Storm (Κεφάλαιο 13)

Επιτέλους οι ανοιξιάτικες διακοπές είχαν έρθει… Οι δευτεροετείς είχαν κιόλας κανονίσει να κάνουν πάρτι στο καινούργιο κλαμπ που είχε ανοίξει λίγους μήνες πριν. Στην ουσία, το κλαμπ ήταν μια παλιά αποθήκη στην άκρη της πόλης. Είχαν καλέσει όλες τις τάξεις του λυκείου. Όπως πάντα, είχαν έρθει και μερικά παιδιά από το γυμνάσιο -ακάλεστα.

Παρόλο που ο Μάικλ πρότεινε στην Έμιλι να πάνε μαζί στο πάρτι, εκείνη πήγε με τις κολλητές της. Τα πέντε κορίτσια μπήκαν στο κλαμπ και κάθισαν στους καναπέδες.

«Θα έρθει και ο Μάικλ μαζί μας;» ρώτησε η Φαίη.

«Ναι. Θα έρθουν και τα παιδιά μαζί… Ελπίζω να μην έχετε πρόβλημα» απάντησε η Έμιλι.

«Όχι» απάντησαν η Πένι και η Φαίη μαζί.

«Εγώ έχω πρόβλημα» απάντησε ξερά η Ντέμυ.

«Ντι, έλα τώρα!» είπε εκνευρισμένη η Έμιλι. «Τι σου έχει κάνει πια ο Άλεξ και τον μισείς;»



«Αυτός είναι το πρόβλημα. Όλα πάνω του, ο τρόπος που μιλάει, ο τρόπος που περπατάει, που νομίζει ότι είναι μοντέλο του Calvin Klein… Που πιστεύει πως μπορεί να έχει οποιαδήποτε κοπέλα θελήσει. Είναι εκνευριστικός» απάντησε η Ντέμυ.

«Ναι, αλλά είναι κολλητός του Μάικλ από το γυμνάσιο, Ντι, και κάνετε αρκετή παρέα απ’ όσο θυμάμαι… Πώς γίνεται να κάνεις παρέα μαζί του και παράλληλα να τον μισείς;» ρώτησε η Φαίη.

«Δυστυχώς τυχαίνει να κάνει παρέα με καλύτερα παιδία και τον ανέχομαι» απάντησε η Ντέμυ. Η Πένι σήκωσε το ένα της φρύδι και την κοίταξε παιχνιδιάρικα.

«Τον ανέχεσαι ή τον θες και δε μας το λες;»

«Αν ποτέ σας πω ότι θέλω τον Άλεξ, σας παρακαλώ, πυροβολήστε με!» απάντησε ενοχλημένη η Ντέμυ. Σηκώθηκε από τον καναπέ και πήρε το τσαντάκι της.

«Εγώ πάω να πάρω ένα ποτό, θέλει καμία;» ρώτησε.

«Έρχομαι εγώ» είπε η Πένι και σηκώθηκε από τον καναπέ ακολουθώντας τη.

Καθώς η Ντέμυ και η Πένι περίμεναν στην μπάρα για να παραγγείλουν το ποτό τους, η Πένι ένιωσε ένα χέρι στον ώμο της. Γύρισε πίσω και είδε τον Σάιμον με τον Άλεξ. Αμέσως τους χαιρέτησε χαμογελαστή.

«Γεια σας, κορίτσια» είπε ο Σάιμον.

«Γεια σου, Ντέμυ. Δε θα μας χαιρετήσεις;» ρώτησε παιχνιδιάρικα ο Άλεξ.

Η Ντέμυ δεν τους είχε δώσει σημασία, παρόλο που είχε ακούσει τις φωνές των δυο αγοριών.

«Γεια σου Σάιμον» απάντησε εξακολουθώντας να έχει γυρισμένη την πλάτη της στα δυο αγόρια. Ο Άλεξ γέλασε εκνευρισμένος.

«Τι κάνετε εδώ πέρα;» ρώτησε ο Άλεξ την Πένι.

«Περιμένουμε το λεωφορείο» απάντησε ειρωνικά η Ντέμυ.

Ο Σάιμον πλησίασε την Πένι.

«Αυτοί οι δυο θα τσακωθούν πάλι» της ψιθύρισε. Η Πένι γέλασε.

«Το ξέρω. Κάθε φορά τα ίδια κάνουν».

Μόλις το παιδί που στεκόταν δίπλα στην Πένι έφυγε, ο Σάιμον βιάστηκε να πάρει τη θέση του δίπλα της.

