Ο Οίκος των Δράκων ΙΙ (Κεφάλαιο 32 - μέρος 1)

Ντέβαν

Στο στρατόπεδο επικρατούσε αναβρασμός όταν επέστρεψαν. Οι στρατιώτες βοηθούσαν ο ένας τον άλλο να φορέσουν τις πανοπλίες τους, όσοι ήταν ήδη έτοιμοι σέλωναν τα άλογα φωνάζοντας οδηγίες στους άλλους ή έσπευαν να σβήσουν τις φωτιές. Έτρεχαν εδώ κι εκεί σαν πολυάσχολες μέλισσες στην κυψέλη.

«Τι ετοιμάζει τώρα ο πατέρας σου;» αναρωτήθηκε η Κίρα. «Λείψαμε μονάχα μισή μέρα!»

Τα γκρίζα μάτια της εστίασαν πάνω σε έναν στρατιώτη που πάσχιζε να δέσει τον θώρακα της πανοπλίας του βαριανασαίνοντας. Οι κινήσεις του ήταν βαριές και αργές. Τα σγουρά καστανά μαλλιά του κολλούσαν πάνω στο μέτωπο του από τον ιδρώτα και το χλωμό δέρμα του ήταν διάστικτο με κόκκινα σημάδια από την εξαντλητική προσπάθεια. Ήταν νεαρός, και ο Ντέβαν υπέθεσε αμέσως πως αυτή ήταν η πρώτη του φορά σε πόλεμο.

«Αυτός ο άντρας θα έπρεπε να είναι στις σκηνές μαζί με τους άλλους αρρώστους» είπε η Κίρα, και την ίδια στιγμή είχε αρχίσει να περπατάει προς το μέρος του. «Στρατιώτη!»

Ο νεαρός σήκωσε το κεφάλι του για να δει ποιος τον φώναζε και στη συνέχεια έσκυψε το κεφάλι του. Ακόμα και αυτή η μικρή κίνηση έδειχνε κοπιαστική.

«Είσαι άρρωστος» Δεν ήταν ερώτηση. «Τι κάνεις εδώ; Γιατί δεν αναπαύεσαι;»

«Ο Άρχοντας Αίρυς έδωσε εντολή όσοι άντρες μπορούν να κρατήσουν σπαθί και ασπίδα να... ετοιμαστούν αμέσως και... να παρουσιαστούν.. στους ανωτέρους τους... αρχόντισσα» Η αναπνοή του ήταν κοφτή και δύσκολη και μέχρι να ολοκληρώσει την φράση του είχε λαχανιάσει λες και είχε τρέξει μίλια.

«Προφανώς, ο Άρχοντας σου ξέχασε να διευκρινίσει πως οι άντρες που θα κρατούν τα σπαθιά και τις ασπίδες θα πρέπει να είναι και σε θέση να τα χρησιμοποιήσουν. Άφησε τα κάτω και πήγαινε να σε φροντίσουν οι θεραπευτές. Βάζεις σε κίνδυνο τον εαυτό σου και την υγεία των υπολοίπων με το να μένεις εδώ»

«Αδύνατον, αρχόντισσα μου» Αποκρίθηκε, αν και η πονεμένη του έκφραση μαρτυρούσε πόσο ήθελε να το κάνει. «Αν παρακούσω εντολή των ανωτέρων μου θα με μαστιγώσουν»

«Κανείς δεν θα κάνει κάτι τέτοιο» επενέβη ο Ντέβαν. «Έχεις τον λόγο μου. Πήγαινε να ξεκουραστείς»

Ο στρατιώτης τον κοίταξε διστακτικά, διχασμένος ανάμεσα στις δυο διαφορετικές εντολές που είχε λάβει. Ο ένας Άρχοντας του έλεγε να πολεμήσει και ο άλλος του έλεγε να μην το κάνει. Ο φόβος της τιμωρίας αν παράκουγε τις εντολές του Αίρυς άστραφτε στα μάτια του. Ο πατέρας του Ντέβαν ήταν άνθρωπος που δεν ανεχόταν την ανυπακοή.

Με αργές κινήσεις, ο νεαρός άντρας έλυσε τα δερμάτινα λουριά που κρατούσαν τον θώρακα στη θέση του και άφησε το βαρύ μέταλλο να πέσει στο ξερό γρασίδι. «Όπως επιθυμείς, άρχοντα μου» Έκανε μια κοφτή υπόκλιση και κατευθύνθηκε με τρεμάμενα βήματα προς τις μεγάλες σκηνές στο κέντρο του στρατοπέδου.

«Δεχόμαστε επίθεση και ο πατέρας σου σήκωσε τους αρρώστους από τα κρεβάτια τους;» ρώτησε σαρκαστικά η Κίρα.

