Οι Ξεχωριστοί - Λάχεσις (Κεφάλαιο 41) [+18]

«Καλημέρα, Στέλλα Ξεχωριστή

Η Στέλλα ετοιμαζόταν να μπει στο διαμέρισμά της σε κάποιο ακριβό προάστιο της Χάγης, όταν άκουσε τη γνώριμη φωνή πίσω της.

«Ρόμπερτ!» κατάφερε μόνο να ψελλίσει τρομαγμένη, καθώς ο Ρόμπερτ την έσπρωξε βίαια μες στο διαμέρισμά της, κλείνοντας την πόρτα πίσω του.

Η Στέλλα γύρισε και τον κοίταξε. Το αίμα είχε χαθεί από το πρόσωπό της, καθώς κοίταζε το γεμάτο μίσος βλέμμα του.

Ο Ρόμπερτ έβγαλε από την τσέπη του το τσαλακωμένο σημείωμα που του είχε αφήσει, όταν είχε ανοίξει το χρηματοκιβώτιό του. Το ξεδίπλωσε, πλησίασε κοντά της και το έτριψε στο πρόσωπό της. Ύστερα έβγαλε από την τσέπη το πιστόλι του και το κόλλησε κάτω από το σαγόνι της οπλίζοντάς το.

«Μη... Σε παρακαλώ, μη... Να σου εξηγήσω πρώτα... Μη με σκοτώσεις!» τον παρακάλεσε εκείνη τρέμοντας.

«Δεν υπάρχει κάτι να μου πεις. Θα σε σκοτώσω. Εκτός από τα DVD της μικρής τσούλας, της έδωσες και ένα μαύρο καρνέ με σημειώσεις μου. Και γι’ αυτό το καρνέ με κυνηγούν όλοι τώρα. Όλο αυτόν τον καιρό σε έψαχνα. Αλήθεια νόμιζες πως αλλάζοντας διαμέρισμα δε θα σε έβρισκα; Θα σας σκοτώσω, Στέλλα. Πρώτα εσένα και μετά την τσούλα, την Ενριέτα, που σε έστειλε να με καταστρέψεις!» της είπε χαμηλόφωνα τραβώντας πίσω τη σφύρα του όπλου.

«Μην το κάνεις... Δεν το έδωσα πουθενά το καρνέ, μπορείς να το έχεις πίσω. Αρκεί να μη με σκοτώσεις... σε παρακαλώ!» τον ικέτευσε η Στέλλα δακρυσμένη τώρα πια.

Ο Ρόμπερτ ξανακατέβασε απαλά τη σφύρα και την άφησε να καθίσει στον καναπέ πίσω της.

«Πού το έχεις; Δώσ’ το!» της είπε άγρια συνεχίζοντας να τη σημαδεύει.

Η Στέλλα πήρε μια βαθιά ανάσα. Προσωρινά, τουλάχιστον, είχε αναβάλει τον θάνατό της. Ο Ρόμπερτ ήταν αποφασισμένος, το έβλεπε.

Ευτυχώς που τότε, στο σπίτι, είχε σκεφτεί και είχε κρατήσει το σημειωματάριο. Τα υπόλοιπα πράγματα που είχε κλέψει από το σπίτι του Ρόμπερτ είχαν ήδη μοιραστεί στα θύματά του. Στην αρχή σκέφτηκε να το καταστρέψει, αλλά, όταν το διάβασε προσεκτικά, κατάλαβε ότι αυτό το καρνέ ήταν πολύ σημαντικό. Ίσως για κάποιον να άξιζε πολλά λεφτά. Έτσι τελικά αποφάσισε να το κρατήσει σαν ένα είδος ασφάλειας ζωής και αργότερα να το πουλήσει σε όποιον έδινε τα περισσότερα.

Τώρα, μετά το αρχικό σοκ, είχε αρχίσει να σκέφτεται καθαρότερα τη θέση της. Αυτό το καρνέ ήταν ο δεσμός της με τη ζωή. Αν του το έδινε, θα τη σκότωνε έτσι και αλλιώς. Είχε έρθει η ώρα να παίξει το D.D.D.S. που τη δίδασκαν χρόνια –για άλλους, βέβαια, λόγους– οι Ξεχωριστοί.

