Σ’ έναν κόσμο άναρχο, ορφανό από Ιστορία, ο πολιτισμός έχει καταρρεύσει.
Σ’ αυτήν τη ζοφερή εποχή, μια νέα ελπίδα γεννιέται. Ο μικρός Χόουπ, έχοντας ως μοναδικό στήριγμα τον πατέρα του, αναγκάζεται να ξεκινήσει νωρίς το Ταξίδι του. Ένα ταξίδι που θα τον οδηγήσει από τον απομονωμένο ορεινό οικισμό του Άρυεν ως τα πέρατα της γης.
Αυτό είναι το θρυλικό Ταξίδι του Κόκκινου Φοίνικα.
Tο
κυνήγι στον ρημαγμένο κόσμο ξεκινά ξανά. Έναν κόσμο στον οποίο
κάθε γνώση για το παρελθόν έχει χαθεί· έναν κόσμο δίχως αρχαία
Ιστορία.
Το Τάγμα ανανεώνει την καταδίωξη, όπως και η
Σέκτα με τους θανάσιμους δολοφόνους της. Ο Λίαμ και ο Χόουπ
αναγκάζονται, μαζί με τους συντρόφους τους, να αναζητήσουν την
υπόγεια φυλακή που θα τους οδηγήσει μέσα από τα έγκατα της γης
στην ασφάλεια του γειτονικού βασιλείου. Εκεί, ο μικρός Χόουπ θα
μυηθεί για πρώτη φορά στα μυστικά της Αρχαίας Δυναστείας· θα
γίνει αυτόπτης μάρτυρας θαυμαστών επιτευγμάτων της διανόησης του
υψίστου παρελθόντος, κάνοντας το πρώτο βήμα προς έναν
συναρπαστικό κόσμο που μόλις τώρα έχει αρχίσει να γνωρίζει. Ένα
βήμα δύσκολο, σε μια μοιραία διαδρομή που θα έχει αντίκτυπο σ’
ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Στην αντικρινή πλευρά του
ωκεανού, ο Βέιλαν ξεκινάει τη δική του αναζήτηση, όσο ακόμη η
πολιορκία στην Ιμάρ συνεχίζεται. Ο Δρόμος θα τον οδηγήσει ως τις
πύλες της Κιβωτού του Χρόνου, στο πανάρχαιο άσυλο όπου κατοικεί η
Ιέρεια. Θαμμένα μυστικά θα βγουν στο φως, το σκοτεινό παρελθόν θα
συγκρουστεί με το παρόν, η αποσιώπηση θα αναμετρηθεί με την
αλήθεια, πριν ο μύθος εγερθεί μέσα από τις στάχτες μιας εποχής
χαμένης για να στοιχειώσει το μέλλον ενός πολιτισμού που έμαθε να
ζει στη σκιά της άγνοιας.
Κόκκινη Αυγή
Η «Κόκκινη Αυγή» είναι το ντεμπούτο βιβλίο του συγγραφέα Γρηγόρη Δημακόπουλου και το πρώτο μέρος της τριλογίας «Η εποχή των θρύλων». Πρόκειται για ένα έργο επικής φαντασίας, το οποίο από τη μια αποτίνει τον δικό του φόρο τιμής στον τεράστιο J. R. R. Tolkien, αλλά απ’ την άλλη πατάει στιβαρά στα πόδια του. Φέρει δηλαδή τη δική του ξεκάθαρη ταυτότητα και θεωρώ ότι αυτό γίνεται αντιληπτό ήδη απ’ το οπισθόφυλλο, καθώς ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι η ιστορία διαδραματίζεται σ' ένα (δεν ξέρω καν αν ο όρος είναι δόκιμος) «μετακαταστροφικό» περιβάλλον. Η εξέλιξη του ανθρώπινου είδους για κάποιον λόγο έχει σταματήσει, η γνώση έχει χαθεί και έτσι μοιραία υπάρχει μια επιστροφή σε ένα μεσαιωνικό περιβάλλον όπου κυριαρχεί και πάλι το ατσάλι και γενικώς τα όπλα αυτού του είδους.
