Την ίδια στιγμή στην έπαυλη στα βόρεια προάστια η Γιάννα έκλεινε το τηλέφωνο γελώντας ειρωνικά. Μετά κατευθύνθηκε προς την πισίνα –γνωρίζοντας ότι εκεί θα ήταν τα κορίτσια της– και κάλεσε τη Μαριάννα κοντά της.
«Λοιπόν, κούκλα μου, έχουμε εξελίξεις. Εδώ και δύο εβδομάδες είμαστε επίσημα ύποπτοί του Ηθών για μαστροπεία και άλλα πολλά. Όλοι μας!» είπε γελώντας, καθώς βοηθούσε την έκπληκτη Μαριάννα να φορέσει το μπουρνούζι της.
«Και γελάς; Τρελάθηκες; Ποιος το έκανε αυτό; Γιατί; Τι θα κάνουμε» τη ρώτησε εκείνη αγχωμένη.
«Τίποτα δε θα κάνουμε. Είσαι ένοχη για τίποτα και δεν το γνωρίζω; Η πλάκα ξέρεις ποια είναι; Θυμάσαι μήπως πώς είπε ο Γιώργος ότι λένε την καινούρια κοπέλα στη σχολή; Αυτή που μάλλον προορίζεται για νύφη μας;» την ξαναρώτησε με το ίδιο γελαστό ύφος, που έκανε τη Μαριάννα να νευριάζει μαζί της.
«Ναι. Κλέλια νομίζω, γιατί; Τι τρέχει με δαύτη;» τη ρώτησε ανυπόμονα.
«Λες να είναι σύμπτωση το ότι η αστυνόμος που μας ανέλαβε λέγεται Κλέλια Ρανιέρη;» της απάντησε η Γιάννα, ξεσπώντας για άλλη μια φορά σε γέλια.
Η Μαριάννα την κοίταζε αποσβολωμένη.
«Ω, γαμώτο! Και γελάς; Τον κακομοίρη τον Γιώργο. Πρέπει να του το πούμε τώρα που είναι νωρίς. Πρέπει να τον προειδοποιήσουμε» απάντησε η Μαριάννα νευριασμένη.
«Δε θα κάνουμε τίποτα. Θα αφήσουμε το ερωτικό να αναπτυχθεί –αν αναπτυχθεί– χωρίς παρέμβαση. Είναι δική της δουλειά το πότε θα του το πει. Βέβαια, δε θα της δώσουμε και απεριόριστο χρόνο. Πάντως για την ώρα θα της δώσουμε την ευκαιρία να του πει την αλήθεια μόνη της» της είπε η Γιάννα και έκοψε την κουβέντα σοβαρεύοντας απότομα.
«Τι να αναπτυχθεί έτσι και αλλιώς! Εκείνος αγαπάει εσένα» της είπε η Μαριάννα πεισμωμένη.
Θεωρούσε πολύ ωραίες τις ιδέες των ελεύθερων σχέσεων, αλλά η κυρά της το είχε παρακάνει πια!
«Ναι, το ξέρω… Και εγώ τον αγαπώ, αλλά πρέπει να συνεχίσει τη ζωή του. Μην το ξεχνάς ποτέ αυτό. Άλλωστε εγώ έχω δεσμευτεί με τους Ξεχωριστούς. Και έχουμε έναν σκοπό ως Ξεχωριστοί. Επειδή πέρασαν χρόνια, δεν μπορώ να το χρησιμοποιήσω ως άλλοθι και να πατήσω τη συμφωνία μας με τον Γιώργο. Και η συμφωνία λέει ότι πρέπει να είναι ελεύθερος. Και αν τον αγαπάμε εμείς, πρέπει να τον βοηθήσουμε όσο μπορούμε.
»Κατά τα άλλα θα αφήσουμε την Ελληνική Αστυνομία να μας βοηθήσει άθελά της και θα κάνουμε τη δουλειά μας» της εξήγησε το σκεπτικό της η Γιάννα.
