Storm (Κεφάλαιο 10)

Σήμερα ξεκινούσαν επισήμως οι προπονήσεις της ομάδας του λακρός. Η Έμιλι δεν είχε προπόνηση με την ομάδα της κολύμβησης και προτίμησε να μη γυρίσει στο σπίτι. Η Ντέμυ, που μόλις είχε τελειώσει με την ομάδα του βόλεϊ, κάθισε δίπλα στην Έμιλι στις κερκίδες του γηπέδου.

«Άργησα;» ρώτησε ελαφρώς λαχανιασμένη η Ντέμυ.

«Δεν έχουν καν αρχίσει» απάντησε η Έμιλι, στέλνοντας μηνύματα στο κινητό της.

«Δε θα με ρωτήσεις πώς πήγε η προπόνηση;»

«Πώς πήγε η προπόνηση;» ρώτησε μηχανικά η Έμιλι απαντώντας σε ένα μήνυμα.

«Χάλια. Ο προπονητής άρχισε να μας βρίζει. Μας έστησε σε μια γωνιά και μας άρχισε στις μπουνιές. Και μετά ήρθε ο Flash και μας έσωσε, αλλά μετά εμφανίστηκε ένας δράκος και τον έκανε ψητό στα κάρβουνα» απάντησε η Ντέμυ. Η προπόνηση είχε πάει μια χαρά και η ομάδα ήταν έτοιμη για τον αγώνα της επόμενης εβδομάδας, μα έλεγε βλακείες, για να δει αν όντως η Έμιλι την πρόσεχε.

«Α, χα! Μπράβο, μπράβο» απάντησε η Έμιλι, πληκτρολογώντας στην οθόνη του κινητού της. Σαφώς και το μόνο που άκουγε ήταν η φωνή της Ντέμυ να μιλάει. Τι έλεγε ήταν άνευ σημασίας.

«Σοβαρά τώρα, δεν άκουσες τίποτα απ’ όσα σου είπα;» τη ρώτησε λιγάκι εκνευρισμένη.

«Τι λες τώρα; Φυσικά και σε άκουσα, Ντι. Ότι ο προπονητής σας έβριζε και σας χτυπούσε και μετά ήρθε…» Ξαφνικά σταμάτησε. «Συγγνώμη;»

«Από την εκδρομή στο δάσος τα έχεις λιγάκι χαμένα. Τουλάχιστον είστε και επισήμως μαζί με τον Μάικλ ή παίζει μαζί σου;»

«Ντι, έλα τώρα. Ξέρεις πως ο Μάικλ δεν είναι τίποτα απ’ αυτά που νομίζαμε. Το ξέρεις καλύτερα κι από εμένα».

«Δεν απάντησες στην ερώτησή μου».

«Υποθέτω πως ναι;»

«Καλά θα κάνεις να σιγουρευτείς πως είστε όντως ζευγάρι, πριν κάνεις κάτι που δε διορθώνεται. Αν καταλαβαίνεις τι εννοώ».

Η Έμιλι κλείδωσε το κινητό της. «Κατάλαβα».

Τα αγόρια μπήκαν στο γήπεδο. Η Έμιλι εντόπισε τον Μάικλ. Φορούσε μια μαύρη φόρμα και μια γκρι μπλούζα με μακριά μανίκια. Ο καιρός την άνοιξη παίζει πολλά παιχνίδια και αρκετοί συμπαίχτες του Μάικλ ήταν άρρωστοι. Άρχισαν να τρέχουν.

«Πιστεύεις πως δεν το έχει κάνει;» ρώτησε ψιθυριστά η Έμιλι την Ντέμυ. Ευτυχώς που είχαν καθίσει εντελώς πίσω, γιατί είχαν έρθει αρκετά παιδιά για να παρακολουθήσουν την προπόνηση.

«Ποιος; Και τι;» ρώτησε ξαφνιασμένη η Ντέμυ.

«Ο Μάικλ. Λες να το έχει κάνει;»

«Πού να ξέρω ρε, Έμς; Αν και πιστεύω πως όχι. Ο Μάικλ ανακάλυψε πως η Ντενίζ ήταν Σκοτεινή και τη χώρισε».