Καταρχάς να αναφέρω ότι πρόκειται για ένα από τα καλύτερα εγχώρια fantasy βιβλία που έχω διαβάσει. Το μεγαλύτερο στοίχημα που βάζουν οι συγγραφείς του εν λόγω είδους είναι η κοσμοπλασία και εδώ έχει κερδηθεί και με το παραπάνω. Το περιβάλλον στο οποίο ζουν οι ήρωες του βιβλίου είναι τεράστιο και πληρέστατο. Ο συγγραφέας μοιάζει να δούλεψε πάρα πολύ σ’ αυτό το κομμάτι και δεν ένιωσα να υφίσταται στιγμή το λεγόμενο «illusion trick». (Το κόλπο κατά το οποίο οι συγγραφείς αναφέρουν δεκάδες περιοχές για τις οποίες δεν έχουν καν οι ίδιοι ιδέα πώς είναι, πέρα από ένα πολύ γενικό περίγραμμά τους). Όχι, αντιθέτως, ο συγγραφέας μοιάζει να γνωρίζει πού βρίσκεται ακόμα και το παραμικρό πετραδάκι του κόσμου του. Όσο για τις ονομασίες που επέλεξε, είναι πολύ όμορφες, όπως αντίστοιχα όμορφες είναι και οι περιγραφές των τοποθεσιών.
Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι πάρα πολύ καλή και εντελώς αρμοστή στις απαιτήσεις του βιβλίου. Ο πλούτος του λεξιλογίου του ομολογώ ότι με εντυπωσίασε, ενώ σε κανένα σημείο δεν υπάρχει επιτηδευμένη χρήση. Οι πολλές, αλλά αναγκαίες περιγραφές, και κυρίως όσες έχουν να κάνουν με αναδρομές (αναφέρονται δηλαδή σε παλαιότερα γεγονότα/τόπους/καταστάσεις), είναι ένα στοιχείο που ενδεχομένως να ξενίσει τους πιο casual επισκέπτες στα βιβλία φαντασίας. Αντιθέτως, θα αρέσουν πάρα πολύ στους πιο μυημένους και θα τις μνημονεύουν καιρό. Θα έλεγα πάντως ότι με λίγη παραπάνω προσοχή το βιβλίο μπορεί να διαβαστεί απ’ όλους, φτάνει, το υπογραμμίζω αυτό, να ξέρουν τι είδους βιβλίου αγόρασαν.
Περνώντας στους χαρακτήρες τώρα, να αναφέρω ότι επίσης έχει γίνει καλή και προσεγμένη δουλειά. Είναι ξεκάθαροι, όπως ξεκάθαρα είναι και τα κίνητρα του καθενός τους. Κανένας τους είναι ήταν παθητικός και κανένας δεν υφίσταται χωρίς λόγο. Επίσης, η παρουσία τους κατά μια έννοια παίζει άμεσο ρόλο και στην πλοκή του βιβλίου καθώς είναι τα κίνητρά τους αυτά που την ωθούν και την καθορίζουν. Να σημειώσω εδώ επίσης ότι, αν και στο οπισθόφυλλο μού δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι θα παρακολουθήσω αποκλειστικά και μόνο το ταξίδι ενός ήρωα, του μικρού Χόουπ, στα ενδότερα του βιβλίου ανακάλυψα ότι δεν ήταν έτσι ακριβώς. Υπάρχουν ολόκληρα κεφάλαια που απουσιάζει και τη σκυτάλη παίρνουν κι άλλοι χαρακτήρες, το ίδιο σημαντικοί μ’ αυτόν. Αυτό φυσικά είναι σημαντικό πλεονέκτημα και για τη ροή της ιστορίας, καθώς εγώ προσωπικά περίμενα να εμφανιστούν ξανά κάποιοι χαρακτήρες που ένα κεφάλαιο πριν είχαν μείνει… στα δύσκολα! Έπεσα έτσι δηλαδή στην παγίδα να διαβάζω συνεχώς «λιγάκι ακόμα». Ίσως βέβαια αν το βιβλίο είχε λίγο μικρότερα κεφάλαια ή έστω περισσότερα σημεία για να πάρεις μια ανάσα να ήταν και πιο ευανάγνωστο, αλλά να τονίσω ξανά ότι πρόκειται για fantasy και αυτό λέει πολλά από μόνο του. Οι φαν των φάντασι είναι απολύτως εξοικειωμένοι σ’ αυτά τα μεγέθη κεφαλαίων.
Κλείνοντας να επιστρέψω στην αρχή: Ανέφερα ότι αποτελεί ένα από τα καλύτερα εγχώρια fantasy βιβλία που έχω διαβάσει. Όπως αντιλαμβάνεστε, τίποτα δεν είναι τυχαίο. Ο συγγραφέας έχει εξαιρετική πένα και λεξιλόγιο, αλλά για να θέσει τόσο ψηλά τον πήχη πέρασε αναρίθμητες ώρες πάνω από το έργο του. Και δικαιώθηκε!