Η αλήθεια ήταν αυτή που μόλις είχε πει. Πριν από χρόνια, ο σύζυγός της την είχε μυήσει στους Ξεχωριστούς αλλάζοντας της τη ζωή. Και όχι μόνο στα θέματα του σεξ. Όλη της η μετέπειτα εξέλιξή της βασίστηκε στις γνωριμίες των μελών του κοινότητας. Αν δεν ήταν αυτοί, δε θα είχε ποτέ σπουδάσει τη μεγάλη της αγάπη, άλλωστε. Και μάλιστα σε παράρτημα της Σορβόνης.
«Τι εννοείς; Σε τι μας βολεύουν οι μαλακίες που μας κατηγορούν;» τη ρώτησε η Μαριάννα διακόπτοντας τις σκέψεις της.
«Έλα, βρε μωρό μου! Πότισε η χλωρίνη της πισίνας τη ρίζα; Εσύ ήσουν αετός κάποτε!» της απάντησε εκείνη με έναν μορφασμό δυσφορίας.
Πήρε ένα ζευγάρι κιάλια από το συρτάρι του μπουφέ και πλησίασε το παράθυρο που έβλεπε στον κήπο και στον δρόμο απ’ έξω. Κάλεσε κοντά της τη Μαριάννα κάνοντάς της νόημα με το χέρι.
«Πρώτα πρώτα, αν κοιτάξεις με τα κιάλια στο δασάκι απέναντί μας, θα δεις ένα Οκτάβια με συμβατικούς αριθμούς. Αν η πληροφορία είναι ακριβής, πρέπει να είναι ασημί – μα καμιά πρωτοτυπία πια; Και μέσα πρέπει να είναι ένα –και καλά– ζευγαράκι» της είπε και της έδωσε τα κιάλια.
«Α… Ναι, τώρα που το λες το έχω δει, αλλά δεν πήγε το μυαλό μου» της είπε η Μαριάννα, καθώς κοίταζε προς το μέρος που της είχε υποδείξει.
«Μμ… Ωραία σωματοφύλακα έχω. Θα μας φάνε καμιά μέρα οι κακοποιοί και θα πάμε άκλαφτες με εσένα! Τέλος πάντων… Με το Ηθών απ’ έξω, βλήμα μου, ο Τζίμης δε θα μπορεί να στείλει το τσιράκι του πίσω από τη Μιρέλα και αυτό μας βολεύει πάρα πολύ. Όταν θα είμαστε έτοιμες –και θα έχουμε τις αποδείξεις– θα καλέσουμε την κυρία Ρανιέρη να μας βοηθήσει και να λύσει και την υπόθεση, πιάνοντας τους αληθινούς ενόχους! Άσε που έτσι έχουμε και τσάμπα σωματοφύλακες, σε εικοσιτετράωρη βάση. Τι άλλο να ζητήσω; Ζήτω στην Ελληνική Αστυνομία με τους υπόπτους της! Κατάλαβες τώρα γιατί γελάω;» τη ρώτησε χαρούμενη και ξέσπασαν σε τρανταχτά γέλια.
Η Γιάννα αισθάνθηκε ξαφνικά αδιάθετη και σταμάτησε απότομα να γελάει. Άφησε τα κιάλια που κρατούσε και παραπάτησε ζαλισμένη, αναγκάζοντας τη Μαριάννα δίπλα της να τρέξει να τη συγκρατήσει.
«Τι έχεις, Γιάννα μου; Τι αισθάνεσαι; Δεν είσαι καλά;» τη ρώτησε ανήσυχη.
Η Γιάννα έπιασε με το ένα χέρι την κοιλιά της και με το άλλο έκλεισε το στόμα της, καθώς έτρεχε προς την τουαλέτα. Η Μαριάννα έτρεξε προς την ενδοσυνεννόηση και πάτησε το κουμπί επίμονα.
«Κατερίνα! Τρέξε! Η Γιάννα… κάτι έχει… Δεν ξέρω, μωρή ηλίθια! Τώρα το έπαθε!»
Η Κατερίνα άκουσε τον δραματικό τόνο στη φωνή της φίλης της και κατάλαβε ότι δεν έκανε πλάκα. Άφησε το κουμπί και άρχισε να τρέχει στις σκάλες προς το δωμάτιο της κυρίας της. Όταν έφτασε, η Γιάννα είχε ήδη γυρίσει και είχε ξαπλώσει στο κρεβάτι της. Η Μαριάννα είχε καθίσει δίπλα της και της έτριβε απαλά τους καρπούς. Η Κατερίνα ανέβηκε στο κρεβάτι και πήρε τη Γιάννα στην αγκαλιά της γεμάτη αγωνία.
