Το Μαύρο Διαμάντι (Κεφάλαιο 26: Μεταφορά Μαγείας)

Την επόμενη στιγμή επέστρεψε στο σώμα του, ανοίγοντας τα μάτια του. Ο Ζεραήλ καθόταν απέναντί του και τον κοιτούσε, καθώς έπαιζε με το μπαστούνι του, ενώ το ποντίκι παρέμενε ακίνητο στη θέση του.

«Βρήκες γρήγορα τον τρόπο να το κυριεύσεις, αλλά χάθηκες στην πορεία, όπως ήταν και αναμενόμενο φυσικά. Συνέχισε, πιο προσεκτικά»

Ο Μιχάλης ετοιμάστηκε για δεύτερη προσπάθεια. Αυτή τη φορά κατάλαβε πως έπρεπε αρχικά να κυριεύσει το ποντίκι, αφού το γνώριζε πια από πριν, και όρμησε με το νου του στον εγκέφαλο του πλάσματος. Και αυτή τη φορά όμως, το σώμα του οποίου απέκτησε τη διαίσθηση, είχε κάποιες ελλείψεις, καθιστώντας αδύνατη κάθε προσπάθεια για κίνηση με αυτό.

«Χαλάρωσε και κυρίευσέ τον ολόκληρο» άκουσε το Ζεραήλ να λέει, με τη φωνή πάλι τρομερά δυνατή.

Ελευθέρωσε τον ποντικό και όρμησε ξανά, αυτή τη φορά πιο σίγουρα και πιο άγρια, καταφέρνοντας να τον ελέγξει πλήρως, αποκτώντας αίσθηση ολόκληρου του σώματός του. Μπορούσε πια να κινεί όποιο άκρο ήθελε, όπως και όλους τους μύες που κινούνταν με τη συνείδηση του πλάσματος.

Στη συνέχεια, ο Ζεραήλ του είπε να βάλει το ποντίκι να κάνει διάφορα, όπως το να τρέχει πάνω στο τραπέζι, να πηδάει κάτω και μετά ο Μιχάλης να το ανεβάζει με τη δύναμή του προς τα πάνω, κάτι που κατάφερε με δυσκολία και μετά από πολλές προσπάθειες, και πολλά άλλα.

«Μέχρι εδώ» είπε αργότερα ο Ζεραήλ, «θα εξασκηθείς μόνος σου με το ποντίκι και θα έρθεις εδώ σε δύο μέρες, γνωρίζοντας σε ικανοποιητικό βαθμό να το ελέγχεις. Αν δεν κάνεις αυτά που σου είπα, τις συνέπειες τις ξέρεις. Παρ’ το και φύγε» πρόσθεσε στο τέλος, δίνοντας στον Μιχάλη ένα μικρό ξύλινο κουτί με λίγες τρύπες που εμφάνισε ξαφνικά και έβαλε μέσα το ποντίκι.

Ο Μιχάλης πήρε το μικρό κλουβί που είχε σχεδιάσει ο άνδρας για το ποντίκι και έφυγε από την καλύβα, ακούγοντας την πόρτα να βροντάει πίσω του καθώς έκλεινε με δύναμη. Σήμερα δεν είχε προπόνηση με τον Κώστα, επομένως θα είχε χρόνο να εξασκηθεί με την κυρίευση του ποντικιού, η οποία τον δυσκόλευε πάρα πολύ. Αυτό θα το έκανε όμως το απόγευμα, αφού τότε αισθανόταν πολύ κουρασμένος για να συνεχίσει αυτή την προσπάθεια.

Έτσι, πέρασε τις επόμενες δύο μέρες εξασκούμενος αποκλειστικά με το ποντίκι, μένοντας συνεχώς στο δωμάτιό του. Η έντονη προσπάθεια τον βοήθησε, αφού όταν έφτασε στο σπίτι του Ζεραήλ, κυρίευε πολύ καλά και γρήγορα το ποντίκι.

