Ξαναμμένες Μάγισσες και Αχόρταγα Βαμπίρ (Κεφάλαιο 1)

Τάτυα – Η Μάγισσα Πολεμίστρια
 
Η Ελένυα και η Τάτυα, για τελειόφοιτες της Ακαδημίας των Μαγισσών, ελάχιστα γνώριζαν για τα τρομερά βαμπίρ. Παρ’ όλα αυτά, η υπεύθυνη καθηγήτρια του τμήματός τους, μάλλον για να τις ξεφορτωθεί, τους ανέθεσε για τη διπλωματική τους εργασία να φέρουν πίσω την παλλόμενη καρδιά ενός βαμπίρ. Και μάλιστα όχι οποιουδήποτε βαμπίρ...

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή όμως. Είμαι ο Λάιος, ο πρίγκιπας των βρικολάκων, και σύμφωνα με το βιβλίο των ξορκιών, η καρδιά ενός Πρίγκιπα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλά σκοτεινά ξόρκια: από απλές επικλήσεις, για να φέρεις κάποια σκοτεινή οντότητα, έως το να γίνει κάποιος αθάνατος.

Σε αυτόν τον κόσμο, τα βαμπίρ θεωρούνται οι κορυφαίοι θηρευτές, παρ’ όλα αυτά λίγο οι μάγισσες, λίγο οι κυνηγοί βρικολάκων, και το είδος μου έχει φτάσει στα όρια της εξαφάνισης. Για αυτό και οι περισσότεροι βρικόλακες κρύβονται στα κάστρα και στους τύμβους τους πλέον, βρίσκοντας τη σχετική ασφάλεια που τους αρμόζει.

Αυτό δεν ισχύει όμως για εμένα. Ως πρίγκιπας των βρικολάκων δεν μπορώ να ζω ως φυγάς· η ανατροφή και η θέση μου δεν το επιτρέπουν. Για αυτό και συνεχίζω να παραμένω στο κάστρο μου, αυτό που μου κληρονόμησα από τους προγόνους μου, και το οποίο βρίσκεται στο κέντρο της πρωτεύουσας. Κανείς δεν τολμά πατήσει το πόδι του εδώ. Βέβαια, δεν ήταν ελάχιστες οι φορές τα τελευταία δέκα χρόνια που επιτέθηκα σε κάποιον ανυποψίαστο κάτοικο που παραβίασε τον Πύργο μου. Επειδή όμως είμαι χορτοφάγος, δεν σκότωσα ποτέ κάποιον. Για αυτό τον λόγο κιόλας οι αρχές τις πόλης δεν ασχολούνται και ιδιαίτερα μαζί μου. Θα έλεγα πως περισσότερο με θεωρούν αξιοθέατο που πρέπει να το διηγηθούν οι τουρίστες στους φίλους τους, όταν γυρίσουν πίσω στο σπίτι τους. Αυτός είναι και ο λόγος που έχω αφήσει τις πόρτες του κάστρου μου ανοιχτές. Σε καμία περίπτωση, βέβαια, δε δέχομαι να παραβιάσει κάποιος την ησυχία των ενδότερων δωματίων του πύργου μου. Τα βαμπίρ είμαστε εμμονικά πλάσματα με την περιοχή μας, άλλωστε.

Έτσι, λοιπόν, οι νεαρές μαθητευόμενες μάγισσες βρέθηκαν –χωρίς να το περιμένουν– σε δεινή θέση όταν ήρθαν και με ξύπνησαν μέρα μεσημέρι από το φέρετρό μου. Κάποια από τις δύο, μάλλον η Ελένυα, τρυπήθηκε σε κάποια αμυχή του κέδρινου φέρετρού μου και κατά λάθος έπεσε στα χείλη μου μια σταγόνα από το αίμα της. Εξοργισμένος πετάχτηκα πάνω, έτοιμος να αντιμετωπίσω για μια ακόμα φορά την επικείμενη απειλή. Μπορώ να πω ότι με ξάφνιασαν, μιας και δεν τις πήρα χαμπάρι αρχικά. Όχι μόνο με ξύπνησαν καταμεσήμερο, αλλά κατάφεραν να ξεσηκώσουν τις σκοτεινές αισθήσεις μου, αυτές του θηρευτή, που είχαν καταλαγιάσει όλα αυτά τα χρόνια από την αυστηρή δίαιτα.