«Δεν μπορώ να σ’ το δώσω. Είναι καλά ασφαλισμένο και αυτός που το κρατάει έχει εντολή, αν μου συμβεί τίποτα, να το παραδώσει στην αστυνομία. Για την ώρα, λοιπόν, είσαι ασφαλής, όσον αφορά τουλάχιστον αυτά που γράφει εκεί μέσα» του είπε, περιμένοντας κάποια αντίδραση.

Ο Ρόμπερτ την κοίταζε αμίλητος περιμένοντας να συνεχίσει.

«Δε θα με ρωτήσεις γιατί δεν το έδωσα, αλλά το κράτησα; Δε θα με ρωτήσεις γιατί άφησα τα χιλιάδες ευρώ που βρήκα μαζί με τα DVD; Χωρίς αυτά τα χρήματα, θα είχες ήδη πεθάνει, Ρόμπερτ, και το ξέρεις καλά αυτό! Λοιπόν, Ξεχωριστέ μου;» τον ρώτησε γλυκαίνοντας αυτήν τη φορά τη φωνή της.

Ο Ρόμπερτ την κοίταξε περιμένοντας να δει πού το πήγαινε. Εν τω μεταξύ, σκεφτόταν τι θα έκανε μαζί της. Έπρεπε να μεταχειριστεί διπλωματία, αν ήθελε να της πάρει το καρνέ. Το να χρησιμοποιήσει βία θα ήταν άσκοπο. Η Στέλλα δεν ήταν χαζή. Ήξερε πως, αν του το έδινε, θα τη σκότωνε. Άρα η Στέλλα δεν είχε τίποτα να χάσει, όσο και να τη χτυπούσε. Αυτός ο γύρος ήταν δικός της λοιπόν. Το D.D.D.S. είναι δεύτερη φύση για έναν γεννημένο Ξεχωριστό. Μπορούσε, λοιπόν, να παίξει και εκείνος πολύ καλά αυτό το ιδιότυπο Ξεχωριστό σκάκι.

«Με αγάπησες!» της απάντησε γλυκαίνοντας και εκείνος τη φωνή του ειρωνικά.

Η Στέλλα κατάλαβε το ειρωνικό του ύφος και τον κοίταξε στεναχωρημένη. Η αλήθεια ήταν πως τον ήθελε πολύ. Δεν ήξερε αν ήταν έρωτας ή ενθουσιασμός για το σεξ, πάντως δεν της ήταν αδιάφορος. Αλλά αν του έλεγε κάτι τέτοιο αυτήν τη στιγμή, ο Ρόμπερτ θα πίστευε πως τον κορόιδευε.

«Μην ειρωνεύεσαι. Εντάξει, δε σε αγάπησα κιόλας, αλλά μου άρεσε αυτό που ζήσαμε, έστω και γι’ αυτό το λίγο διάστημα» του είπε αποφασιστικά, κοιτώντας στα μάτια του, για να προβλέψει την αντίδρασή του.

«Γι’ αυτό με πρόδωσες κατ’ αυτόν τον τρόπο; Επειδή σου άρεσα, ε; Δηλαδή, αν δε σου άρεσα, τι θα μου έκανες, δηλαδή; Η αλήθεια είναι μία! Σε πλήρωσε το Ολλανδικό τσουλάκι και έκανες την ερωτευμένη μαζί μου, μέχρι να πάρεις τα DVD της. Τώρα θέλεις απλώς να γλιτώσεις το όμορφο κωλαράκι σου!» της απάντησε ξανά, συγκρατώντας με δυσκολία την οργή του.

Η Στέλλα δαγκώθηκε. Ξαφνικά συνειδητοποίησε ότι ο Ρόμπερτ πίστευε ακόμη ότι την είχε στείλει η Ενριέτα να τον παγιδέψει. Για την ώρα θα τον άφηνε να πιστεύει έτσι, λοιπόν. Η Γιάννα ήταν καλή πελάτισσα και κατά κάποιον τρόπο φίλη. Και ως πλούσια που ήταν, είχε την οικονομική δυνατότητα να την πληρώσει για το καρνέ αργότερα. Ούτως ή άλλως, η Ενριέτα προστατευόταν καλά από τους πράκτορες της πρεσβείας της. Δε θα κινδύνευε όσο η Γιάννα. Και τη Γιάννα τη χρειαζόταν.