Μόλις μπήκε μέσα, ο δάσκαλός του άπλωσε το χέρι του, σαν να περίμενε κάτι. Ο Μιχάλης χρειάστηκε μερικές στιγμές να καταλάβει πως ήταν το κουτί. Μόλις του το έδωσε, έβγαλε το ποντίκι από το κουτί και το άφησε στο τραπέζι, ενώ εκείνο παρέμενε ακίνητο.

«Για κυρίευσε το να δούμε τι έχεις κάνει μέχρι τώρα»

Ο Μιχάλης έκανε αυτό που του είπε ο άνδρας. Κυρίευσε το ποντίκι γρήγορα και αποτελεσματικά, βάζοντάς το να κάνει διάφορα, τρέχοντας κυρίως πάνω στο τραπέζι, αφού ένιωθε πια το σώμα του σαν δικό του.

«Φτάνει» άκουσε τη φωνή του Ζεραήλ από δίπλα του, «τώρα ψάξε με το μυαλό σου και βρες ό,τι άλλο ζωντανό ων υπάρχει εδώ μέσα και κυρίευσέ το»

Ο Μιχάλης, που είχε επιστρέψει με το νου στο σώμα του, έμεινε να κοιτά για λίγο τον άνδρα σκεφτικός. Δεν άργησε να καταλάβει τι του ζητούσε και ξεκίνησε την προσπάθεια, έτοιμος για τη νέα πρόκληση.

Αυτά που βρήκε ήταν διάφορα έντομα που βρίσκονταν στην καλύβα, τα οποία κυρίευσε αποτελεσματικά, αφού κάτι τέτοιο ήταν πολύ πιο εύκολο από το ποντίκι. Δεν ήξερε αν βρισκόταν εκεί επειδή ο Ζεραήλ δεν ασχολούνταν με το καθάρισμα του σπιτιού του ή αν τα είχε τοποθετήσει επίτηδες εκεί, αλλά τα έβαλε να μαζευτούν σε μία γωνιά του σπιτιού. Εντόπισε επίσης και ένα μικρό πουλάκι, το οποίο έβαλε να πετάει μέσα στην καλύβα και έπειτα να καθίσει πάνω στο τραπέζι.

«Έχεις όρεξη και για καθαριότητα, βλέπω» του είπε λίγο μετά ο άνδρας, με ειρωνικό ύφος, ενώ μετά χτύπησε το μπαστούνι του στο πάτωμα και όλα τα έντομα, όπως και το πουλί εξαφανίστηκαν. Έπειτα χτύπησε το μπαστούνι μία ακόμη φορά και μία καστανόχρωμη γάτα εμφανίστηκε δίπλα του. «Για να σε δω τώρα» ακουμπώντας τα δεξιά πλευρά της γάτας με το μπαστούνι.

Η προσπάθεια κυρίευσης της γάτας αποδείχθηκε δυσκολότερη από ότι εκείνη με το ποντίκι. Ο Μιχάλης χρειάστηκε παραπάνω χρόνο για να προσαρμοστεί στο σώμα της και να καταφέρει να την κυριεύσει. Το τελικό αποτέλεσμα όμως ήταν πολύ καλό, σε βαθμό που έδειχνε να εντυπωσιάζει τον Ζεραήλ, αλλά δεν τον επιβράβευσε. Εμφάνισε μετά ένα ασπρόμαυρο τσοπανόσκυλο, το οποίο του ζήτησε να κυριεύσει. Στο τέλος, τα κατάφερε, με μεγάλη δυσκολία όμως.

