Στα Χρόνια του Μεσαίωνα (Κεφάλαιο 5_Προκαταλήψεις μέρος 1)

Το κόλπο που μας είχε προτείνει ο άρχοντας Άντριου είχε πιάσει.

Κάθε βράδυ η Έμμα έπινε από το υγρό και ανέβαζε πυρετό, έτσι άρρωστη δεν μπορούσε να πάει στον Κλάους.

Είχε έρθει και εκείνος να ελέγξει και όταν ακούμπησε το μέτωπο της διαπίστωσε ότι είχε στην πραγματικότητα πυρετό.

Έτσι λοιπόν πέρασαν δέκα ημέρες, η Έμμα από την στιγμή που ήταν άρρωστη δεν έκανε και δουλειές, έτσι είχε διατάξει ο άρχοντας Κλάους προκειμένου να αναρρώσει γρήγορα, αλλά πλέον είχε απογοητευτεί.

Σύντομα όμως το ψέμα μας θα γινόταν αντιληπτό.

Το βράδυ της δέκατης ημέρας ο Κλάους ήρθε χωρίς να ειδοποιήσει όπως τις προηγούμενες φορές και μας έπιασε εξ' απροόπτου. Δεν τον περιμέναμε και η Έμμα δεν είχε πιει αυτή την φορά το σωτήριο υγρό.

Μας είδε και τις δύο όρθιες και η Έμμα φαινόταν ότι ήταν καλά.

«Βλέπω ότι είσαι καλύτερα. Παράξενο το πρωί που ήρθα να σε δω καιγόσουν στον πυρετό. Και αναρωτιόμουν μήπως είναι κάτι πιο σοβαρό από μια απλή αρρώστια» της είπε ο άρχοντας.
«Νιώθω καλύτερα άρχοντα μου» είπε εκείνη.

«Χαίρομαι αφάνταστα» είπε εκείνος χαμογελώντας.

Τα μάτια του όμως έπεσαν πάνω στο έπιπλο που υπήρχε δίπλα από το κρεβάτι της και εντόπισε το φιαλίδιο.

Σούφρωσε τα φρύδια του και πήγε προς τα εκεί και πήρε το μπουκαλάκι στα χέρια του.

Εγώ και η Έμμα αλληλοκοιταζόμασταν με τρόμο.

Ο Κλάους άνοιξε το πώμα του φιαλιδίου και μύρισε το υγρό.

Γύρισε προς το μέρος μας και τα μάτια του πετούσαν σπίθες. Το είχε αναγνωρίσει.Είχε καταλάβει ότι τον κοροϊδεύαμε τόσες μέρες.

«Πώς τολμήσατε;» ούρλιαξε.

«Άρχοντα μου εμείς...» ξεκίνησα να λέω.

«Σκασμός» φώναξε.

Έπειτα πλησίασε απειλητικά την Έμμα και την άρπαξε από τους καρπούς.

«Πίστευες ότι θα με απέφευγες, ε; Ότι μπορούσες να με κοροϊδέψεις;» ούρλιαξε.

Η Έμμα έκλαιγε.

«Δεν θέλω να κάνω αυτό που ζητάτε» είπε μέσα στα αναφιλητά της.

«Μα, δεν το ζήτησα. Το απαίτησα. Είσαι υπηρέτρια μου, σκλάβα μου και θα κάνεις ότι σου πω. Έχω δικαίωμα να κάνω ότι θέλω με σένα» φώναξε υστερικά.

«Πατέρα, άσε την κοπέλα αμέσως» είπε ο Άντριου που μόλις μπήκε στο δωμάτιο. «Άλλωστε εγώ της έδωσα το υγρό»

«Εσύ;» έκανε έκπληκτος ο Κλάους και άφησε την Έμμα που ήρθε αμέσως κοντά μου και με αγκάλιασε.

«Ναι, πατέρα. Και δεν έχεις το δικαίωμα να της κάνεις τίποτα χωρίς την θέληση της»

«Έλα μαζί μου» τον πρόσταξε και έφυγαν από το δωμάτιο.

****

Πήγαν στην τραπεζαρία.

«Αρχικά δεν θα μου αντιμιλήσεις ξανά μπροστά σε υπηρέτες και δεύτερον δεν θα τους υπερασπιστείς ξανά. Ο Ντέιβιντ μου είχε μιλήσει για τις πράξεις σου, αλλά είπα να μην δώσω συνέχεια, αλλά αυτή την φορά ξεπέρασες τα όρια Άντριου» του είπε θυμωμένος.

«Και τι σου είπε ο αξιότιμος στρατηγός μας;» ρώτησε ειρωνικά ο γιος του.

«Ότι τον εμπόδισες από το να ευχαριστήσει τον εαυτό του...»

«Πατέρα, ακούς τι λες; Να τον άφηνα να κακομεταχειριζόταν την Λίριο;»

«Α, έχεις μάθει και το όνομα της βλέπω. Σαν πολύ συμπάθεια δεν έχεις για το πρόσωπο της;»

«Δεν σε αφορούν τα συναισθήματα μου»

«Είσαι ερωτευμένος μαζί της! Το κατάλαβα από την πρώτη στιγμή που την είδα να την κοιτάς»

«Ίσως να είμαι. Δεν το έχω ξεκαθαρίσει μέσα μου ακόμη, αλλά ο Ντέιβιντ δεν είχε το δικαίωμα να την αγγίξει, ούτε εσύ έχεις το δικαίωμα να εκμεταλλευτείς την... ξέχασα το όνομα της, την κοκκινομάλλα τέλος πάντων αλλά ούτε κάποιον άλλον»

«Επίσης έμαθα ότι άφησες μια μέρα τους εργάτες να σταματήσουν την δουλειά γιατί ήταν κουρασμένος ο νέος που φέραμε πρόσφατα μαζί με τις κοπέλες.

