Ο Οίκος των Δράκων ΙΙ (Κεφάλαιο 33 - μέρος 1)

Κίρα


Το κουρέλι που ήταν δεμένο γύρω από το στόμα της έπνιγε της κραυγές της. Ο λαιμός της ήταν γδαρμένος από τις μάταιες προσπάθειες της να καλέσει βοήθεια αλλά κανένας δεν τους είχε ακολουθήσει μέσα στο σκοτεινό δάσος.

Όλα είχαν συμβεί τόσο ξαφνικά.

«Με συγχωρείς για την ενόχληση, αρχόντισσα» είχε πει ο Κάσσιαν μπαίνοντας στη σκηνή της. «Ελέγχω τις σκηνές για νέα κρούσματα»

«Μα ο Ελεαζάρ είπε ότι θα λύσει το ξόρκι» απάντησε η Κίρα, που ήταν καθισμένη στο κρεβάτι και παρακολουθούσε τον Ραίγκαρ που μπουσουλούσε στα πόδια της. Το στρώμα ήταν κάπως σκληρό, αλλά πολύ πιο άνετο από τα αχυροστρώματα που χρησιμοποιούσαν συνήθως οι στρατιώτες. Οι βαριές μάλλινες κουβέρτες και οι απαλές γούνες έδιναν μια ζεστή νότα στον χώρο. «Η υγεία των στρατιωτών θα πρέπει να αρχίσει να βελτιώνεται, όχι το αντίθετο»

«Ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε αρκετά προσεχτικοί σε θέματα που αφορούν την μαγεία» αποκρίθηκε ο μάγος και την πλησίασε. «Έδωσα τον λόγο μου στη Νερίσσα ότι θα φροντίσω όσους έμειναν πίσω και μου φαίνεται πιο σωστό να ξεκινήσω από την οικογένεια της. Υπάρχει κάτι που να χρειάζεσαι εσύ ή ο γιος σου;»

Αυτό που χρειαζόντουσαν ήταν να γυρίσει ο Ντέβαν κοντά τους. Ή να εξαφανιστεί ο Αίρυς. Αλλά αμφέβαλλε πως ο μάγος μπορούσε να της δώσει κάποιο από τα δυο. Αναρωτήθηκε που να ήταν τώρα ο Ντέβαν. Το πιο πιθανό ήταν πως εκείνη τη στιγμή προετοιμαζόταν για την μάχη. Άραγε ανησυχούσε για τον στρατό που προέλαυνε προς το μέρος τους; Ξέροντας τον χαρακτήρα του καθ' όλη τη διάρκεια της μάχης θα ανησυχούσε για την ασφάλεια της Ορόρας, της οικογένειας του, και των στρατιωτών του. Προσευχόταν να μην έχουν μεγάλες απώλειες. Αυτό θα του στοίχιζε.

Οι τοίχοι της σκηνής την έπνιγαν. Η Ορόρα της είχε βρει μια μεγάλη, άνετη σκηνή, φτιαγμένη από βαθυκόκκινα υφάσματα που δήλωναν την ανώτερη τάξη του ατόμου που έμενε μέσα. Η Κίρα προσπαθούσε να μην κοιτάζει τους τοίχους. Της θύμιζαν αίμα. Δεν χρειαζόταν τέτοιες σκέψεις στο μυαλό της. Παχιά χαλιά με γεωμετρικά σχέδια σκέπαζαν τη γη. Εκτός από το κρεβάτι η σκηνή είχε μια μικρή τραπεζαρία με τέσσερις καρέκλες, μια βιβλιοθήκη γεμάτη βιβλία -ποιός τα είχε κουβαλήσει όλα αυτά μέχρι τα σύνορα;- που η Κίρα μπορούσε να διαβάσει για να γεμίσει τον χρόνο της, ακόμα και τη δική της μπανιέρα κρυμμένη πίσω από ένα παραβάν. Οι σάκοι με τα ρούχα της και του Ντέβαν ήταν προσεχτικά τακτοποιημένοι σε μια γωνία. Είχε αφήσει όλα τους τα πράγματα φυλαγμένα μέσα τους, με την ελπίδα πως επέστρεφαν σύντομα στο σπίτι και δεν θα χρειαζόταν να τα βγάλει και να φυλάξει στη μικρή συρταριέρα που περίμενε άδεια δίπλα στο παραβάν. Επέλεξε να αγνοήσει το γεγονός ότι τα πάντα μέσα στη σκηνή προμήνυαν μια μακρά διαμονή.

