

Ο Μιχάλης ακολούθησε τη συμβουλή του, φοβούμενος μην μπορέσουν να διαβάσουν τη σκέψη του σχετικά με αυτό το νέο σχέδιο. Το στήθος του πονούσε λιγότερο πλέον, αλλά δεν ήταν το μόνο πρόβλημα. Το χέρι του είχε γίνει δύσκαμπτο.

Από ότι κατάλαβε, πρέπει να είχε σπάσει αρκετά κόκαλα κατά το βίαιο κύλισμα στο έδαφος τη στιγμή της αιχμαλωσίας του. Σκέφτηκε και τον Όμηρο, που πρέπει να είχε πιθανότατα άσχημη κατάληξη. Ίσως και η δική του μοίρα να ήταν παρόμοια...

Ένα πρωί, μία εβδομάδα αργότερα, συζητούσαν με τον Σταμάτη για κάποιες λεπτομέρειες της μάχης, όπου του ανέλυσε πως γίνονται κάποιες τεχνικές. Η κουβέντα τους όμως διακόπηκε από την είσοδο μέσα στο κελί του γνωστού φύλακα συνοδευόμενο από τον άνδρα με τον κόκκινο μανδύα. Τον δεύτερο τον είχε δει ο Μιχάλης όταν αυτός πήρε πέντε κρατούμενους μαζί του.

«Αυτός είναι, αφεντικό» είπε ο γνωστός φύλακας, με την ψυχρή φωνή του.

Ο άνδρας με τον μανδύα πλησίασε τον Μιχάλη και έσκυψε από πάνω του, επεξεργαζόμενος την πληγή του. Το βλέμμα του ήταν άγριο και απόκοσμο.

«Πράγματι, κλείνει» είπε με φωνή που έκανε τον Μιχάλη να ανατριχιάσει, ενώ ταυτόχρονα σηκώθηκε και κίνησε προς την έξοδο, «όταν καλυφθεί εξωτερικά, φερ’ τον»

Ο φύλακας κοίταξε άγρια τον Μιχάλη και ακολούθησε και αυτός τον άλλο άνδρα με τον τοίχο να καλύπτει ξανά το άνοιγμα.

«Αυτό είναι κακό σημάδι» σχολίασε μετά από λίγο ο Σταμάτης.

«Δηλαδή;»

«Το γεγονός ότι μια τόσο βαθιά πληγή έκλεισε, τουλάχιστον εξωτερικά, είναι εντυπωσιακό. Δείχνει τη μεγάλη δύναμη που έχεις. Αυτό σίγουρα θα ενδιαφέρει τον Ερυθρό Ηγέτη»

Ο Μιχάλης κοκάλωσε ακούγοντας και τα τελευταία λόγια. «Τι μπορεί να θέλει από εμένα;» ρώτησε μετά.

«Δεν μπορώ να σου πω με σιγουριά. Κανένας άλλωστε δεν μπορεί να καταλάβει τον τρόπο με τον οποίο σκέφτονται οι Ηγέτες. Καλύτερα όμως να μην καταλήξεις σε αυτόν»

«Υπάρχει τρόπος να το αποφύγω;»

«Έτσι φαίνεται. Αλλά γι’ αυτό θα πρέπει να επισπεύσουμε την απόδρασή σου»

«Το σχέδιο που σκεφτόσουν, εννοείς;»

«Ναι, και πρέπει να γίνει πριν κλείσει η πληγή σου, κάτι που είναι θέμα λίγων ημερών από ότι υπολογίζω»

Ο Μιχάλης είχε ξεχάσει εντελώς την ιδέα της απόδρασης, αφού πίστεψε πως δε δούλεψε τελικά ο τρόπος που είχε σκεφτεί ο συγκρατούμενός του. Η ελπίδα άναψε ξανά στην καρδιά του, αλλά όχι όπως πριν μια βδομάδα

«Γιατί δε δραπετεύουμε όλοι μαζί;»

