Συνέντευξη με τη Χρύσα Αναστασίου

Στη γη της Κρέστα, η μαγεία ευδοκιμεί μα είναι απαγορευμένη. Τάγματα κυνηγών μαγισσών σπέρνουν φωτιά και θερίζουν θάνατο, μα όσο κοντά κι αν φτάνουν στην εξάλειψή τους, οι μάγισσες δεν πέφτουν ποτέ ολοκληρωτικά.

Στρατεύματα από την ήπειρο της Σκάρου περνούν στην Κρέστα πάνω από την άγρια θάλασσα που τις χωρίζει. Με τη βοήθεια των μηχανικών τους κατασκευών καταλαμβάνουν γρήγορα τα ανατολικά σύνορα, ανοίγοντας πληγές στη γη και αρπάζοντας το πολύτιμο για εκείνους κάρβουνο.

Τρεις γυναίκες ξεδιπλώνουν γεγονότα, ιστορίες και θρύλους. Η Μάργκο επιβιώνει τον τελευταίο χρόνο στην πρώτη αποικία των μηχανουργών, τη Σκόλνταρ. Έχοντας προχωρήσει στην προσθήκη ενός μηχανικού άκρου, ψάχνει να βρει τη θέση της ανάμεσα σε μέταλλο, ατμό και θάνατο. Η Σέιτζ, μια μάγισσα της Κρέστα, παλεύει να φέρει την ισορροπία στη γη της, σε μια χρονική περίοδο είκοσι ετών. Η ιστορία της εναλλάσσεται ανάμεσα σε ένα κυνήγι μαγισσών και στην κατάβαση των μηχανουργών. Τέλος, η Άστριντ, μια κυνηγός μαγισσών που είχε χάσει τη ζωή της τριάντα χρόνια πριν, περπατάει ξανά στην Κρέστα. Αναστημένη και καταραμένη, διασχίζει τη γη ώστε να φέρει εις πέρας μια αποστολή με αντάλλαγμα τις πληροφορίες που χρειάζεται για να αναπαυθεί.

 

Η Χρύσα Αναστασίου γεννήθηκε τον Μάρτη του 1992 στην πόλη των Ιωαννίνων. Σπούδασε στη Θεσσαλονίκη, στο Τμήμα Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ, και πήρε το πτυχίο της με ειδικότητα σεναρίου.

Αγαπάει τη συγγραφή και την ανάγνωση ιστοριών και λατρεύει να κάνει συζητήσεις πάνω σε αυτά τα θέματα. Κατοικεί στην Αθήνα, όπου δουλεύει πάνω σε νέες ιστορίες με τη βοήθεια της γάτας της, της Βιν. Για να βγάλει τα προς το ζην, εργάζεται ως γραφίστρια. Περνάει τον ελεύθερο χρόνο της παρακολουθώντας κινηματογραφικές ταινίες και σειρές, παίζοντας video games και παιχνίδια ρόλων.

Το πρώτο της μυθιστόρημα φαντασίας με steampunk στοιχεία «Η Κοιλάδα του Πράσινου Κρυστάλλου» κυκλοφόρησε το 2018, και δύο συλλογές ιστοριών φαντασίας περιέχουν δύο διηγήματά της, όπως και μια συλλογή sci-fi. Το 2021 κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο της σειράς φαντασίας και steampunk, «Witchpunk: Ανάθεμα». Ελπίζει περισσότερες ιστορίες της να βρουν τον δρόμο τους σε ξένα χέρια και να συντροφεύσουν στιγμές που αλλιώς θα ήταν μοναχικές.

 


1.    Πες μας δυο λόγια για το βιβλίο σου.

Το Witchpunk είναι μια σειρά φαντασίας με steampunk στοιχεία (δηλαδή τεχνολογία που θα φαντάζονταν οι άνθρωποι του 19ου αιώνα, η οποία θα είχε ως βάση την κίνηση με ατμό). Στο πρώτο βιβλίο, Ανάθεμα, γνωρίζουμε ένα κομμάτι του κόσμου μας μέσω 3 διαφορετικών PoVs (δηλαδή μέσα από τα μάτια 3 διαφορετικών χαρακτήρων). Μέσα σε ένα διάστημα 20 χρόνων -από την εποχή των Θεριστών μέχρι την Κατάβαση των Μηχανουργών-, η Σέιτζ -μια μάγισσα της Κρέστα που παλεύει να επαναφέρει τη μαγεία στη δόξα της αλλά με τον σωστό τρόπο-, η Άστριντ -μια κυνηγός μαγισσών παλαιότερων χρόνων που δεν αφέθηκε να αναπαυθεί και τώρα περπατά ξανά στη γη ώστε να φέρει εις πέρας μια αποστολή- και της Μάργκο -μιας νεαρής γυναίκας που έχοντας χάσει το αριστερό της χέρι προβαίνει στην αντικατάστασή του με ένα μηχανικό, προσπαθεί να επιβιώσει στην πρώτη αποικία των μηχανουργών.

