Έκπτωτοι Δαίμονες (Επίλογος)

Αρετή

Δεν εξιλεώνεσαι ποτέ στα αλήθεια ό,τι κι αν κάνεις. Πάντα θα κοιτάς πάνω από τον ώμο σου μήπως εμφανιστεί και πάλι ο Δαίμονάς σου. Ο Γιάννης με άγγιξε με έναν τρόπο μοναδικό και ράγισε όλο μου τον κόσμο. Αυτό ήταν που φοβήθηκα στα αλήθεια, πως οι ρωγμές μου θα αποκάλυπταν την αληθινή μου ασχήμια. Διαλυμένες σχέσεις, κομμάτια σκόρπια που δεν ενδιαφέρεται κανείς στα αλήθεια να περιμαζέψει και να προσπαθήσει να ενώσει. Βλέπεις, είναι πιο εύκολο απλά να τα πατήσεις συνειδητά τις περισσότερες φορές. Νομίζουμε πως αν τα θρυμματίσουμε, όλα θα διορθωθούν ως δια μαγείας. Πως όλα θα είναι αλλιώς και θα είναι. Με έναν δυσοίωνο όμως τρόπο. Εφιαλτικό.

Τρώμε οι ίδιοι τις σάρκες μας. Είμαστε ανθρωποφάγοι κανίβαλοι, εραστές του μακάβριου. Πρωταγωνιστές ενός γκροτέσκου θεάτρου του παραλόγου. Θα μπορούσαμε να είμαστε παιδιά με μέλλον και με όνειρα και καταλήξαμε να είμαστε ένα σκοτεινό παρόν, σκεπασμένο με εφιάλτες, εγκλωβισμένοι στο ίσως.

Αυτό είναι το κακό. Μπερδεύουμε το «ζω» με το «απλώς υπάρχω». Στο πρώτο περικλείεται η ζωή, στο δεύτερο ο θάνατος. Όχι ο βιολογικός μα κάτι το πολύ χειρότερο. Ο θάνατός μας ως ολότητα, ως συνείδηση. Όταν σαπίζει η σκέψη, πεθαίνει και ο εαυτός μας.

Είμαστε εξαρτημένοι. Ποτέ δεν ήμασταν πραγματικά ελεύθεροι. Εξαρτημένοι από την ανάγκη την ίδια. Την ανάγκη να ξεχωρίζουμε, να μας ακούνε, να μας αγαπάνε, να χωρέσουμε μέσα στην γνώμη και τα θέλω των άλλων. Στην πραγματικότητα, είμαστε εθισμένοι από την ίδια μας την ύπαρξη, εξαρτημένοι από την ανάγκη μας να υπάρχουμε.

Η ψυχή μου πάντα ήταν ένα αγρίμι που ποτέ δεν ημέρευε μα ο χρόνος έχει ένα πολύ παράξενο βάρος. Βαραίνει πιο πολύ αυτούς που έχουν μικρό απόθεμα. Να ζει κανείς ή να μη ζει αναρωτιέται ο Σαίξπηρ, μια φράση που παίρνει μια πολύ φρικτή χροιά στο μυαλό μου. Το χειρότερο όμως τελικά, δεν είναι ο χρόνος, μα το να χάνεις την ελπίδα, να μην έχεις πια σε τίποτα να ελπίζεις. Να ζεις κάθε μέρα με αυτή την οδυνηρή συνειδητοποίηση.

Προσπάθησα να βάλω τέρμα στην ζωή μου αρκετές φορές, είτε άμεσα, είτε έμμεσα και ξαφνικά από ένα καπρίτσιο της τύχης, η ευχή μου είχε εκπληρωθεί τελικά. Είμαι είκοσι οχτώ και οι γιατροί μου δίνουν, με τα καλύτερα προγνωστικά, δυο χρόνια ζωής ακόμα. Όταν το έμαθα ήθελα να βάλω τα κλάματα και τα γέλια ταυτόχρονα. Τώρα που στέκομαι στο κατώφλι του θανάτου, τα πράγματα καθάρισαν, αποκρυσταλλώθηκαν στα μάτια μου. Κάθε αρχή, αναπόφευκτα φέρνει και ένα τέλος, ένα μικρό θάνατο. Μια προσπάθεια για την ανάκτηση του χρόνου που κυλά όλο και πιο γρήγορα καθώς εξαφανίζεται.