«Μόνο αν ο στρατός που μας επιτίθεται είναι αόρατος, αλλιώς θα τον είχαμε δει όταν επιστρέφαμε»

«Ίσως ο Αίρυς κοιμάται και ονειρεύεται εχθρούς»

«Ίσως»

Συνάντησαν και άλλους άντρες που έβηχαν ή παρουσίαζαν σημάδια της επιδημίας. Ο Ντέβαν έδωσε την ίδια εντολή σε όλους τους. Οι άντρες τον κοιτούσαν με την ίδια αβεβαιότητα, ζυγίζοντας προσεχτικά τις επιλογές τους. Στη μια πλευρά της ζυγαριάς ήταν ο φόβος τους για τον Αίρυς και στην άλλη η εμπιστοσύνη που τους ενέπνεε ο Ντέβαν. Αλλά ήταν αρκετό; Αυτή είναι μια δοκιμασία, σκέφτηκε ο Ντέβαν. Τώρα θα έβλεπε ποιόν Άρχοντα θα επέλεγαν να υπακούσουν. Τον πατέρα ή τον γιο;

Πολλοί τον υπάκουσαν. Άλλοι επέλεξαν να τον αγνοήσουν μουρμουρίζοντας απολογίες. Αλλά η ουσία των λόγων τους ήταν μια: Ο Αίρυς ήταν ο Άρχοντας τους και τις δικές του εντολές όφειλαν να ακολουθήσουν.

Δυστυχώς, κανένας δεν γνώριζε να τους πει τον λόγο πίσω από τις ξαφνικές αποφάσεις του πατέρα τους.

«Οι στρατιώτες δεν ξέρουν τίποτα» ξεφύσηξε η Κίρα, τρίβοντας την πλάτη του μωρού που είχε αρχίσει να αποκοιμιέται. Ήταν λογικό, ο Αίρυς δεν μοιραζόταν τους λόγους πίσω από τις αποφάσεις του με κοινούς στρατιώτες.»Πρέπει να βρούμε την Ορόρα ή τον πατέρα σου αν θέλουμε να μάθουμε τι σχεδιάζει»

Έκανε να κινηθεί προς τη μεγάλη κόκκινη σκηνή αλλά ο Ντέβαν έβαλε τα χέρια του στους ώμους της για να την σταματήσει. «Εγώ θα πάω. Εσύ βρες μια σκηνή και πήγαινε να ξεκουραστείς»

Τα γκρίζα μάτια της έψαξαν το πρόσωπο του. «Δεν θέλεις να έρθω μαζί σου»

«Περπατούσαμε για ώρες μέχρι τη Σύναξη και πάλι πίσω. Ήταν χαράματα όταν ξεκινήσαμε. Είσαι εξουθενωμένη, το ίδιο και ο Ραίγκαρ. Κοίτα τον. Πρέπει να βρούμε ένα ήσυχο μέρος για να κοιμηθεί. Θα εμπιστευτείς κάποιον άλλο να τον προσέχει;»

«Μην προσπαθείς να βρεις δικαιολογίες, ή να με κοροϊδέψεις» τον προειδοποίησε. «Σε ξέρω καλά, Ντέβαν Ντρόγκομιρ, γι' αυτό μη πιστέψεις ούτε για μια στιγμή πως μπορείς να μου κρυφτείς. Τα λόγια του Ελεαζάρ σε έχουν επηρεάσει, έτσι δεν είναι; Γι' αυτό δεν με θέλεις μαζί σου»

Είδα και το δικό σου μέλλον, Κίρα Σέλτιγκαρ. Είναι γεμάτο πόνο και φόβο. Και πλησιάζει γρήγορα.

Τα λόγια ήταν σαν δαίμονες που στοίχειωναν το μυαλό του. Ήθελε να πιστέψει πως ο Ελεαζάρ έλεγε ψέματα ή πως οι Μάντισσες είχαν κάνει λάθος, όμως ακόμα κι αν υπήρχε έστω και μια στάλα αλήθεια στα λόγια του δεν μπορούσε να το διακινδυνεύσει. Η Κίρα δεν είχε εχθρούς που να θέλουν να την βλάψουν, αλλά οι Ντρόγκομιρ είχαν. Αν ο Ελεαζάρ την είχε δει να βρίσκεται μέσα σε κάποια συμπλοκή και να παθαίνει κακό; Δεν θα το επέτρεπε. Σκόπευε να την γυρίσει στο σπίτι της, εκεί όπου θα ήταν ασφαλής, αλλά ώσπου να βρει την ευκαιρία να το κάνει, θα την κρατούσε μακριά από εντάσεις και συγκρούσεις.