Εκτός αν...

Μια σκέψη, ένα σχέδιο άρχισε να σχηματίζεται σε ένα από τα κουτάκια του πολύπλοκου γυναικείου εγκεφάλου της.

Η κατάσταση ήταν επικίνδυνη για εκείνη, ένα λάθος και θα μπορούσε να καταλήξει νεκρή.

Η Στέλλα σηκώθηκε από τον καναπέ, πλησίασε τον Ρόμπερτ και κάθισε στα πόδια του χαμογελώντας.

«Σου είπα! Ήρθα μαζί σου για τον λόγο που λες. Αλλά, όταν σε γνώρισα, βλαστήμησα την ώρα και τη στιγμή που δέχτηκα αυτήν την αποστολή. Γι’ αυτό άλλωστε κράτησα το καρνέ σου και δεν το έδωσα στην αστυνομία. Γι’ αυτό σου άφησα και τα λεφτά για το σκάσεις. Γι’ αυτό, τέλος, σου άφησα και το σημείωμα με την προειδοποίηση. Μιας και ανοίξαμε τα χαρτιά μας τώρα πια και μιας και είμαστε αναγκαστικά σύμμαχοι, τι μας εμποδίζει να γίνουμε και εραστές; Εκτός και αν δε σου αρέσω πια!» του είπε χαμηλόφωνα και πλησίασε τα χείλη της στα δικά του.

Ο Ρόμπερτ σηκώθηκε με μια απότομη κίνηση από την πολυθρόνα, ρίχνοντας τη Στέλλα στο πάτωμα μπροστά του.

Η ανόητη εκπαιδευμένη συνοδός τολμούσε να παίξει σε εκείνον έναν γεννημένο Ξεχωριστό το D.D.D.S.;

«Είσαι τρελή, έτσι; Πρώτον, δε σε εμπιστεύομαι μετά από ό,τι έκανες και δεύτερον δεν μπορείς να μου προσφέρεις τίποτα. Μόνο η Γιάννα Δεληπέτρου θα άξιζε σ’ εμένα, Στέλλα. Είναι όμορφη, πλούσια και είναι γεννημένη Ξεχωριστή. Μια φορά κάναμε έρωτα πριν από δέκα χρόνια στη συγκέντρωση των Ξεχωριστών και τη σκέφτομαι ακόμη. Δεν ξανασυνάντησα γυναίκα που να κάνει έρωτα όπως εκείνη. Δεν είναι απλώς Ξεχωριστή τρίτου επιπέδου, είναι γενικά τρία επίπεδα πιο ψηλά από οποιαδήποτε... και είναι Κυρία, αγαπητή Στέλλα, δεν είναι τσουλάκι πολυτελείας όπως εσύ!» της είπε συγκρατώντας τον θυμό του και ετοιμάστηκε να φύγει.

Για την ώρα, τουλάχιστον, θα την άφηνε να ζήσει. Μέχρι να σκεφτεί πιο ψύχραιμα τις επόμενες ενέργειές του. Η αστυνομία τουλάχιστον δεν τον κυνηγούσε. Χωρίς καρνέ και χωρίς κανείς να μπορεί να αποδείξει ότι ήταν και εκείνος παρών στη δολοφονία του Τζίμη στην Ελλάδα, η αστυνομία δεν είχε στοιχεία. Ο Μιχάλης δε θα μιλούσε για τίποτα στον κόσμο. Οι άγραφοι νόμοι των κακοποιών ήταν πιο σεβαστοί από τους κανονικούς νόμους. Τώρα που η Ενριέτα είχε στα χέρια της τα DVD, θα καθόταν ήσυχα. Λογικά οι Ολλανδικές μυστικές υπηρεσίες δεν το έψαχναν, λοιπόν. Έμενε μόνο το πρόβλημα του Αλέν. Αλλά θα του εξηγούσε και μετά ας καθάριζε ο Αλέν μαζί της. Εκείνος πάντως δεν είχε κανέναν λόγο να κρύβεται πια.

