Οι Ξεχωριστοί - Λάχεσις (Κεφάλαιο 40) [+18]

Δυόμιση μήνες αργότερα

«Καλημέρα, μωρό μου. Έχεις φάει πρωινό ή θα πάρουμε μαζί;» ρώτησε η Γιάννα, περνώντας από το σαλόνι, για να πάει στην κουζίνα. «Γιώργο! Σου μιλάω, μωρό μου. Θα έρθεις;» τον ξαναρώτησε, όταν δεν πήρε απάντηση.

Εκείνος δεν απάντησε και πάλι και η Γιάννα κοντοστάθηκε απορημένη

Ο Γιώργος ήταν καθισμένος στον καναπέ, με την πλάτη γυρισμένη προς εκείνη και είχε απορροφηθεί τελείως σε ό,τι έκανε.

Τι στο καλό; Τσόντα βλέπει... ή παίζει angry birds και είναι τόσο απορροφημένος; αναρωτήθηκε γελώντας, καθώς προχωρούσε στις μύτες των ποδιών της προς εκείνον.

Αν δε μάθαινε αμέσως με τι είχε απορροφηθεί τόσο πολύ, θα έσκαγε από περιέργεια!

Είχαν περάσει δυόμιση μήνες σχεδόν από τα τραγικά γεγονότα που είχαν προκαλέσει τον τραυματισμό των δύο Ξεχωριστών κοριτσιών της. Ευτυχώς, όλα είχαν πάει καλά από ‘κει και πέρα. Η Μαριάννα είχε ήδη ξεκινήσει να πηγαίνει προσεκτικά στις φυσιοθεραπείες της και η Μιρέλα είχε ακολουθήσει τη σύντροφό της στον διασημότερο πλαστικό χειρούργο του Χόλιγουντ. Επί έναν μήνα, όσο διήρκεσε, δηλαδή, και η βασική νοσηλεία της Μιρέλας στο νοσοκομείο, μάλωναν η Ιόλη και ο Φρανσούα Ντιμαρσώ για το ποιος από τους δύο θα αναλάμβανε τα έξοδα της αποκατάστασης του όμορφου προσώπου της. Τελικά η Γιάννα είχε προτείνει τη σολομώντεια λύση του μοιράσματος των εξόδων στη μέση και όλοι ήταν ευχαριστημένοι.

Αυτά που δεν πήγαιναν καλά ήταν οι εμετοί και οι ζαλάδες που την είχαν ταλαιπωρήσει όλο τον τρίτο μήνα της κύησης. Ευτυχώς, και αυτά είχαν σιγά σιγά υποχωρήσει. Η Γιάννα κοίταζε συχνά στον καθρέφτη ανφάς και προφίλ τους γραμμωμένους κοιλιακούς της να χάνονται λίγο λίγο. Μέχρι που έδωσαν τη θέση τους σε ένα μικρό λοφάκι, που είχε αρχίσει να ξεχωρίζει στο λεπτό σώμα της.

«Τι είναι αυτό, μαρή; Γατάκια θα βγάλεις;» την κορόιδευε συχνά η Ελβίρα δείχνοντας την κοιλιά της.

Μέσα της, βέβαια, όσο και αν έκανε πλάκα το όμορφο μοντέλο, ήταν πιο συγκινημένη και από την κουμπάρα της που θα το γεννούσε.

Το μόνο, αν και όχι μεγάλο, πρόβλημα πια ήταν η Στέλλα.

Η νεαρή συνοδός είχε τηρήσει τη συμφωνία της και είχε στείλει τα DVD που είχε βρει στο χρηματοκιβώτιο του Ρόμπερτ. Αλλά για το μαύρο σημειωματάριο ζητούσε εκατόν πενήντα χιλιάδες ευρώ, για να το παραδώσει στη Γιάννα. Τα χρήματα δεν ήταν πρόβλημα, αλλά με τον Τζίμη νεκρό και τη συμμορία του διαλυμένη, το καρνέ αυτό δεν ήταν πια τόσο σημαντικό για τη Γιάννα. Θεωρούσε ότι είχαν ήδη αναμειχτεί αρκετά εκείνη και οι γύρω της και δεν ήθελε να συνεχίσει άλλο. Το μόνο που ήθελε τώρα ήταν να ζήσει ήσυχα με τον Γιώργο και το παιδί τους. Αποφάσισε, ωστόσο, να παζαρέψει με τη Στέλλα για το καρνέ και μετά να το δώσει στην Κλέλια και ας έβγαζε εκείνη άκρη. Το ραντεβού είχε κλειστεί την επομένη της συγκέντρωσης στο Παρίσι.