Το βλέμμα της Κίρας μαλάκωσε. «Ξέρεις τι είναι αυτό που με τρομάζει περισσότερο από οτιδήποτε;» τον ρώτησε. Ακούμπησε τρυφερά το γαντοφορεμένο χέρι της στο μάγουλο του. «Η σκέψη ότι θα σου συμβεί κάτι. Μη με απομακρύνεις, Ντέβαν, γιατί μόνο αυτό μπορεί να με πληγώσει πραγματικά. Τίποτα δεν θα συμβεί, ούτε σε εσένα, ούτε σε εμένα»

«Πως είσαι τόσο σίγουρη;» την ρώτησε, θέλοντας απεγνωσμένα να πάρει λίγη από τη σιγουριά της.

Του χαμογέλασε. «Επειδή όταν είμαστε μαζί, μπορούμε να ξεπεράσουμε τα πάντα. Κοίτα μας. Έχουμε επιβιώσει από την κατάρα, από τον πατέρα σου, από την Νιλάι, από μηχανορραφίες ανάμεσα στον Οίκο των Ντρόγκομιρ και τον Οίκο τον Ρίχακ. Τι μπορεί να μας κάνει το όραμα ενός μάγου;»

Ένα μικρό γέλιο βγήκε από μέσα του, αλλά έσβησε γρήγορα.

«Ό,τι κι αν στείλει στον δρόμο μας η μοίρα θα το αντιμετωπίσουμε. Μαζί. Άσε με να σταθώ δίπλα σου. Το ξέρω πως είναι λίγα αυτά που μπορώ κάνω, αλλά άσε με τουλάχιστον να σε στηρίξω»

«Κι εγώ σε θέλω δίπλα μου» της είπε. «Αν δεν ήσουν εσύ τώρα θα βρισκόμουν στη λάθος πλευρά αυτού του πολέμου»

Πριν από την Κίρα ήταν απλά ο υπάκουος γιος και διάδοχος του Αίρυς Ντρόγκομιρ. Ένας πιστός στρατιώτης που υπάκουγε αδιαμαρτύρητα τις εντολές του άρχοντα του. Αν τον διέταζε να πετάξει μέχρι την Νταχάρα και να δολοφονήσει την βασιλική οικογένεια θα το έκανε, κι ας ήξερε πως ήταν ο λάθος τρόπος για να λυθεί η διαμάχη ανάμεσα στις δυο οικογένειες. Θα το έκανε και θα άφηνε τις πράξεις του να βαραίνουν σιωπηλά την συνείδηση του. Πριν από την Κίρα πίστευε πως ο σκοπός της ζωής του ήταν αυτός που είχε ορίσει ο πατέρας του, σαν να μην είχε το δικαίωμα να αποφασίσει ο ίδιος την πορεία που ήθελε να χαράξει, χωρίς να το αμφισβητεί, Πριν από την Κίρα δεν είχε λόγο να το αμφισβητήσει.

«Τα λόγια του Ελεαζάρ δεν με έχουν επηρεάσει» της εξομολογήθηκε. «Με έχουν τρομοκρατήσει. Μου δίνεις σκοπό, Κίρα. Είσαι η δύναμη που με κάνει να θέλω να παλέψω πιο δυνατά. Όταν σκέφτομαι πως μπορεί να σου συμβεί κάτι νιώθω σαν να με στραγγαλίζουν και δεν μπορώ να ανασάνω. Δεν φοβάμαι να αντιμετωπίσω τον πατέρα μου αλλά η σκέψη πως εσύ ή ο Ραίγκαρ θα πάθετε κακό είναι αβάσταχτη»

«Όλα θα πάνε καλά» τον διαβεβαίωσε. «Κοίτα, αν αυτό σε κάνει να νιώσεις καλύτερα θα πάω και θα περιμένω στη σκηνή της Κάλικ. Αλλά αν νομίζεις πως θα μείνω κριμένη για πάντα από φόβο για το τι θα μπορούσε να συμβεί, βγάλ' το από το μυαλό σου»

Θυμήθηκε τις ιστορίες με τις πριγκίπισσες που έμεναν κλεισμένες μέσα σε ένα κάστρο, με έναν δράκο να τις φυλάει. Αλλά αυτό το σχέδιο ήταν καταδικασμένο να αποτύχει. Η Κίρα ήταν ικανή να κρεμάσει σεντόνια από το παράθυρο και να σκαρφαλώσει για να μη κλειστεί ξανά στους τέσσερις τοίχους.