2.    Ποια είναι η κυριότερη πηγή έμπνευσής σου και τι σε έκανε να ξεκινήσεις τη συγκεκριμένη ιστορία;

Θα μπορούσα πολύ εύκολα να πω πως είναι τα βιβλία αλλά θα ήταν ψέμα. Δεν είναι μονάχα αυτά. Είναι η μουσική, οι σειρές και οι ταινίες, τα βιντεοπαιχνίδια, οι ιστορίες που ακούω καθημερινά από κοντινούς μου και μη ανθρώπους, οι δράσεις που λαμβάνουν χώρα γύρω μου αλλά και μακριά μου, τις οποίες μπορώ να παρακολουθήσω εύκολα μέσω των social media πια. Θεωρώ πως τα πάντα μπορούν να προκαλέσουν κάποιο έναυσμα για τη δημιουργία μιας ιστορίας, ενός χαρακτήρα ή ενός γεγονότος που θα μείνει κρυμμένο μέχρι να έρθει η ώρα του να βρεθεί στο χαρτί ως κομμάτι της σωστής ιστορίας.

Η ιδέα για το Witchpunk μου ήρθε κάπου στα μέσα του 2019. Ξεκίνησε από μια σκηνή όπου μια γυναίκα με βαλλίστρα παλεύει με μια μάγισσα. Η πρώτη βγαίνει νικήτρια αλλά δεν μοιάζει ικανοποιημένη με την πράξη της παρόλο που ο θάνατος της δεύτερης ήταν ο σκοπός της. Από εκεί και πέρα άρχισα να σκέφτομαι ποιες είναι αυτές οι γυναίκες, γιατί παλεύουν μεταξύ τους, ποιοι είναι οι στόχοι τους, οι ανάγκες και τα θέλω τους. Από αυτήν την πρώτη σκηνή δημιουργήθηκαν στο μυαλό μου οι πρώτοι μου χαρακτήρες κι έπειτα ο κόσμος γύρω τους άρχισε να μεγαλώνει και να πληθαίνει.

3.    Αν μπορούσες, τι συμβουλή θα έδινες στον εαυτό σου όταν ξεκίνησες να γράφεις;

Όταν ξεκίνησα να γράφω γενικώς ή όταν ξεκίνησα να γράφω το συγκεκριμένο βιβλίο; Αν απαντούσα στην πρώτη ερώτηση θα έλεγα πως θα με συμβούλευα να μην ξεχάσω ποτέ για ποιον λόγο γράφω. Αν απαντούσα στην δεύτερη θα με συμβούλευα να οργανώσω από νωρίς τις σημειώσεις μου σε έγγραφα του υπολογιστή και όχι σε άσχετα χαρτάκια, στο σημειωματάριο του κινητού, σε άκυρα screenshots κλπ. Δυστυχώς, η μνήμη μου δεν είναι η καλύτερη σύμμαχός μου αλλά η λύση υπάρχει και λέγεται οργάνωση.

4.    Τι λογοτεχνικό είδος σού αρέσει να διαβάζεις και ποιο προτιμάς όταν γράφεις;

Διαβάζω και γράφω κυρίως fantasy. Πού και πού διαβάζω και sci-fi βιβλία και καταπιάνομαι με κάποιο sci-fi short story. Η αλήθεια είναι πως το steampunk είναι υποείδος της επιστημονικής φαντασίας αλλά ο τρόπος που το χρησιμοποιώ στις ιστορίες μου δεν θα έλεγα πως ανήκει πραγματικά στο καθαρό sci-fi.