«Δεν είναι ζώα να δουλεύουν με τις ώρες»

«Νομίζεις ότι με το να πηγαίνεις με το σταυρό στο χέρι θα καταφέρεις τίποτα στην ζωή σου;»

«Θέλω να με σέβονται και όχι να με φοβούνται. Και ναι με το να είμαι τίμιος θα έχω την συνείδηση μου καθαρή. Αυτό με ενδιαφέρει. Αντίθετα με εσένα που δεν έχεις ιερό και όσιο. Ντρέπομαι που είμαι γιος σου» του φώναξε γεμάτος αγανάκτηση.

Ο Κλάους κάτι πήγε να απαντήσει, αλλά τότε ο Ντέιβιντ μπήκε στην τραπεζαρία.

«Άρχοντες μου» είπε και υποκλίθηκε.

«Τι;» έκανε ο Κλάους.

«Ο ιεροεξεταστής Λίαμ έχει φτάσει στο κάστρο» είπε.

«Θα έρθω να τον καλωσορίσω αμέσως» του απάντησε ο τύραννος και αφού έριξε ένα βλοσυρό βλέμμα στον Άντριου έφυγε από την τραπεζαρία.

****

Είχα δει ότι μια άμαξα είχε φτάσει στο κάστρο και ότι είχε βγει ένας άνθρωπος ο οποίος φαινόταν σκληρός. Είχε κάτι το οποίο σε έκανε να τον φοβάσαι.

Ρώτησα την Νάλα.

«Είναι ο ιεροεξεταστής Λίαμ» μου είπε.

«Ιεροεξεταστής; Μέλος της Ιεράς Εξέτασης; ρώτησα έκπληκτη.

«Ναι, είναι παλιοί γνώριμοι με τον άρχοντα Κλάους»

«Φαίνεται δεν ξέρω... σκοτεινός άνθρωπος»

«Είναι. Σε αυτό μοιάζουν απόλυτα με τον αφέντη μας. Έχει βασανίζει όσους θεωρεί ύποπτους ότι είναι εναντίον της πίστης, αλλά πίσω από όλα αυτά κρύβεται το μίσος του και οι προκαταλήψεις του»

Είχα ακούσει φριχτά πράγματα για την Ιερά Εξέταση. Ο πατέρας Ρίτσαρντ μας είχε πει ότι είναι η ντροπή του Χριστιανισμού και ότι οι πράξεις της είναι ανήθικες και αισχρές. Καταδίκαζε αθώους ανθρώπους σε θάνατο βασιζόμενη σε δεισιδαιμονίες. Εκείνος ήταν μορφωμένος, πίστευε στην αγάπη και κατέκρινε τα μέσα των ανελέητων ιεροεξεταστών.

Μας είχε μιλήσει για τις προκαταλήψεις τους, ότι πίστευαν πως όσοι είχαν σημάδια στο κορμί τους ή όσες γυναίκες είχαν κόκκινα μαλλιά υπηρετούσαν το Κακό και τους άξιζε ο θάνατος στην πυρά.

Και τότε με τρόμο διαπίστωσα κάτι.

Η Έμμα είχε κόκκινα μαλλιά. Δεν έπρεπε να εμφανιστεί μπροστά στον ιεροεξεταστή. Θα θεωρούσε ότι ήταν μάγισσα.

«Νάλα την Έμμα, δεν πρέπει να την δει αυτός ο άνθρωπος» είπα τρομαγμένη.

Η Νάλα με κοίταξε παραξενεμένη, αλλά μετά κατάλαβε.

«Θεέ μου, έχεις δίκιο. Πρέπει να την προειδοποιήσουμε»

****

Ωστόσο η μαγείρισσα είχε δώσει εντολή στην Έμμα να πάει το φαγητό στους άρχοντες και στον επισκέπτη τους, χωρίς να της πει ότι αυτός ο επισκέπτης ήταν μέλος της Ιεράς Εξέτασης. Δεν το είχε κάνει εσκεμμένα, αλλά της διέφυγε.

****

Όταν η Έμμα έφτασε στην τραπεζαρία σέρβιρε το φαγητό.

Ο Λίαμ δεν την είχε κοιτάξει καν στην αρχή, αλλά όταν την παρατήρησε πετάχτηκε όρθιος.

«Τι έπαθες;» τον ρώτησε ο Κλάους.

«Τα μαλλιά της... κοίτα τι χρώμα έχουν» είπε και την κοίταζε σαν να ήταν τέρας.

«Είναι απλώς κόκκινα. Έλα, μην πιστεύεις αυτές τις αηδίες» έκανε ο άρχοντας.

«Ναι, η κοπέλα είναι στην δούλεψη μας. Ηρεμήστε» βιάστηκε να συμπληρώσει ο Άντριου.

«Είναι μάγισσα» ούρλιαξε ο ιεροεξεταστής.

Δυστυχώς για την Έμμα δεν είχε φτάσει μόνος του στο κάστρο. Τον συνόδευαν και άλλοι άνθρωποι που άνηκαν στην Ιερά Εξέταση και υπάκουαν στις εντολές του. Δεν άργησαν να την συλλάβουν.