Ήταν τόσο τρυφερό και τόσο παθιασμένο. Τα χείλη του έκαιγαν σαν φωτιά τα δικά της. Ο Μάικλ την είχε στριμώξει σε μια γωνιά στα αποδυτήρια μετά την προπόνηση. Την είχε φωνάξει τάχα για εκπαίδευση, αλλά με το που μπήκε στα αποδυτήρια την άρπαξε από τη μέση και άρχισε να τη φιλά. Τα μαλλιά του έσταζαν από το ντουζ που μόλις είχε κάνει. Πάλι καλά είχε προλάβει να βάλει μια φόρμα και ένα άσπρο φανελάκι. Η Έμιλι πέρασε τα χέρια της μέσα από τα βρεγμένα του μαλλιά και βόγκηξε. Εκείνος δάγκωσε το κάτω χείλος της και το τράβηξε πίσω βασανιστικά αργά. Έμοιαζε σαν όνειρο για εκείνη. Και όντως ήταν!
Ο Μάικλ καλούσε την Έμιλι συνέχεια στο κινητό, αλλά εκείνη δεν απαντούσε. Της είχε αφήσει δεκάδες μηνύματα, μέχρι που ο τηλεφωνητής της γέμισε. Είχε αρχίσει να ανησυχεί. Η Ντέμυ και τα παιδιά πέρασαν από το σπίτι του για τη βραδιά ταινίας. Κανένας τους δεν κατάφερε να επικοινωνήσει με την Έμιλι. Ανησυχία απλώθηκε στην παρέα, μέχρι που ο Μάικλ δεν άντεξε άλλο, μπήκε στο αυτοκίνητό του και έφυγε για το σπίτι της. Μόλις έφτασε, παρατήρησε πως το δωμάτιό της είχε πολλά φώτα, περισσότερα από το συνηθισμένο. Και τότε κατάλαβε. Αυτά δεν είναι φώτα… Είναι φωτιά! σκέφτηκε και πήδηξε από το αυτοκίνητό του. Έτρεξε στο σπίτι και άνοιξε την πόρτα με πάγο. Είδε νερό να τρέχει από τα σκαλοπάτια και έτρεξε πάνω προς το δωμάτιό της. Η πόρτα ήταν κλειστή. Την άνοιξε τρομοκρατημένος. Το δωμάτιο ήταν πλημμυρισμένο και το ταβάνι γεμάτο φωτιά. Η Έμιλι ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της. Δεν κουνιόταν. Φαινόταν σαν να είχε παραλύσει. Το νερό είχε φτάσει ως το πρόσωπό της. Σε λίγο θα πνιγόταν. Ο Μάικλ μπήκε μέσα στο δωμάτιο και πήρε στην αγκαλιά του την Έμιλι, πάνω στην ώρα που το νερό ήταν έτοιμο να την καλύψει. Με ένα βλέμμα τίναξε το νερό στο ταβάνι και η φωτιά έσβησε.
Μια γνώριμη αίσθηση. Ένα γνώριμο άρωμα. Ήταν σίγουρη πως δε βρισκόταν στο κρεβάτι της. Η Έμιλι άνοιξε τα μάτια της και βρέθηκε για ακόμα μια φορά στο δωμάτιο του Μάικλ. Τα μαλλιά της ήταν πιασμένα σε ένα άτσαλο κότσο και ήταν αρκετά βρεγμένα. Φορούσε μια γκρι φόρμα και μια μπλούζα με μακρύ μανίκι.
Εγώ άλλα φόρεσα το βράδυ. Και είμαι απόλυτα σίγουρη πως κοιμήθηκα στο κρεβάτι μου. Τι στο διάολο συνέβη; σκέφτηκε καθώς σηκώθηκε.
Περίμενε να εμφανιστεί ο Μάικλ στο δωμάτιο, αλλά μετά από πέντε λεπτά που περίμενε καθισμένη στο κρεβάτι αποφάσισε να βγει. Πήγε προς την πόρτα και κοίταξε δεξιά και αριστερά στον διάδρομο, για να βεβαιωθεί πως δεν ήταν κανείς.
Μήπως υπνοβατώ; Μήπως υπνοβατώ και φιλήθηκα όντως χθες με τον Μάικλ στα αποδυτήρια; σκέφτηκε. Μήπως έχω αρχίσει να τα χάνω;
Πήγαινε προς τις σκάλες όταν άκουσε φωνές. Σταμάτησε απότομα και αφουγκράστηκε. Πήρε μια βαθιά ανάσα ανακούφισης, όταν κατάλαβε πως οι φωνές ήταν της Ντέμυ και του Μάικλ. Δεν μπόρεσε να ακούσει τι έλεγαν, αλλά προχώρησε ανυπόμονα στις σκάλες. Όταν την είδαν σταμάτησαν να μιλούν. Στο σαλόνι ήταν επίσης ο Σάιμον με τον Άλεξ.