Ο Δρόμος της Εξορίας
Η καταδίωξη του Λίαμ, του μικρού Χόουπ και των λιγοστών συντρόφων που συνάντησαν στην «Κόκκινη Αυγή» συνεχίζεται με αμείωτη ένταση. Για την ακρίβεια ανανεώνεται και γίνεται πιο άγρια. Στο μεταξύ, στην αντικρινή πλευρά του ωκεανού, ο Βέιλαν ξεκινάει τη δική του αναζήτηση, όσο ακόμη η πολιορκία στην Ιμάρ συνεχίζεται.
Δανείστηκα τα προαναφερθέντα στοιχεία από την περίληψη, έτσι ώστε να τονίσω μερικές λέξεις-κλειδιά: Καταδίωξη, ταξίδι, αναζήτηση, πολιορκία. Νομίζω ότι δεν υπάρχει φίλος του φάντασι που να μη χαμογελάει όταν τις συναντά. Όλες τους δημιουργούν προσδοκίες για ένα βιβλίο γεμάτο δράση και αγωνία. Και ευτυχώς εδώ δικαιώνονται στο έπακρο. «Ο δρόμος της εξορίας» αποτελεί μια πολύ πετυχημένη συνέχεια της «Κόκκινης αυγής». Καταρχάς αρχίζουν και δίνονται οι απαντήσεις σε πολλά από τα «μυστικά» της τριλογίας, ενώ φαίνεται ακόμα καλύτερα και πόσο μεγαλεπήβολο είναι αυτό που έχει στήσει ο συγγραφέας. Είναι πραγματικά θαυμαστό το πόσα πολλά και διαφορετικά πράγματα δένουν μεταξύ τους στην ίδια ιστορία. Και ευτυχώς, για καλή τύχη του αναγνώστη, ο συγγραφέας έχει προνοήσει έτσι ώστε να υπάρχουν στο τέλος του βιβλίου δύο πολύ σημαντικές προσθήκες: Ευρετήριο ονομάτων και χάρτες. Ειδικά το ευρετήριο, με βοήθησε πάρα πολύ στο να ξεκινήσω την ιστορία χωρίς να αγχώνομαι για το αν θα θυμηθώ ποιος είναι ποιος. (Διάβασα το βιβλίο δύο χρόνια μετά το πρώτο).
Θα αναγκαστώ παρ’ όλα αυτά να αναφέρω και σ’ αυτό το review (όπως και στης Κόκκινης Αυγής) ότι υπάρχει και πολλή αναδρομική περιγραφή. Για τους φίλους των fantasy αυτό είναι περίπου σαν να τους εξηγείς ότι εκείνο το λαμπερό πράγμα πάνω από τη Γη είναι ο ήλιος. Το αναφέρω για τους υπόλοιπους, ως μια μικρή προειδοποίηση. Όταν ανοίγετε βιβλία τέτοιου είδους θα πρέπει να το έχετε λάβει κι αυτό υπόψιν από πριν για να μη βρεθείτε προ δυσάρεστων εκπλήξεων. Το ξετύλιγμα των γεγονότων που έφεραν τους ήρωες (αλλά και τον κόσμο στον οποίο ζουν) στο σήμερα είναι αναγκαίο. Και επίσης, στο συγκεκριμένο βιβλίο είναι και κάτι που μπορείτε να απολαύσετε στο έπακρο. Ο αστείρευτος πλούτος λεξιλογίου του συγγραφέα κάνει τον κόσμο του πραγματικά παραμυθένιο. Επίσης, οι χαρακτήρες του, παρόλο που δεν ανήκουν στον κόσμο μας, έτσι όπως τον γνωρίζουμε, μοιάζουν τόσο πολύ με μας που θεωρώ ότι στο τέλος ο αναγνώστης τους θεωρεί οικείους και ταυτίζεται μαζί τους.
Δε θα προσθέσω περισσότερα για την ίδια την ιστορία, για να αποφύγω να προδώσω κάτι που δεν πρέπει. Θα αναφέρω απλώς ότι οι τοποθεσίες απ’ τις οποίες θα περάσουν οι χαρακτήρες είναι πανέμορφες. Ως αναγνώστη, με προκαλούσαν να τις σχηματίσω λεπτομερώς στο μυαλό μου για να τις απολαύσω – χάρη στη ζωηρή πένα του συγγραφέα, φυσικά.
Σε γενικές γραμμές, θεωρώ ότι πρόκειται για μία από τις ωραίες fantasy ιστορίες που έχω διαβάσει. Οπότε πλέον μένει το βασικότερο. Να πάρουμε σύντομα στα χέρια μας και το τελευταίο βιβλίο της τριλογίας. Μιας τριλογίας που σίγουρα θα μνημονεύεται μελλοντικά ως μια από τις κορυφαίες της χώρας μας στο είδος της.
Αγγελίνα Παπαδημητρίου - Γιώργος Δάμτσιος