5.    Επίλεξε ένα: τι είναι πιο σημαντικό σε μια ιστορία; Ο πρωταγωνιστής, οι δευτερεύοντες χαρακτήρες ή ο ανταγωνιστής;

Είναι το σημείο που θέλω απλώς να απαντήσω «Ναι». Πέρα από την πλάκα, είναι πολύ δύσκολη η ερώτηση αλλά αφού μου την κάνεις, δεν έχω επιλογή από το διαλέξω κάτι. Θα πω πως ανάμεσα σε αυτές τις τρεις επιλογές, οι δευτερεύοντες χαρακτήρες είναι πιο σημαντικοί. Εξηγώντας λίγο αντίστροφα γιατί, έχουμε και λέμε: Αν ο πρωταγωνιστής σου είναι δυνατός αλλά οι δευτερεύοντες χαρακτήρες και ο ανταγωνιστής σου είναι αδύναμοι, τότε πολύ πιθανό το βιβλίο να πάει στο ράφι με τα DNF (did not finish). Οι αναγνώστες έχουν βαρεθεί να βλέπουν έναν σούπερ υπέροχο (για να μην χρησιμοποιήσω άλλη λέξη) χαρακτήρα που μπορεί να κάνει τα πάντα, είναι ταλαντούχος, έχει κάποια ελαττώματα που στην πραγματικότητα είναι κάτι σαν τις συνεντεύξεις για δουλειά που σε ρωτάνε «Ποια είναι το ελαττώματά σου;» κι εσύ απαντάς «Είμαι τελειομανής, ειλικρινής και δουλεύω σκληρά». Από την άλλη, αν ο ανταγωνιστής σου είναι δυνατός και ο πρωταγωνιστής σου μαζί με τους δευτερεύοντες όχι, τότε οι αναγνώστες θα αναρωτιούνται γιατί δεν διαβάζουν τη δική του ιστορία με τους δικούς του δευτερεύοντες. Έτσι, καταλήγω στο συμπέρασμα πως αν έχεις δυνατούς δευτερεύοντες χαρακτήρες, μπορούν να καταφέρουν να εξυψώσουν την ιστορία σε σημείο που οι αναγνώστες να παραβλέψουν -ας πούμε- τους άλλους δυο αδύναμους χαρακτήρες και ίσως να αποζητούν περισσότερες σκηνές μαζί τους, ίσως δικά τους PoVs, γενικώς περισσότερο content της ιστορίας και του κόσμου σου.

6.    Σε ποια ηλικία ξεκίνησες να γράφεις;

Το origin story μου πιστεύω είναι αρκετά κοινό και είμαι σίγουρη ότι πολλές (ίσως και πολλοί) θα πείτε, «Ωχ, κι εγώ έτσι ξεκίνησα!» Οπότε, ξεκίνησα γύρω στα 16-17 αφού είχα πορωθεί με το Twilight και διάβασα σε κάποιο ξεχασμένο blog πως η Meyer δεν ήταν συγγραφέας με τη βούλα, ήταν απλώς μια κοινή θνητή -όπως κι εγώ!-, είχε μια ιδέα -κι εγώ έχω μια ιδέα!- και αποφάσισε να την γράψει χωρίς να έχει κάποια εμπειρία ή ιδιαίτερη ικανότητα –είμαι μια απλή μαθήτρια που δεν ξέρει τι θέλει και δεν της αρέσει καν η έκθεση!- οπότε, ναι, απλώς πήρα στυλό και τετράδιο και άρχισα να γράφω.

Αυτό που θέλω να πω με τόσα πολλά λόγια -χωρίς να με ρωτήσετε κιόλας- είναι πως, για μένα τουλάχιστον, η συγγραφή δεν είναι κάτι ελιτίστικο ή απαγορευμένο, ούτε χρίζει κάποια σπάνιας ικανότητας. Έχεις μια ιδέα στο μυαλό σου και θες να την γράψεις; Go for it! Δεν χρειάζεται να αποκαλείς το κάθε τι που γράφεις βιβλίο ή να αυτοαποκαλείσαι συγγραφέας, δεν χρειάζεται να το πεις σε φίλους και γνωστούς, ούτε να μοιράζεις τα πρώτα κεφάλαια εκτυπωμένα στο Σύνταγμα. Κάτσε γράψε για σένα και αν σου αρέσει η διαδικασία, συνέχισε να γράφεις. Για σένα. Όχι για τους αναγνώστες που φαντάζεσαι πως θα κάνουν ουρά για να πάρουν την υπογραφή σου. Όχι για την μάνα σου που θα σου πει πως είναι το καλύτερο βιβλίο του κόσμου. Όχι για τους φίλους σου που δεν θα το διαβάσουν καν αλλά θα σου λένε μονίμως πόσο χαίρονται για σένα κλπ κλπ. Η επιτυχία ενός βιβλίου πολλές φορές δεν έχει να κάνει με το πόσο καλό είναι το περιεχόμενό του αλλά με παράγοντες που ίσως να μην μπορείς να ελέγξεις. Οπότε, ας επαναλάβω, κάτσε γράψε για σένα και μόνο για σένα. Κι αν αυτό δεν σε γεμίζει, βρες κάτι άλλο να κάνεις. Χωρίς να με ρωτήσετε όμως, ε. Πού να με ρωτούσατε κιόλας…

