Ο Άστεγος, του Κωνσταντίνου Μπαλαμπανίδη

I

Και επειδή είμαι άστεγος, τι σημαίνει αυτό; Δεν έχω θέση στην κοινωνία, τη βούληση και τη ζωή; Δε θέλω να πω την άποψή μου για κάτι… τουλάχιστον όχι ακόμη. Για μετά δεν ξέρω, διότι το μετά είναι κάτι άγνωστο και με τρομάζει. Δεν έχω συνοχή στις σκέψεις μου και εκείνες δε λένε να καταλαγιάσουν σε καμιάν άκρη του κεφαλιού μου.

Πάντα κάτι σαλεύει στο μυαλό μου, από ένα ας πούμε σημαντικό γεγονός ( όπως το τι θα φάω το μεσημέρι ) μέχρι και το πιο ελάχιστης σημασίας, όπως το πώς πρέπει να δέσω τα κορδόνια του παπουτσιού μου ώστε να μη λυθούν. Το ξέρατε πως, αν με το ένα κορδόνι δέσεις το άλλο που το έχεις σπάσει στα δύο ( διότι είναι μακρύ ), τότε να είστε σίγουροι ότι είναι θέμα χρόνου να λυθούν, με αποτέλεσμα να τα πατήσετε; Είδατε, λοιπόν, αυτός ο γελοίος συλλογισμός για εμένα είναι μία ολόκληρη εγκυκλοπαίδεια.

Μπορεί να είμαι αυτός που είμαι, αλλά έχω τα ίδια ακριβώς συναισθήματα με εσένα, πονάω, θυμώνω, χαίρομαι (σπάνια) και ερωτεύομαι. Έχω την τάση να χαζεύω ωραία πράγματα στο δρόμο και να νιώθω στιγμιαία ευτυχισμένος. Αυτή η σύντομη χαρά μού δίνει ελπίδες για το μέλλον και εγώ χαίρομαι που ακόμα θαυμάζω τον κόσμο. Από την άλλη, όμως, όλα αυτά κρατάνε λίγα δευτερόλεπτα και ύστερα φεύγουν σαν άνεμος, ποιοι θα συμμεριστούν άλλωστε έναν άστεγο σαν εμένα; Με κοιτάνε με απέχθεια ή, αν είμαι τυχερός, δε με κοιτάνε καν.

Πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται τα παλιά, οπού οι πονηρές ματιές των νεανίδων της πόλης ήταν ένα σύνηθες φαινόμενο… Χαμογελώ μόνος. Τώρα πια βέβαια υπάρχει ένας υπαρκτός μηδενισμός σε όλα αυτά, δε μπορεί να με ερωτευτεί κανένας και κυρίως για κανέναν λόγο, εμένα, τον αδύναμο άστεγο. Δυστυχώς όλοι τον λυπούνται και τον κοιτούν με σιχασιά… Δεν τον αγαπούν.

Ίσως τον κόσμο που παρατηρούσα στον δρόμο χαρούμενο να τον κυρίευε ένα γεγονός του παρελθόντος που τον κάνει να χαμογελά ( όπως εμένα ο παλιός μου βίος ). Το θέμα είναι όμως πως χαιρόμαστε και ζούμε με παρελθοντικό οξυγόνο. Κάπως έτσι λοιπόν καταλαβαίνουμε την αχαριστία μας, όταν δηλαδή το πισωγύρισμα κάπου αποτελεί τη χαμένη Ιθάκη μας . Το μέλλον τι συναισθήματα μας φέρνει άραγε; Σωστά λοιπόν συλλογίστηκα ότι το μέλλον προκαλεί φόβο.

II

Σήμερα ένιωσα λίγο περίεργα , ένιωσα διαφορετικά από τις άλλες φορές όπως συνήθως. Με λίγα λόγια ένιωσα κάποια μικρή χαρά. Έζησα ένα όνειρο ξύπνιος.

