Παρουσίαση Βιβλίου - Witchpunk

Στη γη της Κρέστα, η μαγεία ευδοκιμεί μα είναι απαγορευμένη. Τάγματα κυνηγών μαγισσών σπέρνουν φωτιά και θερίζουν θάνατο, μα όσο κοντά κι αν φτάνουν στην εξάλειψή τους, οι μάγισσες δεν πέφτουν ποτέ ολοκληρωτικά.


Στρατεύματα από την ήπειρο της Σκάρου περνούν στην Κρέστα πάνω από την άγρια θάλασσα που τις χωρίζει. Με τη βοήθεια των μηχανικών τους κατασκευών καταλαμβάνουν γρήγορα τα ανατολικά σύνορα, ανοίγοντας πληγές στη γη και αρπάζοντας το πολύτιμο για εκείνους κάρβουνο.

Τρεις γυναίκες ξεδιπλώνουν γεγονότα, ιστορίες και θρύλους. Η Μάργκο επιβιώνει τον τελευταίο χρόνο στην πρώτη αποικία των μηχανουργών, τη Σκόλνταρ. Έχοντας προχωρήσει στην προσθήκη ενός μηχανικού άκρου, ψάχνει να βρει τη θέση της ανάμεσα σε μέταλλο, ατμό και θάνατο. Η Σέιτζ, μια μάγισσα της Κρέστα, παλεύει να φέρει την ισορροπία στη γη της, σε μια χρονική περίοδο είκοσι ετών. Η ιστορία της εναλλάσσεται ανάμεσα σε ένα κυνήγι μαγισσών και στην κατάβαση των μηχανουργών. Τέλος, η Άστριντ, μια κυνηγός μαγισσών που είχε χάσει τη ζωή της τριάντα χρόνια πριν, περπατάει ξανά στην Κρέστα. Αναστημένη και καταραμένη, διασχίζει τη γη ώστε να φέρει εις πέρας μια αποστολή με αντάλλαγμα τις πληροφορίες που χρειάζεται για να αναπαυθεί.
 
 

Θα ξεκινήσω αυτήν την κριτική μιλώντας λιγάκι για την αναγνωστική μου εμπειρία, κάτι που δε συνηθίζω, εκτός και αν πρόκειται για κάποιο βιβλίο που μου έκαψε τον εγκέφαλο κατά την ανάγνωση ή με εξέπληξε στο 100% (για το Witchpunk ισχύουν και τα 2).

Το να διαβάζω Witchpunk ήταν σαν να βλέπω την πρώτη σεζόν Witcher (πριν πείτε κάτι, όχι, δεν έχουν καμία ομοιότητα ούτε τα συγκρίνω). Η πρώτη σεζόν Witcher έβγαλε νόημα (χρονικά) το τελευταίο λεπτό. Επίσης, μεγαλύτερη σημασία είχε όχι η πλοκή αλλά οι χαρακτήρες. Να δούμε από πού ξεκίνησαν, τι πέρασαν, πώς και γιατί άλλαξαν, τι τους σημάδεψε και στο τέλος τέλος ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι και γιατί με ενδιαφέρουν οι ίδιοι και το ταξίδι τους. Το Witchpunk είναι ακριβώς το ίδιο. Πρόκειται για μια εισαγωγή σε έναν εντελώς άγνωστο κόσμο με πολύ ενδιαφέρουσα κοσμοπλασία και στοιχεία steampunk και γνωριμία με εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες: μια μάγισσα, μια κυνηγό μαγισσών και μια συλλέκτρια σε έναν μαγικό κόσμο που όμως απεχθάνεται τη μαγεία.

Αυτό το βιβλίο ξεπέρασε τις προσδοκίες μου, που ήταν ήδη υψηλές, αφού πρόκειται για ένα από τα πιο πρωτότυπα εγχώρια βιβλία φαντασίας. Η συγγραφέας δε φοβάται να αφήσει την περπατημένη, να πάρει ρίσκα και να παραδώσει ένα άρτιο αποτέλεσμα, που δεν μπορώ να το συγκρίνω με κανένα βιβλίο που έχω διαβάσει.

To Witchpunk: Ανάθεμα μας εισάγει σε έναν κόσμο που δε θα θέλαμε να ζούμε, σκοτεινό, διχασμένο, επικίνδυνο αλλά ταυτόχρονα σαγηνευτικό. Ακολουθούμε ένα αμιγώς γυναικείο καστ (ΠΟΣΟ ΥΠΕΡΟΧΗ ΕΠΙΛΟΓΗ), τρεις ηρωίδες (Μάργκο, Άστριντ, Σέιτζ) των οποίων τα κομμάτια εναλλάσσονται. Ο χρόνος είναι σπασμένος. Δε θέλω να τον εξηγήσω, αφού θα στερήσει κάτι από την απόλαυση. Θεωρώ πως ήταν εσκεμμένο να νιώθει ο αναγνώστης μπερδεμένος, χαμένος όπως και οι ηρωίδες σε έναν τέτοιο κόσμο. Θα πω μόνο πως τίποτα δεν είναι τυχαίο.

Παρά το μέγεθός του, μπορώ να πω ότι διαβάστηκε ευχάριστα, ενώ είναι στα σχέδιά μου να το ξαναδιαβάσω σύντομα, αφού πιστεύω στη δεύτερη ανάγνωση θα αναγνωρίσω περισσότερα κρυμμένα στοιχεία και θα εκτιμήσω περισσότερο άλλα που είχα αγνοήσει και κατάλαβα στο τέλος. Η γλώσσα της αφήγησης ήταν από τα δυνατότερα στοιχεία, όμορφη, περιγραφική, γεμάτη συναισθήματα αλλά και ωμή. Θα ήθελα λίγο παραπάνω έμφαση στους διαλόγους σε συγκεκριμένα σημεία (βέβαια, στο μεγαλύτερο μέρος τα ταξίδια των ηρώων είναι αρκετά μοναχικά). Επίσης, παρότι η δράση ήταν αργή, ήταν τόσο ενδιαφέρων ο κόσμος και οι χαρακτήρες που δε με ενόχλησε. Θέλει υπομονή, η οποία όμως θα ανταμειφθεί.

Η αγαπημένη μου χαρακτήρας ήταν η Σέιτζ, η οποία εμφανίζεται σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδου (αυτό το λέει, δεν είναι σπόιλ) μέσα από την οπτική της οποίας εξερευνούμε τη μαγεία του κόσμου της Κρέστα. Η Μαργκό με μπέρδεψε από την αρχή, αφού μια τη συμπαθούσα, μια την έβλεπα με καχυχοψία κλπ. Η Άστριντ ήταν ό,τι χειρότερο και ήθελα να την κοπανήσω το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου. Μέχρι και αυτή όμως κάποια στιγμή πέρασε στην γκρίζα ζώνη. Καμία δεν ήταν τέλεια και αυτό τις έκανε πραγματικές.


Συνολικά, θεωρώ το Witchpunk από τα καλύτερα ελληνικά βιβλία high fantasy που έχω διαβάσει. Με ωραία γλώσσα, πρωτοτυπία, τρισδιάστατους χαρακτήρες και προσοχή στη λεπτομέρεια, η Χρύσα δημιούργησε έναν κόσμο που εύχομαι να επισκεφτώ ξανά σύντομα.

 

Έλενα Παπαδοπούλου