Ως βαμπίρ που είμαι, χρησιμοποίησα αμέσως το εγγενές ξόρκι του υπνωτισμού, για να τις ελέγξω, αλλά δεν τα κατάφερα, μιας και οι μάγισσες έχουν μερική ανοσία σε τέτοιου είδους ξόρκια. Παρ’ όλα αυτά, κατάφερα να μάθω τον λόγο της επίσκεψής τους.

Και τώρα που το ξόρκι μου εξασθένησε, βρισκόμαστε αντιμέτωποι, ως θανάσιμοι εχθροί που είναι τα είδη μας. Καρφώνω το πεινασμένο βλέμμα μου πάνω τους, καθώς ορθώνομαι μπροστά τους με νύχια γαμψά και δόντια σουβλερά, έτοιμος να μπήξω τους κυνόδοντές μου στην αφράτη και μαλακή σάρκα τους. Το λαρύγγι μου είναι ξερό και ερεθισμένο. Ο πόνος στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου μεγαλώνει απειλητικά, σίγουρο σημάδι της επικείμενης δίψας μου. Υπήρξαν και άλλες στιγμές στο παρελθόν που ήμουν πεινασμένος, παρ’ όλα αυτά η ανησυχία μου ότι θα χρειαστεί να αφαιρέσω μια ζωή έκλεβε την όρεξή μου. Τώρα όμως είναι διαφορετικά: μετά από εκατό χρόνια γεύτηκα ξανά την υφάλμυρη γεύση του αίματος και είμαι πιο λαίμαργος από ποτέ.

«Τι κάνουμε τώρα;» λέει η Τάτυα.

Από την εμφάνισή της καταλαβαίνω πως ανήκει στο τάγμα των πολεμιστριών μαγισσών. Φοράει ένα λαμπερό μπλε μανδύα με κουκούλα, που συμπληρώνει το υφασμάτινο πουκάμισό της. Η δελεαστική φούστα της είναι ραμμένη με τέτοιο τρόπο που αποκαλύπτει τις θηλυκές καμπύλες της. Καθώς με κοιτάει με τα πράσινα, γεμάτα αυτοπεποίθηση μάτια της, αισθάνομαι ευάλωτος για μια στιγμή. Στέκεται μπροστά μου, γεμάτη περηφάνεια, λες και έχει τον απόλυτο έλεγχο πάνω μου. Σε εμένα! Τον απόλυτο θηρευτή αυτού του κόσμου. Της χαμογελάω με αυθάδεια και κάνω ένα ακόμα βήμα προς το μέρος τους.

«Μη φοβάσαι, το έχω», απαντά η Ελένυα και απευθείας ανοίγει το γριμόριο της. Όπως και η φίλη της, έτσι και η Ελένυα είναι μια αισθησιακή φιγούρα με πληθωρικές καμπύλες. Το σφιχτό, μαύρο παντελόνι της αγκαλιάζει τους γλουτούς της μέχρι την εκτεθειμένη μέση της και τα κατακόκκινα μαλλιά της χύνονται ελεύθερα στους ώμους της. Ακολουθώ το γυμνό δέρμα προς τα πάνω στον σφιχτό στηθόδεσμο, που ωθεί τα τεράστια στήθη της προς τα πάνω, αναγκάζοντας τις θηλές της να φανούν αμυδρά κάτω από το λεπτό ύφασμα. Της δίνω ένα ακούσιο χαμόγελο, καθώς με καρφώνει με τις γωνίες των εξωτικών, μοβ ματιών της. «Το Ξόρκι της Γοητείας μπορεί να μαγέψει και να κάμψει οποιονδήποτε στη θέλησή μου, ακόμη και τον Πρίγκιπα των Βρικολάκων».

«Είσαι σίγουρη; Την τελευταία φορά που προσπάθησες να χρησιμοποιήσεις αυτό το ξόρκι στην τάξη απέτυχες, και το αποτέλεσμα ήταν η καθηγήτριά μας να αυνανίζεται μπροστά μας για μισή ώρα» λέει η Τάτυα, καθώς ένα αχνό χαμόγελο εμφανίζεται στα σαρκώδη χείλη της.