«Ντέβαν!» φώναξε η Ορόρα που ερχόταν με γοργό βήμα προς το μέρος που στεκόντουσαν. Έπιασε τη φούστα του φορέματος της και τη σήκωσε ελαφρά για να μπορεί να τρέξει χωρίς να κινδυνεύει να την πατήσει. «Λοιπόν; Τι έγινε στη συνάντηση με τον Ελεαζάρ; Για όνομα των Θεών, γιατί στέκεστε έτσι αμίλητοι;»

«Ίσως επειδή οι ερωτήσεις σου πέφτουν βροχή και δεν προλαβαίνουμε να σταυρώσουμε λέξη» αποκρίθηκε ο Ντέβαν.

«Μίλα!» τον πρόσταξε, με τον αυταρχικό τόνο που χρησιμοποιούσε μόνο σε εκείνον.

«Δεν πήγε τόσο καλά όσο θα θέλαμε» παραδέχθηκε. «Αλλά δεδομένων των συνθηκών θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί πολύ χειρότερα, οπότε πήγε σχετικά καλά»

«Με απλά λόγια, Ντέβαν!» είπε ανυπόμονα η Ορόρα. Το σώμα της έκανε μικρές νευρικές κινήσεις, λες και η ένταση την εμπόδιζε να σταθεί ακίνητη. «Μου προκαλείς πονοκέφαλο. Οι μάγισσες θα λύσουν το ξόρκι της επιδημίας, ναι ή όχι;»

«Θα το κάνουν, αλλά θα χρειαστεί χρόνος. Και ο Ελεαζάρ μας απείλησε ότι αν δεν απομακρύνουμε τον στρατό από το βουνό θα μας σκοτώσει»

«Αναμενόμενο» σχολίασε σκεπτικά η Ορόρα. «Τι αντιμετώπιση συναντήσατε;»

«Θα σου διηγηθούμε τα πάντα. Αλλά πρώτα πες μας, γιατί ετοιμάζονται οι στρατιώτες;»

«Ο Κάσσιαν άρχισε να φωνάζει ότι είδε ένα όραμα. Απ' ότι φαίνεται, είδε ότι ο στρατός των Ρίχακ θα μας επιτεθεί αιφνιδιαστικά»

«Άλλο κι αυτό...» μουρμούρισε η Κίρα.

Το τελευταίο που ήθελε να ακούσει ο Ντέβαν ήταν κι άλλα οράματα. Είχε ακούσει αρκετά για μια μέρα και πάντα προμήνυαν κάτι δυσάρεστο.

«Ο πατέρας διέταξε τους πάντες να ετοιμαστούν και συγκάλεσε συμβούλιο. Τώρα είναι στη μεγάλη σκηνή και συζητάνε. Σας ακούσαμε να έρχεστε και με έστειλαν να σε φωνάξω»

Ο Ντέβαν κοίταξε την Κίρα. «Μόλις μάθω τι ακριβώς συμβαίνει θα έρθω να σας βρω»

Εκείνη ένευσε. «Θα σε περιμένω στη σκηνή της Κάλικ. Θα είναι άδεια, έτσι δεν είναι;» ρώτησε την Ορόρα.

«Όλοι οι δράκοι είναι στη συνέλευση. Ο άρχοντας-πατέρας μας διέταξε την παρουσία όλων. Ακόμα και της εξόριστης» πρόσθεσε ειρωνικά, στριφογυρίζοντας τα γαλάζια μάτια της. «Απ' ότι φαίνεται η εξορία άρετε σε καταστάσεις κρίσης»

«Πήγαινε στη σκηνή και μείνε εκεί» είπε στην Κίρα. «Μην πλησιάσεις κανέναν στρατιώτη που δείχνει άρρωστος»

«Ξέρω. Θα είμαστε μια χαρά» Αναστέναξε. «Εύχομαι να μη χρειαζόταν να σε αφήσω»

«Ο πατέρας μου θα ξέρει τι σχεδιάζουμε μέχρι τώρα. Αν έρθουμε σε αντιπαράθεση στο συμβούλιο θα είναι μια μάχη που πρέπει να δώσω μόνος μου»

«Μα δεν είσαι μόνος σου. Να το θυμάσαι πάντα αυτό»

Τα λόγια της ζέσταναν την καρδιά του. Ένιωθε ότι αλληλοσυμπληρωνόντουσαν, δυο κομμάτια της ίδιας μηχανής, διαφορετικά μεταξύ τους αλλά εξίσου απαραίτητα για να λειτουργήσει. Το έντονο πνεύμα της Κίρας του έδινε ώθηση όταν την χρειαζόταν και η δική του ηρεμία της συγκρατούσε όταν έπρεπε. Ο ένας τόνιζε τα χαρακτηριστικά του άλλου. Γι' αυτό τώρα ένιωθε ένα σφίξιμο στο στομάχι επειδή την άφηνε πίσω.