«Έμς!» είπε ανακουφισμένη η Ντέμυ και πετάχτηκε από τον τεράστιο καναπέ στο σαλόνι. Έτρεξε και την έκλεισε στην αγκαλιά της. «Είσαι καλά;» τη ρώτησε. Έγνεψε θετικά γεμάτη έκπληξη. Γιατί να μην ήταν; Τι άλλο είχε κάνει στον ύπνο της;
Ο Μάικλ σηκώθηκε από τον καναπέ και την πλησίασε.
«Έμς, θυμάσαι τι έγινε το βράδυ;» Η Έμιλι κοίταξε εξεταστικά τον Μάικλ για λίγα δευτερόλεπτα.
«Πήγα για ύπνο;» απάντησε διστακτικά.
«Δεν εννοώ αυτό. Όταν πήγες το βράδυ για ύπνο, είδες κάποιο όνειρο;» τη ρώτησε καθώς την οδηγούσε στον καναπέ.
«Ε, όχι» απάντησε εκείνη.
«Έμς, πρέπει να μου πεις. Κόντεψες να κάψεις το σπίτι σου χθες το βράδυ». της είπε απελπισμένος. Η Έμιλι άνοιξε διάπλατα τα μάτια της.
«Τι πράγμα;» ρώτησε τρομοκρατημένη.
«Μην ανησυχείς το σπίτι σου είναι μια χαρά. Σχεδόν…»
«Όταν λες σχεδόν;» τον ρώτησε καχύποπτα.
«Εκτός από τη φωτιά το πλημμύρισες και λίγο. Και κόντεψες να πνιγείς» της είπε όσο πιο αδιάφορα μπορούσε. Δεν ήθελε να την τρομάξει περισσότερο. Η Έμιλι έμεινε με το στόμα ανοιχτό.
«Εγώ και ο αυτοέλεγχος δεν τα πάμε καλά τώρα τελευταία».
Τι πρέπει να κάνω τώρα; αναρωτήθηκε. Να του πω ότι τον έβλεπα στο όνειρό μου. Να του πω ότι φιλιόμασταν;
«Έμι, σε παρακαλώ. Τι όνειρο είδες;» Η Έμιλι κοίταξε τον Μάικλ στα μάτια. Γαμώτο! Δε μου αρέσουν τα ψέματα αλλά αυτό το ψέμα πρέπει να το πω, σκέφτηκε.
«Η αλήθεια είναι… πως δε θυμάμαι. Συγγνώμη, αλλά δε θυμάμαι». Ο Μάικλ πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Δεν πειράζει».
«Μάικ» είπε ο Σάιμον. «Ο πατέρας σου μας θέλει στο αρχηγείο».
«Εσείς μείνετε εδώ. Έμς, έχω ενημερώσει τους γονείς σου. Θα επιστρέψουμε σε λίγο» είπε ο Μάικλ καθώς σηκωνόταν από τον καναπέ. «Υπάρχει πρωινό στην κουζίνα. Έμς, σε παρακαλώ, φάε» της είπε και έφυγε.
«Πάμε στην κουζίνα» είπε η Ντέμυ. Έβγαλε μερικά μπισκότα και κουλουράκια, χυμό και γάλα.
«Χυμό ή γάλα;» τη ρώτησε παίρνοντας δύο ποτήρια από ένα ντουλάπι.
«Γάλα» απάντησε η Έμιλι λύνοντας τον κότσο από τα μαλλιά της και πιάνοντάς τα καλύτερα αυτή τη φορά.
«Πονάει το κεφάλι σου;»
«Έλεος πια με τα ανύπαρκτα συμπτώματα. Όσες φορές έχω λιποθυμήσει δεν είχα πονοκέφαλο» είπε αγανακτισμένη η Έμιλι.
«Ρωτάω επειδή τα μαλλιά σου είναι βρεγμένα» είπε η Ντέμυ ξαφνιασμένη από το ξέσπασμά της.
«Α! Όχι, όχι. Δεν έχω πονοκέφαλο». Η Ντέμυ έσυρε το ποτήρι στον πάγκο κοντά στην Έμιλι.
«Ντι, πρέπει να σου πω κάτι» είπε αφού ήπιε μια δροσιστική γουλιά. Η Ντέμυ την παρότρυνε.
