Τα Βουνά πριν την Ανατολή (Έλντι Μπόου - Κεφάλαιο 14)

Οι τρεις τοξοβόλοι, έφτασαν σχεδόν την ίδια ώρα στο ξυλουργείο του Ούλτορ, το επόμενο πρωί. Η Καίηλεν φορούσε πάλι τα χοντρά της ρούχα, αφού το χιόνι έπεφτε ασταμάτητα, ενώ κανείς τους δεν είχε μαζί του, τόξο.

«Καλημέρα σας, ακολουθήστε με…» τους είπε απότομα ο μεγαλόσωμος ξυλοκόπος, χωρίς χρονοτριβές και προχώρησε στο βάθος του εργαστηρίου του. Εκεί, υπήρχε μια πόρτα, που οδηγούσε πίσω από το ξυλουργείο σε ένα μεγάλο κήπο.

Προσπέρασαν τις ξύλινες κατασκευές και κάποια όμορφα κομμάτια οπλισμού, που είχε ο Ούλτορ στο εργαστήρι του και βγήκαν στον πελώριο κήπο. Προχώρησαν για λίγο, ανάμεσα σε νεαρά δέντρα και ανθισμένους θάμνους, ώσπου αντίκρισαν πέντε πανέμορφα ξύλινα αγάλματα λύκων, όλων στην ίδια στάση καρτεριού, έτοιμοι να κατασπαράξουν το θήραμα τους. Η Καίηλεν έμεινε για λίγα λεπτά και τα χάζευε, πριν την σκουντήξει και αναπόφευκτα την τρομάξει ο Κόστα.

Συνέχισαν για κάμποση ώρα να ακολουθούν τον μεγαλόσωμο ξυλοκόπο, σε ένα χωμάτινο μονοπάτι, όλο και πιο βαθιά στον κήπο. Ο Έλντι κοίταξε κάποια στιγμή προς τα πίσω και συνειδητοποίησε πως είχαν απομακρυνθεί αρκετά από το εργαστήριο, ενώ παρατήρησε πως τα δέντρα εμπρός τους συνεχώς ψήλωναν και το φύλλωμα τους γινόταν ολοένα και πυκνότερο. Λίγο αργότερα, θα έπαιρναν όρκο πως βρίσκονται στην καρδιά ενός πυκνού δάσους, καθώς πλέον ο ήλιος δυσκολευόταν πολύ να μοιράσει τις ακτίνες του ανάμεσα στα εκατομμύρια κλαριά.

Κάποια στιγμή, ο ξυλοκόπος σταμάτησε, έκανε στην άκρη και τους έκανε νόημα να προχωρήσουν. Ο Έλντι Μπόου, που ήταν μπροστά από τους άλλους δυο, έκανε διστακτικά τέσσερα-πέντε βήματα, μα αμέσως σταμάτησε. Αυτό που έβλεπε μπροστά του, τον άφησε πραγματικά άναυδο. Είχε κοκαλώσει. Το ίδιο και η Καίηλεν πίσω του.

Λίγο παραπέρα από εκεί που στέκονταν, πλάι στην αριστερή άκρη του χωμάτινου μονοπατιού, καθόταν μια γυναίκα που φορούσε ένα ολόλευκο μακρύ φόρεμα. Τα μαλλιά της ήταν μακριά, σκούρα κόκκινα και τα μάτια της ήταν τόσο όμορφα, τόσο έντονα και μπλε όσο τα σπάνια ανοιχτόχρωμα ζαφείρια της Αραζέμ. Ο Έλντι ήταν σίγουρος πως αυτή εκεί ήταν η ομορφότερη γυναίκα που είχε δει στη ζωή του.

Δεν είχαν κοκαλώσει όμως, μόνο από την ομορφιά της. Δίπλα της, στεκόταν ένας μεγαλόσωμος καφετής λύκος. Έμοιαζαν σαν κάτι να τους είχε τραβήξει την προσοχή ψηλά, ανάμεσα από τα πυκνά κλαδιά. Μερικά μέτρα πίσω τους, εμφανίστηκε άλλος ένας λύκος, αυτή τη φορά ολόλευκος, με πανέμορφο τρίχωμα και προχώρησε προς το κέντρο του μονοπατιού.

Η γυναίκα με το λευκό φόρεμα σηκώθηκε αργά και τους πλησίασε. Τότε ήταν που ο κύριος Κόστα γονάτισε μπροστά της.

«Λαίδη Νυάννα! Αρχόντισσα μου!» είπε κι έσκυψε το κεφάλι του.

Οι άλλοι δυο έκριναν πως θα ήταν σωστό να πράξουν το ίδιο. Δεν πρόλαβαν όμως, καθώς η γυναίκα γύρισε ξανά κοντά στους λύκους και προχώρησε ανάμεσα στα δέντρα.

«Ελάτε…» τους προέτρεψε και η φωνή της ήταν τόσο μαγική, που κανένα ζωντανό ον δε θα μπορούσε να της αντισταθεί.

Δίπλα της περπατούσαν οι λύκοι, πιο πίσω ο Κόστα, ύστερα η Καίηλεν και τελευταίος ο Έλντι, μαγεμένος από την ομορφιά της.

Σε ένα σημείο τα δέντρα διέγραφαν έναν κύκλο, που στη μέση του υπήρχε ένας ξύλινος θρόνος, φτιαγμένος από κάποιο χοντρό κορμό πλανόδεντρου. Εκεί κάθισε η Λαίδη Νυάννα. Στα δεξιά της, ξάπλωσε ο καφετής και στα αριστερά ο λευκός λύκος, παρατηρώντας τους τρεις επισκέπτες του δάσους.

«Καλώς ήλθατε, στο Κόντρου, το μεγαλύτερο από όλα τα δάση των Μούλτιμε…» τους καλωσόρισε.

Και οι τρεις γονάτισαν μπροστά στην Κυρά των Λύκων, η οποία τους προέτρεψε να σηκωθούν και της πουν τα ονόματά τους.

«Κόστα, Αρχόντισσα μου! Από την ηρωική Αλντέια. Το πρώτο και τελευταίο ελεύθερο χωριό των ανατολικών Μούλτιμε» παρουσιάστηκε πρώτος ο μακρυμάλλης άντρας.

«Το όνομά μου είναι Καίηλεν Αντμάιντ, Αρχόντισσα μου! Στην υπηρεσία σας!» είπε με τη σειρά της η νεαρή γυναίκα.

Στη συνέχεια συστήθηκε και ο Έλντι Μπόου, με όση φωνή μπόρεσε να βγάλει από μέσα του.

Η Λαίδη Νυάννα θέλησε να τους συστήσει και τους λύκους της.

«Αυτός είναι ο Μπρουν…» είπε δείχνοντας τον καφετή και έπειτα τους παρουσίασε και τον λευκό «…και αυτός είναι ο Νεκάλτας…».

Η παραμυθένια Νυάννα συνέχισε:

«Κόστα, Καίηλεν, Έλντι Μπόου, χρειάζομαι τη βοήθεια σας» τους είπε προκαλώντας τους έκπληξη. «Κάτι που μου ανήκει, έχει κλαπεί..»

Κυριάκος Μαυροειδέας