«Τι; Η Ντενίζ Κρέιν, Σκοτεινή; Καθόλου παράξενο. Αλλά ξέρεις η Ντενίζ είναι λιγάκι… Πώς να το θέσω…»

«Πουτάνα;» τη διέκοψε η Ντέμυ.

«Αυτό ακριβώς. Κι αν τον αποπλάνησε;»

«Τότε η πρώτη σου φορά θα είναι με κάποιον έμπειρο».

«Γιατί σου μιλάω για αυτά;»

«Γιατί είμαι η κολλητή σου;»

«Σωστό κι αυτό. Αλλά ούτε που θέλω να το σκέφτομαι».

«Την Ντενίζ με τον Μάικλ;»

«Για όνομα του Θεού, σταμάτα να μιλάς».

Η Ντέμυ χαχάνισε.



«Είναι μαζί της;» ρώτησε ο Άλεξ καθώς έτρεχε δίπλα με τον Μάικλ.

«Δεν ξέρω, ρε φίλε. Ίσως» απάντησε ο Μάικλ.

«Ρε Μάικ, μόνο για την Έμιλι κοίταξες στις κερκίδες;» ρώτησε ενοχλημένος ο Άλεξ.

«Ναι;! Για ποιον άλλο λόγο να κοιτάξω στις κερκίδες; Μόνο για την κοπέλα μου θα κοιτάξω, όχι για την κοπέλα που γουστάρει ο κολλητός μου».

«Δε γουστάρω την Ντέμυ» αντέτεινε εκνευρισμένος ο Άλεξ.

«Σοβαρά; Και γιατί φαγώθηκες να μάθεις αν ήρθε ή όχι;»

«Γιατί με εκνευρίζει. Μου πάει συνέχεια κόντρα».

«Αν θυμάμαι καλά κι εσύ της πηγαίνεις κόντρα».

«Μόνο επειδή μου πηγαίνει εκείνη».

«Και τι ακριβώς θες από εκείνη; Να σε μισήσει τόσο πολύ που να μη σου μιλήσει για τον επόμενο ενάμιση χρόνο;»

«Εμ… Εγώ…»

«Σου αρέσει η Ντέμυ, Άλεξ. Το ξέρω αυτό το βλέμμα».

«Ποιο βλέμμα;»

Ο Μάικλ γύρισε και κοίταξε την Έμιλι στις κερκίδες. Της χαμογέλασε γλυκά.

«Αυτό το βλέμμα» είπε στον εαυτό του ο Άλεξ.

«Ναι, φίλε μου, αυτό το βλέμμα. Και αν σου αρέσει, πρέπει να αλλάξεις τακτική. Διότι έτσι όπως πας θα καταλήξεις να είσαι ο κόπανος που θα μισεί και θα μιλάει στα παιδιά της».

«Θα μιλάει στα παιδιά της για εμένα;» ρώτησε λιγάκι ενθουσιασμένος ο Άλεξ.

«Ναι. Και πίστεψέ με, δε θα λέει καλά λόγια. Θα μοιάζει με μάθημα: ποιους τύπους να αποφύγεις στο λύκειο».

«Μα γιατί;»

Ο Μάικλ στριφογύρισε τα μάτια του και επιτάχυνε. «Βρες μόνος σου την απάντηση» του φώναξε καθώς τον άφηνε πίσω του.



«Τι τρέχει με τον Άλεξ;» αναρωτήθηκε η Έμιλι. «Από την εκδρομή είναι λιγάκι… ενοχλημένος».

«Με ποιον;»

«Με τον Σαμ νομίζω».

«Μα είναι κολλητός του».

«Κάτι θα έκανε. Αλλά τώρα τελευταία…»

«Έχει γίνει περισσότερος κόπανος απέναντί μου» τη διέκοψε η Ντέμυ αρκετά εκνευρισμένη. «Αυτά συμβαίνουν όταν δουλεύει κάθε βράδυ το χέρι του. Απορώ αν ποτέ βρεθεί καμία κοπέλα που θα γυρίσει να τον κοιτάξει».

«Έι, σκύλα» είπε γελώντας η Έμιλι. «Χαλάρωσε λιγάκι. Μια χαρά κούκλος είναι ο Άλεξ».