«Είπα ψέματα» δήλωσε και η Ντέμυ σήκωσε το φρύδι της ερωτηματικά. «Ότι δεν θυμάμαι τι είδα το βράδυ στο όνειρό μου».
«Γιατί; Εκτός κι αν…»
Η Έμιλι έμεινε για λίγο παγωμένη. Το κατάλαβε! σκέφτηκε πανικόβλητη.
«Εκτός κι αν ήταν κάτι γελοίο, που δεν έχει να κάνει με αυτό που έγινε χθες το βράδυ».
«Νομίζω πως για όλα φταίει το όνειρο».
«Τι στο διάβολο είδες, θα μου πεις;» είπε η Ντέμυ και πήρε ένα μπισκότο από την πιατέλα.
«Είδα πως εγώ και ο Μάικλ φασωνόμασταν» είπε απότομα και ρούφηξε άπληστα οξυγόνο.
Η Ντέμυ έμεινε για λίγα δευτερόλεπτα με το στόμα ανοιχτό. Το μπισκότο έφυγε από τα χέρια της και προσγειώθηκε στον πάγκο. Όταν συνήλθε ένωσε τις παλάμες της και ακούμπησε στον πάγκο χαμογελώντας δυσοίωνα στην Έμιλι.
«Συγγνώμη; Για ξανά παίξε την κασέτα λίγο;»
«Ντέμυ, ήταν ήδη δύσκολο να το ξεστομίσω μια φορά».
«Απλώς ήθελα να επιβεβαιώσω πως δεν έχω αρχίσει να κουφαίνομαι ή να τα χάνω. Και δεν απόλαυσα αυτό το μπισκότο με κομματάκια σοκολάτας που ήμουν έτοιμη να φάω» είπε και άρπαξε ένα άλλο μπισκότο από την πιατέλα. «Θα με αφήσεις να το φάω και μόλις τελειώσω θα μου τα πεις όλα. Τρώγε τώρα!» Αφού πήραν πρωινό γύρισαν στο σαλόνι και η Έμιλι της είπε όλο το όνειρο.
«Υποσχέσου μου πως δε θα πεις σε κανέναν για το όνειρο» είπε η Έμιλι.
«Δε χρειάζεται καν να το ζητάς αυτό. Ξέρεις πως δε θα πω τίποτα σε κανέναν».
Η πόρτα άνοιξε και τα αγόρια μπήκαν μέσα. Ο Σάιμον πήγε στο σαλόνι ενθουσιασμένος.
«Γλύκες, ετοιμαστείτε!» είπε.
«Θα πάμε εκδρομή» είπε ο Μάικλ μπαίνοντας στο σαλόνι.
Rene Rafael
Ο Μάικλ καλούσε την Έμιλι συνέχεια στο κινητό, αλλά εκείνη δεν απαντούσε. Της είχε αφήσει δεκάδες μηνύματα, μέχρι που ο τηλεφωνητής της γέμισε. Είχε αρχίσει να ανησυχεί. Η Ντέμυ και τα παιδιά πέρασαν από το σπίτι του για τη βραδιά ταινίας. Κανένας τους δεν κατάφερε να επικοινωνήσει με την Έμιλι. Ανησυχία απλώθηκε στην παρέα, μέχρι που ο Μάικλ δεν άντεξε άλλο, μπήκε στο αυτοκίνητό του και έφυγε για το σπίτι της. Μόλις έφτασε, παρατήρησε πως το δωμάτιό της είχε πολλά φώτα, περισσότερα από το συνηθισμένο. Και τότε κατάλαβε. Αυτά δεν είναι φώτα… Είναι φωτιά! σκέφτηκε και πήδηξε από το αυτοκίνητό του. Έτρεξε στο σπίτι και άνοιξε την πόρτα με πάγο. Είδε νερό να τρέχει από τα σκαλοπάτια και έτρεξε πάνω προς το δωμάτιό της. Η πόρτα ήταν κλειστή. Την άνοιξε τρομοκρατημένος. Το δωμάτιο ήταν πλημμυρισμένο και το ταβάνι γεμάτο φωτιά. Η Έμιλι ήταν ξαπλωμένη στο κρεβάτι της. Δεν κουνιόταν. Φαινόταν σαν να είχε παραλύσει. Το νερό είχε φτάσει ως το πρόσωπό της. Σε λίγο θα πνιγόταν. Ο Μάικλ μπήκε μέσα στο δωμάτιο και πήρε στην αγκαλιά του την Έμιλι, πάνω στην ώρα που το νερό ήταν έτοιμο να την καλύψει. Με ένα βλέμμα τίναξε το νερό στο ταβάνι και η φωτιά έσβησε.