Η Στέλλα κρατήθηκε να μη χαμογελάσει.

Με διευκολύνεις τόσο πολύ, ηλίθιε! σκέφτηκε.

Ο Ρόμπερτ είχε ξεπεράσει εύκολα το πρώτο στάδιο της εξαπάτησής της.

Πόσο αφελείς είναι οι άντρες! Ειδικά όταν νομίζουν πως είναι έξυπνοι.

Η Στέλλα αποφάσισε να τα παίξει όλα για όλα. Έμεινε καθισμένη στο πάτωμα και τον κοίταξε οργισμένη.

«Η Γιάννα... Η όμορφη... Η μάγισσα... Η Κίρκη... Η γεννημένη Ξεχωριστή... Η υπεράνω... Η τέλεια, ε; Θέλεις, λοιπόν, να μάθεις ποιος συνέλαβε το σχέδιο και πλήρωσε αδρά για την παγίδευσή σου, Ρόμπερτ; Η Γιάννα σου! Μου έδωσε πέντε χιλιάδες ευρώ, για να σου πάρω τις ταινίες. Για να σε καταστρέψει. Μου το είπε, όταν με πλήρωνε, για να σε παγιδεύσω. Ήθελε να σε διώξει από τους Ξεχωριστούς και να ζήσει ήσυχη με τον Ξεχωριστό που αγαπάει στην Ελλάδα. Ξέρεις ότι στην επόμενη συγκέντρωση θα παραιτηθεί από τομεάρχης; Μόνο και μόνο για να αφοσιωθεί σε εκείνον... Ηλίθιε! Ξέρεις πως είναι έγκυος στο παιδί του; Το μόνο εμπόδιο για να ζήσει ήσυχη και ευτυχισμένη ήσουν εσύ και τα σχέδιά σου. Σε σιχαίνεται αν θέλεις να μάθεις και δε θα ησυχάσει αν δε σε δει στη φυλακή. Για σκέψου το... Τι της είναι η Ενριέτα και πλήρωσε πέντε χιλιάδες ευρώ, για να την ξελασπώσει; Εσένα ήθελε να καταστρέψει και τα κατάφερε! Αυτή είναι η Γιάννα σου, Ρόμπερτ. Αυτήν δεν μπορείς να ξεχάσεις!

»Εγώ είμαι τσουλάκι πολυτελείας, ε; Με εμένα τουλάχιστον ξέρεις πως ό,τι έκανα δεν ήταν προσωπικό. Δεν είχα τίποτα εναντίον σου, ήταν καθαρά μπίζνες. Πληρώθηκα για συγκεκριμένο λόγο και έκανα τη δουλειά για την οποία πληρώθηκα. Τα υπόλοιπα που σου είπα ήταν αλήθεια όμως! Σε θέλω πραγματικά, Ρόμπερτ. Δε με νοιάζει τι έχεις κάνει. Και εγώ δεν είμαι καλύτερη, το ξέρω. Εγώ όμως έχω μια δικαιολογία: μεγάλωσα μόνη μου, παλεύοντας να γίνω σίγουρα κάτι καλύτερο από αυτό που βλέπεις. Αλλά μιας και μεγάλωσα παλεύοντας στη ζωή μου, είμαι πολύ καλύτερη από τη γαμημένη «μην αγγίζετε, εύθραυστον» τσούλα που μάγεψε ακόμη και εσένα!» του είπε θυμωμένα, με τη φωνή της γεμάτη μίσος.

Η Στέλλα είχε μείνει έκπληκτη από τον ίδιο τον εαυτό της. Δεν είχε προλάβει να σκεφτεί τι θα του έλεγε. Το υποτιθέμενο σενάριο βγήκε τόσο αυθόρμητα από το στόμα της, που δεν μπορούσε παρά να μην είναι... αληθινό;

Ενδόμυχα, τα ένιωθε όλα αυτά που του είχε πει;

Κάπου μέσα της στεναχωρήθηκε με τον εαυτό της για αυτές τις σκέψεις της.