Η Γιάννα πλησίασε σιγά σιγά πίσω του και κρυφοκοίταξε με περιέργεια. Ο Γιώργος είχε ανοίξει πρωί πρωί το λάπτοπ και κάτι διάβαζε. Ψηλά στην οθόνη, στο ειδικό πλαίσιο, η διεύθυνση έγραφε: moonlightales.com.

Τι στο καλό! Όπα, ρε μεγάλε! Από πότε μπαίνεις και σε μπλογκ για συγγραφείς εσύ; αναρωτήθηκε χαμογελώντας ειρωνικά, καθώς ταυτόχρονα κουνούσε κοροϊδευτικά το κεφάλι της.

Εκείνος, εν τω μεταξύ, δεν είχε δώσει καμιά ένδειξη ότι είχε αντιληφθεί την παρουσία της. Κάτι διάβαζε... και μάλιστα με μεγάλη προσοχή! Η Γιάννα ξανακοίταξε με μεγαλύτερη προσοχή το περιεχόμενο της σελίδας.

Το κορίτσι με τη μάσκα (Κεφάλαιο 4) [18+] έγραφε στην επικεφαλίδα.

Και κάτω κάτω, μετά το κείμενο, φιγουράριζε μια περήφανη υπογραφή με έντονα γράμματα: Angelina S.

«Είναι καλή, μωράκι μου;» τον ρώτησε σπάζοντας απότομα τη σιωπή.

«Μμ... Ποια;» τη ρώτησε αφηρημένος χωρίς να σηκώσει το κεφάλι του από το διάβασμα.

«Η συγγραφέας, χαρά μου. Αν γράφει καλά ρωτάω!» τον ξαναρώτησε, αρχίζοντας να χάνει την υπομονή της.

Ο Γιώργος σήκωσε επιτέλους τα μάτια του από το ανάγνωσμα κοιτώντας τη γελαστός. Αυτό που τον ρωτούσε ήταν τελείως άκυρο.

«Καλή... σύμφωνα με ποιον;»

Αφού κάθε αναγνώστης έχει άλλο σκεπτικό και άλλα βιώματα, διαβάζει το ίδιο κείμενο με διαφορετικό τρόπο. Οπότε ό,τι και να της απαντούσε εκείνος, θα έπρεπε να το διαβάσει μόνη της για να δει αν ήταν καλό. Εκτός αν η ερώτησή της αναφερόταν στην τεχνική έκφρασης της συγγραφέως. Σε αυτό... μπορούσε εύκολα να της απαντήσει.

«Πριν από λίγο ξεκίνησα... στο τέταρτο κεφάλαιο είμαι ακόμη. Αλλά ναι. Είναι πολύ καλή!» της απάντησε μετά από σύντομη σκέψη.

Ο ίδιος ήθελε δεν ήθελε είχε εντοπίσει στο κείμενο συγκεκριμένα Ξεχωριστά χαρακτηριστικά της βασικής ηρωίδας. Και αυτά τα χαρακτηριστικά, όπως και η συγκεκριμένη ιστορία, σίγουρα θα κέντριζαν το ενδιαφέρον της όμορφης ερωμένης του.

«Η ηρωίδα της, πάντως, θα μπορούσε να είναι και εν δυνάμει Ξεχωριστούλα! Διάβασέ το αν θες... να δεις!» συνέχισε χαμογελώντας αδρά, συνοψίζοντας επίτηδες αυτό που ήξερε ότι θα την ενδιέφερε περισσότερο.

Η Γιάννα σήκωσε το φρύδι της κοιτώντας τον απορημένη και δεν απάντησε αμέσως.

Ξεχωριστούλα; Για να λέει έτσι αυτός και να το διαβάζει με τόση προσοχή, μάλλον αξίζει! Εκτός και αν με δουλεύει, σκέφτηκε και χαμογέλασε.