«Ως εδώ» είπε στο τέλος ο άνδρας, «ελπίζω να πήρες έστω και μια ιδέα πως λειτουργεί η τεχνική της κυρίευσης, μπας και μάθεις να προστατεύεσαι από άλλους μάγους» και μετά χτύπησε το μπαστούνι του με δύναμη στο έδαφος, εξαφανίζοντας τον σκύλο και δίνοντας μια αίσθηση στον Μιχάλη, σαν να σταμάτησαν όλα, ακόμη και η κίνηση του αέρα, «τώρα θα φύγουμε από το νοητικό και θα περάσουμε στο δημιουργικό κομμάτι της μαγείας. Δεν τρέφω πολλές ελπίδες, αλλά σίγουρα θα καταφέρεις έστω και κάτι μικρό. Λοιπόν, συγκέντρωσε τις σκέψεις στα χέρια σου και προσπάθησε να μετακινήσεις τον πάπυρο»

Καθώς ο άνδρας μιλούσε, ο πάπυρος τον οποίο είχε μετακινήσει τηλεπαθητικά στην αρχή ο Μιχάλης είχε εμφανιστεί και πάλι στο γραφείο. Έκανε αυτό που του είπε ο άνδρας, συγκεντρώνοντας το μυαλό του στα χέρια του και προσπάθησε να μετακινήσει τον πάπυρο, δείχνοντάς τον με τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού, χωρίς όμως κάποιο αποτέλεσμα. Κοίταξε τον Ζεραήλ μπερδεμένος, αλλά εκείνος δεν έδωσε καμία σημασία, παίζοντας όπως συνήθως με το μπαστούνι.

Δεν παραξενεύτηκε από τη στάση αυτή του άνδρα και συνέχισε μόνος του τις προσπάθειες, οι οποίες όμως δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Μετά, θυμήθηκε πως είχε καταφέρει να ανοίξει το έδαφος και να εμφανίσει ένα ορμητικό κύμα μαύρων λάμψεων. Το είχε επιθυμήσει αρκετά και είχε γίνει.

Αυτό λοιπόν έπρεπε να κάνει και τώρα. Με τη σκέψη του στα χέρια του θέλησε να μετακινήσει τον πάπυρο προς τα αριστερά, κάτι που ξαφνικά συνέβη. Ήταν λες και το χαρτί ήταν δεμένο στο χέρι του και ακολουθούσε τις κινήσεις του. Άρχισε να το κινεί πέρα δώθε, αλλά και στη συνέχεια να το σηκώνει στον αέρα, εντυπωσιασμένος από το ότι τα είχε καταφέρει. Ένιωθε τη μαγεία που κυλούσε μέσα του και μεταδιδόταν στον πάπυρο, δίνοντάς του τη δυνατότητα να κάνει ό,τι ήθελε.

«Φτάνει» είπε ο Ζεραήλ, δείχνοντας να βαριέται, «θα εξασκηθείς μόνος σου με διάφορα αντικείμενα και θα έρθεις εδώ σε τρεις μέρες γνωρίζοντας τέλεια να τα μετακινείς. Εξαφανίσου» με την πόρτα της καλύβας να ανοίγει με δύναμη.

Ο Μιχάλης έφυγε από εκεί, ευχαριστημένος με τη νέα εξάσκηση που είχε, που ήταν σίγουρα πολύ καλύτερη από όλες τις προηγούμενες που είχε μέχρι τότε. Έτσι, όλη την υπόλοιπη μέρα μετακινούσε ό,τι έβρισκε με τα χέρια του, κάνοντας την κίνηση αυτή όλο και καλύτερα.

Το επόμενο πρωί τον βρήκε ο Κώστας και έκαναν προπόνηση, μία από τις τελευταίες χωρίς μαγεία. Στη συνέχεια της μέρας, συνέχισε την εξάσκηση με τη μετακίνηση διαφόρων αντικειμένων, αλλά και πλασμάτων. Μετακινούσε τις πάπιες στη λίμνη, αλλά και μερικά ψάρια που ζούσαν μέσα της, τα οποία εντόπιζε ανοίγοντας το μυαλό του.