Μια γνώριμη αίσθηση. Ένα γνώριμο άρωμα. Ήταν σίγουρη πως δε βρισκόταν στο κρεβάτι της. Η Έμιλι άνοιξε τα μάτια της και βρέθηκε για ακόμα μια φορά στο δωμάτιο του Μάικλ. Τα μαλλιά της ήταν πιασμένα σε ένα άτσαλο κότσο και ήταν αρκετά βρεγμένα. Φορούσε μια γκρι φόρμα και μια μπλούζα με μακρύ μανίκι.
Εγώ άλλα φόρεσα το βράδυ. Και είμαι απόλυτα σίγουρη πως κοιμήθηκα στο κρεβάτι μου. Τι στο διάολο συνέβη; σκέφτηκε καθώς σηκώθηκε.
Περίμενε να εμφανιστεί ο Μάικλ στο δωμάτιο, αλλά μετά από πέντε λεπτά που περίμενε καθισμένη στο κρεβάτι αποφάσισε να βγει. Πήγε προς την πόρτα και κοίταξε δεξιά και αριστερά στον διάδρομο, για να βεβαιωθεί πως δεν ήταν κανείς.
Μήπως υπνοβατώ; Μήπως υπνοβατώ και φιλήθηκα όντως χθες με τον Μάικλ στα αποδυτήρια; σκέφτηκε. Μήπως έχω αρχίσει να τα χάνω;
Πήγαινε προς τις σκάλες όταν άκουσε φωνές. Σταμάτησε απότομα και αφουγκράστηκε. Πήρε μια βαθιά ανάσα ανακούφισης, όταν κατάλαβε πως οι φωνές ήταν της Ντέμυ και του Μάικλ. Δεν μπόρεσε να ακούσει τι έλεγαν, αλλά προχώρησε ανυπόμονα στις σκάλες. Όταν την είδαν σταμάτησαν να μιλούν. Στο σαλόνι ήταν επίσης ο Σάιμον με τον Άλεξ.
«Έμς!» είπε ανακουφισμένη η Ντέμυ και πετάχτηκε από τον τεράστιο καναπέ στο σαλόνι. Έτρεξε και την έκλεισε στην αγκαλιά της. «Είσαι καλά;» τη ρώτησε. Έγνεψε θετικά γεμάτη έκπληξη. Γιατί να μην ήταν; Τι άλλο είχε κάνει στον ύπνο της;
Ο Μάικλ σηκώθηκε από τον καναπέ και την πλησίασε.
«Έμς, θυμάσαι τι έγινε το βράδυ;» Η Έμιλι κοίταξε εξεταστικά τον Μάικλ για λίγα δευτερόλεπτα.
«Πήγα για ύπνο;» απάντησε διστακτικά.
«Δεν εννοώ αυτό. Όταν πήγες το βράδυ για ύπνο, είδες κάποιο όνειρο;» τη ρώτησε καθώς την οδηγούσε στον καναπέ.
«Ε, όχι» απάντησε εκείνη.
«Έμς, πρέπει να μου πεις. Κόντεψες να κάψεις το σπίτι σου χθες το βράδυ». της είπε απελπισμένος. Η Έμιλι άνοιξε διάπλατα τα μάτια της.
«Τι πράγμα;» ρώτησε τρομοκρατημένη.
«Μην ανησυχείς το σπίτι σου είναι μια χαρά. Σχεδόν…»
«Όταν λες σχεδόν;» τον ρώτησε καχύποπτα.
«Εκτός από τη φωτιά το πλημμύρισες και λίγο. Και κόντεψες να πνιγείς» της είπε όσο πιο αδιάφορα μπορούσε. Δεν ήθελε να την τρομάξει περισσότερο. Η Έμιλι έμεινε με το στόμα ανοιχτό.
«Εγώ και ο αυτοέλεγχος δεν τα πάμε καλά τώρα τελευταία».
Τι πρέπει να κάνω τώρα; αναρωτήθηκε. Να του πω ότι τον έβλεπα στο όνειρό μου. Να του πω ότι φιλιόμασταν;
«Έμι, σε παρακαλώ. Τι όνειρο είδες;» Η Έμιλι κοίταξε τον Μάικλ στα μάτια. Γαμώτο! Δε μου αρέσουν τα ψέματα αλλά αυτό το ψέμα πρέπει να το πω, σκέφτηκε.