Ο Ντέβαν είχε επιλέξει δέκα φρουρούς που είχαν αναλάβει το καθήκον να διασφαλίσουν αποκλειστικά την προστασία της Κίρας και του γιου τους, τρεις από τους οποίους περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου τους μέσα στη σκηνή. Η παρουσία τους της είχε φανεί λίγο παράξενη στην αρχή, και κατά τη γνώμη της μη απαραίτητη αφού ο εχθρικός στρατός βρισκόταν μίλια μακριά τους. Αναγνώριζε τον Ντέιβιντ από το σύντομο χρονικό διάστημα που είχε μείνει στο κάστρο των Ντρόγκομιρ, ένας κοκκινοτρίχης νεαρός που το άγριο παρουσιαστικό του δεν ταίριαζε με τον καλόκαρδο χαρακτήρα του. Ο δεύτερος φρουρός της είχε συστηθεί ως Τομ Γιούσλέι και ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία, αλλά παινευόταν για την εμπιστοσύνη που του έδειχναν ο Ντέβαν και η Ορόρα, αφού ήταν στην υπηρεσία τους αρκετά χρόνια. Ήταν εύκολος στη συζήτηση και πρόθυμος να μοιραστεί ιστορίες για τον νεαρό άρχοντα που έκαναν το μυαλό την Κίρας να ξεφεύγει προσωρινά από την πραγματικότητα και να ταξιδεύει σε πιο ευχάριστα μέρη. Ο τελευταίος φρουρός δεν μιλούσε πολύ αλλά είχε προσφέρει τον μανδύα του στην Κίρα για να τον στρώσει πάνω στο χαλί ώστε ο Ραίγκαρ να έχει ένα επιπλέον προστατευτικό στρώμα ενάντια στο κρύο Η Κίρα τον είχε ευχαριστήσει και είχε δεχθεί την προσφορά του. Ήταν ευγνώμων για την επιλογή των αντρών που είχε κάνει ο Ντέβαν. Φοβόταν ότι θα ένιωθε σαν κρατούμενη που παρακολουθούσαν κάθε της κίνηση αλλά οι συγκεκριμένοι φρουροί έκαναν την ατμόσφαιρα σχεδόν φιλική.

«Σε ευχαριστώ για το ενδιαφέρων σου» είπε στον Κάσσιαν. «Αλλά έχω ό,τι χρειάζομαι. Όταν επιστρέψει η Νερίσσα θα φροντίσω να την ενημερώσω για την προθυμία σου να εξυπηρετήσεις τις ανάγκες των άλλων» Δεν ήταν αφελής για να πιστέψει πως οι πράξεις του υποκινούνταν από αγνό, ανθρώπινο ενδιαφέρων. Ήθελε να κερδίσει την εύνοια της Νερίσσας. Αν ο απώτερος σκοπός του ήταν το χρυσάφι της ή κάτι άλλο, η Κίρα δεν ήξερε.

Έπιασε τον κόκκινο ξύλινο δράκο πάνω από το κρεβάτι. Η μπογιά είχε αρχίσει να ξεθωριάζει στις άκρες των φτερών επειδή ο Ραίγκαρ είχε την συνήθεια να τα βάζει στο στόμα του και να τα δαγκώνει. Όλοι του οι δράκοι χρειαζόντουσαν βάψιμο. Έπρεπε να το πει στον Ντέβαν όταν θα επέστρεφε. Προτού προλάβει να του το δώσει, το παιχνίδι πέταξε από το χέρι της και προσγειώθηκε μπροστά στον Ραίγκαρ που το άρπαξε με τα στρουμπουλά χεράκια του.