«Μήπως ο Μάικλ πρέπει να ανησυχεί;» ρώτησε ειρωνικά η Ντέμυ σηκώνοντας το φρύδι της.

«Για όνομα του Θεού, Ντι… Ξέρεις ότι δεν είναι του γούστου μου. Και σαν τον Μάικλ δεν υπάρχει κανείς».

«Αίσχος. Τρέχουν μέλια από το στόμα σου, όταν μιλάς για τον Μάικλ».

«Μήπως κι εσένα δουλεύει το χέρι σου κάθε βράδυ;»

«Δε θα σου απαντήσω καν!» απάντησε γελώντας η Ντέμυ.

Πάντα έτσι μιλούσαν μεταξύ τους. Κάποιος που δεν τις ήξερε, μπορούσε να συμπεράνει κάλλιστα πως η μια μισεί την άλλη, πως είναι θανάσιμοι εχθροί, αλλά δεν εννοούσαν όσα έλεγαν.

«Νομίζω πως του αρέσεις» είπε η Έμιλι μετά από ένα διάστημα σιωπής.

«Στον Μάικλ;» ρώτησε τρομοκρατημένη η Ντέμυ.

«Για όνομα, Ντι… Στον Άλεξ». Η Ντέμυ γούρλωσε τα μάτια της και πήρε μια αηδιασμένη γκριμάτσα.

«Τι; Πώς σου ήρθε αυτό;» τη ρώτησε τρομοκρατημένη.

«Τώρα που το σκέφτομαι όλα βγάζουν νόημα! Ο Άλεξ είναι νευριασμένος με τον Σαμ, γιατί τα έπινε μαζί σου στην εκδρομή και χαχανίζατε. Νομίζει ότι θες τον Σαμ, ενώ εκείνος σε θέλει και ο Σαμ πολύ πιθανόν να το γνωρίζει. Είμαι ιδιοφυία!»

«Έι, Σέρλοκ, δε νομίζεις πως το έχεις παρατραβήξει;»

«Η αλήθεια σε ενοχλεί, έτσι;»

«Η βλακεία με ενοχλεί» είπε και δεν της απάντησε. Μόνο γέλασε. Είχε πετύχει διάνα.



Όταν τελείωσαν την προθέρμανση, πήραν τα μπαστούνια τους και μπήκαν στο γήπεδο.

«Ρέιμαν!» φώναξε ο προπονητής μπαίνοντας στο γήπεδο.

«Μάλιστα, κύριε» φώναξε ο Μέισον Ρέιμαν.

«Στο τέρμα» είπε ο προπονητής.

«Εγώ; Γιατί;» ρώτησε ξαφνιασμένος ο Μέισον.

«Γιατί είσαι αίσχος στο τέρμα και είπα να ξεκινήσουμε την πρώτη μας προπόνηση δίνοντας μια αισιόδοξη ώθηση στην ομάδα για τον φιλικό αγώνα με το Σάιντ Τζούντς την άλλη εβδομάδα» απάντησε ο προπονητής γελώντας. «Ακόμα εδώ είσαι;» του φώναξε.

Ο Μέισον έτρεξε, πήρε το κράνος του και πήγε στο τέρμα. Τα αγόρια μπήκαν στη σειρά.

«Μάικ, σε παρακαλώ, ρε φίλε» είπε παρακλητικά ο Άλεξ που μπήκε επίτηδες πίσω από τον Μάικλ.

«Ούτε να το σκέφτεσαι» απάντησε ο Μάικλ απότομα.

«Μια χάρη σου ζήτησα».

Ο Σάιμον γύρισε πίσω γελώντας. «Ναι. Και τι χάρη. Να ανοίξει τα ποτιστικά του γηπέδου, για να βρεχτεί η μπλούζα σου, έτσι ώστε να τη βγάλεις και να δείξεις τους κοιλιακούς σου στη Σόουλς».

«Γκέιλς! Κουνήσου, μουλάρι» φώναξε ο προπονητής.

«Μάικ, έλα τώρα. Δε θα γίνει και τίποτα».

«Καλά. Αλλά αν συνεχίσεις να είσαι κόπανος απέναντί της, όσο περνάει από το χέρι μου, δε θα τα φτιάξεις ποτέ μαζί της. Κατάλαβες;» Κούνησε έντονα το κεφάλι θετικά.