Τώρα γίνεται ακόμα πιο ξεκάθαρος και ο λόγος που η καθηγήτριά τους τους ανέθεσε αυτήν την αποστολή…

Είναι αργά όμως. Η Ελένυα αρχίζει να επικαλείται το ξόρκι. Η απαλή και μελωδική φωνή της προσπαθεί να κατευνάσει την οργή μου και να με κάμψει στη θέλησή της. Δεν είμαι όμως απλό ανθρωπάκι. Είμαι ο Λάιος, ο Πρίγκιπας των Βρικολάκων, και τέτοια ξόρκια δεν έχουν επίδραση πάνω μου. Τουλάχιστον αυτό πιστεύω, μέχρι που αισθάνομαι την φρενίτιδά μου να υποχωρεί και τη λύσσα μου να εξαφανίζεται στους πιο κρυφούς έλικες του εγκεφάλου μου.

Προς έκπληξή μου, το ξόρκι της νεαρής μάγισσας φαίνεται πως έχει κάποια επίδραση πάνω μου. Σε καμία περίπτωση όμως δεν έχει τον απόλυτο έλεγχο που περίμεναν. Από τον τρόπο που με κοιτάνε όμως, καταλαβαίνω αμέσως πως δεν είμαι μόνο εγώ που έχω επηρεαστεί, αλλά και αυτές. Η έλξη μας φαίνεται πως είναι άμεση. Υπάρχει κάτι στην ατμόσφαιρα που μας αναστατώνει και μας ηρεμεί παράλληλα, λες και είμαστε φίλοι που ο καθένας διασκεδάζει με την παρέα του άλλου.

«Ελένυα;» φωνάζει η Τάτυα.

«Εγώ…» πάει να πει εκείνη, αλλά η Τάτυα την κόβει στη μέση με μια πολεμική ιαχή.

Η νεαρή μάγισσα-πολεμίστρια ορμά κατά πάνω μου και μου επιτίθεται. Το ραβδί της μετατρέπεται σε σπαθί και μόλις για μερικά χιλιοστά το αποφεύγω. Από ό,τι φαίνεται, το ξόρκι δεν έχει επιδράσει ακόμη πλήρως πάνω μας ή τουλάχιστον η Τάτυα προσπαθεί να αντισταθεί στην επίδρασή του πολεμώντας.

Μετά από μερικές προβολές και αποκρούσεις, αισθάνομαι το σώμα μου να αποκρίνεται πολύ πιο εύκολα, και η αδρεναλίνη μου ανεβαίνει. Η μάχη συνεχίζεται για μερικές ακόμα στιγμές στους στενούς χώρους του τύμβου, με αποτέλεσμα τα σώματά μας να τρίβονται το ένα πάνω στο άλλο άθελά μας, κάνοντας τη λαγνεία μας να μεγαλώνει αμοιβαία. Σε μια στιγμή απροσεξίας της αντιπάλου μου, καταφέρνω να την αρπάξω από τη ζώνη, που συγκρατεί την κοντή φούστα της. Η φούστα πέφτει εύκολα τη στιγμή που η αγκράφα της χαλαρώνει και η Τάτυα βγάζει έναν αναστεναγμό. Βρίσκομαι ξαφνικά να στέκομαι κρατώντας την κοντή κόκκινη φούστα στο χέρι μου, ενώ αυτή είναι γυμνή από την κοιλιά της και κάτω.

Για το όνομα του Σατανά, δεν φοράει ούτε καν εσώρουχο!

Η ημίγυμνη αντίπαλός μου υποχωρεί και καλύπτει με το ένα χέρι της την κάτω περιοχή, αν και δε νομίζω ότι το κάνει από ντροπή ή σεμνοτυφία. Δε μου πέρασε ούτε για μια στιγμή πως είναι ντροπαλή από τα ρούχα που φοράει.

Με κοιτά κατάματα με ένα ελκυστικό βλέμμα και αφήνει το χέρι της να πέσει στο πλάι.

«Αυτό ήταν ένα φτηνιάρικο κόλπο» μου λέει. «Αλλά μάθε πως δε χρειάζομαι τον μαγικό μου μανδύα για να σε νικήσω»

«Τότε βγάλε και τα υπόλοιπα» την προκαλώ με ένα λάγνο χαμόγελο.

Εκείνη μειδιά και ξεκουμπώνει το πάνω μέρος του πουκαμίσου της και το πετά στο πέτρινο πάτωμα.

«Και το σουτιέν» της λέω. «Σίγουρα δεν το χρειάζεσαι ούτε αυτό».