Η Γιάννα τής είχε φερθεί τόσο καλά όλα αυτά τα χρόνια που γνωρίζονταν. Την είχε βοηθήσει πολλές φορές, και αυτή...

Ο Ρόμπερτ, ακούγοντας το ξέσπασμά της, σταμάτησε απότομα, ξαναγύρισε στο κέντρο του σαλονιού και σήκωσε από το πάτωμα τη νεαρή συνοδό τραβώντας με δύναμη τα μαλλιά της. Οι πληροφορίες ήταν πάρα πολλές και προσπαθούσε ακόμη να τις συνειδητοποιήσει.

«Τη ζηλεύεις και λες ψέματα... έτσι δεν είναι;» τη ρώτησε σφίγγοντας τα δόντια του.

Η Στέλλα ελευθερώθηκε με μια απότομη κίνηση και πλησίασε ακόμα περισσότερο το πρόσωπό της στο δικό του. Τώρα που το είχε ξεκινήσει δεν μπορούσε να κάνει πίσω, ο Ρόμπερτ θα το καταλάβαινε.

«Ζηλεύω γιατί τα βρήκε όλα έτοιμα από τον άντρα της και τώρα παριστάνει την κυρία!» άρχισε να του λέει χαμηλόφωνα. «Ζηλεύω γιατί με αυτό το κυριλίκι κράτησε κοντά της τον Γιώργο. Και δεν έχεις ιδέα, φτωχέ μου Ξεχωριστέ, τι σημαίνει Γιώργος. Η Κίρκη μας κράτησε τον Οδυσσέα της κοντά της όσα χρόνια χρειάστηκε και κατάφερε να τον μαγέψει και αυτόν και να την αγαπήσει στ’ αλήθεια. Και αυτός ο Οδυσσέας δε θα φύγει ποτέ και για καμία Ιθάκη, όπως θα ήθελες εσύ, Ρόμπερτ. Αγαπιούνται! Εσύ σκέφτεσαι ακόμη μια καύλα σου πριν από δέκα χρόνια. Αυτοί αγαπιούνται στ’ αλήθεια!

»Ξέρεις τι σημαίνει αυτό; Όχι! Δεν ξέρεις... Και δεν ξέρεις... γιατί είμαστε ίδιοι εμείς οι δύο, ηλίθιε Ξεχωριστέ μου. Δε γεννηθήκαμε να αγαπάμε άλλους, παρά μόνο το συνάφι μας. Εσύ, παρ’ όλο τον τίτλο ευγενείας σου, δε θα μπορέσεις ποτέ να πουλήσεις το δήθεν μεγαλείο που πουλάει εκείνη. Ένα μεγαλείο που αγόρασε με τα λεφτά του άντρα της.

»Όσο για μένα... Ναι! Δε θα φτάσω ποτέ στο Ξεχωριστό επίπεδό της. Δεν είχα βλέπεις ποτέ τα χρήματα που χρειάζεται, για να μείνω εξάμηνα ολόκληρα στο Θιβέτ, σπουδάζοντας ανατολικές φιλοσοφίες! Ναι! Ζηλεύω, λοιπόν, έχεις δίκιο... αλλά αυτό δε σημαίνει πως όσα σου είπα πριν είναι ψέματα. Όλα αυτά μπορείς να τα διασταυρώσεις άλλωστε. Ρώτα οποιονδήποτε Ξεχωριστό στην Ευρώπη. Έχει ανακοινώσει σε όλους πως στην επόμενη συγκέντρωση θα παραιτηθεί.

»Πώς το ‘λεγες αλήθεια; Α... ναι! “Για έναν γαμημένο βρομόμπατσο”, έτσι δεν το έλεγες; Και τώρα, επειδή βαρέθηκα να σε βλέπω να με απειλείς, για να τελειώνουμε, κάνε ό,τι είναι να κάνεις. Πυροβόλησέ με και ξέχνα το καρνέ για πάντα ή έλα μες στην κρεβατοκάμαρα να μου κάνεις έρωτα! Αλλιώς άντε γαμήσου και φύγε, γιατί βαρέθηκα και εσένα και την Ξεχωριστή πουτάνα σου! Ό,τι και να αποφασίσεις, εκεί θα είμαι... θα περιμένω!» του είπε δείχνοντάς του την κρεβατοκάμαρά της.

