Storm III (Κεφάλαιο 6)

Έφτασε στο εξοχικό της Πένυ. Το αυτοκίνητό της ήταν παρκαρισμένο στην μπροστινή αυλή. Πήγε από την πίσω πόρτα και κοίταξε μέσα από το παράθυρο. Το σπίτι ήταν άδειο.

Πού πήγε; αναρωτήθηκε γυρίζοντας την πλάτη του στην πόρτα. Είδε τα κύματα του ωκεανού να ξεβράζονται στην άμμο και τότε κατάλαβε πού ήταν η Έμιλι.

Καθόταν εδώ και αρκετή ώρα πάνω σε ένα μεγάλο κούτσουρο, που μάλλον είχε ξεβράσει η θάλασσα και κοιτούσε τον ωκεανό. Το απαλό αεράκι χτυπούσε το πρόσωπό της. Είχε έρθει η ώρα να τα αντιμετωπίσει όλα. Την εξάρτησή της, τα οράματα του Γκρεγκ, τον Μάικλ, την τελευταία χρονιά στο λύκειο. Αν δεν ξεπερνούσε τα προβλήματά της δε θα μπορούσε να προχωρήσει στη ζωή της.

Άκουσε βήματα πίσω της και κατάλαβε ότι κάποιος ερχόταν. Ήξερε πως ήταν εκείνος. Θα ήταν ο μόνος που κατάλαβε το μήνυμα που είχε στείλει στην Ντέμυ. Η ώρα για να μιλήσει είχε φτάσει.

Ο Μάικλ προχώρησε και κάθισε δίπλα της χωρίς να μιλήσει για λίγα δευτερόλεπτα.

«Είναι το ίδιο τοπίο, η ίδια παραλία, ο ίδιος ωκεανός. Ο ίδιος ουρανός, τα ίδια σύννεφα… κι όμως… κάθε φορά είναι διαφορετικά εδώ» είπε η Έμιλι σπάζοντας τη σιωπή.

«Αλλάζει. Ο καιρός αλλάζει, το χρώμα της άμμου αλλάζει. Οι άνθρωποι αλλάζουν».

«Εγώ αλλάζω».

«Ναι» είπε άτονα ο Μάικλ κατεβάζοντας το κεφάλι του.

«Κι όχι με την καλή έννοια» πρόσθεσε γεμάτη πικρία η Έμιλι.

«Έμς!» διαμαρτυρήθηκε ο Μάικλ.

«Έχω δίκιο, Μάικ. Και μη ρίχνεις το φταίξιμο πουθενά αλλού. Εγώ φταίω. Ήταν δική μου επιλογή. Αυτό που δεν ξέρεις είναι γιατί το επέλεξα αυτό».

«Δε χρειάζεται να μου μιλήσεις».

«Όχι… δε χρειάζεται. Αλλά θέλω να σου μιλήσω γιατί δεν αντέχω άλλο».

«Οκ».

«Αυτό που μου συνέβη σε εκείνη την αποθήκη ήταν ό,τι χειρότερο έχω ζήσει μέχρι τώρα. Ήταν πολύ αληθινά».

«Ποια ήταν αληθινά;».

«Τα οράματά του» απάντησε η Έμιλι.

Ο Μάικλ την κοίταξε μπερδεμένος.

«Ο Γκρεγκ βλέπει τις δυνάμεις μου σαν τρόπαιο. Σαν κάτι που πρέπει να κερδίσει. Με προκάλεσε, λέγοντάς μου ότι θα τις κερδίσει με το να μου δείξει κάποια οράματα. Μέσα στην υπεροψία μου δέχτηκα την πρόκλησή του, νομίζοντας ότι αυτά που θα μου έδειχνε θα ήταν πολύ ψεύτικα για να τα πιστέψω. Και εκεί ήταν που έκανα λάθος».

«Τι σου έδειξε;».