«Μια μαζική απόδραση δε θα ήταν εφικτή. Αφού δε θα είχαμε καμιά εξωτερική βοήθεια, τη στιγμή που πολλοί πολεμιστές του Ερυθρού Ηγέτη θα έρχονταν να μας σταματήσουν. Και μην ξεχνάς ότι δεν είμαστε σε καλή κατάσταση για μια μάχη. Μπορούμε όμως να βοηθήσουμε εσένα να αποδράσεις»

«Υπάρχει δηλαδή τρόπος για να φύγω από εδώ;»

«Ναι, αλλά καλύτερα να μην τον ξέρεις, γιατί μπορούν να τον μάθουν και οι Χιζέρκα, τώρα που σε παρακολουθούν πιο στενά. Ασ’ το πάνω μας. Στο τέλος του έκλεισε το μάτι.

«Πάνω σας; Δηλαδή θα βοηθήσουν και άλλοι;»

«Όλοι οι κρατούμενοι δέχτηκαν να βοηθήσουν. Άλλωστε, αν τα καταφέρεις, θα μας βοηθήσεις κι εσύ»

«Με ποιον τρόπο;»

«Αυτό θα σου το εξηγήσω όταν έρθει η ώρα. Αυτό που πρέπει να κάνεις τώρα εσύ είναι να μη σκέφτεσαι καθόλου την απόδραση»

«Εντάξει» συμφώνησε ο Μιχάλης, με την ελπίδα ότι το σχέδιο που ετοίμαζε ο συγκρατούμενός του θα είχε αποτέλεσμα.

Στη συνέχεια η κουβέντα τους επανήλθε σε εκείνα που συζητούσαν πριν τους διακόψουν οι δύο Χιζέρκα, με τον Μιχάλη να μαθαίνει στρατηγικές και κινήσεις μάχης, που του έμοιαζαν τελείως ακατανόητες, μιας και δεν ήξερε πολλά για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε η μαγεία.

Πέρασαν λίγες ακόμη μέρες, στις οποίες δεν αναφέρθηκαν στο σχέδιο απόδρασης. Όχι ότι θα μπορούσε να σκεφτεί πολύ ο Μιχάλης, αφού η πείνα είχε αρχίσει να τον βασανίζει έντονα και το μυαλό του ήταν κολλημένο στο φαγητό. Κάποιο βράδυ, ο Σταμάτης τον ενημέρωση πως σε δύο μέρες θα έκλεινε η πληγή του.

«Έχει έρθει η ώρα μας; Τώρα δηλαδή;»

«Σε λίγη ώρα»

«Πώς; Ο μόνος τρόπος δε θα ήταν όταν θα πηγαίναμε στις τουαλέτες;»

«Όχι, αυτό θα ήταν προβλέψιμο» του απάντησε ο Σταμάτης γελώντας λιγάκι με αυτό, «έχουμε βρει κάποιο τρόπο, αλλά πρέπει να κάνεις ακριβώς ότι θα σου πω»

«Εντάξει»

«Θα χρησιμοποιήσουμε το κόλπο της απότομης επιδημίας» άρχισε ο Σταμάτης, «είναι μια παλιά τέχνη διαφυγής, που δεν τη γνωρίζουν οι Χιζέρκα. Πολλές ασθένειες μπορούν να προκαλέσουν κάτι τέτοιο, επομένως είμαστε καλυμμένοι σε αυτό το σημείο. Όπως θα ξέρεις επίσης, οι Χιζέρκα δεν έχουν θεραπευτικές ικανότητες, άρα θα προκληθεί πανικός ανάμεσά τους. Κι εδώ βασίζεται το σχέδιό μας»

Ο Μιχάλης τον κοίταζε παραξενεμένος με όσα έλεγε, αφού δε γνώριζε τίποτα από αυτά, αλλά και εντυπωσιασμένος με το σχέδιο που είχε συλλάβει ο άνδρας.

«Κι εγώ τι πρέπει να κάνω;»

«Θα διαφύγεις την κατάλληλη στιγμή. Δηλαδή όταν μας μαζέψουν για να ελέγξουν ποιοι από εμάς έχουμε νοσήσει. Επειδή θα είναι φοβισμένοι, τουλάχιστον στην αρχή, δε θα είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί με το τι κάνει ο καθένας, ειδικά με εσένα. Άρα θα υπάρξει δυνατότητα να απομακρυνθείς και να δραπετεύσεις, αλλά αυτό πρέπει να γίνει πολύ προσεκτικά και κάτω από κάποιες συνθήκες. Είσαι έτοιμος για κάτι τέτοιο;»

«Ναι, είμαι» απάντησε αποφασισμένος.