Ύστερα τον κοίταξε υποτιμητικά και έφυγε προς το δωμάτιο. Η καρδιά της χτυπούσε δυνατά μες στο στήθος της. Στα επόμενα λεπτά ή μάλλον δευτερόλεπτα, θα μάθαινε αν η μεγαλύτερη μπλόφα της ζωής της είχε πετύχει η όχι.

Ο Ρόμπερτ είχε μείνει παγωμένος στη θέση του. Οι αποκαλύψεις της Στέλλας τον είχαν καταβάλλει ψυχικά. Ταυτόχρονα ήταν τόσο θυμωμένος που δεν μπορούσε καν να αντιδράσει. Απλώς είχε μείνει ακίνητος, με το μυαλό του άδειο και κοίταζε τη Στέλλα να απομακρύνεται.

Η Γιάννα έγκυος από τον μπάτσο! επαναλάμβανε συνεχώς στο θολωμένο του μυαλό.

Αυτό ήταν! Θα έπαιρνε την εκδίκησή του και ας ήταν το τελευταίο πράγμα που θα έκανε στη ζωή του. Πάντως η νεαρή στο υπνοδωμάτιο ήταν για την ώρα χρήσιμη... πολύ χρήσιμη.

«Δηλαδή, εσύ τώρα είσαι μαζί μου;» τη ρώτησε πλησιάζοντάς την.

Εκείνη χαμογέλασε και τον τράβηξε απαλά κοντά της, ξαπλώνοντάς τον στο κρεβάτι δίπλα της.

«Αν είμαι! Πες μου τι θες, Ξεχωριστέ μου, και θα το έχεις» του ψιθύρισε στ’ αυτί δαγκώνοντάς το πρόστυχα.

Εκείνος απομάκρυνε το πρόσωπό της και την κοίταξε βαθιά στα μάτια.

«Ξέρω ότι θα μείνει στο ξενοδοχείο της Ενριέτα, όταν θα έρθουν για τη συγκέντρωση των Ξεχωριστών. Θα το εκτιμούσα πολύ αν ήξερα τι ημέρα και ώρα θα φύγει από το ξενοδοχείο για το αεροδρόμιο, όταν τελειώσει η συγκέντρωση» της είπε χαϊδεύοντας απαλά το μάγουλό της.

Η Στέλλα χαμογέλασε αυτάρεσκα. Τα είχε καταφέρει, τελικά. Για την ώρα δεν κινδύνευε!

«Θα μάθω εγώ και θα σου πω, μωρό μου, μην ανησυχείς. Τώρα όμως θέλω τον όμορφο Ξεχωριστό σου έρωτα» του απάντησε, ενώ τα χέρια της είχαν αρχίσει ήδη χαϊδεύουν το πέος του πάνω από το παντελόνι του.

«Μπα! Νόμιζα πως ο Γιώργος ήταν ο καλύτερος, έτσι δεν είπες;» τη ρώτησε ειρωνικά.

«Γάμα τον αυτόν τον βλάκα! Ήταν ο καλύτερος. Μέχρι που έμπλεξε σε αγάπες με την ξανθόψειρα!» του απάντησε δήθεν θυμωμένα.

 

Τρεις ώρες αργότερα η Στέλλα σηκώθηκε νωχελικά από το κρεβάτι της. Ο Ρόμπερτ είχε φύγει πριν από λίγο και εκείνη αισθανόταν μια γλυκιά χαλάρωση.

Αχ... γιατί τα πράγματα να μην ήταν αλλιώς. Θα μπορούσε και εκείνη να ζήσει τον έρωτά της με τον Ρόμπερτ. Θα...

Τι μαλακίες σκέφτεσαι, μάλωσε τον εαυτό της.

Πήγε στο καθιστικό, πήρε το κινητό της στα χέρια της και σχημάτισε τον αριθμό του κινητού της Γιάννας.