Τα μαθήματα που ακολούθησαν με τον Ζεραήλ άρεσαν στον Μιχάλη. Δεν τον έμαθε απλά να μετακινεί αντικείμενα, αλλά πώς να τα καταστρέφει ή να τα επιδιορθώνει εάν είχαν κάποια βλάβη. Μπορούσε δηλαδή να κάνει κομμάτια ένα τραπέζι με μία κίνηση του χεριού του απλά ή να τα ενώνει και να δημιουργεί και πάλι το τραπέζι, κάνοντάς το να μοιάζει ολοκαίνουργιο.

Σιγά-σιγά μάθαινε πως δε χρειαζόταν να χρησιμοποιεί τα χέρια του, αλλά μπορούσε να κάνει διάφορα, όπως το να ανοίγει μία πόρτα, απλά με τη σκέψη του. Ο Ζεραήλ όμως του είπε πως αυτό ήταν ανώτερη χρήση της μαγείας, και δεν υπήρχε περίπτωση να του τη μάθαινε, έστω και αν είχαν τον απαιτούμενο χρόνο. Έτσι, έμειναν στη χρήση της δύναμής του με τα χέρια, αν και ο Μιχάλης το προσπαθούσε μόνος του, να χειρίζεται τις δυνάμεις του μόνο με τη σκέψη του, κάτι που αποδείχθηκε πολύ δύσκολο, ειδικά στις περίπλοκες κινήσεις.

Το πιο ενδιαφέρον μάθημα μέχρι τότε ήταν το τελευταίο, όπου ο άνδρας του έδειξε να βάζει φωτιά σε αντικείμενα. Για τον Μιχάλη αυτό ήταν πολύ ευκολότερο από ότι περίμενε, κάτι που παραξένεψε ακόμη και τον Ζεραήλ. Σίγουρα, δεν περίμενε να έχει τέτοια δεξιότητα με τη δημιουργία φωτιάς.

Έμαθε όμως και άλλα, όπως το να ανάβει τις λάμπες που είχαν οι μάγοι, να δημιουργεί φως στο σκοτάδι, να εμφανίζει μικρά πράγματα από το πουθενά. Όλα αυτά γινόταν με τη βοήθεια της δύναμής του, η οποία κυλούσε μέσα του και τον έκανε να νιώθει, αλλά και να είναι ικανός για όλα αυτά.

Τα μαθήματα που γινόταν παράλληλα με τον Κώστα τον βοηθούσαν αρκετά, αφού έμαθε να μάχεται με χρήση μαγείας, ανοίγοντας και κλείνοντας το μυαλό του, αποφεύγοντας να διαβάσει τη σκέψη του ή να τον κυριέψει ο αντίπαλός του, αλλά προσπαθώντας να τον καταλάβει ο ίδιος, ενώ ταυτόχρονα έκανε αστραπιαίες κινήσεις με το σπαθί του. Ο Κώστας του είπε πως τα μαθήματά τους θα έφταναν στο τελικό επίπεδο όταν ο Ζεραήλ θα του μάθαινε να χρησιμοποιεί τη μαγεία για πολεμικούς λόγους, να δημιουργεί διάφορα μαγικά πυρά δηλαδή.

Εντωμεταξύ, είχαν συναντηθεί άλλες δύο φορές με το Νίκο, συζητώντας για διάφορα, όσο πρόλαβαν φυσικά, κάτι που έκανε τον Μιχάλη να καταλάβει πως είχε βρει ένα φίλο, αφού και ο Νίκος έμοιαζε να ψάχνει κάποιον κοντινό του στην ηλικία για παρέα.

Έτσι, ο Μιχάλης είχε αρχίσει να συνηθίζει τη ζωή εκεί και του άρεσε. Αν και κάπου μέσα του καταλάβαινε πως θα έφτανε η στιγμή να φύγει. Ίσως να μην αργούσε και πολύ.

Παναγιώτης Βάβαλος