«Σ' ευχαριστώ που υπάρχεις στη ζωή μου» της είπε και την φίλησε στο μέτωπο.

Είδα και το δικό σου μέλλον, Κίρα Σέλτιγκαρ. Είναι γεμάτο πόνο και φόβο. Και πλησιάζει γρήγορα. Η προφητεία του Ελεαζάρ τον χλεύαζε.

«Τον περισσότερο καιρό σε τρελαίνω» του απάντησε μασουλώντας.

«Είναι αλήθεια, αλλά σ' αγαπώ και δεν θα άλλαζα τίποτα σε εσένα. Ακόμη και αυτά που με τρελαίνουν»

«Να προσέχεις» Το φίλησε στο μάγουλο και έφυγε για να πάει να βρει την σκηνή.

«Είσαι προβληματισμένος» του είπε η Ορόρα, όταν η Κίρα είχε απομακρυνθεί αρκετά ώστε να μην υπάρχει κίνδυνος να τους ακούσει. «Τι σε βασανίζει;»

Σχεδόν δεν ήθελε να της πει, παρόλο που η Ορόρα ήταν το άτομο στο οποίο εμπιστευόταν πάντα τις σκέψεις του. Δίστασε, λες και αν της εκμυστηρευόταν τους φόβους του θα έβγαιναν αληθινοί.

«Όσο ήμασταν στη Σύναξη, ο Ελεαζάρ είπε κάποια περίεργα πράγματα για το μέλλον του Ραίγκαρ και της Κίρας. Δεν μπορώ να διώξω τα λόγια του από το μυαλό μου»

Η Ορόρα συνοφρυώθηκε. «Τι είδους πράγματα;»

«Είπε πως το μέλλον της Κίρας είναι γεμάτο φόβο και πόνο αλλά δεν μας εξήγησε τι είναι αυτό που την απειλεί»

«Γιατί δεν ρώτησες;»

«Το ήθελα. Αλλά η Κίρα ήταν ταραγμένη και επέμενε να φύγουμε. Δεν ήθελε να ακούσει λέξη. Προσπάθησε να μη το δείξει αλλά φοβήθηκε. Σκόπευα να επιστρέψω στη Σύναξη απόψε, όταν όλοι θα κοιμόντουσαν, και να ζητήσω εξηγήσεις αλλά τώρα...»

«Πάρε μια ανάσα, αδελφέ, και ηρέμισε» τον συμβούλευσε. «Θα δούμε τι συμβαίνει με το όραμα του Κάσσιαν και μετά σου υπόσχομαι πως θα πετάξουμε μαζί μέχρι τον Ελεαζάρ και θα μάθουμε τι συμβαίνει. Μπορεί να μην είναι τίποτα. Οι Ορεσίβιοι δεν τρέφουν συμπάθια για τους Ντρόγκομιρ και ίσως αυτό είναι μια φάρσα του Ελεαζάρ. Για να σου χαρίσει μερικές άυπνες νύχτες»

«Ειλικρινά το πιστεύεις αυτό;» την ρώτησε, αλλά γνώριζε ήδη την απάντηση.

«Ακόμη κι αν είναι αλήθεια, μη χάνεις το κουράγιο σου» Έτριψε το μπράτσο του, μια παρηγορητική κίνηση που δήλωνε τη συμπαράσταση της. «Ακόμα κι αν υπάρχει κάποιος ή κάτι εκεί έξω που θέλει να την βλάψει θα πρέπει να περάσει πρώτα από εμάς. Η Κίρα ανήκει πλέον στην οικογένεια μας. Και εμείς δεν είμαστε ανυπεράσπιστά πλάσματα, Ντέβαν. Είμαστε δράκοι. Και αν υπάρχει κάτι που ξέρουμε να κάνουμε καλά είναι να πολεμάμε και να υπερασπιζόμαστε αυτά που είναι δικά μας»