«Εκπληκτικό!» αναφώνησε ενθουσιασμένος ο Κάσσιαν. «Χρησιμοποιεί μαγεία χωρίς να έχει διδαχθεί πως να το κάνει. Αυτό είναι σημάδι ενός μεγάλου ταλέντου που περιμένει να βγει στην επιφάνεια»

«Ναι, θα γίνει ένας σπουδαίος μάγος όταν θα μεγαλώσει» συμφώνησε η Κίρα, κοιτάζοντας στοργικά τον γιο της. «Αν το θελήσει» πρόσθεσε. Η Ραζιγιέ και ο Ελεαζάρ μιλούσαν για τις ικανότητες του και τι θα μπορούσε να καταφέρει όταν θα μεγάλωνε. Αλλά το μόνο που είχε πραγματική σημασία ήταν τι θα έλεγε ο Ραίγκαρ. Μπορούσε να γίνει ο ισχυρός μάγος που περίμεναν όλοι ή να αφοσιωθεί στο να είναι ένας καλός Άρχοντας. Μπορεί να αποφάσιζε ότι ήθελε να ταξιδέψει σε ολόκληρο τον κόσμο και να δει μέρη όπου κανείς δεν έχει πατήσει. Μπορεί να ήθελε να τα κάνει όλα. Ότι κι αν αποφάσιζε ο γιος της πως ήθελε μπορούσε να το κάνει.

«Στην πραγματικότητα δεν θα έπρεπε να εκπλησσόμαστε» συνέχισε ο Κάσσιαν. «Κατάγεται από δυο οικογένειες με ισχυρή μαγική κληρονομία. Έχω ακούσει τόσα για τους Σέλτιγκαρ» Τράβηξε το βλέμμα του από το μωρό και κοίταξε την Κίρα. «Ιστορίες για σπουδαίους μάγους που δημιούργησαν εκπληκτικά ξόρκια»

«Λυπάμαι που μπορείς να γνωρίσεις μόνο την αδιάφορη πλευρά της οικογένειας» του είπε η Κίρα, μισό-αστεία και μισό-σοβαρά.

«Κάθε άλλο» απάντησε ο μάγος και έκανε άλλο ένα βήμα προς τα μπρος, κλείνοντας ακόμα περισσότερο την απόσταση μεταξύ τους, σε σημείο που η Κίρα είχε αρχίσει να αισθάνεται άβολα. Δεν υπήρχε οικειότητα μεταξύ τους, αν και ο Κάσσιαν έμοιαζε με άτομο που δεν έδινε ιδιαίτερη σημασία στους τύπους. Τα μάτια των φρουρών της ήταν κολλημένα πάνω του παρακολουθώντας την κάθε του κίνηση. «Είσαι το πιο ενδιαφέρων άτομο που έχω γνωρίσει εδώ και πολύ καιρό. Επέτρεψε μου να εκφράσω πόσο τυχερός νιώθω που σε γνώρισα. Και να ζητήσω συγνώμη»

Η Κίρα σηκώθηκε όρθια, ακούγοντας προειδοποιητικές καμπάνες να ηχούν μέσα στο κεφάλι της. Μια αίσθηση ανησυχίας φώλιασε στο στομάχι της. Τα γκρίζα μάτια της κοίταξαν καχύποπτα τον μάγο. «Να ζητήσεις συγνώμη για πιο πράγμα;»

Ο Κάσσιαν χτύπησε τα δάχτυλα του και οι φρουροί του Ντέβαν βρέθηκαν στο έδαφος, σαν μαριονέτες που τους είχαν κόψει τα σχοινιά. Τα μάτια τους ήταν κλειστά και τα σώματα τους εντελώς ακίνητα. Ο Ραίγκαρ άρχισε να κλαίει. Η Κίρα τράβηξε το μαχαίρι της από τη ζώνη του φορέματος της και όρμησε στον Κάσσιαν. Στόχευσε το στομάχι του αλλά ο την τελευταία στιγμή ο μάγος έκανε ένα βήμα στα δεξιά και μια βαθιά, κόκκινη χαρακιά εμφανίστηκε στα πλευρά του. Πήρε μια συρικτή ανάσα μέσα από τα δόντια του. Η Κίρα τράβηξε πίσω το χέρι της και επιτέθηκε ξανά χωρίς να διστάσει. Γιατί να το κάνει; Αυτός ο άντρας ήταν ξεκάθαρα απειλή.

«Σταμάτα!» την διέταξε ο Κάσσιαν.

Ολόκληρο το σώμα της πάγωσε και το χέρι της έμεινε να κρέμεται στον αέρα. Ο Κάσσιαν της πήρε το μαχαίρι χωρίς να συναντήσει αντίσταση και το πέταξε στην άλλη άκρη της σκηνής.