«Ντάνιελς! Θέλεις ειδική πρόσκληση για να ρίξεις;» φώναξε υστερικά ο προπονητής.

«Μα καλά τι συμβαίνει και φωνάζει έτσι;» ρώτησε η Έμιλι.

«Μάλλον τίποτα» απάντησε η Ντέμυ και γέλασαν. Μάλλον είχε δίκιο.

Ο Μάικλ έριξε και όπως ήταν αναμενόμενο ο Μέισον δεν έπιασε την μπάλα. Άρχισε να κατευθύνεται προς το τέλος της γραμμής, μα πρώτα έριξε ένα βλέμμα στον Άλεξ. Τα μάτια του Μάικλ έγιναν μπλε και νερό άρχισε να πετάγεται από παντού. Ο προπονητής άρχισε να τρέχει έξω από το γήπεδο φωνάζοντας υστερικά.

«Ποιος ηλίθιος άνοιξε τα ποτιστικά;» Όλα τα παιδιά στις κερκίδες άρχισαν να γελούν.

«Βουλώστε το, σκασμένα» φώναξε νευριασμένος ο προπονητής φεύγοντας από το γήπεδο.

Ο Άλεξ σιγουρεύτηκε πως η μπλούζα του είχε βρεχθεί αρκετά. Είχε κολλήσει πάνω στο σώμα του. Προχώρησε προς τις κερκίδες και την έβγαλε αργά, αποκαλύπτοντας το γυμνασμένο του σώμα. Κοίταξε την Ντέμυ χαμογελώντας της παιχνιδιάρικα και πήρε μια πετσέτα από τον πάγκο. Τα υπόλοιπα κορίτσια στις κερκίδες παραληρούσαν από το θέαμα.

«Ακόμα πιστεύεις πως δεν του αρέσεις;» ρώτησε η Έμιλι θριαμβευτικά.

«Δεν έχω ιδέα πλέον» απάντησε άναυδη η Ντέμυ κοιτάζοντας τον Άλεξ να σκουπίζει το στέρνο του και έπειτα να περνάει την πετσέτα γύρω από τον λαιμό του.

«Τσακιστείτε μέσα τώρα! Δεν έχω σκοπό να μείνω χωρίς ομάδα στον αγώνα» ούρλιαξε ο προπονητής και όλη η ομάδα έτρεξε μέσα στα αποδυτήρια.

«Έχω πάει σε τόσες και τόσες προπονήσεις… Αυτή ήταν μακράν η καλύτερη» είπε η Έμιλι καθώς σηκωνόταν.

«Εγώ θα φύγω. Πρέπει να διαβάσω για το τεστ στην Άλγεβρα» είπε η Ντέμυ και σηκώθηκε περνώντας τον σάκο της στον ώμο της.

«Εγώ θα περάσω λιγάκι από τα αποδυτήρια να δω τον Μάικλ. Θα τα πούμε αύριο».



Η Έμιλι μπήκε από την κεντρική πύλη του σχολείου και κατευθύνθηκε στα αποδυτήρια των αγοριών. Τη στιγμή που έστριβε σε έναν διάδρομο συνάντησε την Κέιτ.

«Τι θες;» τη ρώτησε απότομα.

«Τι σου δίνει την εντύπωση πως θέλω να σου πω κάτι;» τη ρώτησε παιχνιδιάρικα η Κέιτ.

«Συγγνώμη που δεν έχω όρεξη για τα παιχνίδια σου, Κάθριν… Λέω να πάω να βρω το αγόρι μου».

«Από κόπανος τώρα έγινε το αγόρι σου. Ποιος είναι διπρόσωπος, Έμς;»

«Μη με ξανά πεις Έμς. Κατάλαβες; Έμς με αποκαλεί μόνο η οικογένειά μου και οι κολλητοί μου. Και εσύ δεν ανήκεις σε καμία κατηγορία πλέον. Βασικά για να το θέσω καλύτερα… Μη μου απευθύνεις ποτέ ξανά τον λόγο. Από εδώ και πέρα παύω να μιλάω με διπρόσωπες πουτάνες».