«Τι αισθάνεσαι; Να φωνάξουμε γιατρό! Αλλά τι να του πούμε ότι νιώθεις! Μίλησέ μου, αγάπη μου. Μη μου το κάνεις αυτό!» της είπε δακρυσμένη.
«Δεν… Δεν ξέρω… Αισθάνθηκα μια αδιαθεσία και ήθελα να κάνω εμετό» της απάντησε εκείνη, ενώ είχε αρχίσει να συνέρχεται.
Η Κατερίνα έμεινε για λίγο σκεφτική και μετά χαμογέλασε.
«Δε μου λες εσύ! Στις δέκα περίπου κάθε μήνα δεν έχεις περίοδο; Το θυμάμαι γιατί εγώ σου φέρνω τα παυσίπονα» τη ρώτησε ξαφνικά, ενώ άρχισε να χαμογελάει νευρικά.
«Λες να άλλαξε ο κύκλος μου, μικρή;» τη ρώτησε η Γιάννα προσπαθώντας και εκείνη να χαμογελάσει.
«Όχι… Λέω πως θα κάνεις να ξαναδείς κύκλο… κάνα οκτάμηνο! Αυτό λέω!» της απάντησε ξανά η Κατερίνα και την αγκάλιασε.
Η Γιάννα ανατρίχιασε. Είχε ξεχάσει από πότε είχαν να κάνουν έρωτα με προφυλακτικό με τον Γιώργο. Μεταξύ τους έκαναν πάντα ελεύθερο έρωτα, μετά από εκείνο το ονειρεμένο Αυγουστιάτικο βράδυ. Αφού δεν είχε συλλάβει παιδί τον πρώτο καιρό, το είχαν βγάλει τελείως από τον νου τους ως ενδεχόμενο .
«Πάω στο φαρμακείο για τεστ. Ηλίθια, μας τρόμαξες τσάμπα!» της είπε η Μαριάννα αγκαλιάζοντάς την τρυφερά.
Έπειτα σηκώθηκε απότομα και άρχισε να τρέχει στις σκάλες. Βιαζόταν, βέβαια, να δει το αποτέλεσμα του τεστ, αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Είχε φύγει για να μη δουν οι φίλες της ότι έκλαιγε από ευτυχία στο ενδεχόμενο η Κίρκη τους να είναι έγκυος.
Η Στέλλα τακτοποιούσε τα τελευταία πράγματα στη βαλίτσα της, όταν άκουσε το κινητό της να χτυπάει. Κοίταξε το φωτεινό καντράν και χαμογέλασε.
«Ρόμπερτ! Τι έγινε, αγάπη μου; Συμβαίνει κάτι; Πριν από μισή ώρα τα είπαμε… Όχι, μωρό μου, δε σε βαρέθηκα από τώρα… Όχι, δε χρειάζεται να έρθεις, θα έρθω με το δικό μου. Σε λίγο ξεκινάω από Παρίσι. Υπολογίζω περίπου σε τρία τέταρτα να είμαι στο Βερλαίν. Ναι, αγάπη μου, και εμένα μου λείπεις... Σκέψου όμως ότι θα είμαι δική σου για δύο ολόκληρες μέρες. Εντάξει; Φιλάκια, τα λέμε σε λίγο».
Η Στέλλα έκλεισε το τηλέφωνο και σοβαρεύτηκε. Αυτές οι γλυκανάλατες κρυάδες επιβεβαίωσης, που έχουν ανάγκη να ακούσουν οι άντρες –σε μονότονη επανάληψη– όποτε κάνουν σχέση με γυναίκα, της έφερναν στομαχικές διαταραχές. Αλλά δε γινόταν αλλιώς. Μερικές φορές ήταν υποχρεωμένη στη δουλειά της να λέει τις ίδιες βλακείες ακόμα και σε άντρες που κατά καιρούς συνόδευε! Ο πελάτης την πλήρωνε για την παρέα της και φυσικά δεν υπήρχε κανένα συναίσθημα. Και όμως, και πάλι ήθελαν να τους λέει: «Ναι, αγάπη μου, μου λείπεις, μωρό μου. Ναι, αγάπη μου, σε σκέφτομαι συνέχεια!»