«Αυτό δεν ήταν καθόλου απαραίτητο» της είπε, κρατώντας με το ένα χέρι την πληγή του.

Τα δάχτυλα της άρχισαν να ανακτούν λίγη από την κινητικότητα τους. Η αίσθηση ήταν άβολη και δυσάρεστη, όπως όταν τα άκρα σου είχαν παγώσει από το κρύο και όταν τα έβαζες δίπλα στη φωτιά το αίμα που κυλούσε ξανά ήταν επώδυνο. Αλλά δεν ήταν αρκετά γρήγορα και ο Κάσσιαν πρόσεξε τις μικρές κινήσεις. Τα πράσινα μάτια του καρφώθηκαν πάνω στον Ραίγκαρ.

«Μείνε έξω από αυτό, μικρέ» του είπε, σαν δάσκαλος που μαλώνει έναν άτακτο μαθητή, και ένας κύκλος από σύμβολα εμφανίστηκε γύρω από το μωρό. Ο Ραίγκαρ συνέχισε να κλαίει και κάθε ένστικτο της Κίρας ούρλιαζε να τον πάρει στην αγκαλιά της για να τον ηρεμίσει αλλά το σώμα της δεν υπάκουγε.

«Τι είναι αυτό;» απαίτησε να μάθει η Κίρα. Κοίταξε έντρομη τα άγνωστα σύμβολα λες και ήταν μια αγέλη από επικίνδυνα ζώα που είχε περικυκλώσει το παιδί της.

Ο Κάσσιαν την έπιασε από το μπράτσο. «Σε συμπαθώ» της είπε και την έσυρε έξω από τη σκηνή.»Αλλά από τη στιγμή που πήγες να με σουβλίσεις, θεώρησε πως η φιλία μας περνάει κρίση και πως δεν έχω διάθεση να απαντήσω στις ερωτήσεις σου»

Οι στρατιώτες που φυλούσαν σκοπιά γύρω από τη σκηνή της είχαν την ίδια μοίρα με τους τρεις που ήταν μέσα. Ήταν νεκροί; Η Κίρα προσπάθησε να δει αν ανέπνεαν αλλά ο Κάσσιαν δεν της έδωσε τον χρόνο που χρειαζόταν για να διακρίνει αν το στήθος τους ανεβοκατέβαινε.

Την έσπρωξε μέσα σε μια από τις μικρότερες σκηνές, που η Κίρα υπέθεσε ότι ήταν η δική του, και έδεσε τα χέρια της με ένα τραχύ σκοινί που γρατζουνούσε το δέρμα της. Το ξόρκι που την κρατούσε παγωμένη άρχισε να ξεθωριάζει. Ο Κάσσιαν έπιασε έναν μεγάλο σάκο και τον έριξε στον ώμο του. Έχοντας ό,τι χρειαζόταν, έπιασε ξανά την Κίρα και βγήκαν από τη σκηνή.

«Άφησε με!» ούρλιαξε. Κανένας δεν εμφανίστηκε. Κανένας στρατιώτης δεν έτρεξε να δει τι συνέβαινε.

«Λυπάμαι αλλά δεν μπορώ να το κάνω αυτό»

Οι σκηνές άρχισαν να μένουν πίσω τους και ήταν ξεκάθαρο πως ο Κάσσιαν την οδηγούσε μακριά από το στρατόπεδο. Η Κίρα ρίζωσε τα πόδια της στο έδαφος αλλά ήταν μάταιο. Ο μάγος ήταν ψηλότερος και πιο βαρύς από εκείνη. Την έσερνε πίσω του λες και κρατούσε ένα παιδί. Χτυπιόταν και στριφογύριζε προσπαθώντας να ελευθερωθεί αλλά η λαβή του ήταν σαν σιδερένια μέγκενη, όχι αρκετά σφιχτή για να μελανιάσει το δέρμα της, αλλά σταθερή και ανυποχώρητη.

«Βοήθεια!» φώναζε μέχρι που ο λαιμός της γδάρθηκε και η φωνή της έβγαινε βραχνή, με μερικές βρισιές και κατάρες προς τον μάγο στον ενδιάμεσο. Αλλά κανένας δεν ήρθε. Όταν ο Κάσσιαν βαρέθηκε τις κραυγές της έβγαλε ένα ξεθωριασμένο πανί από τον σάκο του και το έδεσε γύρω από το στόμα της.