Όπως και να ήταν, δε θα έχανε τίποτα να το διαβάσει. Ήξερε ούτως ή άλλως, όπως και ο Γιώργος που της το είχε αναφέρει, ότι η περιέργειά της θα νικούσε. Ήδη είχε αρχίσει να σχηματίζεται ένα σχέδιο στο πονηρό μυαλουδάκι της. Αν ήταν τόσο καλό και αν είχε κάποια καλή ιδέα για σενάριο, ακόμα καλύτερα!

«Μμ... Σιγά... Δεν μπορώ... Έχω και δουλειές!» του είπε με το πιο απαξιωτικό ύφος που μπορούσε να συγκεντρώσει στην τεχνητά ξινισμένη φατσούλα της.

Ο Γιώργος την κοίταξε με έκδηλη απορία. Η Γιάννα του με σνομπ υφάκι! Να και κάτι που δεν είχε ξαναδεί σε εκείνην.

Το πρόγραμμα για σήμερα περιλαμβάνει καφέ και διάβασμα μυθιστορήματος! σκέφτηκε γελώντας και έφυγε προς την κουζίνα, αφήνοντας τον Γιώργο να την κοιτάζει χωρίς να ξέρει τι να πιστέψει.

Η ξανθιά μάγισσα κατάφερε να κρατήσει το ξινισμένο υφάκι μέχρι πού πέρασε από μπροστά του και χάθηκε στον διάδρομο. Τότε αφέθηκε να σκάσει τελικά στα γέλια με την αντίδρασή του.

Δεν είχε πια όρεξη για πρωινό. Ήταν περίεργη να δει τι το σημαντικό είχε το μυθιστόρημα της νεαρής, προφανώς, συγγραφέως. Πήρε τον καφέ που της έδωσε η Κατερίνα και ανέβηκε γρήγορα στο δωμάτιό της.

Περνώντας από το δωμάτιο της Μαριάννας, είδε το λάπτοπ της που ήταν ακουμπισμένο δίπλα στο κομοδίνο. Το πήρε στο άλλο χέρι και πήγε στο δωμάτιό της. Ύστερα άνοιξε καλά τα παραθυρόφυλλα, για να έχει φως, κάθισε αναπαυτικά στο κρεβάτι και μπήκε στη σελίδα του μπλογκ με τα μυθιστορήματα.

Έχουμε διάβασμα τώρα... Ευτυχώς που τα κεφάλαια είναι μικρά! σκέφτηκε χαμογελαστή, καθώς άρχισε να διαβάζει το πρώτο κεφάλαιο από Το κορίτσι με τη μάσκα.

Για πολλούς το όνομά μου ήταν αυτό. Τους περισσότερους δεν του ένοιαζε να μάθουν…

Η Γιάννα έπαψε να χαμογελάει, παρασυρμένη από την αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο της νεαρής συγγραφέως.

Τρία τέταρτα της ώρας αργότερα, η Γιάννα έκλεισε το λάπτοπ χαμογελώντας.

Σηκώθηκε από το κρεβάτι και ντύθηκε βιαστικά. Είχε δουλειές να κάνει και η ώρα περνούσε. Πήρε μια κάρτα από την τσάντα και το κινητό της και κατέβηκε βιαστική στον κήπο. Ο Γιώργος έλειπε αλλά δεν ήταν παράξενο. Τα πρωινά τον καλούσαν συχνά στην υπηρεσία για διάφορες υποθέσεις.

«Έλα, Αντιγόνη μου... Καλημέρα... Τι κάνεις; Θα ήθελα μια χάρη...»

Δυόμιση ώρες αργότερα, η Κατερίνα έτρεχε να ανοίξει την εξώπορτα, καθώς το κουδούνι χτυπούσε επίμονα. Η κυρία της είχε βγει για λίγο έξω για κάτι δουλειές, όπως της είχε πει.

Ο Γιώργος είχε γυρίσει πριν από λίγο και ήταν στο δωμάτιό του και η Μαριάννα βρισκόταν, όπως πάντα, αυτήν την ώρα στο γυμναστήριο. Έτσι είχε μείνει εκείνη μόνη της να τρέχει να προλάβει όλες τις δουλειές.