Αν και η σκηνή του Αίρυς ήταν η μεγαλύτερη στο στρατόπεδο -όπως άλλωστε άρμοζε σε έναν Άρχοντα-, με ξεχωριστό υπνοδωμάτιο, ένα μικρό δωμάτιο με σκάφη, και έναν κοινόχρηστο χώρο, όμως ο Ντέβαν ένιωσε τη σκηνή να συρρικνώνεται μόλις πάτησε το πόδι του στο εσωτερικό της. Αιτία ήταν οι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί και οι Ντρόγκομιρ που γέμιζαν ασφυκτικά τον χώρο. θα πρέπει να υπήρχαν τουλάχιστον τριάντα άτομα στην έκτακτη συνέλευση. Οι φωνές και τα μουρμουρητά τους που ακουγόντουσαν ταυτόχρονα ήταν σαν βουητό εντόμων στα αυτιά του. Κάθε βήμα που έκανε ήταν προσεχτικό ώστε να αποφύγει να συγκρουστεί με κάποιον. Η ατμόσφαιρα ήταν ζεστή και πνιγηρή από τις ανάσες και την θερμότητα που εξέπεμπαν όλα αυτά τα σώματα. Μια κλειστοφοβική αίσθηση τον πλάκωσε. Ανυπομονούσε να βγει ξανά έξω, στον καθαρό αέρα.

Ο Κάσσιαν στεκόταν στο κέντρο του χώρου, σκυμμένος πάνω από ένα μακρόστενο ξύλινο τραπέζι. Μπροστά του ήταν απλωμένος ένας χάρτης που απεικόνιζε τα σύνορα της Ναβίντια και της Νταχάρας, καθώς και ένα μεγάλο κομμάτι της γειτονικής χώρας που έφτανε μέχρι την πρωτεύουσα. Ο Αίρυς και ο Γκρέγκορ στεκόντουσαν δίπλα του ενώ η Νερίσσα παραφύλαγε λίγο πιο δίπλα, με τα γαλάζια μάτια της να παρακολουθούν προσεχτικά κάθε κίνηση των δυο μεγαλύτερων Ντρόγκομιρ, έτοιμη να επέμβει αν γινόντουσαν απειλητικά προς τον μάγο.

«Δεν ξέρω ακριβώς ποια διαδρομή ακολουθούν τα στρατεύματα των Ρίχακ...» τους εξηγούσε ο Κάσσιαν. «Αυτό που είδα ήταν ένας στρατός να βαδίζει μέσα από γη και βράχους, χωρίς ουρανό από πάνω τους ή ήλιο που να φωτίζει τον δρόμο τους. Αλλά δεν υπήρχε φόβος στις καρδιές τους ή αβεβαιότητα στο βλέμμα τους. Και μετά το σκοτάδι χάθηκε. Εδώ» Τους έδειξε μια δασώδη έκταση κοντά στα σύνορα. «Κρύβονται και περιμένουν, αλλά όχι για πολύ»

«Αν μας είχαν πλησιάσει τόσο πολύ οι ανιχνευτές μας θα το είχαν αναφέρει» είπε ο Γκρέγκορ.

«Δεν το ανέφεραν επειδή δεν τους είδαν. Χρησιμοποίησαν υπόγεια περάσματα για να περάσουν απαρατήρητοι»

«Δεν υπάρχουν υπόγεια περάσματα σε αυτή τη περιοχή. Μόνο κοντά στα βουνά»

«Κι όμως» απάντησε ο Κάσσιαν, με το αυτάρεσκο ύφος ενός άντρα που γνώριζε πράγματα και μυστικά που ο υπόλοιπος κόσμος αγνοούσε. «Οι Ρίχακ είναι μερικοί από τους πιο ικανούς Αλχημιστές σε όλη την καταγεγραμμένη ιστορία. Έφτιαξαν φίλτρα που λιώνουν γη και πέτρα. Διέσχισαν την απόσταση μέχρι τα σύνορα λες και ήταν περίπατος σε λιβάδι. Τα είδα όλα ξεκάθαρα στο όραμα μου»

«Τι άλλο είδες;» ρώτησε ο Αίρυς, κοιτάζοντας βλοσυρά τον χάρτη.

«Είδα θάνατο και αίμα. Είδα μαύρο καπνό να υψώνεται από το στρατόπεδο που είχε τυλιχτεί στις φλόγες. Στρατιώτες με ήλιους στις πανοπλίες τους έσφαζαν αρρώστους στα κρεβάτια τους. Άκουσα τα ουρλιαχτά τους. Άντρες έσερναν τεράστιες βαλλίστρες, μαγεμένες για να βρίσκουν πάντα τον στόχο τους. Είδα δράκους να πέφτουν από τον ουρανό και να τσακίζονται στη γη»

Φωνές ξέσπασαν στη σκηνή. Αξιωματικοί φώναζαν προτάσεις και τρόπους για να αντεπιτεθούν. Άλλοι υποστήριζαν ότι έπρεπε να υποχωρήσουν όσο υπήρχε ακόμα χρόνος. Η Νερίσσα έπιασε το χέρι του Νάριαν. Η Κάλικ έλεγε κάτι στο αυτί του Έντγκαρ αγχωμένη. Ο Κάσρελ έδειχνε έτοιμος να χτυπήσει κάτι.