Καθώς περίμενα το φανάρι να ανάψει, ώστε να διαβώ τον δρόμο προς στην άλλη άκρη, απέναντι μου κατάματα στεκόταν μια κοπέλα, για τον ίδιο ακριβώς λόγο με τον δικό μου. Ασυνείδητα, τα μάτια μου καρφώθηκαν σαν πρόκες στα δικά της, μια κοπέλα με καστανόξανθο μαλλί, με ένα πρόσωπο θεατρικό και ένα γλυκό σώμα που τα μάτια της ολοκλήρωναν τη μαγεία του έρωτα. Καθώς περίμενε, κατάλαβε ότι την κοιτούσα, η στάση του κορμιού της το έδειχνε , ο ιδρώτας σύγκορμος με κυριεύει, μέχρι που λίγα δευτερόλεπτα πριν ανάψει το φανάρι αρχίζει και παίζει στο μυαλό μου ένα κομμάτι του Τσαϊκόφσκι από την ‘’Ωραία κοιμωμένη’’, ένα μέρος τετραπέρατο , είμαι έτοιμος να χαμογελάσω σε αυτό το πρόσωπο που με καλοκάρδισε, σαν ευχαριστώ, η μουσική όμως του Τσαϊκόφσκι μου φαίνεται ότι παίζει σε όλη την πόλη, το φανάρι ανάβει, ξεκινάει πρώτη, ξεκινώ δεύτερος με τα χέρια στις τσέπες, εκείνη περπατούσε η μάλλον πετούσε, τώρα, τώρα έρχεται η ώρα!

Η δειλία μου δεν έκανε το σωστό και με έκανε να σκύψω το κεφάλι μου την ώρα που περνούσε από τον ώμο μου, δίδοντας μου μόνο μια ματιά η οποία θέλω να σκέφτομαι ότι δεν ήταν αποτέλεσμα λύπησης.

Βέβαια, υστέρα από δέκα λεπτά θυμόμουν μόνο τη μουσική του Τσαϊκόφσκι.

Ανάθεμα τα νιάτα μου, λοιπόν, που δεν τα καλλιέργησα, ώστε να τώρα να μπορώ να μοιράζω χαμόγελα ευπροσήγορα παντού. Και να ξέρετε ότι το χαμόγελο από καρδιάς το εκτιμούν όλοι, γιατί τους είναι πρωτόγνωρο.
III

Παρατηρώ πολλά, τα περισσότερα με στεναχωρούν, βυθίζεται ο κόσμος μας στη μαύρη τρύπα του κακού, με πονά το στομάχι σαν ακούω το λύκο να βελάζει, πονάω τόσο που σιχαίνομαι τον εαυτό μου που δε μπορώ τον κόσμο να αλλάξω, οι φωνές των αδυνάμων θα τσιρίζουν για πάντα στο μυαλό μου, όπως και οι ιστορίες τους, τις οποίες τις ακούω και νιώθω σαν να φταίω και νευριάζω, γιατί δεν ήμουν εκεί να τους βοηθήσω. Η σιχασιά προς τα εμένα όσο περνάνε οι μέρες μεγαλώνει, αφήνομαι και εγώ μάλλον στην έλξη της μαύρης τρυπάς του μηδενισμού, του χάους και της αναρχίας, αρχίζω και τη βλέπω, την αισθάνομαι στην αύρα μου ότι με πλησιάζει, ίσως όμως στην αντίπερα όχθη να μην είμαι πλέον άστεγος.
IV

Ανέκαθεν ένιωθα ότι όλα τα κάνω μέτρια, από το σκούπισμα του δωματίου μου μέχρι τη δουλειά που σπούδασα, πάντα ένιωθα ότι σε αυτά που καταπιανόμουν δεν απέδιδα, θυμάμαι τώρα διάφορες στιγμές μου χρόνια πίσω που έχανα οφέλη, ευκαιρίες, ανθρώπους… Ήμουν συμβατός με τα πάντα για λίγο καιρό, κοίταζα το τώρα σαν μια μοναδικότητα που δεν με άφηνε να δω το μέλλον στη ζωή μου, πληρώνω το τίμημα τώρα.

Άραγε εσύ, καλέ μου αναγνώστη, έχεις ωραίες αναμνήσεις που σε κάνουν να παίρνεις θάρρος για το δικό σου αύριο, αψηφώντας το σήμερα; Προσπαθείς να ευτυχήσεις χωρίς αχαριστία; Και λέω χωρίς αχαριστία, διότι ο αχάριστος δεν ευτυχεί ποτέ, επειδή αιωνίως θα ζητά ακόμα περισσότερα, θα καταντήσει και ο ίδιος μια μαύρη τρύπα στη μαύρη τρύπα, η οποία θα είναι κορεσμένη, αλλά θα πεινάει ταυτόχρονα εις τους αιώνας των αιώνων. Θυμάσαι ανθρώπους που τώρα πια δεν έχεις στη ζωή σου και να σκέφτεσαι μόνο θετικά για αυτόν, ενώ δίπλα σου έχεις άτομα που σιχαίνεσαι, αλλά τους χαμογελάς; Τους χαμογελάς με ψύχρα και εκείνοι το ξέρουν, αλλά όλοι μαζί παίζετε στην ίδια παράσταση που πρωταγωνιστές είμαστε και δεν είμαστε οι ίδιοι (η σκέψη της ατελείωτης πείνας και του κορεσμού συνεχίζεται και εδώ). Τις παραπάνω ερωτήσεις πρωτίστως τις κάνω στον εαυτό μου, μα δε θέλω να κάτσω να τις συλλογιστώ, γιατί για να είμαι έτσι σήμερα σημαίνει ότι δεν έχω ικανοποιητικές απαντήσεις και όλα παραμένουν ως μειλίχιες αναμνήσεις.