«Καλησπέρα σας... τον κύριο Βενιέρη θα ήθελα. Έχουμε ραντεβού» της είπε χαμογελαστά μια πανέμορφη κοπέλα, όταν άνοιξε την εξώπορτα.

Η άγνωστη φορούσε μια μακριά καμπαρντίνα κουμπωμένη μέχρι επάνω και αυτό έκανε εντύπωση στην Κατερίνα, που την κοίταζε προσεκτικά από την κορυφή ως τα νύχια.

«Περάστε... μια στιγμή να τον ειδοποιήσω!» της είπε, όταν εκείνη πέρασε από μπροστά της μπαίνοντας στο σπίτι.

Η άγνωστη τη σταμάτησε χαμογελώντας της με νόημα.

«Δε χρειάζεται... να είστε σίγουρη. Η κυρία Γιάννα μού είπε να σας πω όταν μου ανοίξετε να μην ανησυχείτε... ξέρει!» της εξήγησε η άγνωστη, μεγαλώνοντας ακόμα περισσότερο την περιέργεια της νεαρής βοηθού.

«Καλώς... Περάστε... Τρίτη πόρτα δεξιά στον πρώτο όροφο» της απάντησε η Κατερίνα διστακτικά, δίνοντάς της οδηγίες.

Ήταν σίγουρη ότι η κυρά της είχε δημιουργήσει κάποιο μυστηριώδες σενάριο σαν και αυτά που έβλεπε συχνά στο σπίτι και η όμορφη άγνωστη ήταν προφανώς μέρος του.

Τι σκέφτηκε πάλι η τρελή; αναρωτήθηκε και έκλεισε την πόρτα, καθώς η άγνωστη ανέβαινε γεμάτη χάρη την εσωτερική σκάλα προς τα υπνοδωμάτια.

Ο Γιώργος διάβαζε τις τελευταίες γραμμές από το ένατο κεφάλαιο του μυθιστορήματος που είχε αρχίσει από το πρωί. Τον είχαν διακόψει ζητώντας τον επειγόντως στο τμήμα και το είχε παρατήσει σχεδόν στο τέλος. Μόλις πριν από λίγο είχε γυρίσει και είχε σπεύσει να συνεχίσει την ανάγνωση.

Ω, Θεέ μου! Ζαλίστηκα από το διάβασμα φαίνεται. Άρχισα να βλέπω οπτασίες! σκέφτηκε, καθώς στην πόρτα είχε μόλις εμφανιστεί ένα ολοζώντανο αντίγραφο της ηρωίδας από το μυθιστόρημα που διάβαζε.

Η μασκοφορεμένη άγνωστη μπήκε μες στο δωμάτιο και στάθηκε αγέρωχη μπροστά στο κρεβάτι. Έλυσε τη ζώνη της καπαρντίνας και την άφησε να πέσει στο πάτωμα πίσω της. Ο Γιώργος διέκρινε ένα όμορφο ειρωνικό χαμόγελο πίσω από τη μάσκα που φορούσε η άγνωστη απέναντί του. Μέσα από την καπαρντίνα φορούσε, όπως ήδη είχε υποθέσει ο Γιώργος από τη στιγμή που πρωτομπήκε στο δωμάτιο, έναν μαύρο κορσέ με κόκκινα φιογκάκια. Και από κάτω μια κοντή φούστα, που άφηνε σε κάθε της κίνηση να φανεί το τύπου μπραζίλ εσώρουχό της.

«Πώς σε λένε εσένα, καμάρι μου;» τη ρώτησε χαμογελώντας, καθώς εκείνη κατευθυνόταν αμίλητη στο συρτάρι, που το ζευγάρι των Ξεχωριστών έβαζε τα σύνεργα του σεξ.

Το άνοιξε και πήρε από μέσα ένα μαστίγιο και χειροπέδες.

Μμ... εσύ ξέρεις και τα κατατόπια βλέπω! σκέφτηκε καθώς την είδε να ανοίγει το ειδικό συρτάρι, χωρίς να χρειαστεί να ρωτήσει.

«Μπορείτε να με φωνάζετε όπως θέλετε!» του απάντησε τελικά η καστανομάλλα άγνωστη και με μια χαριτωμένη κίνηση ανέβηκε όρθια από πάνω του στο κρεβάτι. Κλότσησε απαλά με τη μύτη της γόβας της τα πόδια του αναγκάζοντάς τον να τα ανοίξει.