«Ωραία. Αυτό που έχεις να κάνεις είναι να τρέξεις προς τη δυτική πλευρά του Χίελθ, όπου υπάρχει, από ότι έχω μάθει, μία έξοδος που μένει ανοιχτή τη νύχτα. Είναι στο τέλος του διαδρόμου που θα σου δείξω»

«Αφού υπάρχει τέτοια έξοδος, γιατί δε φεύγει από εκεί κανείς;»

«Γιατί προφανώς είναι παγίδα»

«Αν είναι έτσι, τότε-»

«Θα το ρισκάρουμε» τον έκοψε ο Σταμάτης, «Νομίζω ότι δε θα επιδράσει πάνω σου. Τουλάχιστον έτσι ελπίζω. Άρα, θα πρέπει να δεχτείς να ρισκάσεις και εσύ»

Ο Μιχάλης στραβοκατάπιε. Ήταν τόσο κουρασμένος όμως, που δεν τον ένοιαζε και πολύ. «Θα προσπαθήσω, όπως και να ΄χει»

«Θα πρέπει να είσαι ευέλικτος και γρήγορος» συνέχισε ο συγκρατούμρνός του, «Έχεις αρκετές δυνάμεις για κάτι τέτοιο, έτσι δεν είναι;»

«Ναι, έχω»

«Θα σου κάνω νόημα να ξεκινήσεις εγώ. Μόνο τότε να αρχίσεις να τρέχεις και στην αρχή να μην ακούγεσαι» συνέχισε ο άνδρας με αυστηρό τόνο, σαν στρατηγός που διέταζε τους στρατιώτες για τη μάχη.

«Κατάλαβα»

Ο Σταμάτης τον κοίταξε για λίγο και μετά έκανε μία περίεργη κίνηση με το χέρι του, κίνηση που είχε ξαναδεί ο Μιχάλης, όταν οι μάγοι εμφάνιζαν από το πουθενά νομίσματα στα χέρια τους. Απόρησε αν ο Σταμάτης ήθελε να του δώσει χρήματα και, αν ναι, ποιος ήταν ο λόγος για κάτι τέτοιο. Όταν άνοιξε όμως και πάλι το χέρι του ο άνδρας δεν κρατούσε χρήματα, αλλά κάτι άλλο. Με μια πιο προσεκτική ματιά, ο Μιχάλης πρόσεξε ένα περίεργο δαχτυλίδι στο χέρι του άνδρα, το οποίο ήταν φαρδύ και φτιαγμένο από ασήμι, ενώ στο κέντρο του υπήρχε τοποθετημένο σε ένα πλαίσιο επίσης από ασήμι, ένα κατακόκκινο ρουμπίνι, σε τετράγωνο σχήμα.

«Αυτό είναι το κλειδί της απόδρασης και της αποστολής σου» του είπε ο Σταμάτης, καθώς εκείνος κοιτούσε ακόμη το περίεργο αλλά και όμορφο δαχτυλίδι, «το έχει φτιάξει ο Ζεραήλ, που κάποτε ήταν δάσκαλός μου. Αυτό που θέλω από σένα είναι να του το δώσεις. Τα υπόλοιπα θα τα καταλάβει εκείνος»

«Και πώς θα τον βρω;»

«Θα σε βρει εκείνος»

«Πώς;»

«Μην ανησυχείς, θα ειδοποιηθεί. Θα στείλει μάλλον γρήγορα κάποιον να σε βρει και να σε οδηγήσει σε εκείνον. Εντάξει;»

«Ναι» συμφώνησε, καταλαβαίνοντας πως δε θα του έδινε πολλές λεπτομέρεις ο συκγρατούμενός του.

«Φόρα το και θα περιμένουμε να έρθουν»

Παναγιώτης Βάβαλος