«Όμως υπάρχει ελπίδα!» φώναξε ο Κάσσιαν με όλη του τη δύναμη για να ακουστεί πάνω από την οχλαγωγία. Η σκηνή σώπασε και όλα τα βλέμματα καρφώθηκαν πάνω του, περιμένοντας να ακούσουν τι είχε να πει. Ο μάγος κοίταξε τον Αίρυς και του έδειξε μια γκρίζα περιοχή μπροστά από το δάσος όπου κρυβόντουσαν οι δυνάμεις των Ρίχακ. «Το Πέρασμα του Γίγαντα. Ο στρατός τους θα περάσει από μέσα για να παραμείνει κρυμμένος μέχρι να βρεθεί ακριβώς μπροστά σας. Αλλά αν φτάσετε στην έξοδο του φαραγγιού πριν από εκείνους θα έχετε το πλεονέκτημα. Το πέρασμα είναι στενό και εκεί οι αριθμοί δε θα έχουν σημασία. Μπορείτε να αποκρούσετε την μια επίθεση μετά την άλλη, ακόμα κι αν έχετε λιγότερους άντρες. Αλλά για να καταφέρεται να κρατήσετε τη θέση σας θα χρειαστείτε όλες τις δυνάμεις που μπορείτε να διαθέσετε, συμπεριλαμβανομένων όλων των δράκων και του Νάριαν για να αχρηστεύσει τις βαλλίστρες»

«Και εσύ;» τον ρώτησε η Νερίσσα.

«Δεν έχω εμπειρία στη μάχη, πριγκίπισσα. Αν σας ακολουθήσω δεν θα αντέξω για πολύ. Καλύτερα να μείνω εδώ και να φροντίσω τους αρρώστους»

«Πόσο χρόνο έχουμε;» ζήτησε να μάθει ο Αίρυς.

«Καθόλου» του απάντησε χωρίς να διστάσει στιγμή. «Είδα τον στρατό της Νταχάρας να βγαίνει από το πέρασμα μια νύχτα που η πανσέληνος βασίλευε στον ουρανό»

«Η πανσέληνος είναι αύριο» είπε ένας από τους στρατηγούς.

«Ακριβώς. Αν θέλετε να φτάσετε εγκαίρως στο πέρασμα πρέπει να αναχωρήσετε αμέσως»

«Αν κάνουμε όσα είπες βλέπεις νίκη στο μέλλον μας;» ρώτησε ο Γκρέγκορ.

«Τα οράματα δεν λειτουργούν έτσι. Δεν μπορώ να τα προστάξω να έρθουν σε εμένα όποτε θέλω. Ακόμα προσπαθώ να καταλάβω γιατί είδα αυτά που είδα, αφού τα Πνεύματα με έχουν ευλογήσει ελάχιστες φορές με την γνώση του μέλλοντος»

Φωνές ξέσπασαν ξανά, στρατηγοί και Ντρόγκομιρς εξέφραζαν τις απόψεις τους πάνω στο ζήτημα και πρότειναν τις στρατηγικές που θεωρούσαν πιο σωστές. Όχι όμως κι ο Ντέβαν, που γλίστρησε αθόρυβα μέσα στο πλήθος προς το μέρος της Νερίσσας.

«Προσφέρομαι να κάνω μερικά προστατευτικά ξόρκια γύρω από το στρατόπεδο όσο θα λείπετε» τους είπε ο Κάσσιαν, κοιτάζοντας πλάγια την Νερίσσα. «Χωρίς χρέωση» πρόσθεσε.

Ο Ντέβαν ακούμπησε το χέρι του στον ώμο της ξαδέρφης του για να τραβήξει την προσοχή της. Η Νερίσσα τον κοίταξε ξαφνιασμένη.

«Έλα μαζί μου έξω για λίγο» είπε στο αυτί της.

Η Νερίσσα σήκωσε ένα ξανθό φρύδι με περιέργεια και τον ακολούθησε έξω από την σκηνή, μακριά από το πλήθος και τον θόρυβο. Το φρέσκο, παγωμένο αεράκι χτύπησε τα πρόσωπα τους.

«Τι είναι, Ντέβαν;»

«Εμπιστεύεσαι τον Κάσσιαν;» την ρώτησε.