Δυστυχώς ζω από τις αναμνήσεις μου, όπως και πολλοί από σας. Αυτή είναι η άμυνα μας στη νέα εποχή, ειδικά οι φαντασιόπληκτοι όπως εγώ ζούμε από τις αναμνήσεις και νιώθουμε μερική ικανοποίηση από αυτό, κοιμάμαι και ξυπνάω έτσι, μέχρι που κάποιος περαστικός θα ρίξει στο κυπελλάκι των αξιών μου ένα κέρμα και θα ξυπνήσω... Και μετά τι; Το σήμερα σε καλημερίζει αφήνοντας το χθες στο παρελθόν, ενώ τα πρόσωπα και οι αναμνήσεις αναμένουν κάπου στη θαλάσσια τάφρο του μυαλού σου, περιμένοντας να τις ξανά φέρεις στην επιφάνεια του εγώ σου.

Κάν’ το γρήγορα, γιατί μαζί με τις αναμνήσεις και τα όνειρά σου που θέλουν οξυγόνο έξω από τη θάλασσα, θέλεις και εσύ να αναπνεύσεις, μην πνιγείς με τις αναμνήσεις σου. Φτιάξε στιγμές μέσα από τις αισθήσεις που μας έχει χαρίσει η φύση.





Όπως είπε και ένας ερωτοφιλόσοφος και φίλος μου στα δύσκολα ...

"Ο έρωτας είναι η αρμονία (ή η έκλειψη) των πέντε αισθήσεων. Η ωραία μυρωδιά, το ωραίο θέαμα, το γλυκό τραγούδι, η αμβροσία των Θεών και το βελούδινο άγγιγμα"


Ο Γ... είναι ο μόνος άνθρωπος που μου σιγούρεψε με τα παραπάνω λόγια του ότι ο έχει ζήσει τον πραγματικό έρωτα...




V


Σαν μυρίζει ο χειμώνας, νιώθω μεγαλύτερη την ανάγκη για μια συναισθηματική ζεστασιά. Ένα τζάκι, ένα ποτό, μια μουσική και ένας ζεστός φωτισμός σε ένα σπίτι που θα σε περιμένει για να σου δώσει όλα αυτά που χρειάζεσαι, ώστε να ευφρανθεί το μέσα σου.

Κοιτάζω τον ουρανό περιμένοντας μια απάντηση για όλα μου τα ερωτήματα. Το βράδυ ο ουρανός σε μαγεύει, σε τραβάει μαζί του στο γλυκό σκοτάδι της αβύσσου, όπου μέσα σου γνωρίζεις ότι θα βρεις τις απαντήσεις που ψάχνεις για σένα. Δεν είναι τυχαίο που πολλοί νέοι και νέες ζευγαρώνουν υπό το φως των αστεριών.

Τα αστέρια, ο νυχτερινός ουρανός και η άπνοια, κυρίες και κύριοι, σπάνε το φαράγγι της καρδιάς, έτσι όπου η αγάπη χύνεται σαν οργισμένο νερό στη λίμνη της ψυχής. Αν ποτέ νιώσεις την καρδιά σου να χάνει "νερό" και την ψυχή σου να γεμίζει έρωτα, τότε κοίτα τον ουρανό και συλλογίσου " Είμαι σίγουρος για τα αισθήματα μου, δεν το λέω εγώ μα τα αστέρια "...

VI


Ας σταματήσω όμως με τους συναισθηματισμούς, δεν είμαι δα και κανένας φιλόσοφος του έρωτα, απλός αναπολώ στιγμές και αισθήματα που κάποτε ζούσα. Ξέρετε, αυτός που δεν έχει κρεβάτι για να κοιμηθεί, σκέφτεται και ονειρεύεται κρεβάτια , κάπως έτσι σε αυτή την κατάσταση είμαι και εγώ, και επειδή μου λείπουν πολλά αναπολώ και πολλά.