Παρατηρεί τον τρόπο που κοιτάω τα αμφιταλαντευόμενα στήθη της και μου προσφέρει ένα ακόμα τολμηρό χαμόγελο. Έπειτα τραβάει το ιδρωμένο σουτιέν της, αφήνοντας το γυμνό και λαμπερό σώμα της να γυαλίζει μέσα στην καταχνιά. Πιστεύει πως αυτό θα με αποπροσανατολίσει από τον τρόπο που κοιτάω το αισθησιακό της κορμί, αλλά έχω ένα πράγμα στο μυαλό μου: τη νίκη!

Εφορμεί κατά πάνω μου, αλλά με δύο γρήγορες κινήσεις την αφοπλίζω και τη ρίχνω στην αγκαλιά μου. Της χαμογελώ με αναίδεια. Εκείνη συνοφρυώνεται και προσπαθεί να ξεφύγει. Προς έκπληξή μου είναι αρκετά δυνατή, αλλά όχι τόσο, για να με αναγκάσει να την ελευθερώσω.

Μέσα στην αγανάκτησή της ,προσπαθεί με μερικούς έντεχνους ελιγμούς να ξεφύγει, αλλά εύκολα καταφέρνω να την καθηλώσω και να την περιορίσω για μια ακόμα φορά. Καθώς γίνεται αυτό, τρίβει το γυμνό σώμα της πάνω στο δικό μου, με αποτέλεσμα να δημιουργείται μία πιο οικεία και παράλληλα τεταμένη ατμόσφαιρα με την κάθε της προσπάθεια.

Από το πουθενά, κάνει κάτι απρόσμενο: στριφογυρίζει και σκύβει για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου και με το μαγικό ραβδί της ακουμπά την αγκράφα της δικής μου ζώνης. Η μαγεία ρέει από το χρυσό ραβδί και ξεκουμπώνει τη ζώνη και το παντελόνι μου. Καθώς το παντελόνι πέφτει κάτω στο μωσαϊκό, συμπαρασύρει και το λευκό μου εσώρουχο. Η Τάτυα χαμογελά νικηφόρα, ενώ εγώ σηκώνω το αριστερό φρύδι μου από την έκπληξη.

«Εάν δεν μπορώ να πολεμήσω με τον μαγικό μανδύα μου, τότε ούτε εσύ θα έπρεπε να φοράς ρούχα» λέει καθώς διπλώνει τα χέρια της πάνω από το πλούσιο στήθος της και με κοιτά με ένα διάπλατο χαμόγελο.

Με ένα ανασήκωμα των ώμων, αφαιρώ και τα υπόλοιπα ρούχα μου. Στέκομαι μπροστά της γυμνός, με υπερηφάνεια. Η Τάτυα ακόμη χαμογελά, αλλά τα μάτια της ιχνηλατούν την περιοχή ανάμεσα στα πόδια μου. Της παίρνει μερικές δύσκολες στιγμές μέχρι να σηκώσει το βλέμμα της και να συναντήσει το δικό μου.

Χάρις την αδράνειά της, παίρνω τα ινία και ορμώ κατά πάνω της ξανά. Προσπαθεί να σκύψει και να με αποφύγει, αλλά την ξεγελώ και την αρπάζω ξανά στην αγκαλιά μου. Τώρα, η πλάτη της εφάπτεται στο πλατύ στήθος μου και αισθάνομαι τον σφιχτό κώλο της να τρίβει το πέος μου. Στεκόμαστε εκεί για μια στιγμή και η σεξουαλική ένταση στον αέρα εντείνεται. Ποτέ στη μακρόχρονη ζωή μου δε θυμάμαι κάποιο ξόρκι να είχε τόσο έλεγχο πάνω στο σώμα μου.

«Και τώρα τι;» τη ρωτάω παιχνιδιάρικα, σηκώνοντας τα χέρια μου πιο πάνω προς το στήθος της. Εκείνη συσπάται με μικρές, γρήγορες κινήσεις μέσα στην αγκαλιά μου και πιέζει τους γλουτούς της πάνω στο πέος μου ακόμα περισσότερο. Είναι λες και ξέρει ότι μπορεί να με αποπλανήσει, αλλά για κάποιο λόγο αντιστέκεται.