Η ερώτηση του την έκανε να συνοφρυωθεί. «Γιατί το ρωτάς αυτό;»

«Επειδή το βρίσκω τρομερή σύμπτωση που είχε ένα όραμα που να μας προειδοποιεί για την καταστροφή μας λίγο πριν συμβεί. Ποιές ήταν οι πιθανότητες, ειδικά από τη στιγμή που οι μάγισσες βλέπουν οράματα σπάνια;»

«Μου φαίνεται πως έχεις συνηθίσει να ακούς κακά νέα και τα ελπιδοφόρα σε κάνουν καχύποπτο, ξάδερφε»

«Ο Ελεαζάρ έχει Μάντισσες που μπορούν να δουν το μέλλον πιο καθαρά από τον οποιοδήποτε. Δεν νομίζεις ότι από τη στιγμή που δέχθηκε να συμμαχήσει μαζί μας θα μας είχε προειδοποιήσει;»

«Γιατί να το κάνει; Ο Ελεαζάρ και οι μάγισσες του δεν είναι φίλοι μας. Ίσως αυτό να είναι το εφεδρικό του σχέδιο. Σε περίπτωση που δεν φύγουμε μόνοι μας από την οροσειρά να μας διώξουν οι Ρίχακ»

Ο Ντέβαν κούνησε αρνητικά το κεφάλι του. Σκέψεις και πιθανότητες περνούσαν με αστραπιαία ταχύτητα από το μυαλό του προσπαθώντας να σχηματίσουν λογικά συμπεράσματα. «Δεν το πιστεύω. Ο Ελεαζάρ θέλει κάποια πράγματα από εμάς, και τα θέλει πραγματικά πολύ. Ακόμα κι αν είχε σκοπό να μας προδώσει το λογικό θα ήταν να μας κρατήσει ζωντανούς τουλάχιστον μέχρι να του τα δώσουμε»

Η Νερίσσα σταύρωσε τα χέρια της μπροστά στο στήθος της παίρνοντας μια αμυντική στάση. «Ο Κάσσιαν με βοήθησε να φέρω πίσω τον Νάριαν. Προθυμοποιήθηκε να μείνει εδώ και να φροντίσει τους άντρες. Δεν μας έχει δώσει κανένα λόγο να είμαστε δύσπιστοι απέναντι του»

«Δεν τον αποκαλώ ψεύτη, Νερίσσα. Όμως το να μετακινήσουμε όλες μας τις δυνάμεις στο πέρασμα είναι ριψοκίνδυνο. Το στρατόπεδο και οι άρρωστοι ουσιαστικά θα μείνουν απροστάτευτοι. Είναι μια απόφαση που δεν μπορεί να παρθεί με ελαφριά καρδιά. Αν ο Κάσσιαν έχει δίκιο μπορεί να σωθούμε, αλλά αν κάνει λάθος οι συνέπειες μπορεί να είναι καταστροφικές»

«Ο Κάσσιαν είναι ένας ισχυρός μάγος» Η φωνή της είχε πάρει έναν αιχμηρό τόνο, σχεδόν προστατευτικό απέναντι στον μάγο. «Αν λέει πως είδε τον στρατό των Ρίχακ να χρησιμοποιεί κρυφά περάσματα για να φτάσει στην χαράδρα, τότε αυτό ακριβώς είδε»

«Μη θυμώνεις μαζί μου και σκέψου λογικά. Η επιβίωση των στρατιωτών μας είναι κάτι πολύ σημαντικό για να δείξουμε τυφλή πίστη στα λόγια ενός ξένου. Δεν ξέρω τον Κάσσιαν και θα προτιμούσα να μην τον κρίνω από την φήμη του. Αλλά εσύ έχεις περάσει χρόνο μαζί του, έχεις μάθει τον χαρακτήρα του και την έκταση των δυνάμεων του. Γι' αυτό σε ρωτάω. Τον εμπιστεύεσαι;»

«Ναι, Ντέβαν, τον εμπιστεύομαι» Ξεφύσηξε και άφησε τα χέρια της να πέσουν στα πλευρά της. «Μπορεί να έκανε κάποια πράγματα που του χάρισαν μια άσχημη φήμη αλλά υπήρχε σοβαρός λόγος πίσω από τις πράξεις του. Μου συμπαραστάθηκε όταν είχα ανάγκη, παρόλο που δεν είχε καμία υποχρέωση να το κάνει. Είναι καλό άτομο»

Ο Ντέβαν αναλογίστηκε τα λόγια της για μερικές στιγμές και κοίταξε την ξαδέρφη του. «Αν το λες εσύ τότε εμπιστεύομαι την κρίση σου»

«Σ' ευχαριστώ. Ο Άρχοντας Αίρυς δεν θα ζητούσε την γνώμη κανενός. Θα έκανε αυτό που ήθελε και θεωρούσε εκείνος σωστό» Το χτύπησε ενθαρρυντικά στην πλάτη καθώς επέστρεφε στη σκηνή. «Θα γίνεις καλός Άρχοντας»

Το ήλπιζε.

Φαίη