«Το μόνο που θα καταφέρεις είναι να χάσεις την φωνή σου και να κάνεις τα αυτιά μου να πονέσουν»

Τι στην ευχή συνέβαινε; Υποτίθεται πως ο Κάσσιαν ήταν με το μέρος τους, ή έστω με το μέρος της Νερίσσας. Είχε δίκιο που τον υποψιαζόταν από την αρχή. Αλλά ποιος ήταν ο σκοπός του;

Ο Ντέβαν, σκέφτηκε έντρομη και η καρδιά της άρχισε να βροντοχτυπά. Ο Κάσσιαν ήταν αυτός που τον είχε στείλει στο πέρασμα. Αν αντί να τους δώσει το πλεονέκτημα ενάντια στον στρατό των Ρίχακ τους είχε στείλει σε παγίδα; Και ο Ραίγκαρ, ο γλυκός της γιος είχε μείνει στη σκηνή, περιτριγυρισμένος από άντρες που πιθανότατα ήταν νεκροί. Ήταν πολύ μικρός για να καταλάβει τι συνέβαινε. Θα νόμιζε πως οι γονείς τους τον εγκατέλειψαν.

Περπατούσαν όλη τη νύχτα χωρίς σταματημό. Που πήγαιναν; Τα πόδια της ήταν φουσκιασμένα και ματωμένα αλλά αν της δινόταν η ευκαιρία να τρέξει θα το έκανε δίχως να χάσει στιγμή. Οι καρποί της είχαν γδαρθεί από τις προσπάθειες της να ελευθερώσει τα χέρια της από τα δεσμά τους, το δέρμα ήταν ερεθισμένο και έτσουζε. Το κεφάλι της ήταν θολό και ελαφρύ από την αυπνία αλλά αρνούνταν να υποκύψει στην εξάντληση. Χτυπιόταν και τιναζόταν σαν ψάρι που το είχαν τραβήξει έξω από το νερό αλλά η λαβή του Κάσσιαν δεν χαλάρωνε.

Όμως αυτό δεν την σταμάτησε ούτε σήμαινε πως θα του το έκανε εύκολο να την τραβολογάει όπου στις Εφτά Κολάσεις σκόπευε να πάει. Ο Κάσσιαν την είχε απειλήσει μουγκρίζοντας πως αν δεν σταματούσε θα την έριχνε στον ώμο του λες και ήταν σακί και θα την κουβαλούσε στο υπόλοιπο της διαδρομής. Ας προσπαθούσε! Ήθελε πολύ να τον δει να περπατάει στο μισοσκόταδο, ανάμεσα στα δέντρα, τις ρίζες, και τις πέτρες, με μια πληγή στα πλευρά, να ισορροπεί στο γλιστερό έδαφος κουβαλώντας ένα φορτίο που κλοτσούσε. Δυο φορές είχε λύσει το ύφασμα γύρω από το στόμα της για να της προσφέρει νερό και δυο φορές παραλίγο να του δαγκώσει το χέρι. Ήταν εντυπωσιακό πόσες προσβολές είχε προλάβει να του εκτοξεύσει μέχρι να την φιμώσει ξανά. Μετά από αυτό ο μάγος είχε εγκαταλείψει την προσπάθεια.

Η μέρα χάραξε και η οργή που σιγόβραζε μέσα της, αρχικά αμβλυμένη από το σοκ, πλέον κόχλαζε σαν λάβα ενός ηφαιστείου που ήταν έτοιμο να εκραγεί. Οι Ντρόγκομιρ είχαν εμπιστευτεί τον Κάσσιαν και εκείνος τους είχε εξαπατήσει. Είχε θέσει σε κίνδυνο τους άρρωστους άντρες, αφήνοντας τους ανυπεράσπιστους με το να στείλει τους υγιείς στη χαράδρα. Είχε πληγώσει τους φρουρούς της. Την είχε χωρίσει από τον γιο της. Και απ' όσο ήξερε θα μπορούσε να έχει στείλει τον Ντέβαν, την Ορόρα, την Νερίσσα, και τους υπόλοιπους στην καταδίκη τους.