«Η αλήθεια είναι… πως δε θυμάμαι. Συγγνώμη, αλλά δε θυμάμαι». Ο Μάικλ πήρε μια βαθιά ανάσα.
«Δεν πειράζει».
«Μάικ» είπε ο Σάιμον. «Ο πατέρας σου μας θέλει στο αρχηγείο».
«Εσείς μείνετε εδώ. Έμς, έχω ενημερώσει τους γονείς σου. Θα επιστρέψουμε σε λίγο» είπε ο Μάικλ καθώς σηκωνόταν από τον καναπέ. «Υπάρχει πρωινό στην κουζίνα. Έμς, σε παρακαλώ, φάε» της είπε και έφυγε.
«Πάμε στην κουζίνα» είπε η Ντέμυ. Έβγαλε μερικά μπισκότα και κουλουράκια, χυμό και γάλα.
«Χυμό ή γάλα;» τη ρώτησε παίρνοντας δύο ποτήρια από ένα ντουλάπι.
«Γάλα» απάντησε η Έμιλι λύνοντας τον κότσο από τα μαλλιά της και πιάνοντάς τα καλύτερα αυτή τη φορά.
«Πονάει το κεφάλι σου;»
«Έλεος πια με τα ανύπαρκτα συμπτώματα. Όσες φορές έχω λιποθυμήσει δεν είχα πονοκέφαλο» είπε αγανακτισμένη η Έμιλι.
«Ρωτάω επειδή τα μαλλιά σου είναι βρεγμένα» είπε η Ντέμυ ξαφνιασμένη από το ξέσπασμά της.
«Α! Όχι, όχι. Δεν έχω πονοκέφαλο». Η Ντέμυ έσυρε το ποτήρι στον πάγκο κοντά στην Έμιλι.
«Ντι, πρέπει να σου πω κάτι» είπε αφού ήπιε μια δροσιστική γουλιά. Η Ντέμυ την παρότρυνε.
«Είπα ψέματα» δήλωσε και η Ντέμυ σήκωσε το φρύδι της ερωτηματικά. «Ότι δεν θυμάμαι τι είδα το βράδυ στο όνειρό μου».
«Γιατί; Εκτός κι αν…»
Η Έμιλι έμεινε για λίγο παγωμένη. Το κατάλαβε! σκέφτηκε πανικόβλητη.
«Εκτός κι αν ήταν κάτι γελοίο, που δεν έχει να κάνει με αυτό που έγινε χθες το βράδυ».
«Νομίζω πως για όλα φταίει το όνειρο».
«Τι στο διάβολο είδες, θα μου πεις;» είπε η Ντέμυ και πήρε ένα μπισκότο από την πιατέλα.
«Είδα πως εγώ και ο Μάικλ φασωνόμασταν» είπε απότομα και ρούφηξε άπληστα οξυγόνο.
Η Ντέμυ έμεινε για λίγα δευτερόλεπτα με το στόμα ανοιχτό. Το μπισκότο έφυγε από τα χέρια της και προσγειώθηκε στον πάγκο. Όταν συνήλθε ένωσε τις παλάμες της και ακούμπησε στον πάγκο χαμογελώντας δυσοίωνα στην Έμιλι.
«Συγγνώμη; Για ξανά παίξε την κασέτα λίγο;»
«Ντέμυ, ήταν ήδη δύσκολο να το ξεστομίσω μια φορά».
«Απλώς ήθελα να επιβεβαιώσω πως δεν έχω αρχίσει να κουφαίνομαι ή να τα χάνω. Και δεν απόλαυσα αυτό το μπισκότο με κομματάκια σοκολάτας που ήμουν έτοιμη να φάω» είπε και άρπαξε ένα άλλο μπισκότο από την πιατέλα. «Θα με αφήσεις να το φάω και μόλις τελειώσω θα μου τα πεις όλα. Τρώγε τώρα!» Αφού πήραν πρωινό γύρισαν στο σαλόνι και η Έμιλι της είπε όλο το όνειρο.
«Υποσχέσου μου πως δε θα πεις σε κανέναν για το όνειρο» είπε η Έμιλι.
«Δε χρειάζεται καν να το ζητάς αυτό. Ξέρεις πως δε θα πω τίποτα σε κανέναν».
Η πόρτα άνοιξε και τα αγόρια μπήκαν μέσα. Ο Σάιμον πήγε στο σαλόνι ενθουσιασμένος.
«Γλύκες, ετοιμαστείτε!» είπε.
«Θα πάμε εκδρομή» είπε ο Μάικλ μπαίνοντας στο σαλόνι.
Rene Rafael