7.    Επίλεξε ένα: τι είναι πιο κρίσιμο για την επίτευξη ενός καλού βιβλίου; Η ικανότητα γραφής, η φαντασία ή η σκληρή δουλειά;

Κατά κάποιο τρόπο έχω ήδη απαντήσει παραπάνω (ξεφεύγοντας από την πραγματική απάντηση, oops) αλλά θα συνεχίσω κι εδώ μιας και υπάρχει χώρος για λίγο ακόμη άνοιγμα. Τι εννοείς με την επίτευξη ενός καλού βιβλίου; Με βάση τις επιλογές μου, θεωρώ πως εννοείς το περιεχόμενο του βιβλίου οπότε θα επιλέξω την σκληρή δουλειά. Ικανότητα γραφής (ταλέντο, ας πούμε) δεν χρειάζεται να έχεις για να γράψεις ένα καλό βιβλίο. Θα διαβάσεις 20-30 βιβλία του είδους που θέλεις να γράφεις και θα προσπαθήσεις να το μιμηθείς (με κακό τρόπο σίγουρα αλλά έτσι είναι τα πρώτα drafts). Φαντασία πάλι μπορούμε να θεωρήσουμε ότι δεν χρειάζεται να έχεις γιατί και πάλι μπορείς να διαβάσεις βιβλία, να δεις ταινίες και σειρές, να παίξεις παιχνίδια και να αντλήσεις από εκεί ένα σωρό ιδέες για την ιστορία σου. Αν δεν δουλέψεις σκληρά; Ε τότε θα μπεις εύκολα στην ομάδα των «Έχω ξεκινήσει ένα (δύο, τρία, ν…) βιβλίο-α αλλά δεν το έχει τελειώσει». Γιατί; Γιατί δεν βλέπεις την συγγραφή σαν δουλειά σου, σαν κάτι το οποίο δεν μπορείς να αποφύγεις και κάτι το οποίο έχει συγκεκριμένο χώρο και χρόνο που λαμβάνει χώρα. Αν δεν καθίσεις την τάδε ώρα κάθε τάδε μέρες να γράψεις, oh well, δεν θα γράψεις ποτέ. Η ικανότητα γραφής και η φαντασία θα έρθουν στην x-y ποσότητα και ποιότητα αναλόγως με τον χρόνο που αφιερώνεις (με την σκληρή δουλειά-αφοσίωση) στην συγγραφή.

8.    Γιατί γράφεις;

Γιατί μου αρέσει (όσο απλό κι αν ακούγεται). Γιατί είναι κομμάτι μου (όσο βαθύ κι αν ακούγεται). Γιατί είναι ο πιο εύκολος τρόπος να ψυχαγωγήσω τον εαυτό μου όταν δεν θέλω να αλληλοεπιδράσω με πραγματικούς ανθρώπους αλλά δεν παύω να αποζητώ ανθρώπινη επαφή (όσο αντικοινωνικό και εγωιστικό κι αν ακούγεται).

9.    Πρότεινε ένα βιβλίο που θεωρείς ότι πρέπει να διαβάσει κάθε συγγραφέας και ένα κάθε αναγνώστης.

Έχεις κι άλλες πιο δύσκολες ερωτήσεις παρακάτω; Να ξέρω να σταματήσω εδώ! Λοιπόν… μου ήρθαν πολλοί τίτλοι στο μυαλό και οι περισσότεροι θα είναι λίγο ή πολύ γνωστοί, οπότε θα προτείνω ένα βιβλίο που είχα διαβάσει αρκετά τυχαία πριν 3-4 χρόνια και θυμάμαι ότι μου άρεσε πολύ ο έξυπνος τρόπος γραφής του. Είναι το Miranda του John R. Little.

10. Τι πρέπει να περιμένουμε από εσένα στο μέλλον;

Θα ήθελα σίγουρα να φτάσουν στα χέρια σας τα επόμενα βιβλία του Witchpunk αλλά και άλλες ιστορίες (μικρές και μεγάλες).

11. Πώς μπορούν να επικοινωνήσουν οι αναγνώστες μαζί σου;

Ο ευκολότερος τρόπος είναι το Instagram μιας κι εκεί είμαι αρκετά ενεργή, στο @summer.chris