Θα τον σκότωνε. Αν πάθαιναν κάτι ο Ντέβαν ή ο Ραίγκαρ εξαιτίας του θα τον σκότωνε. Δεν την ένοιαζε πως, θα έβρισκε τρόπο να το κάνει. Και καμία μαγεία δεν θα ήταν αρκετή για να τον γλιτώσει από τα χέρια της.

Έριξε ένα πλάγιο βλέμμα στον Κάσσιαν που είχε την προσοχή του στον δρόμο μπροστά τους και βύθισε τον αγκώνα της στην πληγή του, ρίχνοντας όλο το βάρος της στο χτύπημα. Ο μάγος διπλώθηκε στα δυο αφήνοντας ένα πονεμένο επιφώνημα και το χέρι του γλίστρησε από το μπράτσο της.

Η Κίρα το έβαλε στα πόδια. Έτρεξε προς την κατεύθυνση από την οποία είχαν έρθει, πίσω στο στρατόπεδο. Ίσως είχε ακόμα χρόνο να ειδοποιήσει κάποιον. Έναν ιππέα που θα μπορούσε να τρέξει μέχρι την χαράδρα και να προειδοποιήσει τους Ντρόγκομιρ.

Άκουσε βήματα πίσω της και δυνατά χέρια τυλίχτηκαν γύρω της, σχεδόν σηκώνοντας την από το έδαφος και δίνοντας τέλος στην απόπειρα της να αποδράσει. Η Κίρα τίναξε τα χέρια της προσπαθώντας να χτυπήσει ξανά τα πλευρά του, αλλά αυτή τη φορά ο Κάσσιαν το περίμενε. Θυμωμένα δάκρυα απειλούσαν να εμφανιστούν στα μάτια της.

Ο Κάσσιαν δάγκωσε τα χείλη του και έπνιξε μια κατάρα. «Σταμάτα να χτυπιέσαι σαν λυσσασμένη γάτα» της είπε. «Δεν έχω σκοπό να σου κάνω κακό»

Πολύ καθησυχαστικά λόγια όταν την είχε απαγάγει και την είχε φιμώσει.

Φαίνεται πως και ο μάγος έκανε την ίδια σκέψη. Άπλωσε το χέρι του, μορφάζοντας από την κίνηση των μυών στην πληγωμένη σάρκα του, και έλυσε το πανί γύρω από το στόμα της.

«Μπάσταρδε!» τον καταράστηκε αμέσως μόλις ήταν ξανά σε θέση να μιλήσει. Η φωνή της ακουγόταν τραχιά και ξένη στα αυτιά της. «Τι έχεις κάνει;»

«Αν αναφέρεσαι στους φρουρούς σου, είναι μια χαρά, σε διαβεβαιώ. Το ξόρκι δεν ήταν πολύ δυνατό»

«Λες και θα πιστέψω οτιδήποτε βγαίνει από το στόμα σου» του πέταξε φαρμακερά. «Εξαιτίας σου ο γιος μου είναι μόνος σε ένα στρατόπεδο γεμάτο άρρωστους άντρες»

«Η αρρώστια είναι φτιαγμένη από μαγεία. Σκοπός της είναι να πλήξει ανθρώπους, όχι μάγους. Γι' αυτό κανένας από τους Ντρόγκομιρ δεν αρρώστησε. Η μαγεία που κυλάει στις φλέβες του γιου σου του δίνει ανοσία»

«Είναι ένα μωρό!» του φώναξε, και ο ταλαιπωρημένος της λαιμός την αντάμειψε με σουβλιές πόνου. «Δεν μπορεί να φροντίσει τον εαυτό του. Χρειάζεται την μητέρα του»

Έμεινε σιωπηλός και συνέχισε να την τραβάει μέσα στο δάσος.

Κάρφωσε τις φτέρνες της στο χώμα. «Άφησε με!»

«Ειλικρινά πιστεύεις πως στο σημείο που έχουμε φτάσει υπάρχει περίπτωση να το κάνω; Μη σπαταλήσεις άδικα την ενέργεια σου επιχειρώντας κάτι παρόμοιο με αυτό που έκανες προηγουμένως. Δεν θα πετύχει δεύτερη φορά»

«Ποιος σε έστειλε;» απαίτησε να μάθει.