Θα ψάχνετε όση ώρα σας μιλάω για ποιον λόγο σας τα λέω όλα αυτά, θα θέλατε να μαθαίνατε γιατί αυτοαποκαλούμαι άστεγος (μπορεί να σκέφτεστε ότι αυτοσαρκάζομαι). Αν σας ρωτήσω πως με φαντάζεστε, ίσως πείτε πως έχω μακριά αχτένιστα μαλλιά, μούσια, παλιά βρόμικα ρούχα, τρύπια παπούτσια και πως βολοδέρνω σε όλη την Αθήνα ζώντας για το επιούσιο. Κυρίες, κύριοι, θα κάνετε ολοκληρωτικό λάθος αν τα σκεφτείτε και πόσο μάλλον αν μου τα πείτε όλα αυτά, όντως πιστεύατε ότι είμαι άστεγος;

Σας πληροφορώ πως έχω σπουδάσει και κατέχω επικουρικά έναν ευϋπόληπτο βαθμό στις υπηρεσίες του κράτους, έχω σπίτι και λίγες οικονομίες. Είμαι σίγουρος πως τώρα πια λέτε ότι «μπορεί να μην είσαι άστεγος αλλά τρελός», «μας αραδιάζεις ένα σωρό αμπελοφιλοσοφίες και δεν καταλήγεις κάπου»… Και όμως, αγαπητέ μου αναγνώστη, θα εκτιμήσεις τελικά τον τρόπο που έφερα τα πράγματα έτσι.

Πάντα μου άρεσε να μιλώ και να σκέφτομαι μεταφορικά, πιστεύω πως όλος ο λογοτεχνικός κόσμος έχει καταφέρει τόσα μέσω (και) της μεταφοράς. Δεν μου λείπει το σπίτι και το κρεβάτι αλλά η στέγη της ψυχής μου, η ψυχή μου είναι άστεγη, όλο το είναι μου είναι ένα εκκρεμές σώμα που το σχοινάκι όπου τη βαστά από ώρα σε ώρα θα κοπεί… ή μπορεί και μόνος να το κόψω…

Φοβάμαι τον εαυτό μου, τον θεωρώ λίγο και ανήμπορο να επιβιώσει σε αυτή την κοινωνία που έριξε τα τείχη της αυτοπεποίθησής μου, με αποτέλεσμα να σκέφτομαι πολλά μέσα από την υγρή μου καμπίνα..

VII


Απόψε είμαι αξιωματικός φυλακής και το όπλο του πλοίου είναι ένα κατάστρωμα παραπάνω. Τον συνδυασμό για να ανοίξω το κιβώτιο ασφαλείας τον ξέρω όπως οι χριστιανοί το ΄΄Πάτερ ημών΄΄.

Θα ήθελα να καταλάβω πως νιώθεις όταν πατήσεις τη σκανδάλη. Πως αυτός ο ελάχιστος χρόνος (από τον πυροβολισμό μέχρι η σφαίρα να συναντήσει τα πρώτα κύτταρα του κεφαλιού) γίνεται άπειρος, διασχίζοντας στη σκέψη σου όλο σου το παρελθόν αλλά και το γεγραμμένο μέλλον σου. Ίσως λυπηθείς κιόλας που θα το σβήσεις, διότι το μέλλον σου έμελλε να είναι κάτι το φαντασμαγορικό, κάτι το διαφορετικό από αυτό που έχεις συνηθίσει. Αγαπητέ μου αναγνώστη, το τι καλό μου κάνεις που διαβάζεις τις ασυναρτησίες μου δε λέγεται, μπορεί να μη σε βλέπω, αλλά σε νιώθω και σου υπόσχομαι να αλλάξω. Ναι, η αύρα σου με τραβά μακριά από τη μαύρη τρύπα και θα με κάνεις να ανασυντάξω τους στρατιώτες της ψυχής μου, ελπίζω να σε βοήθησα να σκεφτείς κάποια πράγματα και σαν φοίνικας να ξαναγεννηθείς μέσα από τις στάχτες σου.

Ταξίδι χωρίς επιστροφή στου θανάτου τη νύχτα λοιπόν και εγώ ΄΄κακονυχτίζω΄΄ αυτή του θανάτου τη νύχτα, περιμένοντας της ζωής τη μέρα μέσα από το μικρό φινιστρίνι της καμπίνας μου, περιμένω να μπει το πρώτο φως και να λαλήσουν οι γλάροι,


να πλεύσουν τα δελφίνια σιμά στην πλώρη και εγώ να δέσω το πλοίο της ψυχής μου σε ένα λιμάνι που θα με κάνει να μην ξαναταξιδέψω στον ωκεανό μιας μαύρης τρύπας…


ΤΕΛΟΣ


Επιμέλεια: Μαρία Παπαθεοδώρου