«Πού σκοπεύεις να πας για τις ανοιξιάτικες διακοπές;» τη ρώτησε.

«Οι γονείς μου έχουν εξοχικό στη Σάντα Κρουζ και φέτος θα πάμε μαζί με τα κορίτσια».

«Αλήθεια; Μη μου πεις ότι είναι κοντά στις φυσικές γέφυρες;»

«Ναι. Γιατί;»

«Έχουμε και εμείς εξοχικό εκεί».

«Αλήθεια; Τέλεια! Θα πας κι εσύ εκεί για τις ανοιξιάτικες διακοπές;»

«Ναι, είχαμε την ίδια σκέψη με τα παιδιά. Οπότε μάλλον θα συναντηθούμε εκεί».

«Τέλεια! Ξέρεις κάτι; Ας μην τους το πούμε. Τι λες;»

«Νομίζω πως θα συμφωνήσω. Γιατί αυτοί οι δυο δεν τα πάνε καθόλου καλά μεταξύ τους» είπε δείχνοντας την Ντέμυ και τον Άλεξ. «Δε θέλω να μας χαλάσουν τα σχέδια».

«Μυρίζομαι καυγά» ψιθύρισε η Πένι.

«Ντι, γιατί δε μου μιλάς;» ρώτησε ο Άλεξ.

«Νομίζω πως έχω το προνόμιο να μιλάω σε όποιον θέλω. Κι αυτή τη στιγμή δεν έχω όρεξη να σου μιλήσω. Βασικά δε θέλω να σου μιλάω γενικά, αλλά τέλος πάντων» είπε η Ντέμυ παίρνοντας το ποτό που είχε παραγγείλει από τον μπάρμαν.

«Έκανα κάτι;»

Η Ντέμυ γύρισε για να φύγει αλλά σταμάτησε. Του χαμογέλασε ειρωνικά.

«Ναι. Υπάρχεις» του απάντησε και έφυγε.

Ο Άλεξ βάρεσε απαλά το χέρι του στην μπάρα και την ακολούθησε.

«Μπορούμε τουλάχιστον να μιλήσουμε;» τη ρώτησε ακολουθώντας τη. Η Ντέμυ προσποιήθηκε πως δεν άκουσε τίποτα.

«Ντέμυ!» της φώναξε νευριασμένος.

Η Ντέμυ γύρισε απότομα.

«Έξω» του απάντησε επιθετικά.

Βγήκαν από την πίσω πόρτα και βρέθηκαν σε έναν ανοιχτό χώρο παρκαρισμένο με αυτοκίνητα.

«Τι; Τι θες; Μίλα!» του φώναξε η Ντέμυ ακουμπώντας το ποτήρι με το ποτό της στην οροφή ενός αυτοκινήτου.

«Θέλω να μιλήσουμε» της απάντησε ήρεμα.

«Θες να μιλήσουμε;» φώναξε η Ντέμυ αγανακτισμένη. «Ωραία… Θα μιλήσουμε. Θες να μάθεις γιατί σου συμπεριφέρομαι έτσι, ε; Ας ξεκινήσω με το γεγονός ότι είσαι μια μεγάλη ψωνάρα. Δεν έχω γνωρίσει πιο ψωνισμένο άτομο από εσένα. Νομίζεις πως είσαι μοντέλο του Calvin Klein, πιστεύεις ότι όλα τα αγόρια σε ζηλεύουν και πως όλα τα κορίτσια σε θέλουν. Νομίζεις ότι μπορείς να έχεις όποιο κορίτσι θες. Νομίζεις ότι έχεις όλο το πακέτο και για αυτό δε χρειάζεται να κάνεις τίποτα άλλο».

«Μα αυτό ισχύει».

«Θεέ μου! Πόσο ηλιθιότητα του έδωσες;» αναφώνησε η Ντέμυ πιάνοντας το μέτωπό της. «Ακούς τι λες;»

«Με δουλεύεις, κοπέλα μου; Μου φέρεσαι έτσι επειδή είμαι κούκλος;»

«Σου φέρομαι έτσι επειδή πιστεύεις ότι μπορείς να με ρίξεις με τους κοιλιακούς σου και το γυμνασμένο σου σώμα. Πιστεύεις ότι μπορείς να με ρίξεις με το να παίζεις το χαρτί του σέξι μαθητή».

