Storm III (Κεφάλαιο 20)


Η Έμιλι πάρκαρε το αυτοκίνητό της στο πάρκινγκ του σχολείου και βγήκε βιαστικά. Είχε αργήσει.

Με τα κορίτσια είχαν υποσχεθεί στην Πένι ότι θα την βοηθούσαν με τον στολισμό του σχολείου για το πάρτι του Halloween. Έφτασε λαχανιασμένη στο γυμναστήριο όπου βρήκε την Πένι, τη Φαίη και την Ντέμυ μαζί με μερικά ακόμα παιδιά να στολίζουν.

«Σόρι» είπε απολογητικά η Έμιλι αφήνοντας την τσάντα της στον πάγκο όπου θα έπαιζε μουσική ο Dj.

«Ευτυχώς που οι υπόλοιποι ήρθαν στην ώρα τους» είπε λιγάκι ενοχλημένη η Πένι. «Ελπίζω να υπάρχει σοβαρός λόγος για τον οποίος άργησες».

«Άλγεβρα, Καλλιτεχνικά και προπόνηση» αποκρίθηκε η Έμιλι πηγαίνοντας δίπλα στην Πένι.

«Έμς, αναλαμβάνεις τα φωτάκια» της είπε προστακτικά η Πένι δίνοντας της βιαστικά το κουτί με τα φωτάκια.

Η Έμιλι έγνεψε με κατανόηση και με τη βοήθεια την Ντέμυ άρχισαν να βάζουν τα φωτάκια εκεί όπου τους υπέδειξε η Πένι. Αν κάτι είχε μάθει για την Πένι όλα αυτά τα χρόνια που ήταν κολλητές ήταν πως όταν δούλευε σε κάποιο πρότζεκτ ήταν σωστή boss lady.

«Τι συμβαίνει;» ρώτησε η Ντέμυ από τη βάση της σκάλας.

«Τίποτα» απάντησε διστακτικά η Έμιλι στηρίζοντας με χαρτοταινία ένα σημείο από τα φωτάκια.

«Αυτό το τίποτα πρέπει να είναι κάτι πολύ ανησυχητικό για να σε κάνει να είσαι σκυθρωπή» σχολίασε ειρωνικά η Ντέμυ.

Η Έμιλι πήρε μια βαθιά ανάσα και μούγκρισε εκνευρισμένα. Η Ντέμυ την ξέρει τόσο καλά που με το παραμικρό καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά. «Είναι απλά ένα προαίσθημα.»

«Συμβαίνει κάτι με τον Μάικλ;»

«Όχι. Με τον Μάικλ είμαστε μια χαρά. Απλώς είναι που... φοβάμαι».

Η Ντέμυ την κοίταξε με σκοτεινό βλέμμα. 

«Έχει να κάνει με τον Γκρεγκ, έτσι δεν είναι;»

Η Έμιλι έμεινε σιωπηλή για λίγα δευτερόλεπτα. Δεν ήταν μόνο ο Γκρεγκ που την απασχολούσε. Ήθελε να μιλήσει στην Ντέμυ για τους γονείς της, αλλά δεν ήταν δικό της μυστικό για να το πει. Κατέβηκε από την σκάλα και κοίταξε την Ντέμυ με τον ίδιο βλέμμα μόνο που το δικό της ήταν πιο σκοτεινιασμένο και ανήσυχο. 

«Αποκλείεται να μείνει άπραγος. Όχι για τόσο καιρό. Είναι κάπου, κάπου κοντά. Παραμονεύει κρυμμένος και όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή θα εμφανιστεί ξανά».

«Όλοι οι Χαρισματικοί ζουν με αυτό τον φόβο. Δεν καταλαβαίνω γιατί το αφήνεις να σε επηρεάσει τόσο. Είμαστε ασφαλείς».

«Είμαστε;»

«Έμς... είναι η τελευταία μας χρονιά στο Λύκειο... Δε γίνεται να ζήσουμε την κάθε στιγμή σαν όλοι οι φυσιολογικοί τελειόφοιτοι;»

«Δεν είμαστε φυσιολογικοί τελειόφοιτοι και το ξέρεις, Ντι».

«Έι!» φώναξε η Πένι από την άλλη άκρη του γυμναστηρίου. «Δεν έχουμε όλη την μέρα για να πιάνουμε κουβεντούλες. Τελειώνετε!»

«Έχε χάρη που είναι φίλη μας αλλιώς θα έκαιγα τα διακοσμητικά.» μουρμούρισε η Ντέμυ λιγάκι εκνευρισμένη μετακινώντας την σκάλα.

Η Έμιλι χαχάνισε και ανέβηκε στη σκάλα για μια ακόμα φορά.

 ***

Ο Μάικλ περίμενε την Έμιλι στην μπροστινή βεράντα του σπιτιού του. Πάρκαρε το αυτοκίνητό της και βγήκε αργά.