«Μμ... ωραία... να σε πούμε... Μάριαν! Τι λες;» την ξαναρώτησε με προσποιητή αφέλεια.

Η άγνωστη δεν απάντησε και ο Γιώργος πρόσεξε ότι είχε σταματήσει να χαμογελάει πια. Μόλις που πρόλαβε να σκεφτεί πως αυτό ήταν ανησυχητικό σημάδι.

Η κοπελιά πέρασε τα όμορφα πόδια της δεξιά και αριστερά από τα πλευρά του και λικνίζοντας αισθησιακά το λεπτό κορμί της κάθισε απαλά αλλά με όλο της το βάρος στους κοιλιακούς του.

Ο Γιώργος αναγκάστηκε να σφίξει τους κοιλιακούς του και να τους κρατάει σφιγμένους όση ώρα εκείνη έδενε τα χέρια του στο σίδερο του κρεβατιού, ξαπλωμένη σχεδόν επάνω του.

Μόλις τελείωσε, ανασηκώθηκε, πέρασε τα γόνατά της δεξιά και αριστερά από το κεφάλι του και ξανακάθισε. Το μόνο που χώριζε τώρα την περιοχή της από τα χείλη του ήταν το ημιδιάφανο μικρό ύφασμα του εσωρούχου της.

Ο Γιώργος έβγαλε τη γλώσσα του μουσκεμένη με σάλιο και την ακούμπησε πάνω στο καθαρό ύφασμα, ποτίζοντάς το. Το ύφασμα κόλλησε πάνω στα καυτά χείλη, κάνοντας το θέαμα ερεθιστικότερο. Ο Γιώργος την κοίταξε και πίεσε τη γλώσσα του στην κλειτορίδα της αναστενάζοντας ερεθισμένος.

Η άγνωστη του χαμογέλασε και πάλι ειρωνικά.

«Τς... τς… τς…» Έκανε με τα χείλη της τον χαρακτηριστικό ήχο του «Όχι ακόμη» και ανασηκώθηκε κατεβαίνοντας και πάλι στην κοιλιά του.

Έπειτα τον κοίταξε ειρωνικά, σκλήρυνε απότομα τα χαρακτηριστικά του προσώπου της, πήρε το ψαλίδι που είχε αφήσει πριν από λίγο στο κομοδίνο και χαράκωσε βίαια την μπλούζα του σε πολλές μεριές, ειδικά στις δύσκολες να σκιστούν ραφές του σχεδίου της.

«Ήσουν καλή στα οικοκυρικά στο δημοτικό;» τη ρώτησε εκείνος γελώντας.

Η άγνωστη σταμάτησε, χτύπησε πολύ δυνατά με την παλάμη της το δεξί του μάγουλο και έβαλε τα δάχτυλα του αριστερού της χεριού στον λαιμό του, πνίγοντάς τον ελεγχόμενα αλλά βίαια.

Μόλις βεβαιώθηκε πως του είχε φύγει κάθε διάθεση για γέλια, έπιασε την μπλούζα του και με μια απότομη κίνηση την τράβηξε βίαια, κάνοντάς την κουρέλι. Σηκώθηκε ξανά όρθια από πάνω του, ακούμπησε το σχεδόν αιχμηρό τακούνι της γόβας της στην κοιλιά του και άρχισε να μετακινεί το βάρος της προς εκείνο το πόδι ανεβάζοντας σιγά σιγά την πίεση στους κοιλιακούς του.

«Δε γράφει έτσι!» βόγκηξε ο Γιώργος με δυσκολία, καθώς κατέβαλλε πια μεγάλη προσπάθεια να κρατήσει τους μυς στην κοιλιά του σφιγμένους.

Ήταν φανερό πια πως η νεαρή άγνωστη γυναίκα είχε πάρει στα σοβαρά τον ρόλο της.

Α, βρε Angelina! Άμα σε πετύχω πουθενά, θα σε ξεμαλλιάσω! σκέφτηκε, καθώς είδε την άγνωστη να τινάζει το χέρι της ξεδιπλώνοντας το μαστίγιο.