«Πες μου κιόλας πως δε σου αρέσω! Σε είδα πως με κοιτούσες στην προπόνηση». Τώρα κι εκείνος ύψωσε τη φωνή του.

«Για όνομα του Θεού! Ούτε καν! Άσε με να σου το πω με απλά λογάκια, για να το καταλάβεις. Τα αγοράκια που έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους δεν είναι ο τύπος μου. Τα αγοράκια που με την οποιαδήποτε ευκαιρία θα βγάλουν την μπλούζα τους, για να μου δείξουν ότι είναι γυμνασμένοι δε μου αρέσουν. Γενικά αυτοί που παίζουν με τα αισθήματα των άλλων μόνο και μόνο για να τονίσουν τον εγωισμό τους με αφήνουν παγερά αδιάφορη. Κι εσύ, Πάρκερ, είσαι από όλα. Αν πιστεύεις ότι σε γουστάρω, κάνεις μεγάλο λάθος» ξέσπασε.

«Νομίζεις πως έβγαλα την μπλούζα μου στην προπόνηση για εσένα; Ποιος έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του τώρα; Κι όπως εσύ δε γουστάρεις αγόρια του δικού μου τύπου, έτσι κι εγώ δε γουστάρω κοπέλες του δικού σου τύπου. Εγώ γουστάρω κοπέλες που δεν είναι σκύλες σαν εσένα είκοσι τέσσερεις ώρες το εικοσιτετράωρο. Γουστάρω κοπέλες που με θέλουν, μου το δείχνουν και δεν τους νοιάζει τίποτα. Γουστάρω κοπέλες που δε τους νοιάξει να πληγωθούν. Δε γουστάρω ψώνια, δε γουστάρω κοπέλες σαν εσένα. Γουστάρω γυναίκες που ξέρουν τι θέλουν».

«Ξέρω τι θέλω, παλιομαλάκα! Αλλά από εσένα δε θέλω τίποτα!» ούρλιαξε η Ντέμυ.

Οι δυο τους έμειναν για λίγο σιωπηλοί κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο.

Η Ντέμυ γύρισε και πήρε το τσαντάκι της από το παρμπρίζ του αυτοκινήτου.

«Πάλι καλά που πήρα και το τσαντάκι μου μαζί. Δεν είχα όρεξη να μείνω παραπάνω σε αυτό το πάρτι και να σε ανέχομαι» είπε παίρνοντας το ποτήρι από την οροφή του αυτοκινήτου.

«Συγγνώμη» είπε απολογητικά ο Άλεξ.

Η Ντέμυ ήπιε μια γουλιά από το ποτό.

«Να πας στον διάολο!» του απάντησε χαμηλόφωνα με έντονη πικρία, καθώς περνούσε από δίπλα του. Μπήκε στο αυτοκίνητό της και έφυγε.





Μέσα στο κλαμπ η Έμιλι και ο Μάικλ είχαν καθίσει σε έναν καναπέ όσο οι υπόλοιποι χόρευαν ξέφρενα στον ρυθμό της μουσικής.

«Σίγουρα δε θες να χορέψουμε;» ρώτησε ο Μάικλ.

«Ναι. Εξάλλου ήθελα να μείνουμε λιγάκι μόνοι».

«Αυτό δεν το λες και εντελώς μόνοι» είπε ο Μάικλ δείχνοντας γύρω του. Όλα τα γύρω τραπέζια ήταν πιασμένα και γεμάτα παιδιά.

«Ανησυχώ».

«Για ποιον λόγο;»

«Πως οι Σκοτεινοί θα κάνουν κάτι για να χαλάσουν το πάρτι».

«Έλα τώρα… Δεν μπορείς να ανησυχείς όλη την ώρα για το αν θα κάνουν κάτι οι Σκοτεινοί».

«Φωτιά!» φώναξαν αρκετά άτομα και έτρεξαν προς την είσοδο, ένα δευτερόλεπτο αφού ο Μάικλ ολοκλήρωσε. Ουρλιαχτά ακουστήκαν.

«Για ακόμα μια φορά, είχα δίκιο» είπε ξέπνοα η Έμιλι. Είχε εντοπίσει στο βάθος του κλαμπ την Κέιτ και τη Σκάιλερ. Οι τελευταίες τους πλησίασαν νωχελικά και σταμάτησαν μόλις πενήντα μέτρα περίπου μακριά. Περίμεναν το κλαμπ να αδειάσει και μετά μίλησαν.

«Τι όμορφη εικόνα» είπε ειρωνικά.