Η Στέλλα ξεφύσηξε απογοητευμένη. Δεν έτρεφε πια καμιά ελπίδα ότι θα μπορούσε να καταλάβει τους άντρες.
Και ο Ρόμπερτ; Τα ίδια και αυτός και ας ήταν Ξεχωριστός και μάλιστα γεννημένος. Εντάξει, εκείνος δεν την πλήρωνε, νόμιζε ότι τη φλέρταρε επιτυχημένα εκείνο το βράδυ πριν από τρεις εβδομάδες στην παμπ που σύχναζε. Είχε κόψει κοντά τα μαλλιά της –κάτι ανάμεσα στην κόμμωση της Βικτόρια Μπέκαμ και της Σάρον Στόουν– και τα είχε βάψει ξανθά πλατινέ για την αποστολή που της είχε αναθέσει η Γιάννα.
Μεγάλη επιτυχία ομολογουμένως! σκέφτηκε και γέλασε.
Όταν μπήκε ασυνόδευτη και με αέρα στην παμπ, δημιούργησε την πιο θορυβώδη ησυχία που θα μπορούσε να φανταστεί. Πέρασε με ύφος ανάμεσα στους θαμώνες και κατευθύνθηκε στο μπαρ. Κοίταξε γύρω της και αισθάνθηκε ότι μπορούσε να διαβάσει τις σκέψεις τους στα πρόσωπα που την κοίταζαν, καθώς άνοιγαν, για να περάσει ανάμεσά τους. Οι άντρες –στη σκέψη τους– την πηδούσαν άγρια πάνω στο τραπέζι και στο μπαρ και οι γυναίκες την ξεμάλλιαζαν σαδιστικά –εκτός από καναδυό από αυτές, που θα συμμετείχαν ευχαρίστως και στις αντρικές φαντασιώσεις– δίνοντάς της τα μαλλιά να τα φάει κανταΐφι.
Δεν κατέβαλλε καμιά προσπάθεια να γνωρίσει τον Ρόμπερτ, που καθόταν με δύο φίλους του στην άκρη του μπαρ και διασκέδαζαν. Τα πάντα εξελίχτηκαν όπως θα περίμενε κανείς σε ανάλογη περίπτωση. Την πλησίασε εκείνος, την κέρασε το ποτό της και μέχρι το τέλος της βραδιάς είχαν αλλάξει τηλέφωνα. Μετά είχε φύγει μόνη της –όπως είχε πάει– χωρίς να ενδώσει στο κουταβίσιο βλέμμα του Ρόμπερτ, που θα έκανε τα πάντα, για να πάει την ίδια νύχτα μαζί της.
Το κλισεδάκι: «Δεν παίρνουμε ποτέ την άλλη μέρα τηλέφωνο» δούλεψε και σε αυτήν την περίπτωση περίφημα. Τρεις μέρες αργότερα, το τηλέφωνό της χτύπησε και ένας αγχωμένος από την προσμονή Ρόμπερτ τής ζήτησε να συναντηθούν για καφέ, δείπνο ή ό,τι άλλο ήθελε. Τόσο προβλέψιμος!
Η Στέλλα γέλασε καθώς θυμήθηκε κάτι που της είχε πει η Γιάννα για τον Γιώργο. Παλιά, στην αρχή της γνωριμίας τους, είχαν κάνει ό,τι είχαν κάνει επί μία εβδομάδα. Μετά, η Γιάννα θέλησε να τον δοκιμάσει, να παίξει παιχνίδια ή κάτι τέτοιο και αποφάσισε να μην το πάρει τηλέφωνο, αν δεν την έπαιρνε εκείνος. Το αποτέλεσμα ήταν να περάσει μιάμιση εβδομάδα και να αναγκαστεί να του τηλεφωνήσει εκείνη βρίζοντας. Αυτό το παιχνίδι θα της άρεσε περισσότερο. Τουλάχιστον ο Γιώργος δε θα ήταν τόσο μα τόσο μονότονα προβλέψιμος. Στη σκέψη του Γιώργου χαμογέλασε. Τον εκτιμούσε τόσο πολύ για τη διακριτικότητά του. Τόσα χρόνια γνωριμίας και δεν της είχε ανοίξει ποτέ συζήτηση για το επάγγελμά της, δεν την έκρινε όπως οι άλλοι. Και πάνω απ’ όλα, είχε έναν παράξενο τρόπο να την κάνει να αισθάνεται σαν κορίτσι του κάθε φορά που έκαναν έρωτα. Έστω και για μερικές ώρες ευτυχίας.