«Μου έδειξε ένα μέλλον που πραγματικά θέλω. Ένα μέλλον που θα μπορούσα να αποκτήσω αν ήμουν έτοιμη να δώσω τις Δυνάμεις και όντως το έκανα».

«Τι μέλλον;».

«Ένα μέλλον με εσένα» του απάντησε κοιτάζοντας κάτω.

Ο Μάικλ έπιασε διστακτικά το χέρι της. Δεν το έδιωξε μακριά. Εκείνος ήρθε πιο κοντά της και τύλιξε τα χέρια του γύρω από το δικό της.

Η Έμιλι άρχισε να του λέει για τα οράματα που της είχε δείξει ο Γκρεγκ, με όλες τις λεπτομέρειες. Όταν τελείωσε έμειναν για αρκετά δευτερόλεπτα σιωπηλοί.

«Όταν μου είπε η Ντέμυ ότι ήσουν έτοιμη να του δώσεις τις Δυνάμεις σου, σκέφτηκα πως δεν ήσουν τόσο δυνατή όσο ήλπιζα. Κι έκανα λάθος. Είσαι δυνατή, Έμς. Παρόλο που σου έδειξε αυτό που ήθελες, δεν πήγες να του δώσεις τις Δυνάμεις σου για αυτόν τον λόγο. Ρίσκαρες τη ζωή σου για να σταματήσεις αυτήν την τρέλα».

«Δεν ξέρω τι σκεφτόμουν όταν το έκανα, Μάικ. Αυτό που ξέρω είναι πως θα ήθελα ένα τέτοιο μέλλον. Θα ήθελα ένα μέλλον…»

«Μαζί μου;» ρώτησε παιχνιδιάρικα ο Μάικλ. Η Έμιλι ακούμπησε στον ώμο του χωρίς να απαντήσει. Εκείνος πήρε μια βαθειά ανάσα, πέρασε το χέρι του γύρω από τη μέση της και χάιδεψε τρυφερά την πλάτη της.

«Σ’ αγαπάω» της είπε τρυφερά. «Και σ’ αγαπάω περισσότερο απ’ όσο πριν. Θέλω να είμαστε μαζί».

«Δε σου αξίζω».

«Μην το λες αυτό».

«Πρέπει να ξυπνήσει, Μάικ. Χάνει τη ζωή της εξ’ αιτίας μου. Αν δεν ξυπνήσει δε θα μπορέσω να ζήσω με τον εαυτό μου. Γι’ αυτό δε μπορώ να είμαι μαζί σου. Δε μπορείς να είσαι με κάποια σαν εμένα».

«Μην το ξαναπείς αυτό» της είπε λιγάκι εκνευρισμένος. «Κοίταξέ με!» Η Έμιλι γύρισε να τον κοιτάξει. «Δεν ήθελες να πάθει κακό. Δεν το έκανες σκόπιμα. Δεν είσαι ένοχη στα μάτια μου γιατί ξέρω την αληθινή φύση σου. Σ’ αγαπάω. Ό,τι και να πεις δεν πρόκειται να αλλάξει αυτό που νιώθω για εσένα».

«Χρειάζομαι…»

«Χρόνο. Το ξέρω, Έμς» τη διέκοψε. «Μπορώ να περιμένω… αλλά όχι για πολύ. Δε σου έφτασαν δύο μήνες για να σκεφτείς; Δε μπορώ να περιμένω άλλο». Δεν της μιλούσε με ένταση.

«Σε χρειάζομαι δίπλα μου, Μάικ».

«Δεν πρόκειται να φύγω, Έμς» είπε πλησιάζοντας το πρόσωπό του στο δικό της.

«Σε παρακαλώ… μην το κάνεις αυτό» του είπε ξέπνοα.

«Πες μου πως δεν το θες και δε θα σε φιλήσω». Η Έμιλι έκλεισε τα μάτια της προσπαθώντας να ανασάνει. Ο Μάικλ φίλησε το μέτωπο κι έπειτα το μάγουλό της. «Έλα… πάμε σπίτι».

 

Rene Rafael