«Τι θες, Κέιτ;» ρώτησε επιθετικά ο Μάικλ.

«Τι θέλω; Μα αυτό είναι προφανές! Θέλω εσένα νεκρό. Και την Έμιλι Σκοτεινή».

«Ούτε το ένα άλλα ούτε και το άλλο θα συμβούν σήμερα. Συγγνώμη, τα αιτήματά σου απορρίπτονται» απάντησε η Έμιλι και όλο το αλκοόλ στην μπάρα εκτοξεύτηκε προς διάφορες κατευθύνσεις. Με μια κίνηση έβαλε φωτιά.

«Ωραία! Τότε θα γίνει με τον δύσκολο τρόπο» είπε η Κέιτ. «Σκάι!»

Με τη δύναμή της η Κέιτ δυνάμωσε υπερβολικά τη φωτιά, εμποδίζοντας την Έμιλι και τον Μάικλ να δουν τι έκαναν η Σκάιλερ και η Κέιτ.

Η Έμιλι περίμενε την επόμενη κίνησή τους κοιτάζοντας επίμονα μέσα στη φωτιά. Ξαφνικά τέσσερα μεγάλα κλαδιά ξεπετάχτηκαν με τρομερή ταχύτητα.

«Μάικ, πάγο» αναφώνησε η Έμιλι.

Ο Μάικλ αστραπιαία πάγωσε τα κλαδιά με πάγο και η Έμιλι με το στοιχείο του αέρα τα διέλυσε σε θρύψαλα. Έπειτα με μια κίνηση άνοιξε τη βρύση στην μπάρα σβήνοντας τη φωτιά.

«Εξακολουθείς να μη θες να έρθεις μαζί μας;» ρώτησε η Κέιτ.

«Με μερικά ηλίθια κολπάκια πιστεύεις ότι θα με πείσεις να έρθω; Κάνεις σαν μικρό παιδί».

«Εγώ το μόνο που θέλω είναι να σε κάνω να καταλάβεις πως δεν ανήκεις μαζί τους».

«Δε νομίζω πως το πετυχαίνεις όμως. Το μόνο που κάνεις είναι να μου αποδεικνύεις το πόσο απελπισμένοι είναι οι Σκοτεινοί».

«Δεν είμαστε απελπισμένοι» είπε ύπουλα η Σκάιλερ. «Απλά σε θέλουμε νεκρή».

Η Έμιλι γύρισε αστραπιαία πίσω και πριν προλάβει να αντιδράσει ένα κλαδί είχε αρπάξει τον Μάικλ από τον λαιμό.

«Μια κίνηση και του σπάω τον λαιμό» είπε η Σκάιλερ.

«Αρκετά!» φώναξε μια φωνή στο βάθος. «Ηλίθιες!» φώναξε η Μίνα πλησιάζοντας. Η Σκάιλερ άφησε απότομα τον Μάικλ.

«Τι νομίζετε πως κάνετε εδώ πέρα; Η Αμάντα ξεκαθάρισε με πολύ απλά λόγια πως η μάχη έχει τελειώσει. Η Έμιλι έχει διαλέξει πλευρά και μόνο με τη δική της θέληση μπορεί να έρθει μαζί μας».

«Μα ήταν τόσο κοντά στο να έρθει μαζί μας. Ήμασταν έτοιμες να την πείσουμε» απολογήθηκε η Κέιτ.

«Με το να δρας πίσω από την πλάτη της Αρχηγού μας και να κάνεις ανοησίες πιστεύεις ότι θα την πείσεις; Είσαι πιο ηλίθια απ’ όσο νόμιζα, Κάθριν. Και τώρα τσακιστείτε και φύγετε για το αρχηγείο. Ήρθε η ώρα να υποστείτε τις συνέπειες».

Η Κέιτ και η Σκάιλερ κοίταξαν για λίγο γεμάτες μίσος τη Μίνα και έφυγαν.

Το σχέδιο τους δε θα τέλειωνε εδώ. Αυτό δεν ήταν ούτε καν η αρχή!

Rene Rafael

Ευρετήριο 

Πρόλογος, 1 μέρος 1, 1 μέρος 2, 2 μέρος 1, 2 μέρος 2, 3 μέρος 1, 3 μέρος 2

4 μέρος 1, 4 μέρος 25 μέρος 1, 5 μέρος 2, 6, 7, 8, 9 μέρος 1, 9 μέρος 2, 10 

11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19, Επίλογος