Κοίταξε ξανά τη βαλίτσα πριν την κλείσει. Είχε την αίσθηση ότι κάτι είχε ξεχάσει. Κάτι βασικό.
«Ηλίθια!» μονολόγησε και άνοιξε το συρτάρι απέναντί της.
Έβγαλε από μέσα μια μικροκάμερα λίγο μεγαλύτερη από αναπτήρα Zippo και την άνοιξε. Βεβαιώθηκε ότι είχε φορτισμένες μπαταρίες και έκανε μια δοκιμή μετάδοσης εικόνας στο κινητό της. Η εικόνα φαινόταν πεντακάθαρα και μάλιστα σε υψηλή ανάλυση. Ευχαριστημένη την έκλεισε και την έβαλε προσεκτικά στην τσέπη της. Το σχέδιο έμπαινε στην τελική ευθεία και έπρεπε να είναι προσεκτική.
Είχε δύο ολόκληρες μέρες περιθώριο στη διάθεσή της, για να βρει τον συνδυασμό για το χρηματοκιβώτιο του σπιτιού του Ρόμπερτ. Η ειρωνεία ήταν ότι το διήμερο το είχε προτείνει εκείνος. Και εκείνη φυσικά είχε δεχτεί. Όσο πιο γρήγορα την ξαναπήγαινε στο εξοχικό του, τόσο καλύτερα για εκείνη. Θα ξεμπέρδευε μια ώρα αρχύτερα. Την πρώτη φορά είχε προλάβει να βρει το χρηματοκιβώτιο, αλλά είχε φύγει με άδεια χέρια.
Όχι ότι περνούσε και άσχημα μαζί του, βέβαια. Ο Ρόμπερτ μπορεί να ήταν ό,τι ήταν, αλλά δεν έπαυε να είναι ένας γεννημένος Ξεχωριστός. Δύο εβδομάδες τώρα η Στέλλα περνούσε υπέροχα στην αγκαλιά του. Το μόνο που έπρεπε να προσέχει ήταν να μην του δείξει εκείνη την Ξεχωριστή της εκπαίδευση. Και η αλήθεια είναι πως τελικά χρειαζόταν μεγάλη προσπάθεια, για να παραστήσει την αδέξια συνηθισμένη ερωμένη. Αν δεν εμπιστευόταν εκατό τοις εκατό τη Γιάννα και την κρίση της, θα αμφέβαλλε πολύ για το αν μπορούσε ο ίδιος αυτός άντρας, που την έκανε ευτυχισμένη, ταυτόχρονα να εκβίαζε και να διακινούσε γυναίκες. Αυτή η σκέψη και μόνο την προστάτευε από τον κίνδυνο να ερωτευτεί την αποστολή της.
Η Στέλλα αναστέναξε.
Η ζωή παίζει τα πιο απαίσια παιχνίδια και μας χρησιμοποιεί σαν πιόνια για την πλάκα της.
Αν ήταν διαφορετικός ο Ρόμπερτ…
«Ω, ηλίθια… Αν… Αν… Αν...» Δεν έβγαζε άκρη έτσι και το ήξερε.
Η μόνη της ελπίδα ήταν ο Ρόμπερτ να ήταν θύμα παρεξήγησης και να μην είχε κάνει τίποτα από αυτά που τον κατηγορούσε η Γιάννα. Αυτό όμως δεν άλλαζε την αποστολή της. Έτσι και αλλιώς, όταν θα άνοιγε το χρηματοκιβώτιο, θα διαπίστωνε και μόνη της τα πάντα.
Έκλεισε τη βαλίτσα και κατευθύνθηκε βιαστικά προς το αυτοκίνητό της.