Ο Σέκαρ στάθηκε απέναντί του, δείχνοντας γαλήνιος όπως πάντα, με μια έκφραση που εμπόδιζε κάποιον να καταλάβει τι σκεφτόταν.
«Πού είμαστε;» αναρωτήθηκε ο Μιχάλης τότε.
«Θα μπορούσες να πεις ότι βρισκόμαστε σε ένα μέρος από τον κόσμο των ονείρων σου»
«Πώς γίνεται αυτό;»
«Δυστυχώς δεν έχουμε τον απαραίτητο χρόνο για να σου το εξηγήσω» του απάντησε ήρεμα και πάλι ο Σέκαρ, «ο λόγος που σε επισκέπτομαι είναι επειδή θέλω να μου κάνεις μία χάρη»
Ο Μιχάλης είχε μείνει να τον κοιτάζει σκεφτικός. «Συγγνώμη που δεν κατάφερα να κάνω αυτό που μου ζητήσατε την προηγούμενη φορά» απολογήθηκε τελικά.
Εκείνος γέλασε ελαφρά, αντίδραση που δεν περίμενε ο Μιχάλης. Μόλις σταμάτησε μετά από μια στιγμή, χαμογελαστός ακόμη του μίλησε πάλι.
«Μην κατηγορείς τον εαυτό σου, εσύ έκανες ό,τι μπορούσες. Άλλωστε ο Ερυθρός Ηγέτης κατάφερε να χρησιμοποιήσει τη δύναμη του διαμαντιού γρηγορότερα από ότι περιμέναμε και δε θα προλάβαινες να φτάσεις εγκαίρως έτσι κι αλλιώς. Αυτό που θέλω να σου ζητήσω τώρα όμως είναι εφικτό: Κοντά στο μέρος που βρίσκεσαι, υπάρχει ένα χωριό ονόματι Κάλδιο. Εκεί μένει ένας ηλικιωμένος άνδρας που τον αποκαλούν ‘Γεράκι’. Από αυτόν θέλω να πάρεις την ‘περγαμηνή του Κρυφού Σπηλαίου’. Θα μπορέσεις να το κάνεις αυτό;»
Συμφώνησε χωρίς να το σκεφτεί πολύ.
«Ωραία λοιπόν. Θα του πεις απλά ότι σου ζήτησα να μου τη μεταφέρεις. Είναι μεγάλη ανάγκη να τη διαβάσω, γι’ αυτό πήρα το θάρρος να σου ζητήσω να μου τη φέρεις»
«Αυτή τη φορά θα τα καταφέρω» επέμεινε ο Μιχάλης, γεμάτος τύψεις για την αποτυχία του.
«Υπάρχει και κάτι ακόμη που παρέλειψα να σου πω όταν συναντηθήκαμε» άρχισε να λέει ήρεμα και πάλι ο Σέκαρ, «φυσικά γνωρίζεις ότι κατέχεις τη δύναμη του ιερού διαμαντιού, αλλά δεν ξέρεις ότι διατρέχεις και μεγάλο κίνδυνο από αυτήν. Πρέπει να έρθεις το συντομότερο δυνατό σε εμένα για σου δείξω πως να τη χειρίζεσαι σωστά, ώστε να μην υπάρξει κάποια άσχημη στιγμή, που θα μπορούσε να προκαλέσει κάποιο δυστύχημα»
Το δέχτηκε και αυτό.
«Λυπάμαι που σε βάζω σε τέτοια ταλαιπωρία, αλλά είναι ανάγκη. Νομίζω όμως πως ήρθε η ώρα να αποχαιρετιστούμε. Αυτό που θα σου συμβουλέψω είναι να προσέχεις σε ό,τι κάνεις, και επίσης να σέβεσαι και να μην υποτιμάς τους αντιπάλους σου, όποιοι και αν είναι αυτοί»
Ο Μιχάλης απλά συμφώνησε μαζί του, βλέποντας πως ο άνδρας ετοιμαζόταν να φύγει από εκεί, στρεφόμενος προς την άλλη πλευρά και μετακινώντας ελαφρά το μπαστούνι του. Ξεκίνησε να περπατά προς την αντίθετη κατεύθυνση, από όπου είχε έρθει δηλαδή, με τον Μιχάλη να τον χάνει σιγά-σιγά από τα μάτια του. Ξαφνικά όμως σταμάτησε, μένοντας ακίνητος για λίγο.
«Και κάτι ακόμη» του φώναξε, σε ήρεμο τόνο όμως, «την αποστολή που έχεις αναλάβει, να την ολοκληρώσεις» και μετά άρχισε να περπατά και πάλι, αφήνοντας πίσω τον Μιχάλη, να απορεί πως ήξερε ο Σέκαρ για την αποστολή που του είχε βάλει ο Ζεραήλ, αλλά και γιατί του το έλεγε αυτό, αφού θα την ολοκλήρωνε έτσι κι αλλιώς, αφού ήταν κάτι που χρωστούσε στους κρατούμενους του Χίελθ.
Ξαφνικά, είδε το τοπίο να σκοτεινιάζει και άρχισε να χάνει την αίσθηση που είχε από τη λίμνη, μέχρι που όλα πάγωσαν και σκοτείνιασαν. Απέκτησε και πάλι την αίσθηση του σώματός του, ξαπλωμένο στο έδαφος, με το κεφάλι του να ακουμπά τον κορμό ενός δέντρου. Μόλις άνοιξε τα μάτια του διαπίστωσε πως βρισκόταν στο σημείο που είχε αποκοιμηθεί πριν.