Ακόμα μία μάταια προσπάθεια για να ξεφύγει συμβαίνει, αλλά με μια γρήγορη κίνηση την αποκρούω και η Τάτυα καταλήγει να βρίσκεται στο έδαφος με τον κώλο της προς τα πάνω. Ο κόλπος της τώρα είναι σε πλήρη θέα μπροστά στα μάτια μου και τα στρουμπουλά, ροδαλά χείλη κρύβουν την είσοδό της. Η σκηνή είναι τέλεια και απευθείας έρχομαι πίσω της. Τυλίγω τα χέρια μου σφιχτά γύρω από τους σφριγηλούς μηρούς της ώστε να είμαι σίγουρος ότι δε θα μου ξεφύγει. Καθώς προσπαθεί να διαφύγει ξανά, οι τέλειοι γλουτοί της συσπώνται στο πρόσωπό μου με έναν προκλητικό, θα έλεγα, τρόπο. Ξαφνικά, μου δημιουργείται η ανάγκη να τη γευτώ.

Σκύβω μπροστά της και τοποθετώ τα χείλη μου στην είσοδο του κόλπου της. Αμέσως, αισθάνομαι τη θερμότητα και τη σεξουαλικότητά της να διαχέεται από το παγιδευμένο κορμί της. Τη φιλάω απαλά, και έπειτα διεισδύω με τη γλώσσα μου. Η Τάτυα σταματά να κουνιέται και να προσπαθεί να διαφύγει και ένας αναστεναγμός ξεφεύγει από το στόμα της. Η γεύση της είναι υφάλμυρη, αγνή, και πάνω από όλα σαρκική. Είναι απρόσμενη και πολύ ευχάριστη. Ιχνηλατώ την κορυφή της γλώσσας μου από την κλειτορίδα της μέσα στον κόλπο της και αισθάνομαι τους γυμνασμένους μηρούς της να τρέμουν ξανά κάτω από το δυνατό μου άδραγμα.

Χαμογελώντας, αυξάνω την πίεση και την ένταση της κίνησης και την ακούω να βογκάει. Καταλαβαίνω πως είναι η στιγμή που χρειάζεται, για να χαλαρώσω τη λαβή μου στους μηρούς της. Τώρα υπάρχει μια «ανοιχτή» ευκαιρία να διαφύγει, παρ’ όλα αυτά παραμένει στο έδαφος. Καθώς τη γεύομαι, αισθάνομαι τους χυμούς της να συσσωρεύονται γύρω από την είσοδό της και πλησιάζει τη λεκάνη της πιο κοντά στο πρόσωπό μου.

Απλώνω τα υγρά χείλη της με τα δάχτυλά μου, για να έχω καλύτερη πρόσβαση, αποκαλύπτοντας έτσι τη ροδαλή απόλαυση, που συσπάται μπροστά στα μάτια μου. Αισθάνομαι το πέος μου να σκληραίνει ακόμα περισσότερο στη θέα και η γλώσσα μου ξεσπά μέσα της αναζωογονημένη. Καθώς η γλώσσα μου εξερευνά το βάθος της, χρησιμοποιώ το δάχτυλό μου για να διεγείρω την κλειτορίδα της. Αυτό φαίνεται πως την οδηγεί στα όρια, καθώς τα δάχτυλά της σκάβουν το πάτωμα κάτω της.

«Είμαι κοντά!» η Τάτυα βογκά, με τα πόδια της σχεδόν να καταρρέουν.

Χρησιμοποιώ τα λόγια της ως κίνητρο, για να της επιτεθώ πιο σθεναρά με τη γλώσσα μου, με αποτέλεσμα να τρέμει σαν ψάρι. Η Τάτυα φωνάζει με ευχαρίστηση, ρίχνοντας το κεφάλι της πίσω, καθώς η είσοδος της υγραίνεται περισσότερο. Ποτέ μέχρι τώρα δεν είχα δει γυναίκα να βρίσκεται σε τέτοιον οργασμό, και μου προκαλεί δέος.

Μετά από το έντονο λαχάνιασμα, η Τάτυα σηκώνεται πάνω και με κοιτά κατάματα. Τα ξανθά μαλλιά της είναι ατημέλητα και το πρόσωπο της ακόμη υγρό και ξαναμμένο. Το σχεδόν ανόητο βλέμμα της στρέφεται πάνω στην οργισμένη στύση μου.