«Έι» της είπε εξαντλημένος. Διάβαζε όλο το πρωί για το τεστ στην Άλγεβρα και στο κεφάλι του επικρατούσε ένα χάος. «Πώς πήγε ο στολισμός;»

Η Έμιλι χαμογέλασε σκυθρωπά. 

«Πέρα από το γεγονός ότι η Πένι πήρε πολύ στα σοβαρά την αρχηγεία; Ήταν μια χαρά» απάντησε εκείνη.

«Φαίνεσαι κουρασμένη».

Η Έμιλι ανέβηκε τα σκαλιά με βαριά βήματα. 

«Κι εσύ φαίνεσαι εξαντλημένος».

Ο Μάικλ χαμογέλασε τυλίγοντας τη στην αγκαλιά του. 

«ΟΚ. Κερδίζω!»

Μπήκαν στο σπίτι και η Έμιλι πέταξε την τσάντα της στο πάτωμα, ενώ καθόταν στον καναπέ του σαλονιού. 

«Αποκλείεται να αντέξουμε μέχρι το βράδυ».

Ο Μάικλ κάθισε δίπλα της παίρνοντας το ένα της χέρι στο δικό του. 

«Εγώ ανησυχώ αν θα αντέξουμε μέχρι την αποφοίτηση».

Η Έμιλι γέλασε πικρά. 

«Με όσα συμβαίνουν αμφιβάλω αν θα αντέξει κανένας μέχρι την αποφοίτηση».

«Τι εννοείς;»

Η Έμιλι πάγωσε για μερικά δευτερόλεπτα.

«Έμς… τι συμβαίνει; Και σε παρακαλώ μη μου πεις ότι δεν συμβαίνει τίποτα γιατί μπορώ να καταλάβω πότε σε απασχολεί κάτι και πότε όχι».

Η Έμιλι τον κοίταξε ένοχα. Ήξερε ότι μπορεί να τον εμπιστευτεί. Δεν θα το έλεγε σε κανέναν ακόμα και να του το ζητούσε.

«Όχι εδώ» του είπε χαμηλόφωνα. 

Ήξερε ότι ο Κρίστοφερ παρακολουθεί τα πάντα. Ένας Θεός ξέρει τι θα έκανε αν μάθαινε ότι οι γονείς της ήταν Χαρισματικοί και πως εξαιτίας τους ο Γκρεγκ τούς κυνηγούσε όλους.

Ο Μάικλ της ένευσε πιάνοντας το νόημα. 

«Πάμε μια βόλτα στη λίμνη; Να χαλαρώσεις;» της είπε συνωμοτικά.

Η Έμιλι πήρε μια βαθιά ανάσα ανακούφισης. 

«Ναι».

Βγήκαν στον κήπο και περπάτησαν αργά μέχρι τη λίμνη.

«Λοιπόν; Θα μου πεις τι συμβαίνει;» ρώτησε εκείνος.

«Αυτό που πρόκειται να σου πω δεν αφορά εμένα… τουλάχιστον όχι άμεσα…»

«Ω, Θεέ μου… είσαι υιοθετημένη;»

Η Έμιλι πήρε μια βαθειά ανάσα. 

«Μάικ… σε παρακαλώ… μη με διακόπτεις».

«ΟΚ».

«Οι γονείς μου… ήταν Χαρισματικοί».

Ο Μάικλ την κοίταξε μπερδεμένος. 

«Δεν καταλαβαίνω».

Η Έμιλι χαμήλωσε το κεφάλι της. Όσο και να ήθελε να μην το παραδεχτεί οι γονείς της την είχα απογοητεύσει. Όχι επειδή απαλλάχθηκαν από τις Δυνάμεις τους αλλά επειδή δεν της το είχαν πει νωρίτερα.

Πήρε μια βαθιά ανάσα για να πάρει θάρρος ώστε να ολοκληρώσει όσα ήθελε να του πει. 

«Οι γονείς μου ήταν Χαρισματικοί. Γνώρισαν την Άννα Τζέικοπσον στον τελικό του Πολιτειακού Πρωταθλήματος».

«Εκείνη πήρε τις Δυνάμεις τους… έτσι δεν είναι;» τη ρώτησε όλο νόημα.

«Δεν πρέπει να το πεις σε κανέναν».

«Έμς» την επέπληξε. «Ξέρεις πως δε θα έκανα κάτι που θα σε έβαζε σε μπελάδες. Απλά είναι που… δεν περίμενα κάτι τέτοιο. Πώς νιώθεις σχετικά με αυτό;»

Η Έμιλι κοίταξε την λίμνη δίπλα της. Ήρεμη, γαλήνια. Καμία σχέση με αυτά που ένιωθε εκείνη από την στιγμή που έμαθε την αλήθεια. 