«Κανένας»

«Δεν σε πιστεύω. Ο Κάσρελ Ρίχακ σε έστειλε να σπείρεις το χάος στο στρατόπεδο; Σκοπεύει να επιτεθεί και εσύ προετοιμάζεις το έδαφος;»

«Μπορείς να κάνεις όσες υποθέσεις θέλεις και να απαριθμήσεις όλους τους εχθρούς των Ντρόγκομιρ, που είμαι σίγουρος ότι είναι ένας σεβαστός αριθμός με την συμπεριφορά που έχουν απέναντι στους άλλους, αλλά αυτό που είπα είναι η αλήθεια. Κανένας δεν με έστειλε για να σας καταστρέψω ή ό,τι άλλο έχεις στο μυαλό σου»

«Που έστειλες τον Ντέβαν;» Δεν ήθελε να δείξει αδυναμία μπροστά του αλλά δεν κατάφερε να εμποδίσει την φωνή της να ραγίσει στο τέλος. Αν πράγματι είχε πέσει σε παγίδα, αν του είχε συμβεί κάτι και τώρα ήταν πληγωμένος και αδύναμος... Η σκέψη ήταν αρκετή για να κάνει το στήθος της να σφιχτεί και τον αέρα να λιγοστέψει μέσα στα πνευμόνια της.

«Πουθενά» της απάντησε ο Κάσσιαν. «Δεν υπάρχει τίποτα στο πέρασμα. Θα το έχουν καταλάβει μέχρι τώρα και θα έχουν πάρει τον δρόμο της επιστροφής, πράγμα που σημαίνει πως πρέπει να βιαστούμε. Προχώρα» Την έσπρωξε μπροστά.

«Θα σε κυνηγήσει»

«Το ξέρω»

«Και όχι μόνο ο Ντέβαν. Στον Αίρυς Ντρόγκομιρ δεν αρέσει να τον κοροϊδεύουν»

Ο μάγος γέλασε κοφτά. «Νομίζεις ότι τον φοβάμαι; Πίστεψε με, υπάρχουν πολύ χειρότερα πράγματα εκεί έξω. Πράγματα που αν σ' τα αφηγηθώ θα σε στοιχειώνουν μέχρι το τέλος των ημερών σου. Ένας τσαντισμένος Άρχοντας δεν είναι τίποτα που να με τρομάζει»

«Και η Νερίσσα;» Το βήμα του πάγωσε για μια φευγαλέα στιγμή προτού συνεχίσει κανονικά αλλά η Κίρα το πρόσεξε.»Έδειχνε να σε εμπιστεύεται» συνέχισε. Μια σκιά πέρασε από το πρόσωπο του. Όποια κι αν ήταν η σχέση που είχε με την νεαρή Ντρόγκομιρ νοιαζόταν για την γνώμη που είχε για εκείνον κι ας προσπαθούσε να το κρύψει. «Σε υπερασπίστηκε στον Ντέβαν. Είμαι σίγουρη πως σε πλήρωσε πλουσιοπάροχα για να αναστήσεις τον Νάριαν. Και εσύ την πρόδωσες. Θα είναι πολύ αναστατωμένη»

«Θα το ξεπεράσει» αποκρίθηκε παγερά, αλλά υπήρχε κάτι σφιγμένο στην φωνή του.

«Πρόσεξε. Το τελευταίο άτομο που έκανε κάτι που την αδίκησε κατέληξε κομμένο στα δυο με τα σωθικά του σκορπισμένα γύρω του»

«Α, ο ξάδελφος που σκότωσε τον Νάριαν» θυμήθηκε. «Μου είπε την ιστορία»

«Έθεσες τον εαυτό του σε μεγάλο κίνδυνο με αυτό που έκανες»

«Αξίζει το ρίσκο»

«Αν δεν σε έστειλαν να μας καταστρέψεις τότε τι είναι αυτό για το οποίο αξίζει να διακινδυνεύσεις τη ζωή σου; Σκοπεύεις να ζητήσεις χρυσάφι για να με αφήσεις ελεύθερη;»

«Δεν με ενδιαφέρει το χρυσάφι. Υπάρχουν πράγματα που δεν μπορείς να αγοράσεις με αυτό και συνήθως εκείνα είναι τα πιο σημαντικά»

«Τότε;»

«Θα μάθεις σύντομα».

Τα λόγια του έστειλαν ένα ρίγος στη ραχοκοκαλιά της.



Φαίη