«Είναι η σειρά σου…» ξεφυσάει και ξαφνικά το πρόσωπό της γυρίζει και προσαρμόζεται ακριβώς μπροστά στο ερεθισμένο πέος μου. Ο ενθουσιασμός της κλονίζει ολόκληρο το σώμα μου. Σχεδόν φοβάμαι πόσο έντονη θα είναι η στοματική ευχαρίστηση που θα μου προσφέρει.

Με πλησιάζει και κρατάει τη βάση του πέους μου με το ένα χέρι της, ενώ τοποθετεί τα σαρκώδη χείλη της πάνω στο κεφάλι του φαλλού μου. Αμέσως η ζεστασιά και η υγρασία του στόματός της με τυλίγουν, και ξεσπώ δυνατά. Καθώς με κοιτάζει, βλέπω την πρόθεση της κυριαρχίας πίσω από τα μάτια της. Αυξάνοντας την πίεση της λαβής της, αρχίζει να με παίρνει πλήρως στο στόμα της.

Η αίσθηση του στόματός της είναι απερίγραπτη. Η ζεστασιά, το σφίξιμο και η περιστρεφόμενη γλώσσα της υπερφορτώνουν τα νεύρα μου απευθείας. Αχτίδες απόλαυσης και έκστασης πυροβολούν το σώμα μου ακατάπαυστα και για μια στιγμή δεν μπορώ να αναπνεύσω. Η όρασή μου θολώνει πάλι και εστιάζω ξανά πάνω της.

Υγροί ήχοι αντιλαλούν από το στόμα της. Κάθε φορά που με παίρνει, εκτελεί μια σφιχτή, περιστρεφόμενη κίνηση με το στόμα και το χέρι της. Το κεφάλι χτυπά την είσοδο του λαιμού της φτάνοντας με σε τέτοια κλιμάκωση, που δεν είχα νιώσει ποτέ ξανά. Τρέχω τα δάχτυλά μου στα απαλά μαλλιά της, καθώς συνεχίζει το ρυθμικό ρούφηγμα. Το στήθος μου σηκώνεται και πέφτει, καθώς η ανάσα μου κόβεται.

Αναρωτιέμαι αν και η γλώσσα της είναι μαγική από τον τρόπο που στροβιλίζεται γύρω από το τεράστιο πέος μου. Με κάθε ρουφηχτή κίνηση τα χείλη της σφραγίζουν γύρω από τον φαλλό μου. Σφίγγω τα χέρια μου σε γροθιές, αδυνατώντας να κατανοήσω τα όρια της έκστασης που βιώνω. Οι γλουτοί μου τραντάζονται και σπρώχνω το πέος μου βαθύτερα στο στενό της λαρύγγι. Πνίγεται για μια στιγμή, αλλά δε φαίνεται να ενοχλείται. Το αντίθετο μάλιστα: προσπαθεί να συγχρονιστεί με τον ακανόνιστο ρυθμό που εισβάλλω στο στόμα της. Έπειτα από μερικές στιγμές, το σπέρμα μου διασπείρεται σαν έκρηξη μέσα στο λαρύγγι της.

Βογκάω καθώς η Τάτυα ρουφά την κάθε σταγόνα μου και εγώ καταρρέω στο πάτωμα εξαντλημένος.

Πριν μπορέσω να αντιδράσω, η Τάτυα στέκεται μπροστά μου με ένα ζαβολιάρικο χαμόγελο. «Από ό,τι φαίνεται, εσύ είσαι μάλλον ο χαμένος αυτήν τη φορά».

Δεν έχω ούτε τη δύναμη, ούτε την ενέργεια να απαντήσω, καθώς ανασηκώνει και βάζει το φόρεμα και τα ρούχα της. Με ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο, τη βλέπω να κατευθύνεται στην Ελένυα, η οποία όλο αυτό το διάστημα κρυβόταν πίσω από έναν στύλο και μας παρακολουθούσε ξαναμμένη.

«Λοιπόν, τι θα κάνουμε με δαύτον;» καταφέρνει να ρωτήσει τελικά η Ελένυα.

«Ας τον πάμε πίσω στην ακαδημία. Είμαι σίγουρος πως η καθηγήτρια Ρένα θα χαρεί με την επιτυχία μας».

Για πρώτη φορά στην πολύχρονη ζωή μου, δεν έχω ιδέα τι θα μου συμβεί…
 
 
 
 
Αλέξανδρος Ι.