«Δεν ξέρω» γέλασε πικραμένη. «Δεν έχω ιδέα πως πρέπει να νιώθω. Πρέπει να τους κατηγορώ; Πρέπει να τους δικαιολογήσω; Εξάλλου κι εγώ ήθελα να δώσω τις Δυνάμεις μου. Δεν έχω ιδέα, Μάικ… και αυτό με εκνευρίζει».

«Ο πατέρας μου είναι ο Κρίστοφερ Ντάνιελς… νομίζω πως μπορείς να συγχωρέσεις τους γονείς σου για ένα σφάλμα που έκαναν».

Η Έμιλι γέλασε πνιχτά.

Έμειναν για λίγα δευτερόλεπτα σιωπηλοί.

«Δεν πρόκειται να το πω σε κανέναν, Έμς. Και ούτε πρόκειται να τους κατηγορήσω ποτέ. Κι εγώ θα το έκανα… ειδικά αν ήξερα αυτά που θα συνέβαιναν στο μέλλον».

«Και πάλι όμως ο Γκρεγκ θα μας κυνηγούσε» διαμαρτυρήθηκε η Έμιλι.

«Οι Μάγοι ανέκαθεν γνώριζαν την ύπαρξή μας. Απλά δεν τους ένοιαζε να ασχοληθούν μαζί μας γιατί είναι πιο ισχυροί και το ξέρουν. Όπως κι εμείς! Ο Γκρεγκ θα μας κυνηγούσε όπως και να ‘χει γιατί είναι τρελός. Και απ’ ό,τι φαίνεται ίσως να έχει κάποιο κόλλημα μαζί με εσένα και την οικογένειά σου».

«Μάικ; Είναι ιδέα μου ή ζηλεύεις έναν ψυχοπαθή-διπολικό, ή ότι είναι τέλος πάντων, Μάγο που κυνηγάει ολόκληρη την κοινωνία των Χαρισματικών;»

Ο Μάικλ γέλασε λιγάκι ενοχλημένος. 

«ΟΚ. Γέλασε μαζί μου αλλά δεν πρόκειται να μου βγάλεις από το μυαλό ότι υπάρχει η πιθανότητα να σε γουστάρει λιγάκι».

«Το μόνο που γουστάρει σε εμένα είναι οι Δυνάμεις μου».

«Είσαι σίγουρη;»

Η Έμιλι έμεινε για λίγα δευτερόλεπτα σιωπηλή.

Είχε δίκιο ο Μάικλ; Μήπως ο Γκρεγκ ένιωθε κάτι για εκείνη; Μήπως για αυτό δεν την είχε σκοτώσει στην αποθήκη; Όποια κι αν ήταν η αλήθεια δεν την ένοιαζε. Ο Γκρεγκ απειλεί τον κόσμο της κι αυτό είναι το μόνο που έχει σημασία.

Πήρε μια βαθειά ανάσα πριν απαντήσει.

 «Ναι».

«Δεν το πιστεύω».

«Τότε πίστεψε αυτό που θα σου πω εγώ. Είσαι ο μόνος που θέλω… και δε μ’ αρέσει να μαλώνουμε για ανόητους λόγους. Αυτό θες; Να μαλώνουμε;»

Ο Μάικλ πήρε μια βαθειά ανάσα. «Όχι. Δεν θέλω να μαλώνουμε. Συγγνώμη!»

Η Έμιλι βυθίστηκε στην αγκαλιά του νιώθοντας ζεστασιά. Εκείνος χάιδεψε απαλά την πλάτη της.

Καθώς την κρατούσε στην αγκαλιά του ο Μάικλ ήθελε να της ψιθυρίσει πως την αγαπά. Πως σημαίνει τα πάντα για εκείνη. Μα αυτά τα λόγια ένιωθαν πολύ μεγάλα για να τα ξεστομίσει. Μεγάλα λόγια κάποιον τόσο μικρό σε ηλικία. Του αρκούσε όμως που μπορούσε να το παραδεχθεί στον εαυτό του πως αυτή την κοπέλα την αγαπούσε με όλο του το είναι. Και θα έκανε τα πάντα για να την προστατεύσει.

Και η Έμιλι μπορούσε να καταλάβει πως ένιωθε για εκείνη από τον τρόπο που την κρατούσε στην αγκαλιά του. Δεν χρειαζόντουσαν λόγια.

Σήκωσε το κεφάλι της και τον φίλησε. «Πρέπει να πάμε μέσα για να ετοιμαστούμε».

«Είναι πολύ νωρίς ακόμη».

«Θέλω να κάνω ένα ντους να χαλαρώσω και να φτιάξω το μαλλί… και να βαφτώ».

«Ντους, ε;» της είπε πονηρά.

Η Έμιλι τον κοίταξε αυστηρά. 

«Μη σου μπαίνουν ιδέες».

Ο Μάικλ την κοίταξε αποθαρημένος.  

«Εντάξει».