«Γλυκιά μου, ποτέ δε θέλησα να είμαι σε καμία κατηγορία. Ποτέ δεν ήμουν. Εσύ πίστευες πως ήμουν κολλητή σου, όχι εγώ. Κι αν θες να ξέρεις, πληρώνομαι πολύ καλά… για πουτάνα».

«Τουλάχιστον το παραδέχεσαι επιτέλους! Μα πού είναι το σκυλάκι σου, η Σκάιλερ; Ξέχασες να δέσεις το λουρί της στο δέντρο και σου έφυγε; Μην ανησυχείς… Θα επιστρέψει. Τα σκυλιά έχουν εξαιρετική όσφρηση. Ειδικά όταν ο ιδιοκτήτης τους φοράει φτηνιάρικα αρώματα όπως εσύ».

«Τα σχόλιά σου δε με αγγίζουν… Το μόνο που ήρθα να σου πω είναι να πείσεις το αγόρι σου να μην παίξει στον φιλικό με το Σάιντ Τζούντς κι αυτό, γλυκιά μου, πίστεψέ με, δε θα είναι μονάχα μια απειλή».

«Όσα σκυλιά γαυγίζουν να ξέρεις πως δε δαγκώνουν. Κι αυτή τη στιγμή, Κέιτ, γαυγίζεις. Και γαυγίζεις άσχημα. Ο Μάικλ θα παίξει στον φιλικό με το Σάιντ Τζούντς και εσύ μπορείς να συνεχίσεις να γαυγίζεις για όσο θες. Α! Και αν θες πέρνα από το σπίτι μου σήμερα. Θα σου έχω αφήσει ένα μπολάκι στην αυλή με σκυλοτροφή» είπε η Έμιλι και προχώρησε. «Σκύλα» φώναξε πίσω της.



Όταν έφτασε στα αποδυτήρια όλα τα παιδία είχαν φύγει. Η Έμιλι χτύπησε την πόρτα.

«Μάικ; Είσαι εδώ;» φώναξε.

Ο Μάικλ βρέθηκε μπροστά της κρατώντας στα χέρια του μια πετσέτα. Μόλις είχε βγει από το ντούζ και είχε φορέσει μια γκρι φόρμα. Από τη μέση και πάνω ήταν γυμνός και νερά έτρεχαν στο σώμα του από τα βρεγμένα του μαλλιά.

«Έι, έλα εδώ» της είπε γλυκά περνώντας την πετσέτα γύρω από τον λαιμό του. Εκείνη πλησίασε διστακτικά.

«Είμαστε μόνοι μας» της είπε τυλίγοντάς τη στην αγκαλιά του.

«Με βρέχεις» του απάντησε.

«Είναι κακό αυτό;»

«Όχι» του απάντησε χαμογελώντας. «Γιατί ψιθυρίζουμε;»

«Γιατί έτσι ακούγομαι πιο σέξι. Δεν ακούγομαι;»

«Ίσως…»

«Πού θέλει η κοπέλα μου να βγει απόψε;»

«Η κοπέλα σου;»

«Η κοπέλα μου, ναι» είπε και ανασήκωσε τους ώμους. «Νόμιζα πως είμαστε στην ίδια σελίδα».

«Ε; Ναι. Ναι… Δεν ξέρω, όπου θέλεις εσύ» είπε μπερδεμένα.

«Δείπνο στη λίμνη. Θα περάσω να σε πάρω στις εννιά».

«Και μετά το δείπνο…»

«Ναι;» τη διέκοψε ενθουσιασμένος ο Μάικλ.

«Θα διαβάσουμε για το τεστ στην Άλγεβρα».

«Ουάου… Ξέρεις να χαλάς τη στιγμή!»

«Ένα από τα χιλιάδες χαρίσματά μου».

Ο Μάικλ πλησίασε το πρόσωπο του στο δικό της και άρχισε να τη φιλάει. Η Έμιλι πέρασε το χέρι της μέσα από τα βρεγμένα του μαλλιά.

«Πολύ καλύτερα από το όνειρο, ε;» τη ρώτησε γελώντας.

«Πάρα πολύ καλύτερα!» του απάντησε και συνέχισαν να φιλιούνται.

Rene Rafael