Τελικά, ίσως ο χρόνος να είναι απλά μια ψευδαίσθηση, όλες οι στιγμές που πέρασαν κι έχουν χαράξει την δική τους πορεία στο μυαλό μας. Πως τα τίποτα από όλα αυτά δεν είναι αλήθεια. Υπάρχουμε άραγε μόνο και μόνο για να αφήνουμε το στίγμα μας πίσω μας;

Αλήθεια, ποιος πραγματικά θα ενδιαφερθεί αν ποτέ υπάρξαμε, αναπνεύσαμε, ερωτευτήκαμε, γελάσαμε; Άραγε τα δάκρυα μας πότισαν κάτι στην άνυδρη γη ή απλά χάθηκαν για πάντα;

Είμαι καθαρή εδώ και πέντε μήνες μα πέρασα από την κόλαση για να βρω τον παράδεισο. Από μια φοβερή ειρωνεία της ζωής, κατάφερα να επιβιώσω μόνο και μόνο για να περιμένω τον αργό και βασανιστικό μου θάνατο από την φοβερή μου ασθένεια. Μα δεν θυμώνω. Όχι. Πλέον έχω λόγο να θέλω να ζήσω έστω και αυτόν τον λίγο καιρό που μου απομένει. Και αυτός ο λόγος μεγαλώνει μέσα μου, ωριμάζει και σε τέσσερις μήνες, θα γίνει ζωή. Θα γίνει Ελπίδα.

Ο χειμώνας όπου να ‘ναι θα τελειώσει και επιτέλους θα έρθει για πρώτη φορά η άνοιξη. Τα έχω αφήσει όλα πια πίσω μου, σαν μια άσχημη ανάμνηση, ένα κακό όνειρο. Η κοιλιά μου έχει φουσκώσει αρκετά και κάθε φορά που την χαϊδεύω, νιώθω ένα ρίγος να με διαπερνά. Σε λίγο καιρό, θα υπάρχει ένα πλάσμα που μπορώ να αγαπώ αληθινά και με ανιδιοτέλεια. Για όσο κρατήσει, μα θα νιώσω πια το αληθινό νόημα της αγάπης.

Μέσα μου υπάρχει η πιο όμορφη απόδειξη πως όλα αυτά δεν πήγανε χαμένα, υπάρχει κάτι που τελικά αξίζει να σωθεί. Μέσα στην κοιλιά μου, ο χρόνος δεν έχει σταματήσει, ο πόνος, η οργή, η απογοήτευση, όλα αυτά έχουν μετουσιωθεί σε ό,τι πιο όμορφο θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει. Στην Ελπίδα. Όσο πιο πολύ φουσκώνει, τόσο πιο πολύς χώρος δημιουργείται για να χωρέσουν όλα αυτά που κάποτε είχα απαρνηθεί με πάθος. Η εμπιστοσύνη μου στους ανθρώπους, πως ίσως μέσα στο σκοτάδι, θα μπορούσε να λάμψει μια μικρή αχτίδα φωτός.

Στο χέρι μου είναι να μεγαλώσει το μικρό αυτό άνοιγμα, να αφήσω όσο περισσότερο φως για να περάσει. Ο Γιάννης ήταν εκείνο το μικρό λιμάνι, που παρ’ όλες τις αντιξοότητες, μου έμαθε με τον πιο δύσκολο τρόπο πως υπάρχει σωτηρία αρκεί να είσαι πρόθυμος να την δεχτείς.




Οι ήρωες πάντα θα βρουν την δικαίωση που ψάχνουν

Δεν υπάρχει όμως εύκολος δρόμος για την λύτρωση



Τέλος

Ηλίας Στεργίου